«Το φαγητό μπορεί να είναι τα πάντα για όλους τους ανθρώπους. Μπορεί να σηματοδοτήσει μια γιορτή ή τελετουργία. Για μερικούς ανθρώπους θεωρείται δεδομένο – τρία γεύματα την ημέρα, γεμάτα ντουλάπια και καλά εφοδιασμένο ψυγείο. Για άλλους –αγρότες, σεφ, καλλιεργητές και παραγωγούς– είναι ο βιοπορισμός τους, το μέσο για να βάλουν φαγητό στο δικό τους τραπέζι. Αλλά για πολλά εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, που δεν μπορούν να υποστηρίξουν οικονομικά μια υγιεινή διατροφή, το φαγητό –ή η έλλειψή του– είναι το πρώτο πράγμα που σκέφτονται όταν ξυπνούν και η τελευταία σκέψη που κάνουν πριν κοιμηθούν». Νομίζω ότι η Claire Allen, υπεύθυνη Επικοινωνίας στο FareShare South West, μιας οργάνωσης στη Μεγάλη Βρετανία που «διασώζει» κι αναδιανέμει τρόφιμα, είναι η πιο εναργής περιγραφή του διατροφικού Ιανού που ζούμε: διατροφική φτώχεια για κάποιους και σπατάλη τροφίμων για άλλους.
Πρόκειται ίσως για τη μεγαλύτερη αντίφαση που βιώνει και η δική μας χώρα: από τη μια η καλπάζουσα ακρίβεια που εξοντώνει τα νοικοκυριά κι από την άλλη η τρομακτική σπατάλη σε τρόφιμα στα ίδια μας τα σπίτια. Ενώ οικογένειες αποδεδειγμένα δεν τα βγάζουν πέρα στο ράλι τιμών των τροφίμων και δεν μπορούν να θρέψουν υγιεινά τα παιδιά τους, την ίδια ώρα σπαταλιέται τροφή. «Καθένας έχει δικαίωμα σε ένα βιοτικό επίπεδο ικανό να εξασφαλίζει στον ίδιο και στην οικογένειά του υγεία και ευημερία, συμπεριλαμβανομένης της τροφής, του ρουχισμού, της κατοικίας, της ιατρικής περίθαλψης και των απαραίτητων κοινωνικών υπηρεσιών», λέει το άρθρο 25 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων – τα αυτονόητα που η νεοφιλελεύθερη κυριαρχία θέτει υπό αμφισβήτηση.
Η φτώχεια καλπάζει στην Ελλάδα κι αυτό το βλέπουμε γύρω μας, αλλά το επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ.:
σχεδόν ένας στους δύο δυσκολεύεται να εξοφλήσει ενοίκια, δάνεια, πάγιους λογαριασμούς, το 16,6% του πληθυσμού αντιμετωπίζει σοβαρές υλικές στερήσεις και 38,1% των φτωχών συμπολιτών μας αδυνατούν να πληρώσουν για διατροφή που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι. Από την άλλη πλευρά, έκθεση του ΟΗΕ δείχνει πως το 2020 στην Ελλάδα πετάχτηκαν στα σκουπίδια περισσότεροι από 2 εκατομμύρια τόνοι φαγητού: η κατά κεφαλήν σπατάλη τροφίμων ανήλθε στα 191 κιλά, εκ των οποίων τα 87 πετάχτηκαν από τα νοικοκυριά. Αυτά τα δεδομένα φέρνουν την Ελλάδα στην τέταρτη θέση μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. στη σπατάλη τροφίμων – ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στα 70 κιλά και ο παγκόσμιος μέσος όρος στα 79 κιλά ανά νοικοκυριό.Η πείνα και η σπατάλη τροφίμων – οι δυο όψεις ενός συστημικού προβλήματος όπως και οι δυο όψεις της ζωής, με ένα κομμάτι του παγκόσμιου πληθυσμού να πέφτει για ύπνο νηστικό κι ένα άλλο να πετά τα τρόφιμα στα σκουπίδια. Ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) εκτιμά πως αν η σπατάλη φαγητού ήταν χώρα, θα ήταν η τρίτη μεγαλύτερη σε εκπομπές αερίων παγκοσμίως.
Οπως αναφέρει σε σχετική έρευνά του για το World Resources Institute ο Brian Lipinski, «κατά τα τελευταία χρόνια, γεγονότα όπως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η πανδημία έχουν επιδεινώσει την απώλεια και τη σπατάλη τροφίμων, προκαλώντας μαζικές διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού. Νέες έρευνες δείχνουν επίσης ότι η απώλεια και η σπατάλη τροφίμων μπορεί να είναι σημαντικότερο πρόβλημα από ό,τι υποδηλώνουν τα προηγούμενα δεδομένα».
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία τα οποία παραθέτει, περίπου το 8% του συνόλου των τροφίμων που παράγονται στον κόσμο χάνεται στο αγρόκτημα, το 14% στη διαδρομή από το χωράφι στο ράφι, το 17% σπαταλιέται στο λιανικό εμπόριο, στις υπηρεσίες εστίασης και τα νοικοκυριά με «σημαντικές επιπτώσεις στην ευημερία, την παγκόσμια οικονομία και το περιβάλλον».
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της δεύτερης ειδικής στατιστικής παρακολούθησης της ποσότητας των απορριμμάτων τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ενωση, το 2021 είχαμε 2.048.189 τόνους απορριμμάτων και αποβλήτων τροφίμων από το στάδιο της παραγωγής (372.204), της επεξεργασίας (375.158), της διανομής και της πώλησης (150.472) μέχρι και τις υπηρεσίες εστίασης (220.032). Κι ενώ εκείνη τη χρονιά το 27,4% του πληθυσμού αντιμετώπιζε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, άλλα νοικοκυριά πέταξαν 930.323 τόνους φαγητού στα σκουπίδια... Σήμερα η Ελλάδα έχει μια θλιβερή πρωτιά στην Ε.Ε. των 27 με 26,3% των κατοίκων της να κινδυνεύουν από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσαν στις 18 Μαΐου ερευνητές του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, οι χώρες της Ανατολικής και Νότιας Ευρώπης εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά επισιτιστικής ανασφάλειας, με την Ελλάδα να αναφέρει επικράτηση μέτριας ή σοβαρής επισιτιστικής ανασφάλειας μεταξύ 6,6% και 8% την περίοδο 2019-2022. Οπως τονίζουν, «η επισιτιστική ανασφάλεια επιδεινώνεται ταυτόχρονα με την υπερπαραγωγή τροφίμων και τη μαζική απώλεια και σπατάλη τροφίμων – και τα δύο διέπονται από την τάση του υπάρχοντος συστήματος να παρέχει συνεχή υπερπροσφορά τροφίμων στις δυτικές αγορές για να υποστηρίξει το υπερκαταναλωτικό μοντέλο. Η μείωση της απώλειας και της σπατάλης τροφίμων, εκτός από ηθική προτεραιότητα, μπορεί να ενισχύσει την επισιτιστική ασφάλεια μέσω της βελτίωσης της διατροφικής κατάστασης και της υγείας με περιβαλλοντικά βιώσιμο τρόπο και μειώνοντας τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου».
Οι ειδικοί λένε πως σπαταλάμε τρόφιμα άλλοτε γιατί δεν έχουμε επαρκή ενημέρωση (π.χ. για τις ετικέτες με τις ημερομηνίες κατανάλωσης), άλλοτε γιατί δεν υπολογίσαμε σωστά τι θα χρειαστούμε, άλλοτε γιατί μπορεί να υπερβάλλουμε μαγειρεύοντας και μετά περισσεύουν μερίδες φαγητού. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η «Συμμαχία για τη Μείωση Σπατάλης Τροφίμων», μια 4μελής οικογένεια στην Ελλάδα κάθε χρόνο πετά στα σκουπίδια 35,6 κιλά σε λαχανικά, 24,8 σε φρούτα, πάνω από 20 κιλά σε αρτοσκευάσματα και γαλακτοκομικά και πάνω από 45 κιλά σε κρέας, ψάρι, πατάτες, ζυμαρικά.
Να αλλάξουμε τους εαυτούς μας είναι μια αναγκαία, αλλά σίγουρα όχι η αποφασιστική συνθήκη. Οπως σημειώνει η Greenpeace, «η απώλεια και σπατάλη φαγητού είναι ακόμα ένα σύμπτωμα ενός βιομηχανικού αγροδιατροφικού συστήματος που ενώ συνεχίζει να δικαιολογεί την αυξημένη παραγωγή για να “ταΐσει τον κόσμο”, ταυτόχρονα πετάει το ⅓ του φαγητού στα σκουπίδια. Μπορούμε να αλλάξουμε το τωρινό αποτυχημένο διατροφικό μας σύστημα σε ένα πράσινο και δίκαιο, που όχι μόνο σέβεται το περιβάλλον, αλλά εξασφαλίζει διατροφική δικαιοσύνη για όλους».
Τι γίνεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες
ΓΑΛΛΙΑ
Το 2020, τα απόβλητα τροφίμων στη Γαλλία έφτασαν τα 8,7 εκατομμύρια τόνους, σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας – μόνο τα νοικοκυριά παράγουν το 46% των συνολικών αποβλήτων τροφίμων, ακολουθούμενα από τις βιομηχανίες αγροδιατροφής (20%), τους τομείς της παραγωγής και της εστίασης (14 και 13%) και τη διανομή (7%).
Ο γαλλικός στόχος όσον αφορά τα απορρίμματα τροφίμων είναι η μείωσή τους κατά 50% σε σχέση με το 2015 έως το 2025. Σε μικρότερη και πιο ιδιωτική κλίμακα, ένα franchise με την ονομασία «NOUS anti-gaspi» άνοιξε αρκετά σούπερ μάρκετ σε όλη τη Γαλλία, τα οποία πωλούν αποκλειστικά προϊόντα που θα είχαν πεταχτεί στα κλασικά καταστήματα, σε μειωμένη τιμή.
ΤΣΕΧΙΑ
Σύμφωνα με τη ΜΚΟ Zachraň jídlo (Save food), η Τσεχία δεν έχει καθορίσει στρατηγική και ορόσημα για τη συστηματική μείωση των αποβλήτων τροφίμων, παρά τη δέσμευσή της να το πράξει μέσω διεθνών συμφωνιών. Οι περισσότερες κρατικές δραστηριότητες, σύμφωνα με τη ΜΚΟ, έχουν να κάνουν με την αναδιανομή σε τράπεζες τροφίμων και όχι με τη μείωση της σπατάλης. Σύμφωνα με το τσεχικό υπουργείο Γεωργίας, το 2022 οι τράπεζες τροφίμων συγκέντρωσαν συνολικά 9.691 τόνους τροφίμων. Ενας νόμος που θεσπίστηκε το 2018 δημιουργεί την υποχρέωση για τα σούπερ μάρκετ με επιφάνεια λιανικής πώλησης άνω των 400m2 να προσφέρουν δωρεάν τα ασφαλή πέραν της ημερομηνίας λήξης τρόφιμα στις ΜΚΟ.
ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ
Η συνολική εικόνα των αποβλήτων τροφίμων στη Βουλγαρία είναι πολύ αρνητική. Σύμφωνα με στοιχεία του Εθνικού Στατιστικού Ινστιτούτου (ΕΣΙ) για το 2022, τα απορρίμματα τροφίμων σε ετήσια βάση ανέρχονται σε 600.000 τόνους σε μια χώρα με πληθυσμό 6,4 εκατομμυρίων ανθρώπων: πάνω από 420.000 τόνοι προέρχονται από τη βιομηχανία και οι υπόλοιποι από τα νοικοκυριά, σύμφωνα με την Τσάνκα Μιλάνοβα, εκτελεστική διευθύντρια της Βουλγαρικής Τράπεζας Τροφίμων (BHF).
Πρόκειται για την πρώτη επαγγελματική οργάνωση που εδώ και 10 χρόνια «διασώζει» τρόφιμα και τα δωρίζει σε ευάλωτους πολίτες αντί να πετιούνται στα σκουπίδια. Σύμφωνα με τα στοιχεία του BHB, η αξία των τροφίμων που καταστρέφονται στους διάφορους τομείς της βιομηχανίας τροφίμων σε ετήσια βάση ανέρχεται σε περίπου 2 δισεκατομμύρια λέβα, δηλαδή περίπου το 1% του ετήσιου ΑΕΠ. Το 2023, το BHB κατάφερε να σώσει μόνο 169.135 κιλά τροφίμων αξίας περίπου 1 εκατομμυρίου ευρώ.
ΡΟΥΜΑΝΙΑ
Κάθε Ρουμάνος πετάει 70 κιλά τροφίμων ετησίως, αλλά πολλοί είναι εκείνοι που αναζητούν τρόπους αλλαγής συμπεριφοράς. Το 85% των Ρουμάνων συνηθίζει να αγοράζει τρόφιμα αρκετές φορές την εβδομάδα ή ακόμη και καθημερινά/σχεδόν καθημερινά. Το 59% των Ρουμάνων αγοράζουν περισσότερα τρόφιμα αν πεινάνε όταν πηγαίνουν για ψώνια. Οι εκπρόσωποι της γενιάς Z (18-24 ετών) σπαταλούν τα περισσότερα τρόφιμα λόγω υπερβολικής κατανάλωσης (57% έναντι 47% του συνολικού δείγματος).
Στη Ρουμανία θεσπίστηκε πρόσφατα νόμος για τον τερματισμό της σπατάλης τροφίμων. Σύμφωνα με τον νόμο, οι καταναλωτές θα έχουν πρόσβαση σε μειωμένες τιμές για τρόφιμα πριν από τη λήξη τους και θα απλοποιηθεί η διαδικασία δωρεάς τροφίμων σε μη κυβερνητικές οργανώσεις.
ΙΣΠΑΝΙΑ
Κατά τη διάρκεια του 2022 κάθε ισπανικό νοικοκυριό σπατάλησε, κατά μέσο όρο, περίπου 65,5 κιλά ή λίτρα τροφίμων και ποτών. Αυτά που καταλήγουν στα σκουπίδια είναι κυρίως τα μη επεξεργασμένα προϊόντα (αν και το 2022 ήταν 9% λιγότερα από ό,τι το 2021), ενώ η σπατάλη των μαγειρεμένων πιάτων αυξήθηκε κατά 6,7% σε σύγκριση με το 2021.
Το 2022 η Ισπανία ψήφισε έναν πρωτοποριακό νόμο κατά της σπατάλης τροφίμων, με στόχο τη μείωση της απόρριψης των μη καταναλωθέντων τροφίμων και την ενθάρρυνση της καλύτερης χρήσης των τροφίμων.
Για πρώτη φορά η χώρα διαθέτει ένα νομικό πλαίσιο για την πρόληψη των απωλειών και των αποβλήτων τροφίμων, με έμφαση στην πρόληψη και την ευαισθητοποίηση όλων των φορέων της αλυσίδας τροφίμων. Ο νέος κανονισμός ενθαρρύνει την αποτελεσματική χρήση των τροφίμων, την ανάκτηση, την επαναχρησιμοποίηση των υποπροϊόντων, τη δωρεά, συμβάλλοντας έτσι στην κάλυψη των διατροφικών αναγκών του πιο ευάλωτου πληθυσμού. Ο νόμος υποχρεώνει όλους τους φορείς της τροφικής αλυσίδας να διαθέτουν σχέδιο πρόληψης της δημιουργίας αποβλήτων τροφίμων και επιβάλλει πρόστιμα από 2.000 έως 60.000 ευρώ σε όσους δεν έχουν υποβάλει τέτοιο σχέδιο. Οι κυρώσεις μπορούν να φτάσουν έως και 500.000 ευρώ για τους κατ’ επανάληψη παραβάτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου