Η κεντρική γραμμή των φιλοκυβερνητικών δημοσιογραφικών χαλκείων για τις υποκλοπές, επιδοτούμενη και από το περιεχόμενο της ανακοίνωσης της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, είναι ότι η δίωξη για το Predator είναι πλημμεληματική λόγω του νέου Ποινικού Κώδικα που ψηφίστηκε το 2019, στο τέλος της θητείας του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι φιλοκυβερνητικοί παπαγάλοι επικαλούνται τη μετατροπή του αδικήματος του άρθρου 370Α (παραβίαση απορρήτου τηλεφωνικών επικοινωνιών) από κακούργημα σε πλημμέλημα, γεγονός που όντως συνέβη με τον νέο Ποινικό Κώδικα.
Αποκρύβουν, έτσι, ότι στον Ποινικό Κώδικα υπάρχουν αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος που σαφέστατα θα έπρεπε να διερευνηθούν αυτεπάγγελτα από την Εισαγγελία και να αποδοθούν στους φερόμενους δράστες, με δεδομένο ότι στους στόχους του Predator ήταν ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Κ. Φλώρος, ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας (τότε) Υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας και το μισό υπουργικό συμβούλιο, καθώς και βουλευτές, δημοσιογράφοι, κ.λπ.:
* Το κακούργημα της κατασκοπείας, άρθρο 148 του Ποινικού Κώδικα.
* Το κακούργημα της παραβίασης μυστικών της Πολιτείας, άρθρο 146 του Ποινικού Κώδικα.
* Το κακούργημα της παραβίασης προσωπικών δεδομένων που προκαλεί κίνδυνο στην ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ή την εθνική ασφάλεια, άρθρο 38 παρ. 5 του ν. 4624/2019.
* Το κακούργημα της εγκληματικής οργάνωσης, άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα.
Το αν οι παθόντες ενεργοποίησαν το λινκ του Predator, το αν δηλαδή παραβιάστηκε το απόρρητο των επικοινωνιών τους ή όχι, καμία συνέπεια δεν έχει στην άσκηση ποινικής δίωξης, καθώς η κατηγορία μπορεί να αφορά αδίκημα τόσο τετελεσμένο όσο και κατ’ απόπειρα.
Όσον δε αφορά το αδίκημα του άρθρου 370Α, ούτε εκεί ισχύει ότι η αλλαγή του Ποινικού Κώδικα το 2019 είχε την οποιαδήποτε επίπτωση στην οφειλόμενη ποινική μεταχείριση της υπόθεσης. Κι αυτό προκύπτει από μια απλή επισκόπηση του άρθρου στη διαχρονία του:
* Η παραβίαση του απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών ήταν αρχικά πλημμέλημα στον ελληνικό Ποινικό Κώδικα (αρχική εκδοχή, αλλά και επόμενες με παρ. 7 του άρθρου 33 του ν.2172/1993 (ΦΕΚ Α 207) και παρ. 8 του άρθρου 6 ν.3090/2002,ΦΕΚ Α 329/24.12.2002).
* Μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών επί κυβέρνησης Κ. Καραμανλή το 2005, το αδίκημα τράπηκε σε κακούργημα με το άρθρο 10 παρ. 1 του ν. 3674/2008, ΦΕΚ Α 136/10.7.2008. Στη νέα του μορφή, προστέθηκε η παράγραφος 5 που προέβλεπε ως επιβαρυντική περίσταση:
«5. Αν οι πράξεις των παραγράφων 1 και 3 αυτού του άρθρου συνεπάγονται παραβίαση στρατιωτικού ή διπλωματικού απορρήτου ή αφορούν απόρρητο που αναφέρεται στην ασφάλεια του κράτους ή την ασφάλεια εγκαταστάσεων κοινής ωφέλειας, τιμωρούνται κατά τα άρθρα 146 και 147 του Ποινικού Κώδικα».
Υπήρχε δηλαδή ΡΗΤΗ παραπομπή, όσον αφορά την επιβαλλόμενη ποινή, στα κακουργηματικά άρθρα περί παραβίασης μυστικών της πολιτείας, κοκ (άρθρα 146 και επόμενα του ΠΚ).
* Ο νέος Ποινικός Κώδικας του 2019 έτρεψε εκ νέου το αδίκημα σε πλημμέλημα στο πλαίσιο γενικού εξορθολογισμού των απειλούμενων ποινών, θεωρώντας ότι οι ποινές του ν. 3674/2008 παραβίαζαν της αρχής της αναλογικότητας. Όσον αφορά, όμως, την παράγραφο 5, που είχε ήδη επικριθεί από τη θεωρία ως περιττή, ο νέος Κώδικας την απάλειψε με ΡΗΤΗ αναφορά στην αιτιολογική έκθεση:
«Ακόμη, απαλείφθηκε η διάταξη που περιέχεται στο άρθρο 370Α παρ. 5 ΠΚ γιατί κρίθηκε επαρκής η ποινική προστασία που παρέχεται με τα άρθρα 146, 147, 148 και 149 (παραβίαση των μυστικών της Πολιτείας, κατασκοπεία)» (σσ: η έμφαση δική μας).
Είτε λοιπόν με τη διάταξη του 2008, είτε με τον Ποινικό Κώδικα του 2019, είτε με τη νεότερη διάταξη του άρθρου 10 του Ν.5002/2022 (ΦΕΚ A΄ 228/09.12.2022) που ξαναπρόσθεσε την παράγραφο 5 όπως παραπάνω, το συμπέρασμα είναι το ίδιο:
Η παραβίαση του τηλεφωνικού απορρήτου που συνεπάγεται παραβίαση στρατιωτικού ή διπλωματικού απορρήτου είναι κακούργημα είτε γιατί εφαρμόζονται απευθείας οι διατάξεις των άρθρων 146-148 του Ποινικού Κώδικα είτε γιατί η ποινή ορίζεται στο άρθρο 370Α ως τέτοια.
Τα γνώριζαν αυτά οι Εισαγγελείς του Αρείου Πάγου, που μέσω της Ένωσής τους κατά τα άλλα διαμαρτύρονται και ζητούν την αυστηροποίηση των ποινών;
Προφανώς και τα γνώριζαν. Μάλιστα, πρόεδρος της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος είναι ο ίδιος ο καταρτίσας το εισαγγελικό πόρισμα Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης.
Επέλεξαν, όμως, συνειδητά να ρίξουν τους υπεύθυνους στα μαλακά.
Ο Ποινικός Κώδικας του 2019 κανέναν ρόλο δεν έπαιξε σε αυτήν τους την επιλογή.
Ας τελειώνουμε με τα fake news.
* Ο Θανάσης Καμπαγιάννης είναι δικηγόρος, πρώην σύμβουλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με την Εναλλακτική Παρέμβαση – Δικηγορική Ανατροπή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου