Ποιον εξυπηρετούν τα ψέματα του πρωθυπουργού
Ο κ. Μητσοτάκης ισχυρίστηκε χθες στη Βουλή ότι η φέτα στην Ελλάδα στοιχίζει 6,28 ευρώ. Συγκεκριμένα, απαντώντας σε δηλώσεις του Στέφανου Κασσελάκη, είπε στρεφόμενος προς τον ΣΥΡΙΖΑ: «Ακουσα τον αρχηγό σας να μας λέει πόσο κάνει η φέτα, ότι η φέτα, λέει, στην Ελλάδα είναι ακριβότερη. Λοιπόν, η φέτα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία: 6,28 στην Ελλάδα, 8,98 στο Ηνωμένο Βασίλειο, 8,68 στην Ισπανία, 10,63 στην Πορτογαλία».
Προφανώς ο κ. Μητσοτάκης δεν έχει πάει ποτέ σε σουπερμάρκετ να ψωνίσει, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως έχει άγνοια των τιμών. Ενας πρωθυπουργός δεν μπορεί να έχει άγνοια. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός του στη Βουλή είναι σκοπίμως ψευδέστατος και φυσικά δεν βασίζεται σε πραγματικά αλλά σε κατασκευασμένα στοιχεία.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο πρωθυπουργός διαστρεβλώνει γεγονότα και καταστάσεις κάνοντας το μαύρο άσπρο. Στην τελευταία συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ ισχυρίστηκε πως «δεν ζούμε σε καθεστώς φτώχειας» και ότι έχουμε αύξηση των μισθών στη χώρα. Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική.
Σύμφωνα με τη Eurostat, η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση της Ε.Ε. ως προς την αγοραστική δύναμη των πολιτών της, ενώ το 68% των Ελλήνων δηλώνει πως δύσκολα τα βγάζει πέρα. Στην Ε.Ε. ο μέσος όρος αυτής της κατηγορίας πολιτών δεν υπερβαίνει το 19%.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει ισχυριστεί, επίσης, ότι μείωσε τους φόρους και την ανεργία σε σημαντικό βαθμό. Η αλήθεια αποδεικνύει το ακριβώς αντίθετο. Τη διετία 2022-2023 είχαμε υπερπλεόνασμα φόρων 4,24 δισ. ευρώ λόγω της υπερφορολόγησης σε συνθήκες υψηλού πληθωρισμού. Δηλαδή, η ακρίβεια –την οποία δεν καταπολέμησε η κυβέρνηση– έφερε περισσότερα φορολογικά έσοδα τα οποία πλήρωσαν οι πολίτες. Οσο για την ανεργία, αυτή βρίσκεται στο 10,2% και η χώρα, πέρσι, κατείχε την προτελευταία θέση της Ε.Ε. σε ποσοστό απασχόλησης του πληθυσμού της (67,4%).
Είναι φανερό πως πίσω από τα ψέματα του πρωθυπουργού κρύβεται μια σκληρή ταξική πολιτική. Εμφανίζοντας την εικόνα ειδυλλιακή, ο κ. Μητσοτάκης δίνει πολιτική κάλυψη σε αυτούς που κερδοσκοπούν σε βάρος του λαϊκού εισοδήματος. Ταυτόχρονα, στηρίζοντας, επί της ουσίας, την πολιτική της ακρίβειας ευνοεί την ανακατανομή εισοδήματος προς όφελος ισχυρών οικονομικών συμφερόντων και διατηρεί ανθηρά τα δημόσια οικονομικά μέσω της αύξησης των φορολογικών εσόδων. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.
Τι γνωρίζει από ακρίβεια η κυβέρνηση
Eκτός από τη «φτηνή» φέτα με 6,28 το κιλό από σημείο πώλησης που γνωρίζει μόνο ο πρωθυπουργός, ένα σημαντικό σημείο τριβής κατά τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή ήταν η πρόταση της αντιπολίτευσης για μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα. Εκτός από την αντιπολίτευση, την πρόταση για μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα έχει θέσει επανειλημμένα και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ), Ιωάννης Γιώτης, πιο πρόσφατα στο πλαίσιο της ανοιχτής εκδήλωσης της ετήσιας γενικής συνέλευσης του ΣΕΒΤ.
Τόσο ο πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή όσο και ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης με δηλώσεις τους το «ξέκοψαν», επαναλαμβάνοντας το κυβερνητικό επιχείρημα ότι αυτά τα μέτρα είναι υψηλού κόστους και θα ξαναβάλουν την Ελλάδα σε φάση δημοσιονομικής αστάθειας.
Ανακρίβεια = ψέμα
Ωστόσο, το πρόβλημα παραμένει, η δε διαβεβαίωση του κ. Κωστή Χατζηδάκη, σε χθεσινή συνέντευξή του στο Πρώτο, ότι θα υπάρξει μεγαλύτερη αποκλιμάκωση στα τρόφιμα στην Ελλάδα και διεθνώς, δεν επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία. Μάλιστα ο υπουργός Οικονομικών εκτέθηκε όχι λιγότερο απ’ ό,τι ο πρωθυπουργός με την ατάκα του για την τιμή της φέτας που έγινε viral, λέγοντας: «Και εμείς ακολουθούμε την τάση και ο πληθωρισμός ο δικός μας ακολουθεί τη γενικότερη τάση και ο συνολικός πληθωρισμός στην Ελλάδα είναι σταθερά ελαφρά κατώτερος από τον πληθωρισμό της Ευρώπης».
Πρόκειται για εξόφθαλμη ανακρίβεια, καθώς με βάση τα στοιχεία της Eurostat ο ελληνικός πληθωρισμός ήταν 0,8 εκατοστιαία μονάδα πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό τον Απρίλιο (3,1%, έναντι 2,4%)! Δεδομένου ότι ως υπουργός Οικονομικών δεν έχει το ελαφρυντικό της άγνοιας, αυτή η ανακρίβεια ισοδυναμεί με ψέμα...
Ο υπουργός δεν τα πήγε καλύτερα με την εκτίμηση ότι οι τιμές των τροφίμων θα αποκλιμακωθούν περαιτέρω, διεθνώς και στην Ελλάδα. Ο παρατιθέμενος πίνακας δείχνει μεγάλες έως πολύ μεγάλες ετήσιες αυξήσεις στις διεθνείς χρηματιστηριακές τιμές σημαντικών τροφίμων, που δεν επαληθεύουν την εκτίμηση του υπουργού για σταθερή τάση μείωσης των τιμών στα τρόφιμα διεθνώς. Οσο για την Ελλάδα, η εκτίμηση του υπουργού διαψεύδει την πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ ότι ο πληθωρισμός στον δείκτη τροφίμων τον Απρίλιο ήταν 5,4%, αυξημένος ελαφρά σε σχέση με τον Μάρτιο (5,3%).
Η υποκρυπτόμενη ανακρίβεια-ψέμα όμως είναι άλλη και πολύ πιο σημαντική: η μείωση του πληθωρισμού στα τρόφιμα δεν σημαίνει ελάφρυνση του βάρους του «καλαθιού του νοικοκυριού», αλλά μόνο ότι μειώνεται ο ρυθμός αύξησης των τιμών…
Το ζήτημα πάντως παραμένει: Αν η
κυβέρνηση θεωρεί πως έπραξε ό,τι ήταν δυνατόν, τότε δεν κατάφερε να
δώσει λύση στο πρόβλημα της ακρίβειας – εκ του αποτελέσματος. Και αν
θεωρεί ότι μέτρα όπως η μείωση του ΦΠΑ θα προκαλέσουν δημοσιονομική
αστάθεια, αυτό σημαίνει ότι η δημοσιονομική ευστάθεια στηρίζεται στη
μείωση του λαϊκού εισοδήματος από τον πληθωρισμό…
Το τέλος των κυβερνητικών «θριάμβων» για την οικονομία
Βρίσκεται η ελληνική οικονομία στα πρόθυρα αρνητικού «γυρίσματος» ή αποτελεί το ευρωπαϊκό success story; Στο ερώτημα αυτό καλούνται να απαντήσουν σήμερα οι πολιτικοί αρχηγοί στην προ ημερησίας διατάξεως παρουσία του πρωθυπουργού· συζήτηση για την ακρίβεια. Το ερώτημα όμως τίθεται εξ αντικειμένου, καθώς στο πρώτο τετράμηνο του 2024 συσσωρεύονται πολλές αρνητικές εξελίξεις σε κρίσιμους τομείς: στις εισαγωγές-εξαγωγές και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, στον πληθωρισμό, στη βιομηχανική παραγωγή, στο λιανεμπόριο. Αν αυτά τα αρνητικά δεδομένα έχουν συστημικό ή παροδικό χαρακτήρα, θα φανεί στους επόμενους μήνες.
Αυτό όμως που είναι φανερό διά γυμνού οφθαλμού είναι η θηριώδης αντίφαση του μοντέλου ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας: ο καθαυτό παραγωγικός της τομέας (πρωτογενής παραγωγή και μεταποίηση) είναι σε πτώση, ενώ ακμάζουν ο τουρισμός, ο τομέας των ακινήτων και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
Ιδιαίτερα τους πρώτους μήνες του 2024, σειρά βασικών οικονομικών μεγεθών έχουν «γυρίσει κάτω», προοιωνίζοντας την εξάντληση της δυναμικής αυτού του μοντέλου ανάπτυξης.
Τα αποτελέσματα αυτής της αντιφατικής εικόνας είναι δύο και εξόχως σημαντικά:
● Οτι οι βάσεις του ελληνικού μοντέλου ανάπτυξης δεν είναι στερεές και δεν ανταποκρίνονται στη λέξη που έχει τεθεί και στον τίτλο του σχετικού ευρωπαϊκού ταμείου: Ανθεκτικότητα. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε ανάπτυξη ασταθή, μη ανθεκτική σε εξωγενείς πιέσεις και με έντονα στοιχεία «φούσκας».
● Οτι αυτός ο τύπος ανάπτυξης οξύνει την κοινωνική αντίφαση: από τη μια υψηλά κέρδη και από την άλλη εκτεταμένη εισοδηματική καχεξία και εκτεταμένη φτώχεια και υλική στέρηση.
Η καθημερινότητα εκατομμυρίων Ελλήνων και Ελληνίδων ουδεμία σχέση έχει με τις θριαμβολογίες των στελεχών του οικονομικού επιτελείου και του πρωθυπουργού. Η παλιά ρήση «οι αριθμοί ευημερούν, οι πολίτες πένονται» είναι επίκαιρη.
Πληθωρισμός
Στα ζητήματα που θα είναι σήμερα το «κυρίως πιάτο» στην προ ημερησίας διάταξης συζήτηση στη Βουλή (ακρίβεια και πληθωρισμός), η Ελλάδα έχει μεγάλη απόκλιση από την Ε.Ε. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στην Ελλάδα ο πληθωρισμός έχει κολλήσει σε επίπεδα πάνω από το 3%, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος μειώθηκε στο 2,4% τον Απρίλιο.
Στην Ελλάδα, ύστερα από μια πτώση τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο σε σχέση με τον Δεκέμβριο (Δεκέμβριος 3,5%, Ιανουάριος 3,1%, Φεβρουάριος 2,9%), ο Γενικός Δείκτης ανέβηκε ξανά πάνω από 3%: 3,2% τον Μάρτιο και 3,1% τον Απρίλιο. Η Κομισιόν απηύθυνε ήδη στην ελληνική κυβέρνηση ερώτημα σχετικά με τον πληθωρισμό, ενώ το γεγονός δεν ξέφυγε και από τα ραντάρ των οίκων αξιολόγησης.
Ωστόσο, το βασικό πρόβλημα είναι η ακρίβεια στο «καλάθι του νοικοκυριού», η οποία είναι πολύ υψηλότερη του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Για να αξιολογηθεί καλύτερα η πίεση στο «καλάθι του νοικοκυριού», είναι εύγλωττη η πορεία των τιμών στους υποδείκτες τρόφιμα, υγεία, ένδυση-υπόδηση (βλέπε σχετικό πίνακα). Ωστόσο, τίποτε από αυτά δεν δείχνει την έκταση του προβλήματος, τουλάχιστον για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με την αξιολόγηση των μεγεθών. Το μεγάλο πρόβλημα είναι πως όταν μειώνεται ο ΓΔΤΚ, δεν μειώνονται οι τιμές, αλλά ο ρυθμός περαιτέρω αύξησής τους. Τα τετελεσμένα της αύξησης των τιμών από το φθινόπωρο του 2021 μέχρι σήμερα (σχεδόν δυόμισι χρόνια) παραμένουν και η κατάσταση συνεχίζει να επιδεινώνεται, έστω και με επιβραδυμένους ρυθμούς!
Ισοζύγιο
Τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου διαφημίζουν τη μεγάλη αύξηση των εξαγωγών, που κατ’ αυτούς αποδίδει την πορεία μετάβασης της ελληνικής οικονομίας από ένα «εσωστρεφές» σε ένα «εξωστρεφές» μοντέλο ανάπτυξης. Τα επίσημα στατιστικά στοιχεία διαψεύδουν αυτόν τον ισχυρισμό με τριπλό τρόπο: Πρώτο, η ισχυρότερη συνιστώσα του ΑΕΠ παραμένει η κατανάλωση και δη η ιδιωτική. Δεύτερο, ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών γνωρίζει σοβαρή και επίμονη κάμψη τους πρώτους μήνες του 2024, ύστερα από μακρά περίοδο δυναμικής ανόδου. Τρίτο, στο ίδιο διάστημα η σχέση εισαγωγών - εξαγωγών διορθώνεται σε αρνητική κατεύθυνση.
Ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών μειώνεται και η διαφορά του με τον ρυθμό αύξησης των εισαγωγών μειώνεται εξαιρετικά. Επειδή όμως οι εξαγωγές εξακολουθούν να είναι σε όγκο υψηλότερες από τις εξαγωγές, το αποτέλεσμα είναι ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών παραμένει υψηλό, με συνέπεια να παραμένει υψηλό –και μάλιστα με σαφείς τάσεις να κινηθεί πάνω από τα περσινά επίπεδα– και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) για το πρώτο τρίμηνο του 2024, το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ανήλθε σε 2.693,5 εκατ. ευρώ, έναντι 2.396,7 το 2023 και 2.609,2 εκατ. ευρώ το 2022. Το πρώτο τρίμηνο του 2024 το έλλειμμα είναι πάνω από το αντίστοιχο του 2022, όταν στο σύνολο της χρονιάς ανήλθε σε 9,7% του ΑΕΠ!
Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ο κατεξοχήν δείκτης ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας, οπότε το υψηλό του έλλειμμα, που αντί να αποκλιμακώνεται τραβά ξανά την ανηφόρα, είναι σαφής ένδειξη αρνητικού «γυρίσματος» της οικονομίας...
Βιομηχανία - Λιανεμπόριο
Οσον αφορά τη βιομηχανική παραγωγή, ο σχετικός πίνακας δείχνει με εύγλωττο τρόπο το αρνητικό «γύρισμα» στο πρώτο τρίμηνο του 2023, το οποίο μάλιστα επιδεινώνεται.
Τέλος, το λιανεμπόριο δείχνει την πορεία και τις αντοχές της λαϊκής κατανάλωσης. Ο Δεκέμβριος είναι ο κατεξοχήν μήνας όπου τα λαϊκά νοικοκυριά εξαντλούν τις δυνατότητές τους στην κατανάλωση, λόγω εορτών. Στη συνέχεια, ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος δείχνουν το αρνητικό «γύρισμα». Το θετικό πρόσημο για το πρώτο τρίμηνο δεν έχει δυστυχώς καλή εξήγηση για την κατανάλωση των λαϊκών νοικοκυριών: Οφείλεται στην έναρξη της τουριστικής περιόδου από τον Μάρτιο, με τα τουριστικά έσοδα να καταγράφουν αύξηση πάνω από 24% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2023.
ΠΗΓΗ: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου