UC Berkeley. Foto di Chris Carlsson |
Ένα φως ελπίδας. Του Raúl Zibechi
Η Brecha (η εβδομαδιαία εφημερίδα της Ουρουγουάης για την οποία έχουν γράψει, μεταξύ άλλων, ο Eduardo Galeano και ο Mario Benedetti) περιόδευσε στις κατασκηνώσεις των πανεπιστημίων της Πενσυλβάνια και του Λος Άντζελες, την ώρα που χιλιάδες φοιτητές σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες διαδήλωναν ενάντια στην επιθετικότητα του Ισραήλ στη Γάζα, ζητώντας να τεθεί τέλος στις επικερδείς επιχειρήσεις μεταξύ των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και του καθεστώτος του απαρτχάιντ αυτής της χώρας. Στο μέσον της προεκλογικής χρονιάς, αυτή η διαμαρτυρία ανησυχεί την κυβέρνηση και τις ελίτ των ΗΠΑ.
Στις 17 Απριλίου, οι φοιτητές του διάσημου Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης άρχισαν να στήνουν σκηνές στην πανεπιστημιούπολη σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τη Γάζα. Η αστυνομία επιχείρησε να εκκενώσει τον χώρο, αλλά αντιστάθηκαν. Η καταστολή εξόργισε φοιτητές και καθηγητές και προσέλκυσε μεγάλο αριθμό ανθρώπων στην κατασκήνωση. Μια εβδομάδα αργότερα, όταν εκατοντάδες φοιτητές συγκεντρώθηκαν σε έναν κεντρικό χώρο στη φιλόξενη πανεπιστημιούπολη του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια της Φιλαδέλφειας, υπήρχαν ήδη περισσότερες από εξήντα κατασκηνώσεις σε πολλά άλλα ακαδημαϊκά κτίρια.
Αυτή η έκρηξη ακτιβισμού κατέδειξε την απίστευτη ποικιλομορφία όσων θέλουν να σταματήσουν τη γενοκτονία στη Γάζα. Στη Φιλαδέλφεια, οι πιο δραστήριοι ήταν οι λευκοί νέοι και πολλοί Αφροαμερικανοί. Υπήρχαν πολλοί Λατίνοι μετανάστες που κρατούσαν τα πάντα, από wipalas (πολύχρωμες σημαίες των ιθαγενών) μέχρι μεξικανικές σημαίες, μια ομάδα μουσουλμάνων που προσευχόταν γονατιστοί φορώντας παραδοσιακά ρούχα, πολλές νεαρές γυναίκες και κουήρ και τρανς άτομα. Εμφανίστηκαν και κάποιοι καθηγητές με συνθήματα γραμμένα στο χέρι, δηλώνοντας την υποστήριξή τους στους φοιτητές, οι οποίοι απειλούνται συνεχώς με αντίποινα.
Μια μικρή ομάδα Εβραίων κοριτσιών διαδήλωσε δηλώνοντας την πολύτιμη και γενναία υποστήριξη των αντισιωνιστών Εβραίων στην εξέγερση που προκλήθηκε από έναν πόλεμο, τον οποίο θεωρούν βαθύτατα άδικο, δεν τους αντιπροσωπεύει και αποτελεί ανεξίτηλη κηλίδα στην ιστορία του εβραϊσμού.
Τα τραγούδια αντηχούσαν δυνατά, και ένα πλήθος πολλαπλασίαζε το σύνθημα «Ζήτω η Παλαιστίνη». Δεν ακούστηκε, ούτε στη Φιλαδέλφεια ούτε σε καμία άλλη πανεπιστημιούπολη, η παραμικρή προσβολή για την εβραϊκή ή την ισραηλινή ταυτότητα, παρά τα όσα αναφέρουν ορισμένα ΜΜΕ.
«Εδώ είναι ένα μέρος της γενιάς του Occupy», λέει στην Brecha ένας καθηγητής με καταγωγή από το Περού, ο Τζωρτζ, αναφερόμενος στο κίνημα Occupy Wall Street. Προσθέτει ότι πρόκειται για τις μεγαλύτερες φοιτητικές κινητοποιήσεις μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ, ένα διάσημο σχόλιο που έχει γίνει πλέον κοινώς αποδεκτό.
Μια μικρή ομάδα ρωτά πώς διαλύθηκαν οι τεράστιες διαδηλώσεις Occupy Wall Street το 2011, όταν έγιναν μεγάλες διαδηλώσεις σε 52 πόλεις ενάντια στο πλουσιότερο 1% του πληθυσμού.
«Η καταστολή ήταν πολύ ισχυρή, με πολλές συλλήψεις», καταλήγουν πολλοί, αλλά μια φωνή προσθέτει ότι υπήρξαν επίσης πολλές εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των διαφόρων ρευμάτων της ριζοσπαστικής αριστεράς. Μέσα σε αυτήν την αριστερά αναρχικοί και μαρξιστές όξυναν τις κινητοποιήσεις μέχρι του σημείου να τις φθείρουν.
Σαν βότσαλο στη λίμνη
Το Κολούμπια έκανε το πρώτο, σταθερό και ισχυρό βήμα με ένα μεγάλο αριθμό διαμαρτυρόμενων φοιτητών, αλλά η αλυσιδωτή αντίδραση ήταν εντυπωσιακή. Μέσα σε δύο εβδομάδες ξεφύτρωσαν πάνω από 100 κατασκηνώσεις, και λίγες μέρες αργότερα ο αριθμός πολλαπλασιάστηκε φτάνοντας να μολύνει ακόμη και την Ευρώπη. Οι καταλήψεις στην Καλιφόρνια είναι κάπως διαφορετικές από εκείνες στην Ανατολική Ακτή.
Η μεγαλύτερη και πιο συμβολική, αυτή στην πανεπιστημιούπολη του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Λος Άντζελες (UCLA), ανέδειξε έναν μεγάλο, καλά οργανωμένο μαχητικό πυρήνα, που ήταν σε θέση να εγγυηθεί τροφή και υγειονομική περίθαλψη σε εκατοντάδες κατασκηνωτές. Αυτή η κατάληψη είχε κάποια χαρακτηριστικά παρόμοια με εκείνα της κατάληψης στο Κολούμπια. Η είσοδος των αλληλέγγυων επισκεπτών γινόταν υπό την ευθύνη μιας ομάδας ασφαλείας με καλυμμένα πρόσωπα και με κριτήρια που είχαν συμφωνηθεί για την αποφυγή ατυχημάτων, επειδή μικρές σιωνιστικές ομάδες συχνά προκαλούσαν και επιτίθονταν στους κατασκηνωτές, με την παθητική στάση και την συνενοχή της αστυνομίας.
Όταν ανακοινώθηκε η εκκένωση του «φρουρίου» – στο οποίο είχε μεταμορφωθεί η πανεπιστημιούπολη του UCLA – που ήταν οχυρωμένο και από τις τέσσερις πλευρές, οι διαδηλωτές αποφάσισαν να χωριστούν σε τρία χρώματα: με κόκκινο όσοι δεν είχαν πρόβλημα να συλληφθούν, με πράσινο ή κίτρινο όσοι δεν ήθελαν να συλληφθούν.
Κατά τη διάρκεια της μακράς νύχτας της εκκένωσης, η αστυνομία συνέλαβε 200 νέους, που ήταν περιτριγυρισμένοι από χιλιάδες αλληλέγγυα χέρια που τους έφερναν φαγητό και διαδήλωναν έξω από τα αστυνομικά τμήματα επικοινωνώντας με τα μέσα ενημέρωσης ή με τους δικηγόρους υπεράσπισης. Ένα θαύμα οργάνωσης στο οποίο τεράστια, σχεδόν αυθόρμητα, δίκτυα αλληλεγγύης προέκυψαν από την κοινή αντίληψη της μη βίαιης αυτοάμυνας. Όταν φτάσαμε μέχρι το Occidental College, ένα σχετικά μικρό πανεπιστήμιο σε μια πλούσια περιοχή της πόλης, πάνω σε έναν λόφο, μείναμε έκπληκτοι. Περισσότερες από εκατό σκηνές σε ένα χαλαρό περιβάλλον, χωρίς προβλήματα με τις ακαδημαϊκές αρχές ή την αστυνομία, η οποία, σημειωτέον, δεν εμφανίστηκε ποτέ. Ο μοναδικός φρουρός ασφαλείας έδειχνε στους επισκέπτες πού βρισκόταν η κατασκήνωση. Αντίθετα, το California State University, σε μια μακρινή γειτονιά εργατών και μεταναστών, είχε ένα στυλ παρόμοιο με αυτό των μεγάλων καταλήψεων, αν και με λιγότερους συμμετέχοντες.
Στην πραγματικότητα, κάθε κατασκήνωση είναι ένας κόσμος διαφορετικός ανάλογα με την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκουν οι φοιτητές, ακόμα και αν είναι προφανές ότι έχουν πολλά κοινά, τόσο ως προς τη μορφή όσο και ως προς τους στόχους.
Ένας από αυτούς τους στόχους είναι το «divestment», η απο-επένδυση από όλες τις εταιρείες που συναλλάσσονται με το Ισραήλ και τους κατασκευαστές όπλων, ένας στόχος που ορισμένα πανεπιστήμια βρίσκονται κοντά στο να τον επιτύχουν και που αποτέλεσε ένα από τα κεντρικά αιτήματα πέρα από την κατάπαυση του πυρός.
Όπως επισημαίνει η ανάλυση της αναρχικής ιστοσελίδας CrimethInc, «τα πανεπιστήμια εξαρτώνται από τη χρηματοδότηση και τις ερευνητικές σχέσεις με τον στρατό, τους κατασκευαστές όπλων και τους σιωνιστές».
Σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Παιδείας, τα τελευταία είκοσι χρόνια εκατό, περίπου, πανεπιστήμια γνωστοποίησαν δωρεές από το Ισραήλ ή συμβόλαια με αυτή τη χώρα αξίας 375 εκατομμυρίων δολαρίων, ένα ποσό που σε μια ανάλυση του Associated Press θεωρείται πολύ υποτιμημένο σε σχέση με την πραγματική αξία η οποία δεν έχει ακόμη υπολογιστεί.
Η ποσότητα των χρημάτων που επενδύθηκαν από τα πανεπιστήμια των ΗΠΑ σε ισραηλινές εταιρείες και σχέδια στον τομέα της πολεμικής βιομηχανίας και της ασφάλειας είναι προς το παρόν άγνωστη.
Οι φοιτητές του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν ισχυρίζονται ότι το ίδρυμά τους στέλνει περισσότερα από 6.000 εκατομμύρια δολάρια σε διαχειριστές επενδύσεων που συνδέονται με ισραηλινές εταιρείες ή εργολάβους. Σύμφωνα με την CrimethInc, η οποία παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς το κίνημα των καταλήψεων, «το ουσιαστικό αίτημα, να βλέπουμε, δηλαδή, τους Παλαιστίνιους ως ανθρώπινα όντα είναι ασυμβίβαστο με τα προγράμματα της αμερικανικής κυβέρνησης και των αμερικάνικων πανεπιστημίων», επειδή η χώρα αυτή «έχει ανάγκη το Ισραήλ ως στρατηγικό εταίρο για να διατηρήσει την παρουσία της στη Μέση Ανατολή».
Ενώ εκκένωναν το UCLA, άλλα πανεπιστήμια ετοιμάζονταν να ριχτούν στη μάχη, όπως το Binghamton και η Santa Cruz, στις εσχατιές, σχεδόν, αυτής της ασύλληπτης γεωγραφίας.
Αρχίζει να γεννιέται ένα κοινό αίσθημα μεταξύ των νέων, το αίσθημα της απόρριψης της αδιάκριτης σφαγής μικρών παιδιών. Αυτό εκφράζεται με κάθε ευκαιρία, και οι ευκαιρίες δεν είναι λίγες στο ραγισμένο οικοδόμημα της αμερικανικής εξουσίας. Σε κάποιες συνοικίες της Νέας Υόρκης υπάρχουν περισσότερες παλαιστινιακές σημαίες απ’ ό,τι σε πόλεις της Λατινικής Αμερικής. Στο Νιου Τζέρσεϊ, για παράδειγμα, ακόμη και σε προάστια όπως το Πάτερσον, την πόλη πρόδρομο της εκβιομηχάνισης, που τώρα κατοικείται από Περουβιανούς, Ασιάτες και Άραβες. Η κεφίγια αποτελεί πλέον μέρος του αστικού σκηνικού στα τρένα, το μετρό και τους δρόμους του Μεγάλου Μήλου.
Ο καθρέφτης του Βιετνάμ
Οι διαμαρτυρίες κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, στον οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο απασχολώντας μισό εκατομμύριο στρατιώτες, ξεκίνησαν το 1963 και τον επόμενο χρόνο εκατοντάδες νέοι άρχισαν να καίνε δημόσια τα φύλλα πορείας τους αρνούμενοι να στρατολογηθούν. Με τα χρόνια, οι φοιτητές έγιναν το επίκεντρο της διαμαρτυρίας στην οποία συμμετείχαν μητέρες στρατιωτών, Αφροαμερικανοί που διαδήλωναν κατά των φυλετικών διακρίσεων, βετεράνοι στρατιωτικοί, μέχρι και εκπρόσωποι ισχυρών κοινωνικών τάξεων. Υπήρξαν γιγαντιαίες μαζικές κινητοποιήσεις και τολμηρές δράσεις, όπως αυτή της 21ης Οκτωβρίου 1967, όταν 100 χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν μπροστά στο μνημείο του Λίνκολν στην Ουάσιγκτον και αργότερα άλλες, τουλάχιστον, 50 χιλιάδες περικύκλωσαν το Πεντάγωνο.
Τον Απρίλιο του 1971, μισό εκατομμύριο άνθρωποι διαδήλωσαν στην Ουάσιγκτον κατά της εμπλοκής των ΗΠΑ στο Βιετνάμ. Η κλιμάκωση των κινητοποιήσεων της νεολαίας άλλαξε τη χώρα, η οποία πολώθηκε μεταξύ εκείνων που υποστήριζαν και εκείνων που απέρριπταν τον πόλεμο. Το κίνημα είχε μια αξιοσημείωτη διάρκεια, ήταν μια μακρά δεκαετία συγκρούσεων.
Το 1966 είχε ήδη εξαπλωθεί σε ολόκληρη τη χώρα και τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους 100 στρατιώτες επιχείρησαν να εισέλθουν στον Λευκό Οίκο για να επιστρέψουν τα μετάλλιά τους στον πρόεδρο. Η αντίθεση στον πόλεμο συνέχισε να συγκεντρώνει υποστηρικτές, σε σημείο που η απόλυτη πλειοψηφία των Αμερικανών εξέφραζε την απόρριψή τις στις δημοσκοπήσεις.
Παρά την καταστολή και τη διείσδυση κρατικών υπηρεσιών όπως το FBI και η CIA, οι διαδηλώσεις δεν σταμάτησαν να αυξάνονται και να επεκτείνονται, παίζοντας έναν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση μιας παγκόσμιας συνείδησης ενάντια στον πόλεμο στο Βιετνάμ. Καλλιτέχνες όπως η Joan Baez και ο Bob Dylan, αθλητές όπως ο Muhammad Ali και πολλές άλλες γνωστές προσωπικότητες συνεισέφεραν στην συνειδητοποίηση ότι η χώρα τους δεν θα έπρεπε να διεξάγει αυτόν τον πόλεμο στη Νοτιοανατολική Ασία.
Στα χρόνια του πολέμου, χιλιάδες νεοσύλλεκτοι αρνήθηκαν να καταταγούν (οι εκτιμήσεις κυμαίνονται μεταξύ 80 και 206 χιλιάδες). Υπολογίζεται ότι μισό εκατομμύριο στρατιώτες εγκατέλειψαν το στρατό και άλλο μισό εκατομμύριο απολύθηκαν χωρίς τιμές, λόγω ανυπακοής. Συγκλονιστικοί αριθμοί που οδήγησαν τον Λευκό Οίκο να αναστείλει την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία το 1973. Η στήριξη στον πόλεμο μειώθηκε από 61% το 1965 στο 28% το 1971. Τα γεγονότα δείχνουν την έκταση αυτής της αντίθεσης: «Το 1969, στην τελετή έναρξης στο διάσημο Πανεπιστήμιο Μπράουν, τα δύο τρίτα των αποφοίτων γύρισαν την πλάτη στον Χένρι Κίσινγκερ, όταν ανέβηκε στο βήμα για να εκφωνήσει την ομιλία του», έγραψε ο ιστορικός Χάουαρντ Ζιν.
Είναι προφανές ότι η μνήμη αυτού του τεράστιου κύκλου διαμαρτυριών αιωρείται πάνω από τον ακτιβισμό της νεολαίας που ξεχειλίζει σήμερα από τα πανεπιστήμια. Ωστόσο, δεν είναι σωστό να κάνουμε πάρα πολλούς παραλληλισμούς ή να χαιρόμαστε υπερβολικά. Το 1% τοις εκατό τα παίζει όλα για όλα αυτή τη στιγμή.
Η εγγύτητα των εκλογών του Νοεμβρίου επιταχύνει τους ρυθμούς καταστολής, όπως φαίνεται τις τελευταίες ημέρες κατά τις οποίες έχουν συλληφθεί περισσότεροι από δύο χιλιάδες άνθρωποι που διαδήλωναν στα πανεπιστήμια. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν η καταστολή και ο βομβαρδισμός από τα μέσα ενημέρωσης θα αναγκάσουν το κίνημα να υποχωρήσει. Η πορεία αυτών των εβδομάδων είναι ήδη πολύ σπουδαία, ένα φως ελπίδας για όσους εμπλέκονται.
Για τους πιο κριτικούς αναλυτές, όπως η προαναφερθείσα CrimethInc, οι Ηνωμένες Πολιτείες βιώνουν μια πρωτόγνωρη κατάσταση εξαιτίας της συμμαχίας Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών υπέρ του Ισραήλ. «Αυτό δημιουργεί μια κατάσταση που μπορεί να είναι μοναδική μεταξύ όλων των μαζικών αγώνων της πρόσφατης ιστορίας», επισημαίνει η ιστοσελίδα.
Ως παράδειγμα αναφέρει την εξέγερση με αφορμή τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ το 2020 από έναν λευκό αξιωματικό. Τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης και οι Δημοκρατικοί ανέχτηκαν τις διαμαρτυρίες χωρίς να τις λογοκρίνουν ή να τις καταστείλουν, γιατί «πίστευαν ότι μπορούσαν να τις εκμεταλλευτούν προκειμένου να χτίσουν μια εκλογική βάση εναντίον του Τραμπ στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου».
Κοιτώντας τον Οκτώβρη από το καθρεφτάκι του αυτοκινήτου
Το ποσοστό των ψηφοφόρων που εγκρίνουν τη διαχείριση του προέδρου Μπάιντεν είναι το χαμηλότερο που έχει καταγραφεί ποτέ, σύμφωνα με την Gallup. Με υποστήριξη στο 38,7%, βρίσκεται κάτω και από τον Μπους, τον πατέρα, ο οποίος είχε το 41,8% και μπόρεσε να κυβερνήσει μόνο για μία θητεία. Αν κοιτάξετε το γράφημα, είναι πολύ επίπεδο και σύμφωνα με την εταιρεία σφυγμομέτρησης κοινής γνώμης, η δημοτικότητα του Μπάιντεν «δεν δείχνει σημάδια αύξησης» (Gallup News, 26-IV-24).
Η ίδια εταιρεία υποστηρίζει ότι η αντιπολίτευση στον Μπάιντεν συνεχίζει να αυξάνεται και βρίσκεται ήδη στο 58% του εκλογικού σώματος. Στο μεταξύ, ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης είναι κάτω από το 29% και μόνο το 23% πιστεύει ότι τα πράγματα πάνε καλά στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, το μεταναστευτικό θεωρείται το νούμερο ένα πρόβλημα και, σε οικονομικό επίπεδο, ο πληθωρισμός βρίσκεται στην πρώτη γραμμή μεταξύ των ανησυχιών του εκλογικού σώματος. Το πιο αξιοσημείωτο, ωστόσο, είναι ότι μόνο το 27% εγκρίνει την διαχείριση της κρίσης μεταξύ Γάζας και Ισραήλ. Ένα σημαντικό μέρος της κριτικής προέρχεται από το ίδιο του το κόμμα.
Την περασμένη εβδομάδα 88 μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος στο Κογκρέσο υπέγραψαν μια επιστολή προς τον πρόεδρο στην οποία καταγγέλλουν τα εμπόδια που επέβαλε το Ισραήλ στην αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας, δηλώνοντας ότι υπάρχουν αρκετά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι έχει παραβιαστεί η νομοθεσία των ΗΠΑ.
Πλανάται, επίσης, το φάντασμα των προκριματικών που έγιναν στο Μίσιγκαν τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν 100.000 Δημοκρατικοί ψηφοφόροι – η πλειοψηφία των οποίων ήταν αραβικής καταγωγής, νέοι και προοδευτικοί – γύρισαν την πλάτη στον Μπάιντεν λόγω της άνευ όρων υποστήριξής του στο Ισραήλ. «Ιστορικά, οι κυβερνητικοί ηγέτες που επιδιώκουν επανεκλογή και έχουν ποσοστά αποδοχής κάτω του 50% λίγο πριν τις εκλογές, έχουν ήδη χάσει», τονίζει η Gallup. Ο ρόλος των αναποφάσιστων ψηφοφόρων θα είναι καθοριστικός στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, χωρίς να υπολογίσουμε το 10% των Δημοκρατικών που δεν θα ψηφίσουν τον Μπάιντεν ακόμα κι αν αυτό σημαίνει την επιστροφή του Τραμπ.
Όσο περνούν οι μέρες, αρχίζουν να εμφανίζονται αποκαλυπτικά στοιχεία για τη στάση της αστυνομίας, όπως στην περίπτωση της εκκένωσης του UCLA. «Το βράδυ της Τρίτης, μια ομάδα ανθρώπων με μάσκες περικύκλωσε την κατασκήνωση, πέταξε κροτίδες και επιτέθηκε βίαια στους φοιτητές. Φοιτητές και δημοσιογράφοι από διάφορες εφημερίδες ανέφεραν ότι οι δυνάμεις ασφαλείας που είχε προσλάβει το πανεπιστήμιο κλείστηκαν σε κοντινά κτίρια και ότι η αστυνομία παρακολουθούσε για ώρες πριν παρέμβει» (The Guardian, 2-V-24). Ακόμη και οι φιλοϊσραηλινοί και φιλοκυβερνητικοί New York Times αναγκάστηκαν να παραδεχτούν, αφού εξέτασαν 100 βίντεο, ότι σιωνιστές «αντιδιαδηλωτές» φορώντας λευκές μάσκες έκαναν επιθέσεις για πέντε ολόκληρες ώρες εναντίον της φιλοπαλαιστινιακής κατασκήνωσης ενώ η παρούσα αστυνομία παρέμενε αδρανής. Προφανώς η εφημερίδα της Νέας Υόρκης δεν είπε ότι οι βίαιοι ήταν σιωνιστές, είπε μόνο ότι ήταν εναντίον των διαδηλωτών. Οι Times of Israel, που εκδίδεται στην Ιερουσαλήμ, έχει τίτλο: «Εβραίοι φοιτητές λένε ότι η βία υπέρ του Ισραήλ στο χώρο διαμαρτυρίας του UCLA έχει αποδυναμώσει την άμυνά του» (2-V-24). «Η Εβραϊκή Ομοσπονδία του Λος Άντζελες εξέφρασε το μήνυμα με μια σπάνια δήλωση στην οποία επικρίνει τις ενέργειες των Σιωνιστών στην πανεπιστημιούπολη», γράφει η εφημερίδα, και προσθέτει ότι το κύρος όσων υπερασπίζονται το Ισραήλ έχει πλέον πέσει πολύ χαμηλά.
Γεγονότα όπως αυτά στο UCLA θέτουν δύο θεμελιώδη ζητήματα: ότι ούτε τα πιο αξιοσέβαστα μέσα ενημέρωσης δεν μπορούν πλέον να κρύψουν τις φρικαλεότητες της εξουσίας και ότι η ομιλία του Μπάιντεν που κατηγορεί τους φοιτητές για βία απέχει πολύ από την πραγματικότητα.
Πηγή: comune-info.net | Μετάφραση: Καλλιόπη Ράπτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου