- Η Ελλάδα διαθέτει την πλειοψηφία των πόρων (37%) για την πράσινη μετάβαση του Ταμείου Ανάκαμψης στην ενίσχυση των ΑΠΕ. Μόλις το 11% στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
- Η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει εκπληρώσει το 79% των πράσινων στόχων.
- Στα 3 δισ. μέχρι σήμερα οι εκταμιεύσεις για πράσινες επενδύσεις.
- Παραμένει χωρίς χωροταξικό σχεδιασμό η ανάπτυξη των ΑΠΕ.
- Καμία από τις μεταρρυθμίσεις του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης δεν αφορά το σύστημα περιβαλλοντικών ελέγχων.
Ο όρος «πράσινες επενδύσεις» δεν φαίνεται να έχει εδώ και καιρό την αίγλη που διεκδικούσαν οι πολιτικοί εμπνευστές του. Οι αντιδράσεις κατοίκων σε περιοχές της ελληνικής επαρχίας απέναντι στην αλόγιστη διασπορά εγκαταστάσεων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά, κλπ) έχουν πολλαπλασιαστεί, τη στιγμή που ένας πακτωλός χρημάτων που προέρχεται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας εστιάζει στον πυλώνα της λεγόμενης «πράσινης μετάβασης» για την ενεργειακή επάρκεια των χωρών της ΕΕ. Ποιοι είναι όμως οι όροι αυτής της μετάβασης, τι περιλαμβάνει και πώς διασφαλίζεται η προστασία του περιβάλλοντος μέσα από τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνει ο Μηχανισμός Ανάκαμψης;
Το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Δημοσιογραφίας Δεδομένων (EDJNet) με τη συμμετοχή του MIIR έθεσε στο μικροσκόπιο της έρευνας τα δεδομένα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την «πράσινη μετάβαση» μαζί με τα Σχέδια Ανάκαμψης της Ελλάδας και ακόμη 10 χωρών της νότιας και ανατολικής Ευρώπης, προκειμένου να εντοπίσει τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα και, κυρίως, να ρίξει φως στις επιπτώσεις από τις παρεμβάσεις που συνδέονται με τον βασικότερο ίσως πυλώνα του Μηχανισμού.
Τι ποσοστό πόρων διαθέτει η Ελλάδα σε κλιματικούς στόχους
Οι πόροι και οι στόχοι που διατίθενται από την Ε.Ε έχουν διαφορετική σημασία για τα διάφορα κράτη μέλη. Για ορισμένους, ο Μηχανισμός Ανάκαμψης αποτελεί μοναδική ευκαιρία για οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις χώρες της νότιας και της ανατολικής Ευρώπης, στις οποίες έχουν κατανεμηθεί τα υψηλότερα ποσοστά κεφαλαίων σε σχέση με τα αντίστοιχα ακαθάριστα εγχώρια προϊόντα (ΑΕΠ) τους. Μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, όπως επίσης οι Κροατία, Ισπανία, Ρουμανία, Ιταλία, Πορτογαλία, Πολωνία, Βουλγαρία, Λιθουανία, Ουγγαρία και Σλοβακία. Εξου και τα κράτη αυτά τέθηκαν στο μικροσκόπιο της έρευνας.
Και οι 11 χώρες που εξετάζονται πληρούν την ποσόστωση του 37% των κονδυλίων που οφείλουν τα εθνικά Σχέδια να επενδύουν στην πράσινη μετάβαση. Κάποιες το ξεπερνούν κατά πολύ: στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ουγγαρία, η οποία αφιερώνει το 67% των πόρων του εθνικού της σχεδίου σε στόχους για το κλίμα και το περιβάλλον. Την Ουγγαρία ακολουθεί η Βουλγαρία, μια άλλη χώρα που αφιερώνει περισσότερο από το ήμισυ των κεφαλαίων της για την πράσινη μετάβαση (57%). Η Σλοβακία και η Πολωνία βρίσκονται κοντά με 48% και 47% αντίστοιχα, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στη δέκατη θέση με 38%.
Στην αναλυτικότερη κατανομή των πόρων της πράσινης μετάβασης σε επιμέρους κλιματικούς/περιβαλλοντικούς τομείς, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η Ελλάδα μαζί με 4 ακόμη χώρες (Πολωνία, Βουλγαρία, Λιθουανία και Ουγγαρία) αφιέρωσαν το μεγαλύτερο μερίδιο κεφαλαίων για την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ενώ 4 κράτη στόχευσαν στην ενεργειακή απόδοση (Κροατία, Ισπανία, Πορτογαλία και Σλοβακία) και μόλις 2 στη βιώσιμη κινητικότητα (Ρουμανία και Ιταλία).
Είναι δύσκολο να ανασυνθέσουμε με βεβαιότητα τους λόγους για τους οποίους τα κράτη αποφάσισαν να επενδύσουν περισσότερα σε έναν στόχο παρά σε έναν άλλο. Ωστόσο, μπορούμε να κάνουμε κάποιες υποθέσεις. Για παράδειγμα, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Λιθουανία έχουν διαθέσει περισσότερους από τους μισούς πόρους τους για την πράσινη μετάβαση στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι δύο πρώτες κατατάσσονται σύμφωνα με τη Eurostat στην τελευταία θέση μεταξύ των κρατών μελών της Ε.Ε. όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Έχουν επομένως παραπάνω κίνητρο να επενδύσουν περισσότερο στον τομέα αυτόν, ώστε να είναι σύμφωνες με τους ευρωπαϊκούς στόχους.
Και αν για την Πολωνία και την Ουγγαρία η πλειοδοσία στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας εξηγείται από την ελλιπή ανάπτυξη αυτών, για το ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης που κατευθύνει την πλειοψηφία των πράσινων πόρων (37%) στις ΑΠΕ, δεν ισχύει το ίδιο. Η χώρα με βάση τα ίδια στατιστικά της Eurostat βρίσκεται περίπου στη μέση των ευρωπαϊκών χωρών ως προς το μερίδιο ενέργειας από ΑΠΕ με 22,7% (πρόκειται για την ενέργεια συνολικά σε μέσα μεταφοράς, ρεύμα και ψύξη-θέρμανση), ελάχιστα κάτω από τον μέσο όρο των 27 χωρών της ΕΕ που είναι στο 23%.
Γιατί λοιπόν η χώρα μας επέλεξε να επενδύσει περισσότερο και δυσανάλογα πολύ στις Ανανεώσιμες Πηγές, σε σύγκριση με άλλους στόχους, όπως η ενεργειακή απόδοση (33% των πόρων) που αφορά κυρίως την ενεργειακή αναβάθμιση και ανακαίνιση κτιρίων, σπιτιών, δημόσιων υποδομών, κλπ. Και γιατί επέλεξε να κατευθύνει ελάχιστους συγκριτικά πόρους στο εξαιρετικά κρίσιμο πεδίο της αντιμετώπισης και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή (μόλις το 11%) ή τη βιώσιμη κινητικότητα (3%) παρά τα τεράστια προβλήματα στα αστικά κέντρα και ειδικά στην Αθήνα;
«Το ελληνικό σχέδιο Ανάκαμψης δεν εκπονήθηκε σωστά, γιατί εκεί που θα έπρεπε να έχει διοχετευτεί το πολύ χρήμα, και ήταν όντως μια ευκαιρία, είναι ο κτιριακός τομέας στην Ελλάδα. Δηλαδή ζητήματα ενεργειακής αναβάθμισης, αποδοτικότητας, καλής θωράκισης των κτιρίων, με την κλιματική κρίση να έρχεται και να χτυπάει αλύπητα τον κτιριακό τομέα», υποστηρίζει η Θεοδότα Νάντσου επικεφαλής Περιβαλλοντικής Πολιτικής της WWF Ελλάδας.
Χωρίς θερμομόνωση
Από τις περίπου 6,5 εκατομμύρια συνολικά κατοικίες στη χώρα, πάνω από τις μισές χτίστηκαν πριν από το 1980, επομένως δεν διαθέτουν καμία θερμομόνωση. Με βάση στοιχεία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το 77% αυτών των κατοικιών που έχουν εκδώσει Πιστοποιητικά Ενεργειακής Απόδοσης, τοποθετούνται στις τρεις χειρότερες ενεργειακά κλάσεις (Ε, Ζ και Η), ενώ στις δύο καλύτερες ενεργειακά κλάσεις τοποθετείται λιγότερο από το 5% των κατοικιών στην Ελλάδα.
Το πρόγραμμα “εξοικονομώ” που αξιοποιεί πόρους του Ταμείου και εφαρμόζεται για την αναβάθμιση-ανακαίνιση των σπιτιών είναι «τελείως ανεπαρκές», επισημαίνει η Νάντσου, «διότι είναι πάρα πολύ μικρό σαν ποσό, τη στιγμή που η Ελλάδα έχει τρύπια κτήρια. Είναι πολύ λίγα τα χρήματα. Και ήταν μια τεράστια ευκαιρία να αναβαθμιστεί ο κτιριακός τομέας, ώστε να είναι βιώσιμα τα υπόγεια, τα σπίτια στις παλιές πολυκατοικίες, στα χωριά που εξαρτώνται από κάρβουνα και τζάκια και καίγονται οι άνθρωποι με σόμπες».
Ενεργειακή φτώχεια
Το θέμα της ψύξης-θέρμανσης και των μονώσεων των κτιρίων, είναι κρίσιμο καθώς συνδέεται άρρηκτα και με τα μέτρα αντιμετώπισης της ενεργειακής φτώχειας, της αδυναμίας δηλαδή των πολιτών να καλύψουν/πληρώσουν λογαριασμούς ρεύματος, πετρελαίου, κλπ για να έχουν ανεκτές συνθήκες θερμοκρασιακά στο σπίτι τους. Δηλαδή όταν η θέρμανση και η ψύξη, που αυτό είναι το κύριο ζητούμενο για την Ελλάδα, είναι πανάκριβη πολυτέλεια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, πάνω από ένας στους τρεις Ελληνες (34%) αυτή τη στιγμή δεν ζει σε επαρκώς κλιματιζόμενο σπίτι τους θερινούς μήνες.
Πηγή: Freepik
Χωρίς χωροταξικό σχεδιασμό η ανάπτυξη των ΑΠΕ
Την ίδια στιγμή παρατηρείται και ένα δεύτερο οξύμωρο με το ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης. Ενώ έχει διοχετεύσει το μεγαλύτερο ποσοστό επενδύσεων στις ΑΠΕ, οι μεταρρυθμίσεις για τη θεσμική προστασία του περιβάλλοντος είναι πενιχρές.
Εν γένει, τα περισσότερα ορόσημα που εντάχθηκαν στο ελληνικό σχέδιο ήταν μεταρρυθμίσεις που είχαν μηδενικό κόστος και αφορούν δεσμεύσεις ότι θα βελτιώσει το θεσμικό πλαίσιο στο τάδε ή το δείνα πεδίο.
Επιπλέον ειδικά στον πυλώνα της πράσινης μετάβασης «ήταν κατά βάση μεταρρυθμίσεις για τις ΑΠΕ, τελείως αποσπασματικές», μας εξηγεί η Νάντσου, αφού δεν καταπιάνονται με το μείζον εδώ και χρόνια έλλειμμα χωροταξικού σχεδιασμού των ΑΠΕ, ούτε με το σύστημα περιβαλλοντικών ελέγχων.
«Στην πραγματικότητα ενώ στην Ελλάδα όντως οι ΑΠΕ προχωράνε με γοργό ρυθμό», σημειώνει, «προχωρούν επειδή υπάρχει ήλιος και άνεμος, και όχι επειδή η αδειοδοτική διαδικασία είναι καλή ή υπάρχει σωστός χωροταξικός σχεδιασμός, ώστε να ξέρει ο επενδυτής που και αν μπορεί να φτιάξει την αιολική εγκατάσταση».
Αιολικό πάρκο στο Πέτρα Σελί Κρήτης – Πηγή: Ντοκιμαντέρ “Ασκός του Αιόλου”
Ανεξέλεγκτη χωροθέτηση
Για τον ίδιο λόγο, εξάλλου, η Κομισιόν έχει ανοιχτή υπόθεση παραβίασης κατά της Ελλάδας για την ανεξέλεγκτη χωροθέτηση ανεμογεννητριών (παράβαση (2014)4073 σχετικά με τη χωροθέτηση αιολικών πάρκων, που βρίσκεται στο στάδιο της αιτιολογημένης γνώμης από τον Φεβρουάριο 2023), καθώς δεν διαθέτει ειδικό χωροταξικό σχέδιο για τις ΑΠΕ, διότι το υφιστάμενο είναι απαρχαιωμένο (2008) και δεν είναι σύμφωνο με την Οδηγία για την προστασία των περιοχών Natura. Και ως εκ τούτου πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να το αναθεωρήσει.
Ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση δεν συμμορφώνεται και μεταθέτει την αναθεώρησή του διαρκώς. Με συνέπεια, εκπρόσωποι της Κομισιόν- στην ετήσια συνάντηση με επιτελείς του Υπουργείου Περιβάλλοντος για τον έλεγχο εφαρμογής της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας- να προειδοποιούν ότι η παραπομπή της χώρας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είναι πολύ πιθανή «δεδομένου ότι η αναθεώρηση του Χωροταξικού των ΑΠΕ, η οποία θα περιλαμβάνει και την εξέταση των σωρευτικών επιπτώσεων, μετατίθεται από χρόνο σε χρόνο» (Αυγή, 28/7/2024, Λ.Σταυρογιάννη).
Η ολοκλήρωση της μελέτης έχει μετατεθεί από το ΥΠΕΝ αυτή τη φορά στο τέλος του 2025, παρότι η διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση κατάρτισης της μελέτης ξεκίνησε από το 2019.
Στο ήδη προβληματικό πλαίσιο χωροθέτησης ανεμογεννητριών, φωτοβολταϊκών, κλπ, η ελληνική κυβέρνηση επέλεξε να εντάξει στο ελληνικό Σχέδιο ως μεταρρύθμιση την ενίσχυση του νομικού πλαισίου για φαραωνικά υπεράκτια αιολικά πάρκα (ανεμογεννήτριες μέσα στις θάλασσες, λίμνες, κλπ). Στην ίδια διάταξη περιλαμβάνει και την «επανεξέταση» και «βελτιστοποίηση» των χρήσεων παραγωγικής γής για νέες δυνατότητες ΑΠΕ, όπως τα αγροφωτοβολταϊκά συστήματα.
Διόλου τυχαία λοιπόν στον κατάλογο με τους 100 τελικούς αποδέκτες με την υψηλότερη χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης πλήθος εταιρειών αιολικής και ηλιακής ενέργειας κατέχουν περίοπτη θέση, όπως η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή που λαμβάνει τη 12η με τα περισσότερα χρήματα (250 εκ ευρώ), ενώ και στα Έργα της πράσινης μετάβασης που περιλαμβάνονται στην ιστοσελίδα του ελληνικού Σχεδίου “Ελλάδα 2.0”, εξέχουσα θέση έχουν τα projects για την εγκατάσταση “Συστημάτων Αποθήκευσης Ηλεκτρικής Ενέργειας καθοριστικών για την ανάπτυξη των ΑΠΕ” προϋπολογισμού 200 εκ ευρώ. Στην παραπάνω λίστα πράσινων έργων περιλαμβάνονται και οι αμφιλεγόμενες τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα, για τις οποίες θα μιλήσουμε παρακάτω.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο κατάλογος των υψηλότερων τελικών αποδεκτών ανανεώθηκε τελευταία φορά τον Νοέμβριο του 2023, με την κυβέρνηση να μην τηρεί τη ντιρεκτίβα του Μηχανισμού για ανανέωση του καταλόγου δύο φορές τον χρόνο. Επιπλέον, ως τελικός αποδέκτης, βάσει των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θεωρείται η οντότητα (νομικό ή φυσικό πρόσωπο) που λαμβάνει απευθείας κεφάλαια του Ταμείου και δεν είναι ανάδοχος, εξου και πλην των ιδιωτών ο κατάλογος περιέχει Υπουργεία, δημόσιους οργανισμούς, κλπ που εν συνεχεία αναθέτουν τα έργα. Κατα συνέπεια ο κατάλογος δεν περιλαμβάνει όλες τις εταιρείες αναδόχους που προκύπτουν μετά από την ανάθεση των συμβάσεων. Ανάλογα ισχύει και για τη λίστα των Έργων στη σελίδα του Ελλάδα 2.0, όπως τα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας από ΑΠΕ που προαναφέραμε, για τα οποία αναφέρεται στη σχετική απόφαση ένταξης ότι θα ακολουθήσει ανταγωνιστική διαδικασία υποβολής προσφορών για τους αναδόχους.
Πηγή: Pixabay
Καμία μεταρρύθμιση στο σύστημα περιβαλλοντικών ελέγχων
Την ίδια ώρα, καμία μεταρρύθμιση του ελληνικού Σχεδίου δεν αφορά την ενίσχυση του συστήματος περιβαλλοντικών ελέγχων.
«Στην Ελλάδα δεν υπάρχει σοβαρός περιβαλλοντικός έλεγχος» σημειώνει κατηγορηματικά η Νάντσου. «Αυτή τη στιγμή, πηγαίνει όποιος θέλει, όπου θέλει, χτίζει ό,τι θέλει, μετά ξέρει ότι θα το νομιμοποιήσουν ύστερα από λίγα χρόνια, δεν πληρώνει τους φόρους που θα έπρεπε, δεν φροντίζει να βγάλει μια οικοδομική άδεια όπως πρέπει, να κάνει τη μελέτη όπως πρέπει, να ρίξει τα λύματα όπως πρέπει. Και μετά το πραγματικό κόστος που είναι το περιβαλλοντικό, το επωμιζόμαστε εμείς»
Παρόλα αυτά, επισημαίνει, η Ελλάδα
«δεν έβαλε ορόσημα και στόχους προκειμένου να φτιάξει έναν στιβαρό
μηχανισμό ελέγχου που βοηθάει αποδεδειγμένα, όπως και ο ΟΟΣΑ και η ΕΕ
έχουν διατυπώσει, ότι δηλαδή, όταν έχεις στιβαρούς μηχανισμούς ελέγχου
τότε έχεις, περιβαλλοντική υγεία, περιβαλλοντική καινοτομία και πιο υγιή
οικονομική δραστηριότητα».
«Τέτοιες μεγάλες μεταρρυθμίσεις δεν έχουν μπει στο ελληνικό σχέδιο», καταλήγει με απογοήτευση η επικεφαλής Περιβαλλοντικής Πολιτικής της WWF Ελλάδας
Πολύ πίσω η εκπλήρωση των ορόσημων
Όσον αφορά την εκπλήρωση των 172 ορόσημων και στόχων της πράσινης μετάβασης στο ελληνικό Σχέδιο και την τήρηση των σχετικών προθεσμιών για 71 μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα μέχρι στιγμής δεν έχει εκπληρώσει το 79% αυτών, φαινόμενο που συναντάμε και στις άλλες χώρες, όπως η Ιταλία και η Κροατία που έχουν καταφέρει να εκπληρώσουν το 25%.
3 δισ. έχει εισπράξει μέχρι σήμερα η Ελλάδα για πράσινες επενδύσεις
Οι συνολικοί πόροι που εχει εκταμιεύσει από το Ταμείο Ανάκαμψης η Ελλάδα μέχρι στιγμής για όλους τους πυλώνες του προγράμματος ανέρχονται σε 17,2 δισ, σύμφωνα με την ιστοσελίδα του ελληνικού σχεδίου Ελλάδα 2.0, απο τα 36 δισ συνολικά που δύναται να λάβει σε δάνεια (17,73 δισ) και μη επιστρεπτέες επιχορηγήσεις (18,22 δισ). Τα χρήματα αυτά αντιστοιχούν στο 16,2% ως μερίδιο του ΑΕΠ της χώρας.
Σύμφωνα με τον πίνακα κατανομής των επιλέξιμων κονδυλίων από τα πράσινα ομόλογα του NextGenerationEU (ο χρηματοδοτικός μηχανισμός που τροφοδοτεί τους σχετικούς με το κλίμα πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης), η Ελλάδα δύναται να έχει πρόσβαση σε 14,359 δισ, κατατασσόμενη στην 5η θέση με τους περισσότερους επιλέξιμους πόρους από τα πράσινα ομόλογα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα μέχρι σήμερα έχει εισπράξει συνολικά στο πλαίσιο του πυλώνα της πράσινης μετάβασης 2,84 δισ και επιπλέον 153 εκ ευρώ ως προ-εκταμίευση στο πλαίσιο του προγράμματος RePowerEU, σύνολο δηλαδή σχεδόν 3 δισ ευρώ.
Η Ιταλία για την πράσινη μετάβαση έχει λάβει μέχρι στιγμής 15,5 δισεκατομμύρια μαζί με το REPowerEU, ενώ στη δεύτερη και τρίτη θέση βρίσκονται η Πολωνία και η Ισπανία με 7 και 6,6 δισεκατομμύρια, αντίστοιχα.
Οι αμφιλεγόμενες τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα
Το ελληνικό σχέδιο περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις για την αμφιλεγόμενη και ενδεχομένως επικίνδυνη χρήση τεχνολογιών δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (Carbon Capture and Storage -CCS) για την προώθηση της απανθρακοποίησης της βιομηχανίας Πρόκειται για τεχνολογίες που σχετίζονται με τη δέσμευση του CO2 από τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις ή τις μονάδες παραγωγής ενέργειας που εκπέμπεται, τη συμπίεσή του και τη μεταφορά του σε αποθήκες σε φυσικούς γεωλογικούς σχηματισμούς (εντός του εδάφους).
Συγκεκριμένα, στις μεταρρυθμίσεις του ελληνικού Σχεδίου περιλαμβάνεται «η θέσπιση του νομικού πλαισίου, του πλαισίου αδειοδότησης και του κανονιστικού πλαισίου για τις τεχνολογίες δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα», ενώ στο ίδιο πλαίσιο έχουν ενταχθεί δύο επενδύσεις: η μία για την παροχή χρηματοδοτικής στήριξης «για την ανάπτυξη της πρώτης εγκατάστασης αποθήκευσης CO2 στην Ελλάδα» και η δεύτερη σχετικά με «το τμήμα μεταφοράς CO2».
Η πρώτη και μεγαλύτερη επένδυση αφορά στο project της εταιρείας Energean, η οποία αναπτύσσει την πρώτη αποθήκη CO2 στη χώρα, με τη μετατροπή των «εξαντλημένων» ταμιευτήρων πετρελαίου στην υποθαλάσσια λεκάνη του Πρίνου στην Καβάλα σε γεωλογικές αποθήκες. Χρηματοδοτικά έχει ενταχθεί στη δράση Produc-E Green συνολικού προϋπολογισμού 300 εκ ευρώ, ωστόσο το ποσό επιχορηγησης παραμένει ανεπιβεβαίωτο, καθώς η δράση συμπεριλαμβάνει διαφορετικές κατηγορίες επιδοτήσεων, από την παραγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων μέχρι την παραγωγή φορτιστών ηλεκτρικών οχημάτων και μπαταριών ή και ανακύκλωσης αυτών.
Η δεύτερη επένδυση που εντάχθηκε στο πλαίσιο του RePowerEU αφορά στην κατασκευή αγωγού στην περιοχή της Αττικής, ο οποίος θα συνδέει δύο τσιμεντοβιομηχανίες με τερματικό σταθμό υγροποίησης (ενδεχόμενα στη Ρεβυθούσα), απ’ οπου οι εκπομπές υγροποιημένου CO2 θα μεταφέρονται στη συνέχεια με πλοίο στον χώρο αποθήκευσης του Πρίνου.
Περιβαλλοντικές οργανώσεις είχαν αντιδράσει εξαρχής έντονα ήδη από το στάδιο της δημόσιας διαβούλευσης στην ένταξη των CCS τεχνολογιών, με τη WWF μάλιστα σε σχετικό σχόλιο που είχε αναρτήσει να επισημαίνει ότι «έχουν εξαιρετικά υψηλό κόστος και προσφέρουν αμφισβητήσιμη και επιστημονικά αναπόδεικτη συνεισφορά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής» και πως η χρήση τους δεν αποτελεί «πανάκεια για την απεξάρτηση των βιομηχανικών τομέων από τον άνθρακα και δεν πρέπει να αποτελέσει δικαιολογία για τη συνέχιση της χρήσης ορυκτών καυσίμων»
«Πρόκειται ουσιαστικά για ένα παραμύθι της πετρελαϊκής βιομηχανίας που στις περισσότερες περιπτώσεις χρησιμοποιείται ως μέσο μετριασμού (mitigation) για να απορροφούν τις δικές τους εκπομπές. Και έτσι να συνεχίζουν τη ρυπογόνο εξορυκτική ή άλλη δραστηριότητα τους θάβοντας τις εκπομπές τους», εξηγεί η Νάντσου. Αυτή η διαδικασία εγκυμονεί κινδύνους καθώς θάβεται το διοξείδιο του άνθρακα με μεγάλη πίεση μέσα σε πετρώματα και με αυτό τον τρόπο μπορεί να προκληθούν ζημιές και επικίνδυνες διαρροές στο υπέδαφος. Μαλιστα, η μέθοδος πειραματικά εφαρμόζεται, ωστόσο αυτό δεν εμποδίζει τις βιομηχανίες να ζητούν εξαιρέσεις από υποχρέωση μειώσεων των ρύπων, γιατί θα εγκαταστήσουν CCS.
Ο κίνδυνος πάντως δεν περιορίζεται μόνο στο παραπάνω, καθώς στο ορόσημο για την έκδοση άδειας αποθήκευσης στην επένδυση στον Πρίνο, δηλώνεται εμμέσως πως μόνο θεωρητικά είναι εξαντλημένο το κοίτασμα στην περιοχή. Κι αυτό γιατί, όπως περιγράφει, «θα ληφθεί μέριμνα ώστε οποιαδήποτε πιθανή εξόρυξη πετρελαίου ή φυσικού αερίου να περιορίζεται στις απαραίτητες ανάγκες διαχείρισης της πίεσης και κατοχύρωσης της ασφάλειας των χώρων αποθήκευσης και κάθε τέτοια εξόρυξη θα πραγματοποιείται μόνο εάν είναι απαραίτητη για την ασφαλή αποθήκευση του CO2. Το CO2, μαζί με τυχόν πετρέλαιο ή φυσικό αέριο που μπορεί να εξορύσσεται, θα διαχωρίζεται και θα επιστρέφεται για μόνιμη αποθήκευση».
Πηγή: Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων Α.Ε. (ΕΔΕΥΕΠ)
Η ανεπάρκεια της αρχής της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης»
Σε όλα τα μέτρα και τις επενδύσεις των εθνικών σχεδίων σύμφωνα με την τεχνική καθοδήγηση που παρείχε η Κομισιόν σε όλα τα κράτη μέλη, πρέπει να εφαρμόζεται η λεγόμενη αρχή της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» στο περιβάλλον. Η εφαρμογή της αρχής προβλέπει ότι κανένα μέτρο που περιλαμβάνεται σε σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας δεν θα πρέπει να προκαλεί σημαντική επιβάρυνση για τους περιβαλλοντικούς στόχους.
Πέρα από το εμφανώς αμφιλεγόμενο του όρου, τι συνιστά δηλαδή και τι όχι σημαντική βλάβη, η αρχή έχει δεχτεί εξαρχής σφοδρή κριτική από περιβαλλοντικές οργανώσεις για την ανεπάρκεια της στην εξασφάλιση της περιβαλλοντικής προστασίας κατά την εκπόνηση και εφαρμογή των σχεδίων ανάκαμψης.
Σε μια δημόσια δήλωση δέκα διεθνών περιβαλλοντικών οργανώσεων υπό την κοινή ομπρέλα των Green10, οι οργανώσεις εκφράζουν τη βαθιά ανησυχία τους για τα απλοποιημένα κριτήρια της αρχής, όπως παρουσιάζονται στην τεχνική καθοδήγηση, όσον αφορά στις περιβαλλοντικές αξιολογήσεις των επενδύσεων από το κάθε κράτος μέλος ακολουθώντας την απλή διαδικασία να συμπληρώνουν κουτάκια (box-ticking) σε φόρμες ερωτήσεων.
Σύμφωνα μάλιστα με τους Green10 που εξέτασαν πλήθος ευρωπαϊκων σχεδίων «οι αξιολογήσεις που διενεργήθηκαν από τις χώρες μέλη στο πλαίσιο της ‘μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης’ ήταν φτωχής ποιότητας και δεν θα είναι αποτελεσματικές στην πρόληψη της περιβαλλοντικής βλάβης».
Συγκεκριμένα «πολλά σχέδια ανάκαμψης δεν περιέχουν αρκετές λεπτομέρειες ώστε να είναι δυνατή η αξιολόγηση των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων», ενώ περιλαμβάνονται «αξιολογήσεις για ορισμένα εγκεκριμένα μέτρα που δεν προσδιορίζουν καν τις ακριβείς τοποθεσίες ή λεπτομέρειες, και ως εκ τούτου τα μέτρα δεν θα έπρεπε να έχουν εγκριθεί». Για παράδειγμα, ένα εγκεκριμένο σχέδιο περιλάμβανε χρηματοδότηση για 29 αρδευτικά έργα χωρίς καν να γνωστοποιούνται οι τοποθεσίες των έργων!
Δυστυχώς, όμως, αυτό δεν είναι η εξαίρεση. «Οι αξιολογήσεις που παρείχαν τα κράτη-μέλη δεν αντανακλούσαν με ακρίβεια τη δυνητική ζημία αυτού και άλλων τέτοιων έργων- αυτό θα φανεί μόνο αργότερα στη διαδικασία, όταν τα κονδύλια θα έχουν ήδη εκταμιευθεί», σημειώνουν οι περιβαλλοντικές οργανώσεις.
Τότε όμως θα είναι πολύ αργά. Γιατί και θα έχει γίνει η ζημιά, και τα χρήματα θα έχουν δοθεί..
Πώς λειτουργεί ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Η εφαρμογή του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη του 2026. Το πρόγραμμα, που εισήχθη από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2021, επέτρεψε στα κράτη μέλη να έχουν πρόσβαση σε πόρους του λεγόμενου προγράμματος της Επόμενης Γενιάς της Ε.Ε (Next Generation EU) με τη μορφή μη επιστρεπτέων επιχορηγήσεων και δανείων. Η πρόθεση ήταν να προωθηθεί η οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη της Ευρώπης μετά την πανδημία του Covid.
Κάθε χώρα στο πλαίσιο αυτό έχει εκπονήσει το δικό της εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΣΑΑ), με αντίστοιχους πόρους, μέτρα (επενδύσεις ή μεταρρυθμίσεις) και συγκεκριμένα ορόσημα και στόχους με προθεσμίες σε σχέση με τα προηγούμενα. Τα σχέδια Ανάκαμψης των κρατών για τη λήψη τόσο των επιχορηγήσεων όσο και των δανείων πρέπει να πληρούν κριτήρια που συνδέονται με τους 6 πυλώνες του Μηχανισμού: 1. πράσινη μετάβαση, 2. ψηφιακός μετασχηματισμός, 3. οικονομική συνοχή, παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα, 4. κοινωνική και περιφερειακή συνοχή, 5. υγειονομική, οικονομική, κοινωνική και θεσμική ανθεκτικότητα, 6. πολιτικές για τις νέες γενιές.
Ενώ τα κράτη έχουν σχετική ελευθερία να επιλέξουν πόσα θα επενδύσουν σε ποιους τομείς, υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται για την πρόσβαση στα κεφάλαια. Μεταξύ αυτών, η εστίαση στο περιβάλλον και την πράσινη μετάβαση είναι από τα βασικά, με το ελάχιστο ποσοστό πόρων που υποχρεούνται να κατανέμουν όλα τα εθνικά σχέδια σε μέτρα πράσινης μετάβασης να ανέρχεται στο 37% της συνολικής χρηματοδότησης από τον Μηχανισμό.
Η απόφαση αυτή είναι σύμφωνη με τις πολιτικές και τους στόχους που έχει θέσει σε εφαρμογή η Ε.Ε. τα τελευταία χρόνια, όπως η ευρωπαϊκή πράσινη συμφωνία.
Επιπλέον, ως πρόσθετη υποστήριξη για την πράσινη μετάβαση και ως απάντηση στην ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, η Ε.Ε. εισήγαγε το πρόγραμμα REPowerEU το 2022. Πρόκειται για πρόσθετους πόρους και παρεμβάσεις – που μπορεί να συμπεριλάβει κάθε χώρα στο Εθνικό Σχέδιο της – ειδικά στην ευρωπαϊκή ενεργειακή ανάπτυξη, με στόχο την αύξηση της ευρωπαϊκής ανεξαρτησίας από τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας.
*Η έρευνα εκπονήθηκε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Δημοσιογραφίας Δεδομένων (EDJNet). Επικεφαλής αυτής ήταν η ιταλική δημοσιογραφική ομάδα του Openpolis, ενώ συμμετείχαν ακόμη το MIIR απο την Ελλάδα και οι δημοσιογραφικές ομάδες Dennik N από τη Σλοβακία και Eurologus από την Ουγγαρία.
Πηγή επόμενης φωτογραφίας: European Union-EP
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου