Την 1η Ιουλίου 2023, η Ελληνική Αστυνομία μέσα από μια συνέντευξη Τύπου παρουσίασε την «εξάρθρωση ενός διεθνικού εγκληματικού δικτύου, που δραστηριοποιούταν στην εμπορία και εκμετάλλευση αλλοδαπών γυναικών από τη Λατινική Αμερική».
Παρουσία εκπροσώπων της INTERPOL, της Πρεσβείας της Ισπανίας στην Ελλάδα, της Εθνικής Αστυνομίας της Ισπανίας (Policía Nacional), της Υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, ο τότε Διευθυντής της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, Ταξίαρχος Ιωάννης Σκούρας ανέφερε:
Διασώθηκαν 51 θύματα γυναίκες, από τις οποίες 48 υπήκοοι Κολομβίας, 2 Βενεζουέλας και 1 Αλβανίας, στις οποίες παρασχέθηκε αρωγή και προστασία […] Είναι αυτονόητο ότι οι έρευνες δεν σταματούν εδώ αλλά θα συνεχιστούν μέσω διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας για τον τυχόν εντοπισμό και άλλων μελών του δικτύου που δρουν στο εξωτερικό.
Η υπόθεση που ξεκίνησε να εκδικάζεται στις 13/9/2024 και συνεχίζεται στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, αριθμεί 26 κατηγορούμενους οι οποίοι κατηγορούνται -κατά περίπτωση – για τα εξής αδικήματα: Συγκρότηση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, εμπορία ανθρώπων κατά συναυτουργία, κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση, συνέργεια σε εμπορία ανθρώπων, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα (ξέπλυμα), παράνομη βία από κοινού και μη κατά συρροή, κατακράτηση και αφαίρεση διαβατηρίων, προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας, κατοχή γνήσιου διαβατηρίου άλλου προσώπου, προμήθεια και κατοχή ναρκωτικών ουσιών, παράνομη κατοχή όπλων, παραβίαση σφραγίδων που έθεσε η Αρχή.
Τα πρόσωπα
Προφυλακισμένοι βρίσκονται 4 από τους 26 κατηγορούμενους, μεταξύ των οποίων και η περιβόητη «Μαρίνα», ο σύντροφος της Μ.Δ, γνωστός ως «Τάκης», και ακόμη δυο άτομα, ο Βασίλης Κ. και η F.S. γνωστή ως «Ειρήνη».
Ανάμεσα στα 26 άτομα, υπάρχουν βασικοί κατηγορούμενοι που είχαν διάφορους ρόλους, όπως: οδηγοί, στρατολογητές, ταμίες, υπεύθυνοι των οίκων ανοχής, υπεύθυνοι να εκφοβίζουν τις γυναίκες κ.ά., καθώς και άλλοι με πιο περιφερειακούς ρόλους.
Σύμφωνα με την αστυνομία και το κατηγορητήριο που έχει αποδοθεί στους συλληφθέντες, υπήρχαν δυο εγκληματικές οργανώσεις που δρούσαν σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Η Α’ οργάνωση με αρχηγούς τον Βασίλη και την Ειρήνη, και η Β’ οργάνωση με αρχηγούς τη Μαρίνα και τον Τάκη. Σύμφωνα, πάντα, με την Ελληνική Αστυνομία, οι οργανώσεις διασυνδέονταν μέσω των τριών Κολομβιανών που ανήκαν κυρίως στο πρώτο κύκλωμα, οι οποίοι εντόπιζαν και στρατολογούσαν τις γυναίκες.
Ωστόσο, φαίνεται πως υπάρχουν πολλά περισσότερα που τους ενώνουν και δείχνουν πως υπήρχε από κοινού εκμετάλλευση των γυναικών.
Σπίτια και εταιρείες συνδέουν τις υποτιθέμενες «δύο οργανώσεις»
Για παράδειγμα, στο διαμέρισμα της οδού Αγίων Πάντων αρ. 9 στην Καλλιθέα στο οποίο, σύμφωνα με την αστυνομία, κρατούσε γυναίκες η Α’ οργάνωση, υπήρχε παροχή ρεύματος με τηλέφωνο επικοινωνίας του Τάκη, ο οποίος ανήκει στη Β’ οργάνωση. Το οίκημα της οδού Σολωμού 32 στα Εξάρχεια, στο οποίο επίσης η Α’ οργάνωση κρατούσε γυναίκες, ανήκε στην Μαρίνα της Β’ οργάνωσης.
Μάλιστα, σ’ αυτή την τελευταία διεύθυνση είχε δηλωθεί και εταιρία real estate με την επωνυμία «PLUS ESTATE ΠΡΟΗΓΜΕΝΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ Α.Ε.», με δραστηριότητα τις υπηρεσίες εκμίσθωσης και διαχείρισης ακινήτων. Μέλος της εταιρίας είναι η Μαρίνα, η κόρη της και η εγγονή της. Μέχρι το 2018, σύμφωνα με το ΓΕΜΗ, μέλος ήταν και ο πρώην κατηγορούμενος στην υπόθεση trafficking της Ηλιούπολης, γιος της Μαρίνας, Ι.Λ., ο οποίος αθωώθηκε.
Σχετικό άρθρο:
Από τα 12 ακίνητα που είχε στην κατοχή της η εν λόγω εταιρία, ένα πολυτελές σπίτι στη Γλυφάδα νοικιαζόταν στους αρχηγούς της Α’ οργάνωσης και χρησιμοποιούνταν σαν η κύρια κατοικία τους.
Αν και η ελληνική αστυνομία καμάρωνε πως διέσωσε 51 γυναίκες, μόνο οι 11 από αυτές κατέθεσαν ως θύματα εμπορίας ανθρώπων. Οι 8 επειδή το αιτήθηκαν και οι 3 είχαν καταφέρει να ξεφύγουν και να πάνε στην Αστυνομία μόνες, πριν τη σύλληψη των δραστών.
Από τις καταθέσεις των επιζωσών προκύπτει φανερά η σύνδεση των κυκλωμάτων σε πολλά επίπεδα, και όχι μόνο στην πρώτη φάση της στρατολόγησης. Χρησιμοποιούνταν οι ίδιοι οδηγοί για τις μεταφορές τους, υπήρχαν γυναίκες που δούλευαν στους οίκους ανοχής και της Α’ και της Β’ οργάνωσης, ενώ υπήρχαν φορές που ο Βασίλης Κ. και ο Τάκης επόπτευαν μαζί τους οίκους ανοχής του κέντρου.
Η ίδια η Μαρίνα, όπως αναφέρεται στο ΓΕΜΗ είχε κάνει και έναρξη επαγγέλματος ως ιερόδουλη στην οδό Κασσάνδρας 6, σε οίκο ανοχής που σύμφωνα με την Αστυνομία «εκμεταλλευόταν η Α’ οργάνωση».
Το modus operandi: Η στρατολόγηση και εκμετάλλευση των θυμάτων
Σύμφωνα με τις καταθέσεις των θυμάτων, τρεις από τους κατηγορούμενους είχαν αναλάβει τη στρατολόγηση των γυναικών. Μέσω συνεργών που είχαν στην Κολομβία, στόχευαν σε γυναίκες που βρίσκονταν σε ευάλωτη οικονομική και κοινωνική θέση, κυρίως μητέρες ανήλικων παιδιών ή παιδιών με προβλήματα υγείας, χωρίς κανένα υποστηρικτικό πλαίσιο στην Ελλάδα. Μέσω των Κολομβιανών μελών που βρίσκονταν στην Ελλάδα, δείχνοντας τους βίντεο με ωραιοποιημένες καταστάσεις ή τάζοντας τους δουλειά στον χώρο της εστίασης, μεγάλα χρηματικά ποσά και ιδανικές συνθήκες εργασίας, τις έπειθαν να μεταβούν στην Ελλάδα αεροπορικά.
Στη συνέχεια τις παραλάμβαναν από το αεροδρόμιο και τις μετέφεραν σε σπίτια, όπου τους ανακοίνωναν την ύπαρξη ενός υπέρογκου χρέους το οποίο έπρεπε να αποπληρώσουν δουλεύοντας στους οίκους ανοχής. Εάν αντιδρούσαν, τους αφαιρούσαν τα διαβατήρια και τις απειλούσαν πως θα κάνουν κακό στα παιδιά τους και στις οικογένειες τους, ενώ τόσο στα διαμερίσματα, όσο και στους οίκους ανοχής είχαν εγκαταστήσει κάμερες και μικρόφωνα, με σκοπό την 24ωρη επιτήρηση των κινήσεων και των συνομιλιών τους.
Το χρέος το οποίο είχαν δημιουργήσει ήταν συνεχώς αυξανόμενο, αφού εκτός από το αρχικό ποσό που ήταν συνήθως 2.500 – 3.000 ευρώ, επέβαλλαν διάφορα πρόστιμα στα θύματα, χρησιμοποιώντας διάφορες προφάσεις όπως ότι ο πελάτης δεν έμεινε ικανοποιημένος. Δεν τους χορηγούσαν ποτέ «ρεπό», ακόμη και όταν βρίσκονταν σε εμμηνορρυσία τις ανάγκαζαν να χρησιμοποιούν ταμπόν και να εκδίδονται. Σε περίπτωση που οι γυναίκες αντιδρούσαν ή αρνούνταν να μεταβούν στους οίκους ανοχής λόγω εξάντλησης, τους επέβαλλαν πρόστιμο 100 ευρώ.
Το κάθε «ραντεβού» πληρωνόταν από τους πελάτες των οίκων ανοχής 50 ευρώ. Το ποσό του πρώτου ραντεβού της κάθε γυναίκας χαρακτηριζόταν ως «τζαζ», δηλαδή παρακρατούνταν αυτούσιο. Από τα υπόλοιπα ραντεβού που πραγματοποιούσαν τα θύματα, η εγκληματική οργάνωση κρατούσε το 75% του ποσού (37,5 ευρώ) και άφηνε τη γυναίκα να κρατήσει 12,5 ευρώ.
Ωστόσο, ακόμη και από αυτά τα ελάχιστα που κατάφερνε να συγκεντρώσει το κάθε θύμα, ήταν υποχρεωμένο να πληρώσει στους οδηγούς της οργάνωσης 10 ευρώ για να τη μεταφέρουν από το διαμέρισμα στον οίκο ανοχής, και το αντίστροφο, 10 ευρώ για τη σίτιση της σε άλλο μέλος της οργάνωσης, ένα χρηματικό ποσό για τη διαμονή της, ακόμη και για αναγκαία αντικείμενα όπως προφυλακτικά. Με αυτό τον τρόπο δεν κατάφερναν ποτέ να ξεχρεώσουν το υποτιθέμενο χρέος προς την οργάνωση και εγκλωβίζονταν σε έναν φαύλο κύκλο. Στις πιο απελπισμένες, υπόσχονταν πως θα αφαιρούσαν 300 ευρώ από το τελικό ποσό αν κατάφερναν να πείσουν κι άλλα κορίτσια από την Κολομβία να μεταβούν στην Ελλάδα. Όταν αρνούνταν, με διάφορες προφάσεις τους επέβαλαν επιπλέον πρόστιμα.
Πώς οι γυναίκες εξάρθρωσαν το κύκλωμα μετά από συνεχείς καταγγελίες που έπεφταν στο κενό
Η αστυνομική επιχείρηση, πήρε την κωδική ονομασία «Αμαρυλλίς». Όχι τυχαία. Amariles Μ. ονομαζόταν μια από τις γυναίκες που το κύκλωμα εξανάγκαζε να εκδίδεται σε οίκους ανοχής της Αθήνας, από τις 18/4/2023, μέχρι την 31/5/2023.
Σε αντίθεση με όσα είχε αναφέρει όμως στη συνέντευξη τύπου ο ταξίαρχος Ιωάννης Σκούρας, η Amariles διασώθηκε χάρη στις δικές της δυνάμεις και όχι χάρη στην Αστυνομία.
Για την ακρίβεια, αυτή η γυναίκα έκανε το αδιανόητο: Κατάφερε να δραπετεύσει από το διαμέρισμα στο οποίο βρισκόταν σε καθεστώς εξαναγκασμού και αποφάσισε να φύγει κρυφά για την Κολομβία από το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης. Φτάνοντας στον ενδιάμεσο σταθμό της Ρώμης, επικοινώνησε με ένα φίλο της αστυνομικό στην Κολομβία ο οποίος την συμβούλευσε να επιστρέψει στην Ελλάδα και να καταγγείλει τα όσα λάμβαναν χώρα στους οίκους ανοχής που βρισκόταν. Πράγματι, όταν έφτασε στον επόμενο ενδιάμεσο σταθμό, αυτόν της Μαδρίτης, ενημερώθηκε από τις Αρχές της Ισπανίας για τα δικαιώματα της και επέστρεψε με τη βοήθεια τους στην Ελλάδα για να καταγγείλει το κύκλωμα.
Μεγάλο ενδιαφέρον δεν παρουσιάζει μόνο το ότι η επιχείρηση στους οίκους ανοχής έγινε με την εποπτεία της Interpol και με την παρουσία της Εθνικής Αστυνομίας της Ισπανίας, αλλά και το τι συνέβη πριν από αυτή, καθώς υπάρχουν λεπτομέρειες που καταδεικνύουν πως οι ξένες αρχές δεν εμπιστεύονταν τυφλά την Ελληνική Αστυνομία.
Την 19η Οκτωβρίου 2022 έφτασε στην Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων ένα ανώνυμο email με θέμα «40χρονος μαστροπός, Βασίλης Κ. και Ειρήνη». Μεταξύ άλλων, η γυναίκα που συνέταξε το email ανέφερε ότι και η ίδια υπήρξε θύμα εκμετάλλευσης, ότι εκείνοι που διαχειρίζονταν και εκμεταλλεύονταν τους δέκα οίκους ανοχής στην Αθήνα ήταν ο Βασίλης και η Ειρήνη, ενώ σύμφωνα με το συγκεκριμένο email η Μαρίνα τους είχε παραχωρήσει τους οίκους ανοχής και λειτουργούσε σαν αφανής συνεκμεταλλεύτρια. Η γνώση του ατόμου για το κύκλωμα ήταν τέτοια, που στο email ανέφερε πως η Μαρίνα, νοικιάζει στον Βασίλη και την Ειρήνη το σπίτι στο οποίο διαμένουν στη Γλυφάδα, κάτι που, όπως αποδείχθηκε, ήταν αλήθεια, όπως και τα υπόλοιπα που ανέφερε στην καταγγελία της. Οι πληροφορίες όμως, αγνοήθηκαν από την Ελληνική Αστυνομία.
Την 21η Δεκεμβρίου 2022, στην ίδια υπηρεσία έφτασε ξανά ένα email από το Προξενείο της Κολομβίας στην Ιταλία, το οποίο ανέφερε πως η Κολομβιανή G.Z. είχε επικοινωνήσει με την προξενική αρχή και είχε αιτηθεί παροχή βοήθειας για την επιστροφή της στην Κολομβία, καθώς ήταν θύμα trafficking. Συγκεκριμένα, η G.Z. ήρθε στην Αθήνα στις 5/12/2022, αποδεχόμενη την πρόταση να εργαστεί σε εστιατόριο. Ωστόσο, μετά την άφιξή της, ακολουθώντας τις προαναφερθείσες πρακτικές, το κύκλωμα της είπε πως τους χρωστάει 3.500 ευρώ και την ανάγκασε να εκδίδεται σε διάφορα στούντιο της Αθήνας, απειλώντας την πως αν το σκάσει θα κάνουν κακό στα παιδιά της, ηλικίας 7 και 10 ετών. Παρά τις υποτιθέμενες έρευνες της Ελληνικής Αστυνομίας στους οίκους ανοχής της Αθήνας, δεν κατάφεραν να την εντοπίσουν. Αντ’ αυτού, στις 4 Ιανουαρίου 2023, έλαβαν και πάλι ένα email από το Προξενείο της Κολομβίας στην Ιταλία το οποίο τους ενημέρωνε πως η G.Z. είχε αποχωρήσει με ασφάλεια από την Ελλάδα με προορισμό την Κολομβία, πιθανότατα με τη βοήθεια ξένων αρχών.
Τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2023, περιήλθαν και πάλι πληροφορίες στην Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων μέσω του «1109», του τηλεφωνικού κέντρου για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων. Για την ακρίβεια έγιναν διαδοχικές αναφορές στη συγκεκριμένη γραμμή, που ανέφεραν πως σε πολυκατοικία στην περιοχή της Καλλιθέας, επί της οδού Δοϊράνης, διέμεναν πολλές γυναίκες από την Λατινική Αμερική, καθώς και ότι υπήρχαν φωνές και ύποπτες κινήσεις. Πράγματι, οι γυναίκες που κρατούνταν εκεί μεταφέρονταν στους οίκους ανοχής στις οδούς Φωκαίας 25 και 27, και Φυλής 84 και 86. Οι συγκεκριμένοι οίκοι ανοχής ανήκουν στη Μαρίνα.
Οι «συντονισμένες έφοδοι»
Σύμφωνα με τις αναφορές της αστυνομίας για διάστημα 6 μηνών, από τον Ιανουάριο του 2023 μέχρι τον Ιούλιο του ίδιου έτους, η ΕΛ.ΑΣ., μετά τις καταγγελίες που δεχόταν, έκανε αρκετές «συντονισμένες εφόδους» στους οίκους ανοχής που εκμεταλλεύονταν τα κυκλώματα. Αν και είχε εντοπίσει πολλές Κολομβιανές να εκδίδονται, δεν είχε σώσει καμία.
Αυτό φαίνεται πως έγινε όταν η Amariles Μ. ζήτησε τη βοήθεια των Ισπανικών Αρχών, τον Μάιο του 2023 και επέστρεψε στην Ελλάδα να καταθέσει. Άλλωστε, το κύκλωμα εξαρθρώθηκε ένα μήνα μετά, στις 30 Ιουνίου, σε συντονισμένη επιχείρηση και με την εποπτεία της Interpol.
Οι γυναίκες εντοπίστηκαν στα ίδια σπίτια και στους ίδιους οίκους ανοχής που είτε παρακολουθούσε, είτε είχε ήδη εισβάλλει η Ελληνική Αστυνομία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου