Σε ορισμένα χωράφια, οι σωλήνες άρδευσης έχουν κολλήσει στη λάσπη και σχηματίζουν μια άμορφη μάζα. Άλλα χωράφια έχουν οργωθεί από πέτρες. Από το κανάλι αναδύεται μία βαριά μυρωδιά. Το κουφάρι μιας κατσίκας κρέμεται από ένα δέντρο. Όλα μοιάζουν αλλόκοτα.

«Είμαι στη χειρότερη ψυχολογική κατάσταση που έχω βρεθεί ποτέ. Νιώθω ανασφάλεια και έχω χρέη», λέει η 30χρονη Μαρία Βαρδούλη, μία από τις λίγες γυναίκες αγρότισσες στη Θεσσαλία.

Η Βαρδούλη δεν ήταν πάντα αγρότισσα. Μέχρι και το 2019 εργαζόταν ως φυσικοθεραπεύτρια. Σήμερα καλλιεργεί τη γη του πατέρα της παράγοντας, μεταξύ άλλων, όσπρια, σπανάκι, βιομηχανική ντομάτα και, φυσικά, βαμβάκι. Μέσω ενός ευρωπαϊκού προγράμματος, εξασφάλισε χρηματοδότηση για να επενδύσει στην επιχείρησή της, υπό τον όρο ότι θα πρέπει να απασχολείται αποκλειστικά στον αγροτικό τομέα μέχρι το 2027.

Αλλά τίποτα δεν προμήνυε όσα συνέβησαν την περασμένη χρονιά. Οι πλημμύρες του 2023 έπνιξαν χιλιάδες στρέμματα – από χωράφια μέχρι ολόκληρα χωριά. Πέντε μήνες μετά τις πλημμύρες, τα χωράφια της Βαρδούλη παρέμεναν καλυμμένα από λάσπη και μπάζα.

Thessaly floods
Η Μαρία Βαρδούλη με τον πατέρα της.
Πλημμυρισμένα χωράφια κοντά στο Σωτήριο Λάρισας. Φωτογραφίες: Γιάννης Φλούλης

Μετά τις πλημμύρες, ήρθε αντιμέτωπη με ακραίο άγχος και ψυχοσωματικές διαταραχές. Δεν ήταν η μόνη. Οι περισσότεροι αγρότες με τους οποίους μιλήσαμε, στον απόηχο της καταστροφής στη Θεσσαλία, ανέφεραν ότι αντιμετωπίζουν αϋπνίες, βλέπουν εφιάλτες με νερό και βροχή, και μοιράζονται ένα γενικότερο αίσθημα απόγνωσης. 

Το 2020, οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις αποτελούσαν σχεδόν το ήμισυ (46,4%) της συνολικής έκτασης της ΕΕ, σύμφωνα με τη Eurostat. Με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής να εντείνονται σε ολόκληρη την Ευρώπη, οι αγρότες αισθάνονται όλο και περισσότερο τις συνέπειες.


Επί οκτώ μήνες, μια ομάδα έξι δημοσιογράφων ερεύνησε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ψυχική υγεία των αγροτών σε Ελλάδα, Ισπανία, Ρουμανία, Τσεχία, και Πολωνία, χώρες εξαιρετικά ευάλωτες στις περιβαλλοντικές μεταβολές. Σε αντίθεση με τις αντίστοιχες χώρες της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης, πρόκειται για χώρες λιγότερο εξοπλισμένες για να αντιμετωπίσουν τις ολοένα αυξανόμενες προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής.

Προκειμένου να συνθέσουν μία ολοκληρωμένη εικόνα του ζητήματος, οι δημοσιογράφοι ανέλυσαν τα διαθέσιμα στοιχεία και διενήργησαν συνεντεύξεις με περισσότερους από 50 αγρότες, καθώς και με εμπειρογνώμονες σε θέματα ψυχικής υγείας, ειδικούς σε θέματα κλίματος, και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ.

Η έρευνά τους φέρνει στο φως μια δυσάρεστη πραγματικότητα: τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν ιδιαίτερα καταστροφικές συνέπειες για τους αγρότες των πιο ευάλωτων χωρών της Ευρώπης. Μια πραγματικότητα που οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών δεν φαίνονται πρόθυμες να αντιμετωπίσουν.

«Κανείς δεν μπορεί να ανταπεξέλθει»

Το μηχάνημα τραντάζει το δέντρο, όσο ο Ignacio Rojas χτυπάει τα κλαδιά του δυνατά με ένα κοντάρι. Οι ελιές πέφτουν στο δίχτυ που είναι απλωμένο στο έδαφος. «Βοηθάει και με το άγχος», λέει στο τέλος. 

Ο Ignacio Rojas – για τους φίλους του, Nacho- είναι 46χρονος παραγωγός ελαιόλαδου, δημητριακών και φιστικιών στην πόλη Jaén της Ανδαλουσίας. Διαχειρίζεται τα διεθνή προγράμματα στην περιοχή για την COAG, την παλαιότερη επαγγελματική αγροτική οργάνωση στην Ισπανία. Είναι πατέρας ενός επτάχρονου παιδιού. 

O Ignacio Rojas, ελαιοπαραγωγός στην περιοχή Jaén της Ανδαλουσίας, μίας από τις βασικές παραγωγούς ελαιόλαδου σε όλο τον κόσμο. Φωτογραφία: Oscar Rafone. 

Βρίσκεται στο αγρόκτημα που αγόρασε η οικογένειά του πριν από περίπου ογδόντα χρόνια. Παντού γύρω του υπάρχουν ελαιόδεντρα. Ένας δυνατός ήλιος ανεβάζει τη θερμοκρασία του φθινοπωρινού πρωινού στους 16 βαθμούς Κελσίου. Ο Ignacio εξηγεί τι ζημιά έχουν δημιουργήσει οι ξηροί χειμώνες τα τελευταία πέντε χρόνια  στις σοδειές του. 

«Φέτος, μάζεψα μόνο το ένα τρίτο της παραγωγής που μαζεύω συνήθως, κάτι που με κάνει να ανησυχώ. Προσπάθησα να μειώσω την κατανάλωση του νερού και να μετριάσω τη ζημιά στη σοδειά μου. Μέχρι στιγμής, η τραπεζική χρηματοδότηση με έχει βοηθήσει, αλλά δεν θα αντέξω οικονομικά άλλη μια τέτοια χρονιά».

Λέει ότι η κλιματική αλλαγή είναι το κερασάκι στην τούρτα, «γιατί δημιουργεί περισσότερη αβεβαιότητα σε μια ήδη αβέβαιη οικονομική συνθήκη». Μετέτρεψε «σε δομικό πρόβλημα κάτι που ήδη αντιμετωπίζαμε», προσθέτει. 


«Οι ελαιοπαραγωγοί πάντα γνωρίζαμε ότι τον έναν χρόνο θα έχουμε σοδειά και τον επόμενο δεν θα έχουμε. Τώρα, υπάρχουν περιπτώσεις όπου δεν μπορούμε να παράξουμε για δύο χρόνια στη σειρά, και σύντομα μπορεί να γίνουν και τρία. Κανείς δεν θα μπορέσει να το αντέξει αυτό», λέει ο Ignacio. 

Η καλλιεργήσιμη έκταση της Ισπανίας αποτελεί σχεδόν το ήμισυ της συνολικής επικράτειας. Όμως το 75% των εκτάσεων της χώρας κινδυνεύει από ερημοποίηση λόγω ενός συνδυασμού ακανόνιστων βροχοπτώσεων, σημαντικής αύξησης της θερμοκρασίας, και κακοδιαχείρισης των εδαφών και των δασών. 

Πολλές περιοχές της Ισπανίας υποφέρουν, επίσης, από αυτό που λέμε «υδατικό στρες». Η Καταλονία και η νότια περιοχή της Ανδαλουσίας είναι εκείνες που πλήττονται περισσότερο.

Η Vanesa Pérez είναι ψυχολόγος από την Beas de Segura, επίσης στην Ανδαλουσία. Κατάγεται από οικογένεια αγροτών, όπως και οι περισσότεροι ασθενείς της. Εξηγεί ότι, για εκείνους, μία κακή σοδειά ή μια καταιγίδα μπορεί να αποτελέσει σημαντικό στρεσογόνο παράγοντα «που μπορεί να συμβάλει στην εμφάνιση μιας ψυχικής διαταραχής ή να ενισχύσει κάποιον εθισμό».

«Νιώθουν ανίκανοι να στηρίξουν την οικογένειά τους». Το να μην μπορείς να προβλέψεις τι θα συμβεί μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη, θυμό και σε αυτό που περιγράφεται ως «εκμαθημένη αβοηθησία», λέει η Pérez. 

Η Diana Ürge-Vorsatz, καθηγήτρια Περιβαλλοντικής Επιστήμης και Πολιτικής στο Central European University (CEU) και αντιπρόεδρος της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), επιβεβαιώνει ότι η Μεσόγειος είναι παγκοσμίως «ένας από τους μεγαλύτερους χαμένους όσον αφορά την κλιματική αλλαγή».

Σύμφωνα με έρευνες, η συχνότητα και η ένταση των ακραίων φαινομένων στην περιοχή θα αυξήσει τη σοβαρότητα των ψυχικών διαταραχών.

Δεν είναι μόνο η Μεσόγειος

Και στις πέντε χώρες που εξετάστηκαν για την παρούσα έρευνα, οι οικονομικές πιέσεις -που ενισχύονται από τους αυστηρούς κανονισμούς της ΕΕ- έχουν ήδη κάνει τους αγρότες να ζουν στην κόψη του ξυραφιού. Οι ολοένα αυξανόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής προσθέτουν ένα ακόμη βάρος, και οι αγρότες στην ευρωπαϊκή περιφέρεια είναι αυτοί που επιβαρύνονται περισσότερο.

Οι πέντε χώρες μαζί αντιπροσωπεύουν πάνω από το ήμισυ της ακαθάριστης αξίας της γεωργικής βιομηχανίας της ΕΕ, αλλά την ίδια ώρα είναι οι πιο ευάλωτες στην κλιματική αλλαγή και στις επιπτώσεις που αυτή έχει στην ψυχική υγεία των αγροτών.

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Πρωτοβουλία Προσαρμογής Notre Dame, οι πέντε αυτές χώρες βρίσκονται χαμηλά στην ευρωπαϊκή κατάταξη όσον αφορά αφενός το πόσο ευάλωτες είναι στην κλιματική αλλαγή, και, αφετέρου, πόσο έτοιμες να ανταπεξέλθουν. 


Για παράδειγμα, η Ρουμανία βρίσκεται στον πάτο της ευρωπαϊκής κατάταξης, καθώς κρίνεται εξαιρετικά ευάλωτη όσον αφορά τα αποθέματά της σε πόσιμο νερό. Αντίστοιχα, η Ελλάδα είναι στη δεύτερη χαμηλότερη θέση της ΕΕ όσον αφορά την κυβερνητική ετοιμότητα, λόγω της απραξίας των Αρχών να προετοιμάσουν τη χώρα για καταστροφικά κλιματικά φαινόμενα.

Την ίδια ώρα, οι αγρότες στις πέντε αυτές χώρες καλούνται να αντιμετωπίσουν μια ακόμη κρίσιμη έλλειψη: αυτή των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Σε ευρωπαϊκές περιοχές με υψηλό εισόδημα, η ακαδημαϊκή έρευνα έχει δείξει ότι υπάρχει αυξημένος κίνδυνος αυτοκτονιών για τους αγροτικούς πληθυσμούς, κίνδυνος που παραβλέπεται στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας.

Σε καμία από τις χώρες που διενεργήθηκε η έρευνα δεν βρέθηκαν διαθέσιμα κυβερνητικά δεδομένα για την ψυχική υγεία στις αγροτικές κοινότητες, όπως, επίσης, δεν βρέθηκαν προγράμματα που να είναι ειδικά προσαρμοσμένα για τις ανάγκες αυτών των πληθυσμών.

Οι δημοσιογράφοι προσπάθησαν να διενεργήσουν συνεντεύξεις με τα υπουργεία Εργασίας, Υγείας, Περιβάλλοντος και Γεωργίας στις χώρες τους, αλλά χωρίς επιτυχία.

Από την άλλη, οι αγρότες με τους οποίους μίλησαν περιέγραψαν μία κατάσταση όπου οι συζητήσεις γύρω από την ψυχική υγεία συνιστούν ακόμη ταμπού, με αποτέλεσμα η μοναδική στήριξη που λαμβάνουν να είναι από την οικογένεια ή την κοινότητα.

Σύμφωνα με την έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) για το 2023, «οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην υγεία επηρεάζονται από τα φυσικά και τα ανθρώπινα συστήματα, όπως είναι οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και το πώς αυτές διαταράσσονται». 

Η Ürge-Vorsatz εξηγεί: «Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην υγεία μας, συμπεριλαμβανομένης και της ψυχικής μας υγείας, μπορούν να μετριαστούν από διάφορα πράγματα. Για παράδειγμα, αν κανείς έχει πρόσβαση σε επιδοτήσεις ή σε άλλα συστήματα οικονομικής στήριξης, τότε θα επηρεαστεί λιγότερο από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, το ίδιο και η ψυχική του υγεία. Ή αν υπάρχουν ακμαία συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη ψυχική υγεία θα είναι μικρότερες».

«Η μία ξηρασία μετά την άλλη»

«Είμαι αγρότισσα από τη δεκαετία του 1990 αλλά πλέον δεν μπορώ να καλλιεργήσω. Πέρυσι είπα στον εαυτό μου ότι δεν μπορώ να συνεχίσω έτσι», λέει με παράπονο η 54χρονη Daniela Dîrîngă κατά τη διάρκεια των αγροτικών κινητοποιήσεων που έλαβαν χώρα τον Ιανουάριο του 2024 στο Afumati, κοντά στο Βουκουρέστι. 

Ένα από τα συνθήματα των αγροτών πηγαίνει κάπως έτσι: «Το μέλλον των παιδιών μας εξαρτάται από τις πράξεις μας». Οι αγρότες διαμαρτύρονται για την κλιματική αλλαγή και για την απουσία στήριξης από τη ρουμανική κυβέρνηση και την ΕΕ.

Στη Ρουμανία, οι αγρότες υποστηρίζουν ότι αντιμετωπίζουν ακραίες ξηρασίες, καθυστερήσεις στις επιδοτήσεις, υψηλό κόστος εισροών και κατάρρευση των τιμών των σιτηρών λόγω των ελεύθερων εισαγωγών από την Ουκρανία. Η Dîrîngă και η αδελφή της Nicoleta Iancu καλλιεργούν 7.000 στρέμματα με αραβόσιτο, σιτάρι, ηλιόσπορο και ελαιοκράμβη στο χωριό Ianca της νοτιοανατολικής Ρουμανίας, στην κομητεία Brăila. Ανήκουν στην κατηγορία των μεγάλων παραγωγών -κατέχουν περισσότερα από 1.000 στρέμματα- η οποία συνολικά ελέγχει το 48% των γεωργικών εκτάσεων της χώρας.

Το μέγεθος της αγροτικής παραγωγής στη Ρουμανία καθιστά τη χώρα έναν σημαντικό παραγωγό για την ΕΕ. Αλλά ακόμη και οι μεγαλοαγρότες, όπως η Dîrîngă, παλεύουν πλέον με χρέη. Ο Dănuț Andruș, καλλιεργητής και ηγέτης των διαδηλώσεων στο Afumati, υποστήριξε ότι 30.000 αγρότες στη Ρουμανία βρίσκονται σε κατάσταση πτώχευσης. 

Η Ρουμανία έχει 2,8 εκατομμύρια αγρότες. Οι περισσότεροι ζουν σε συνθήκες φτώχειας, ενώ πάνω από τα μισά φτωχά νοικοκυριά απασχολούνται στη γεωργία – ποσοστό υψηλότερο από οποιαδήποτε χώρα της ΕΕ.


Αγρότες και εργάτες καθαρίζουν ένα θερμοκήπιο στην περιοχή Vaslui, στη νοτιοανατολική Ρουμανία. Φωτογραφία: Cosmin Filisan.

«Τα τελευταία χρόνια ήταν αφόρητα», λέει η Daniela Dîrîngă. «Είχαμε τη μία ξηρασία μετά την άλλη. Έφτασα στα όριά μου, έπεσα σε κατάθλιψη», λέει. Νιώθει ότι είναι υποχρεωμένη να συνεχίσει να ασχολείται με τη γεωργία και ελπίζει να μπορέσει να αναβαθμίσει το αρδευτικό της σύστημα. Δυσκολεύεται, ωστόσο, να διασφαλίσει το απαραίτητο ευρωπαϊκό κονδύλι. 

Στη Ρουμανία, η αγροτική ανάπτυξη ευνοεί τις περιοχές που γειτνιάζουν με τις πόλεις και είναι ήδη ανεπτυγμένες, παραμελώντας τις φτωχότερες περιοχές με μεγάλο γεωργικό δυναμικό. Μόνο το 2,26% των αγροτών έλαβε τέτοια κονδύλια κατά την τελευταία οικονομική περίοδο.

Στους -9 βαθμούς Κελσίου μιας χειμωνιάτικης μέρας στη Ρουμανία, δεν είναι το κρύο που κάνει τα χέρια της Daniela Dîrîngă να τρέμουν, αλλά η ανάμνηση του καλοκαιριού του 2022, όταν είδε τις καλλιέργειές της να μαραίνονται από τη ζέστη: «Θυμάμαι να χάνω την ανάσα μου. Είναι σαν να βλέπεις το σπίτι σου να καίγεται ολοσχερώς».

Περισσότερο άγχος λόγω της ΕΕ;

Οι αγρότες που παραχώρησαν συνέντευξη στις δημοσιογράφους απέδωσαν το άγχος τους στη γραφειοκρατία και στους ασφυκτικούς ελέγχους που απαιτούνται για να πάρει κάποιος επιδότηση από την ΕΕ. Θεωρούν ότι γραφειοκρατικά ζητήματα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχική τους υγεία. Διαμαρτυρήθηκαν, επίσης,  για τις ολοένα αυξανόμενες οικονομικές πιέσεις που προκαλούν τα μέτρα για το κλίμα στο πλαίσιο της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ.

Η Κομισιόν ήρθε σε συμβιβασμό με τους αγρότες τον περασμένο Μάρτιο και ανακοίνωσε ότι πρόκειται να αποσύρει ορισμένους από τους περιβαλλοντικούς στόχους της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΓΠ) 2023-2027

Η Κομισιόν εισήγαγε εξαιρέσεις για τους αγρότες που λαμβάνουν γεωργικές επιδοτήσεις στο πλαίσιο της ΚΑΠ. Οι μικροί αγρότες (τα δύο τρίτα του συνόλου των δικαιούχων στην Ευρώπη εργάζονται σε λιγότερο από 100 στρέμματα) θα εξαιρεθούν από τους ελέγχους και τις κυρώσεις. 

Η απόφαση της Κομισιόν ελήφθη λίγες μέρες αφότου ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος δημοσίευσε την πρώτη του έκθεση αξιολόγησης κλιματικών κινδύνων, στην οποία αναφέρεται ότι η Ευρώπη «είναι η ήπειρος που θερμαίνεται ταχύτερα στον κόσμο».

Η έκθεση σημειώνει ότι «οι κλιματικοί κίνδυνοι δεν προκύπτουν μόνο από την αύξηση των ακραίων κλιματικών φαινομένων αλλά και από το πόσο προετοιμασμένες είναι οι κοινωνίες για αυτά» και αναφέρει ότι η Κοινή Αγροτική Πολιτική δεν αντιμετωπίζει επαρκώς ούτε τους κλιματικούς κινδύνους, ούτε τις ανάγκες για προσαρμογή στη νέα συνθήκη.

«Θα τα καταφέρω, θα ανταπεξέλθω;»

Και αν δεν προκύπτει από κάποια φυσική καταστροφή, η ολοένα και μεγαλύτερη ψυχολογική πίεση στους παραγωγούς προκύπτει από τα απρόβλεπτα κλιματικά φαινόμενα και την οικονομική αστάθεια.

«Έχω ήδη πάθει έναν νευρικό κλονισμό», λέει ο Maciej Mojzesowicz. «Συμβαίνουν πάρα πολλά πράγματα ταυτόχρονα».

Ο Mojzesowicz καλλιεργεί ελαιοκράμβη, σιτάρι και παντζάρια σε 1.300 στρέμματα κοντά στο Bydgoszcz, στη βόρεια Πολωνία. Την τελευταία δεκαετία παλεύει με βαριά καταθλιπτικά επεισόδια, αφού επένδυσε πολλά χρήματα σε μια φάρμα που δεν απέδιδε πάντα.

Παρόλο που του αρέσει να δουλεύει με τη γη – αγαπάει τη μυρωδιά του χώματος, του σιταριού και της άνοιξης – λέει ότι το συνεχώς μεταβαλλόμενο κλίμα και η οικονομία δεν τον βοηθούν να διαχειριστεί την κατάσταση. 

Το πηγάδι που χρησιμοποιούσε για να ποτίζει τα χωράφια του επί 25 χρόνια έχει στερέψει. Τον Μάρτιο, η σύζυγός του έριξε μια πέτρα μέσα στο πηγάδι, και η πέτρα κατέληξε στον πυθμένα. Λίγα χρόνια νωρίτερα, τα ίδια χωράφια είχαν πλημμυρίσει.

Χωράφια ταλαιπωρημένα από την ξηρασία στην Πολωνία. Φωτογραφία: Paulina Olszanka.

«Είχαμε πάντα σκαμπανεβάσματα, αλλά τελικά βγαίναμε κερδισμένοι. Τώρα έχω αυτό το ενοχλητικό συναίσθημα: θα τα καταφέρω, θα τα καταφέρω; Είναι σαν να βλέπεις τη γραμμή με τους καρδιακούς σου παλμούς να πηγαίνει πάνω κάτω», λέει.

Το 2023, η σοδειά του με τα παντζάρια καταστράφηκε. Το 90% των καλλιεργειών σιτηρών στην περιοχή του επίσης καταστράφηκε λόγω του καύσωνα και της λειψυδρίας. Στη συνέχεια, η εισαγωγή σιτηρών και λαχανικών από την Ουκρανία δεν του επέτρεψε να πουλήσει σε καλή τιμή ό,τι είχε απομείνει από τη σοδειά του.

Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία της Πολωνίας, η μέση τιμή του σιταριού μειώθηκε κατά 28,5% από το 2022 έως το 2023. Για τον Mojzesowicz, η πτώση ήταν ακόμη μεγαλύτερη.

«Συνήθως παίρνω 280 ευρώ ανά τόνο σιταριού. Πέρυσι, πήρα 145 ευρώ. Ενώ το λίπασμα κοστίζει 375 ευρώ τον τόνο. Έχω ήδη 420.000 ευρώ χρέος. Όλες αυτές οι μεταβλητές κάνουν την εξίσωση δύσκολη. Δεν μπορώ να προγραμματίσω τίποτα», λέει ο Mojzesowicz.

«Δεν έχω καεί από τη δουλειά ακόμα»

Κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο του αυτοκινήτου, στη Νότια Μοραβία μοιάζει περισσότερο με άνοιξη παρά με μέσα χειμώνα. 

«Η περιοχή που παλαιότερα ήταν γνωστή ως η πιο εύφορη περιοχή της Τσεχίας πλέον έχει γίνει αγνώριστη.  Βλέπουμε καιρικά φαινόμενα που σπάνια έχουμε δει τους τελευταίους δύο αιώνες», λέει ο καθηγητής Miroslav Trnka, επικεφαλής του τμήματος Επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα αγροοικοσυστήματα, στο Πανεπιστήμιο Mendel στο Μπρνο.

«Στο παρελθόν θεωρούσαμε σχεδόν αδύνατο να έχουμε 30 έως 45 τροπικές ημέρες το χρόνο. Σήμερα, αυτό είναι ο κανόνας για την περιοχή», προσθέτει ο Trnka. 

Ο Libor Kožnar, ένας 40χρονος βιοκαλλιεργητής, εργάζεται εδώ, στην πιο απειλούμενη γεωργική περιοχή της Τσεχίας. 

Ξεκίνησε τη γεωργία το 2017, όταν αποφάσισε να επιστρέψει από τις ΗΠΑ πίσω στην πατρίδα του μετά τον θάνατο της μητέρας του. Έχει μία ιδιοκτησία έκτασης 110 στρεμμάτων. Υπάρχουν πολλοί αγρότες όπως ο Kožnar στην Τσεχία. Παρόλο που το 86% της γεωργικής γης της χώρας ανήκει σε μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις, πάνω από το 55% των αγροτών είναι μικρής κλίμακας. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, οι βιολογικές εκμεταλλεύσεις στην Τσεχία πληθαίνουν. Το 2022, αντιπροσώπευαν σχεδόν το 16% του συνολικού αριθμού των γεωργικών εκμεταλλεύσεων.


Όλη η εργασία του Libor Kožnar περιστρέφεται γύρω από τη βιολογική καλλιέργεια. Η έμφαση στη βιωσιμότητα είναι πολύ σημαντική γι’ αυτόν. Παρόλα αυτά, περιγράφει τη γραφειοκρατία που απαιτούν οι επιδοτήσεις «τρομερά ενοχλητική και αγχωτική». Φοβάται και αγχώνεται ότι ένα λάθος θα μπορούσε να του κοστίσει μελλοντικές επιδοτήσεις. Χωρίς αυτές, η φάρμα του δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει.

Στο μεταξύ βλέπει τη γη του να αλλάζει ραγδαία μπροστά στα μάτια του. Όμως δεν το βάζει κάτω. 

Ο Kožnar ξυπνάει στις έξι το πρωί και το πρώτο πράγμα που κάνει είναι να μπαίνει στον υπολογιστή του και να ελέγχει τα email του. Από τις επτά και μετά βρίσκεται στο χωράφι. Δουλεύει δεκαέξι ώρες την ημέρα, κάθε μέρα. Όταν επιστρέφει από τα χωράφια, χώνεται κάτω από συμβόλαια και έγγραφα που απαιτούνται για τις επιδοτήσεις. Πέφτει για ύπνο τα μεσάνυχτα. 

«Αλλά το μυαλό μου κατακλύζεται από σκέψεις για όλα αυτά που πρέπει να κάνω, για το πώς θα είναι ο καιρός αύριο, για το τι μπορεί να σκοτώσει τις καλλιέργειές μου. Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Συνήθως, πρέπει να πάω να πάρω κάποιο χάπι για να κοιμηθώ». 

Μέσα στην καθημερινότητά του, υποστηρίζει ότι δεν βρίσκει χρόνο για να έχει κοινωνική ζωή. Ζει μόνος του. «Αλλά δεν έχω καεί ακόμα από τη δουλειά», λέει με περηφάνια.

Οι αγρότες χτίζουν ψυχική ανθεκτικότητα

Όπως ο Libor Kožnar, και η Μαρία Βαρδούλη που από φυσιοθεραπεύτρια έγινε αγρότισσα, έτσι και ο Ισπανός παραγωγός ελαιολάδου Ignacio Rojas δραστηριοποιούνταν σε διαφορετικό κλάδο πριν αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση.

Μέχρι πριν από δεκατέσσερα χρόνια ζούσε στη Μαδρίτη και εργαζόταν σε μία εταιρεία τηλεπικοινωνιών. Τότε ο πατέρας του αρρώστησε και ο Ignacio αποφάσισε να επιστρέψει στη γενέτειρά του και να αναλάβει την οικογενειακή φάρμα.

Στην αρχή, αντιμετώπισε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν συνήθως οι αγρότες, τουλάχιστον όσον αφορά την ψυχική τους υγεία: απομόνωση και μοναξιά. Είχε για χρόνια διαταραχές ύπνου και πέψης, διακυμάνσεις στη διάθεσή του. 

Η προσωπική του εμπειρία, την οποία μοιράζονται οι αγρότες σε όλη την Ευρώπη, τον ώθησε να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα μέσω του FARMRes (Farmers Assistance Resources for Mental Resilience), ενός προγράμματος χρηματοδοτούμενου από την ΕΕ για την ευαισθητοποίηση γύρω από το ζήτημα της ψυχικής υγείας των αγροτών και των οικογενειών τους.

Στην Τσεχία, ο Libor Kožnar βρήκε καταφύγιο στο να μοιράζεται με άλλους βιοκαλλιεργητές τις ανησυχίες του αλλά και τις λύσεις που μπορεί να βρίσκει στα προβλήματά του. Υπογραμμίζει πόσο θεραπευτική είναι η γεωργία που έχει στο κέντρο της την κοινότητα, όπως για παράδειγμα όταν οι καταναλωτές προπληρώνουν για εποχιακά βιολογικά προϊόντα και συμμετέχουν στη συγκομιδή τους. Έτσι, μπορούν κι εκείνοι να δουν πώς η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την παραγωγή.

Λέει ότι πού και πού έχει άγχος για το αν θα τα καταφέρει, αλλά ότι εκτιμά πολύ ότι  το μοντέλο που ακολουθεί καλλιεργεί την αλληλεγγύη και την εμπλοκή της κοινότητας.

Η έρευνα αυτή υποστηρίζεται από το Journalismfund Europe. Δημοσιεύεται επίσης στα αγγλικά στο Green European Journal.

ΠΗΓΗ