ΥΠΟΚΛΟΠΕΣ: Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΓΚΑΛΥΨΗ – ΤΙ ΔΕΝ ΕΡΕΥΝΗΣΕ Ο ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
Η διαδρομή του χρήματος και το έγγραφο της ΕΥΠ που διόρθωσαν οι άνθρωποι του Predator.
Από την ανακοίνωση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, Γεωργίας Αδειλίνη, για την υπόθεση των υποκλοπών, προκύπτει ότι η ίδια ενδιαφερόταν πρωτίστως να γίνουν γνωστά δύο πράγματα – ότι δεν υπάρχει σύνδεση του Predator με την κυβέρνηση και ότι οι εκπρόσωποι των εταιρειών που εμπορεύονταν το Predator διώκονται σε βαθμό πλημμελήματος με ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ. Υπάρχουν, όμως, πιο σοβαρά προβλήματα. Ο χειρισμός της υπόθεσης από τους εισαγγελείς Αδειλίνη και Ζήση είναι το χρονικό μιας μεγάλης συγκάλυψης.
Από τη δικογραφία του σκανδάλου των υποκλοπών που είδε το NEWS24/7, προκύπτει ότι τον Δεκέμβριο του 2022 κλήθηκε για κατάθεση η αξιωματικός της Αστυνομίας, η οποία ως αποσπασμένη στην ΕΥΠ είχε υπογράψει τις εισηγήσεις για την άρση απορρήτου στα κινητά τηλέφωνα του Νίκου Ανδρουλάκη και του Θανάση Κουκάκη. Ήταν προφανές, όμως ρωτήθηκε αν χρειάστηκε να υπογράψει πληροφοριακά σημειώματα-εισηγήσεις για την άρση απορρήτου πολιτικών προσώπων ή δημοσιογράφων.
«Δεν μπορώ να σας απαντήσω, διότι αρμόδια να σας απαντήσει γι’ αυτό είναι η ΕΥΠ», αποκρίθηκε η αξιωματικός της Αστυνομίας, χωρίς να δεχτεί επόμενη σχετική ερώτηση. Ο τότε διοικητής της ΕΥΠ, Παναγιώτης Κοντολέων κατέθεσε ενάμιση χρόνο αργότερα, τον Μάιο του 2024 και δεν δέχτηκε καμία ερώτηση για τις περιπτώσεις Ανδρουλάκη – Κουκάκη.
Σχετικό Άρθρο: Υποκλοπές: Η μαύρη τρύπα στο πόρισμα του Αρείου Πάγου
H Intellexa διορθώνει την ΕΥΠ
Από τη δημοσιογραφική έρευνα έχει αποκαλυφθεί ότι ένας στους τρεις στόχους του Predator παρακολουθείτο παράλληλα από την ΕΥΠ. Και παρότι ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης το θεωρεί σύμπτωση, δεν είναι το μοναδικό στοιχείο που δείχνει το κοινό διευθυντήριο στις υποκλοπές.
Στη δικογραφία περιλαμβάνεται ένα προσχέδιο μνημονίου συνεργασίας που επρόκειτο να υπογράψει η ΕΥΠ με την αρμόδια υπηρεσία της Βόρειας Μακεδονίας για την κυβερνοασφάλεια (ΟΤΑ). Το Inside Story αποκάλυψε, το καλοκαίρι του 2023, ότι στο ίδιο προσχέδιο είχε κάνει διορθώσεις ο Ισραηλινός Νιρ Μπεν Μοσέ, συνεργάτης της εταιρείας Intellexa που εμπορευόταν το Predator.
Το έγγραφο είχε κοινοποιηθεί στον Παναγιώτη Κοντολέοντα και στο γραφείο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αχιλλέας Ζήσης, ωστόσο, δεν ρώτησε τον πρώην διοικητή της ΕΥΠ για την παρέμβαση του ανθρώπου του Predator στο απόρρητο έγγραφο της υπηρεσίας του.
Στο τελικό πόρισμα σημειώνεται, επίσης, ότι οι δημοσιογράφοι Τάσος Τέλλογλου και Ελίζα Τριανταφύλλου στις καταθέσεις τους δεν αναφέρθηκαν στην παρέμβαση της Intellexa στο προσχέδιο του απόρρητου εγγράφου – μόνο που οι δημοσιογράφοι είχαν δώσει κατάθεση οκτώ μήνες νωρίτερα, τον Νοέμβριο του 2022, δηλαδή σε μια χρονική περίοδο που δεν γνώριζαν για το προσχέδιο της ΕΥΠ.
Ο αντεισαγγελέας του ΑΠ προχωρά ένα βήμα παρακάτω. Εκτιμά ότι ο άνθρωπος της Intellexa θα μπορούσε να παρέμβει στο έγγραφο μεταξύ των υπηρεσιών ασφαλείας των δύο χωρών, ενδεχομένως με την ιδιότητα του εμπειρογνώμονα. Πιο απλά, ο εισαγγελέας που ερευνά τη σύνδεση της ΕΥΠ με το Predator, υπαγορεύει την υπερασπιστική γραμμή στο στέλεχος της εταιρείας που εμπορεύεται το λογισμικό κατασκοπείας.
Κανένας μάρτυρας
Η Intellexa είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα από τον Μάρτιο του 2020. Στο πόρισμα Ζήση σημειώνεται ότι στις 16/12/2021 τρεις υπάλληλοι της εταιρείας πήγαν σε γραφείο που διατηρούσε στο Μαρούσι και αφαίρεσαν servers και άλλο εξοπλισμό.
Την ίδια μέρα είχε δημοσιευθεί η έρευνα του Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο για την Intellexa και το Predator. Οι εργαζόμενοι που αφαίρεσαν τον εξοπλισμό από το Μαρούσι δεν κλήθηκαν για κατάθεση ούτε έγινε άρση απορρήτου για να αποκαλυφθεί ποιος τους είχε δώσει την εντολή να το κάνουν.
Παρ’ όλα αυτά, στο πόρισμα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου συμπεραίνεται ότι ο εξοπλισμός δεν αφορά άμεσα την εγκατάσταση και χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού. Οι εισαγγελικοί λειτουργοί δεν απηύθυναν επίσημο αίτημα ούτε στο Citizen Lab, που έχει στη διάθεσή του χρήσιμες τεχνικές πτυχές της υπόθεσης.
Ο μοναδικός εργαζόμενος της Intellexa που κλήθηκε για κατάθεση εξετάστηκε από τους εισαγγελείς Πρωτοδικών που χειρίστηκαν αρχικά την υπόθεση –πριν από το πόρισμα της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για τους 87 στόχους του Predator στην Ελλάδα. Κατέθεσε ότι η εταιρεία απασχολούσε στην Αθήνα «οκτώ με δέκα άτομα» στα γραφεία της στο Ελληνικό.
Ο ίδιος ήταν μηχανικός πωλήσεων. «Παρουσίαζα κάποια προϊόντα σε υποψήφιους αγοραστές», είπε. Κατέθεσε ότι πελάτες της εταιρείας ήταν αποκλειστικά κράτη και κρατικές υπηρεσίες – «αλλοδαπές κρατικές υπηρεσίες και κράτη και ποτέ ελληνικές», σημείωσε. Το πόρισμα του Αρείου Πάγου βρίσκει επαρκείς ενδείξεις μόνο για ιδιώτες.
Ο μάρτυρας κατονόμασε τον Μ.Χ. ως τον άνθρωπο που έκανε όλες τις προσλήψεις για λογαριασμό της Intellexa στην Αθήνα. Ο Μ.Χ. δεν φέρεται να κλήθηκε για κατάθεση.
Οι αμερικανικές κυρώσεις
Τον Αύγουστο του 2023 το Αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης ενημέρωσε τις ελληνικές αρχές ότι τέσσερις εταιρείες λογισμικού είχαν μπει στη μαύρη λίστα των Ηνωμένων Πολιτειών – Intellexa A.E στην Ελλάδα, Intellexa Ltd στην Ιρλανδία, Cytrox AD στη Βόρεια Μακεδονία και Cytrox Holdings Crt στην Ουγγαρία.
Είχαν καταχωρηθεί στον κατάλογο κυρώσεων ευρωπαϊκών εμπορικών εταιρειών εξαιτίας της εμπλοκής τους σε δραστηριότητες αντίθετες με την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Δεν προκύπτει ότι η εισαγγελία του Αρείου Πάγου ζήτησε περισσότερα στοιχεία από του Αμερικανούς για τους λόγους καταχώρησης των εταιρειών στη μαύρη λίστα.
Πόρισμα χωρίς τους στόχους
Στο μεταξύ, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, τον Φεβρουάριο του 2023, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μολυσμένα μηνύματα Predator απεστάλησαν σε 87 πρόσωπα στην Ελλάδα – σημ. για τα 27 από αυτά είχε εκδοθεί τουλάχιστον μία διάταξη άρσης του απορρήτου από την ΕΥΠ, κάτι που μαρτυρά το κοινό διευθυντήριο. Οι στόχοι του Predator δεν κλήθηκαν για κατάθεση ούτε τα κινητά τους ελέγχθηκαν.
Μεταξύ αυτών, ήταν ανώτατοι κρατικοί αξιωματούχοι και πρόσωπα που χειρίζονταν ζητήματα που άπτονται της εθνικής ασφάλειας. Αν η εισαγγελική έρευνα έπεφτε στα παραπάνω ονόματα, τότε θα ήταν μονόδρομος η άσκηση ποινικής δίωξης για το αδίκημα της κατασκοπείας σε βαθμό κακουργήματος. Η υπόθεση θα έπρεπε να ανατεθεί σε ανακριτή, πάντως δε θα μπορούσε να παραπεμφθεί απευθείας σε δικαστήριο πλημμελημάτων, όπως τελικά συνέβη.
Μαθηματική «αλχημεία»
Μάρτυρες που πέρασαν το κατώφλι του αντιεισαγγελέα τους μήνες που εκείνος ερευνούσε την υπόθεση, επισήμαιναν πως ήταν κρίσιμο να γίνει αντιπαραβολή της λίστας των στόχων Predator με τα πρόσωπα που παρακολουθούσε η ΕΥΠ, ώστε να επιβεβαιωθεί το κοινό διευθυντήριο.
Από το εισαγγελικό πόρισμα αποκαλύπτεται ότι αυτό δεν έγινε με πειστικό τρόπο. Ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, μετά από μήνες αργοπορίας, αποφάσισε μόλις τον περασμένο Ιούνιο και με τη μορφή του «εξαιρετικά επείγοντος» να ζητήσει από δύο πραγματογνώμονες που όρισε ο ίδιος τη συλλογή στοιχείων από την ΕΥΠ.
Δεν απευθύνθηκε στην αρμόδια ανεξάρτητη αρχή (ΑΔΑΕ) για να το κάνει, δεν διέταξε αντίστοιχο έλεγχο στην Αντιτρομοκρατική που επίσης υποβάλει αιτήματα άρσης απορρήτου για λόγους «εθνικής ασφάλειας» και τέλος δεν απευθύνθηκε στους τηλεφωνικούς παρόχους στους οποίους απευθύνονται τα αιτήματα παγίδευσης των κινητών.
Στα συμπεράσματά του ο αντιεισαγγελέας του ΑΠ αναφέρει πως «ξεκάθαρα δεν προκύπτει συσχετισμός μεταξύ των Διατάξεων άρσης του απορρήτου και των φερόμενων επιμολύνσεων», δηλαδή κοινού διευθυντηρίου.
Όπως αναφέρει, οι επιμολύνσεις ή οι απόπειρες επιμόλυνσης με Predator, αφορούν μόνο ένα μικρό ποσοστό (24%) των διατάξεων άρσης απορρήτου, αποδίδοντας το μάλιστα σχεδόν στην τύχη.
Επιπλέον, με μια μαθηματική αλχημεία, ο εισαγγελικός λειτουργός καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι διατάξεις (έναρξη, παύση, παράταση) άρσης απορρήτου εκείνων που – κατά τη δική του έρευνα – ήταν κοινοί στόχοι ΕΥΠ και Predator, αντιστοιχούν μόλις στο 1% των συνολικών διατάξεων άρσης απορρήτου που είχαν γίνει σε όλη την επικράτεια.
Η διαδρομή του χρήματος
Υπάρχει κάτι τελευταίο. Ο Αχιλλέας Ζήσης δεν έλεγξε ποτέ τους ανθρώπους που κατασκεύαζαν τα παραποιημένα links του Predator. Στα έγγραφα της δικογραφίας περιλαμβάνονταν στοιχεία, τα οποία είχαν φέρει στο φως της δημοσιότητας η ιστοσελίδα Inside Story και δημοσιογράφοι από την Τσεχία, την Πολωνία και τη Βόρεια Μακεδονία. Σύμφωνα με αυτά, υπήρχε μια τσέχικη εταιρεία που δημιουργούσε για λογαριασμό της ελληνικής Intellexa το περιεχόμενο των ιστοσελίδων που χρησιμοποιούσαν τα link επιμόλυνσης.
Στους πίνακες προμηθευτών της εταιρείας Intellexa, αλλά και των «συγγενικών» εταιρειών Apollo Texhnologies και Feroveno Limited, υπάρχουν καταβολές σχεδόν 3 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2020-2022 προς τσέχικες εταιρείες, οι οποίες ανήκουν σε έναν προγραμματιστή ισραηλινής καταγωγής και συνδέονται με τη δημιουργία των συνδέσμων-παγίδα.
Οι ελληνικές Αρχές επέλεξαν να μην ερευνήσουν ποτέ ποιοι βρίσκονται πίσω από αυτές τις εταιρείες. Οι εισαγγελικές αρχές δεν έλεγξαν ούτε τα πρόσωπα, τα οποία πλήρωναν τους servers που φιλοξενούσαν τους μολυσμένους συνδέσμους.
***
Η ΕΣΗΕΑ για τη δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης των υποκλοπών
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ διατυπώνει τη βαθιά του ανησυχία για τη δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης των υποκλοπών.
Τόσο η ανακοίνωση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη αναφορικά με το πόρισμα της έρευνας, όσο και οι δημοσιογραφικές πληροφορίες για το περιεχόμενο του, και ειδικά η αποκάλυψη της ύπαρξης και νέων θυμάτων παρακολούθησης από τον δημοσιογραφικό χώρο, προκαλούν πλήθος ερωτημάτων.
Κατά τις πρώτες ενδείξεις, η εισαγγελική έρευνα όχι μόνον δεν αξιοποίησε τα ευρήματα της δημοσιογραφικής έρευνας, αλλά με την άρνηση διεξαγωγής συγκεκριμένων προανακριτικών πράξεων που υποδείχθηκαν από τα θύματα των υποκλοπών, υποβάθμισε τα εξαιρετικά σημαντικά ευρήματα.
Η πρακτική αυτή, είναι επιπρόσθετα ανησυχητική διότι οπλίζει με επιχειρήματα όσους ελέγχθηκαν για το ρόλο τους στις υποκλοπές και επιδόθηκαν σε καταχρηστικές αγωγές σε βάρος των δημοσιογράφων που προχώρησαν στις αποκαλύψεις. Πρακτικά, έχει ως συνέπεια τον εκφοβισμό δημοσιογράφων και την φίμωση της δημοσιογραφικής έρευνας για το θέμα.
Αν επαληθευθούν από το περιεχόμενο του πορίσματος όσα καταγράφονται στην ανακοίνωση της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, εγείρονται νέα ερωτήματα για το βάθος της διαλεύκανσης της υπόθεσης και μένουν αναπάντητα τα καίρια ερωτήματα που έθεσε, από την πρώτη στιγμή, η ΕΣΗΕΑ: α) πώς διασφαλίζεται ότι δημοσιογράφοι δεν θα εξακολουθούν να γίνονται στόχοι παράνομων παρακολουθήσεων και αναιτιολόγητων αποφάσεων άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών τους, β) γιατί εξαρχής παρακολουθούνταν δημοσιογράφοι και διευθυντές εφημερίδων.
Η ΕΣΗΕΑ παρακολουθεί το θέμα στενά, με νηφαλιότητα και αίσθημα ευθύνης και εξακολουθεί να αναμένει απαντήσεις στα σοβαρά ερωτήματα που θέτει. Θα συνεχίσει να στηρίζει τους δημοσιογράφους και το δικαίωμα τους να επιτελούν ανεπηρέαστοι το έργο τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου