Ο υγρότοπος της περιοχής Ναυπλίου - Νέας Κίου ανήκει στο δίκτυο των περιοχών Natura 2000. Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου χαιρετίστηκε από τις οργανώσεις που προσέφυγαν στο ΣτΕ. [ΑΠΕ-ΜΠΕ / ΑΠΕ-ΜΠΕ / ΜΠΟΥΓΙΩΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ] |
Με απόφασή του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι ο τρόπος που η ελληνική πολιτεία «ερμήνευσε» τη σχετική οδηγία είναι λανθασμένος
Μια απόφαση η οποία θα αλλάξει τον τρόπο που αδειοδοτούνται έργα μέσα σε περιοχές Natura έλαβε το Ευρωδικαστήριο. Απαντώντας σε προδικαστικά ερωτήματα του Συμβουλίου της Επικρατείας, το δικαστήριο έκρινε ότι ο τρόπος που η ελληνική πολιτεία «ερμήνευσε» την οδηγία για προστασία της ορνιθοπανίδας είναι λανθασμένος. Αποφασιστικό ρόλο έπαιξε η παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο Ευρωδικαστήριο, η οποία χαρακτήρισε «μηχανιστική και περιοριστική», και άρα αντίθετη στο πνεύμα της οδηγίας, την ελληνική προσέγγιση.
Η κοινοτική νομοθεσία περί της διατήρησης των άγριων πτηνών έχει δημιουργήσει εδώ και τρεις δεκαετίες ένα ιδιαίτερα προστατευτικό πλαίσιο για την ορνιθοπανίδα. Οπως προβλέπει, η κάθε χώρα ορίζει «ζώνες ειδικής προστασίας» (ΖΕΠ, μέρος του δικτύου Natura 2000) για την ορνιθοπανίδα, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη προστασίας ειδών που είναι υπό εξαφάνιση, ειδών που είναι ευπαθή σε μεταβολές των οικοτόπων τους ή ειδών που είναι σπάνια.
Η υπόθεση ξεκίνησε το 2012, όταν μια κοινή απόφαση πέντε υπουργείων (με κύριο το υπουργείο Περιβάλλοντος) ήρθε να τροποποιήσει τη νομοθεσία σχετικά με τη διατήρηση της ορνιθοπανίδας. Εναντίον της απόφασης αυτής κατατέθηκαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας δύο προσφυγές: μία από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία και μία συλλογική από φορείς και πολίτες. Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα έκανε μια πολύ στενή ερμηνεία της κοινοτικής νομοθεσίας, με σκοπό να περιορίσει όσο γίνεται περισσότερο τις υποχρεώσεις της. Σύμφωνα με αυτή, σε μια ΖΕΠ το Δημόσιο οφείλει να προστατεύσει μόνο τα «είδη χαρακτηρισμού», δηλαδή τα είδη εκείνα των πουλιών για την προστασία των οποίων ορίστηκε μια περιοχή ως προστατευόμενη, και τα αποδημητικά πουλιά. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αν μέσα στην περιοχή αυτή υπάρχουν και άλλα σπάνια ή απειλούμενα πουλιά, σε μικρότερους αριθμούς, η Ελλάδα δεν είναι υποχρεωμένη να κάνει τίποτα για την προστασία τους.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάσισε να συνεκδικάσει τις δύο προσφυγές και απέστειλε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο τρία προδικαστικά ερωτήματα, ζητώντας να ξεκαθαριστεί η ερμηνεία της οδηγίας. Προ ημερών το Ευρωδικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του επί των ερωτημάτων. Οπως ορίζει, τα κράτη-μέλη υποχρεούνται να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για όλα τα απειλούμενα είδη πτηνών, καθώς και για τα αποδημητικά, «που αποτελούν κοινή κληρονομιά της Ε.Ε.».
Η επόμενη ημέρα
«Είναι μια πολύ θετική απόφαση», λέει στην «Κ» ο Βασίλης Κουνέλης, δικηγόρος των περισσότερων από τις οργανώσεις που προσέφυγαν στο ΣτΕ. «Τώρα μένει να δούμε πώς θα διαμορφωθεί η απόφαση του ΣτΕ, σύμφωνα με τις απαντήσεις του Ευρωδικαστηρίου. Και ακολούθως, πώς θα αλλάξει η νομοθεσία ώστε να προσαρμοστεί στις υποδείξεις του Ευρωδικαστηρίου. Εκτιμώ ότι η απόφαση αυτή επηρεάζει ευθέως τον τρόπο αδειοδότησης στις προστατευόμενες περιοχές. Δεν είναι δυνατόν ένα έργο σε μια περιοχή Natura να “υπολογίζει” μόνο ένα προστατευόμενο είδος πτηνού και να αγνοεί την ύπαρξη άλλων απειλούμενων ειδών».
Για την υπόθεση κατέθεσε τις παρατηρήσεις της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και δύο χώρες, η Ολλανδία και η Πολωνία. Στο κείμενο των παρατηρήσεών της η Επιτροπή στράφηκε σαφώς κατά της «προστασίας α λα ελληνικά». «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ισχύει στις ζώνες ειδικής προστασίας μια πιο στενή ερμηνεία, δηλαδή μια ερμηνεία που να περιορίζει τα μέτρα διατήρησης μόνο στα “είδη χαρακτηρισμού”», ανέφερε.
- ΣΧΕΤΙΚΟ και το ακόλουθο της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας:
ΦΩΤΟ από Κίνηση για την Προστασία των Νησίδων |
Σημαντικές εξελίξεις για την προστασία των άγριων πουλιών
Την υποχρέωση προστασίας όλων των ειδών άγριας ορνιθοπανίδας που απαντούν σε Ζώνες Ειδικής Προστασίας του Δικτύου Natura 2000 αναγνωρίζει το ΔΕΕ
Στις 12 Σεπτεμβρίου 2024, δημοσιεύθηκε η πολυαναμενόμενη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), επί των προδικαστικών ερωτημάτων που είχε θέσει το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), κατόπιν αίτησης ακύρωσης που είχε ασκήσει η Ελληνική ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ Εταιρεία κατά της Κοινής Υπουργικής Απόφασης (ΚΥΑ) του 2012, βάσει της οποίας ενσωματώθηκε εν μέρει η Οδηγία για τα άγρια πουλιά στην ευρωπαϊκή έννομη τάξη.
Η απόφαση του ΔΕΕ έρχεται 12 ολόκληρα χρόνια μετά την αίτηση ακύρωσης που είχε καταθέσει η ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ, έχοντας έγκαιρα διαπιστώσει πως η Ελλάδα δεν μετέφερε ορθώς την Οδηγία για τα πουλιά στην ελληνική έννομη τάξη. Στην αίτηση που κατέθεσε, η ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ είχε εκφράσει έντονες αντιρρήσεις σε σχέση με την οργάνωση, από την ελληνική διοίκηση, της προστασίας των ειδών της άγριας ορνιθοπανίδας εντός των προστατευόμενων περιοχών, μια προστασία που στην πράξη αποδεικνύεται ελλιπής καθώς επικεντρώνεται σε ορισμένα μόνο είδη ενώ αφήνει άλλα σημαντικά, προστατευόμενα, ακόμα και σπάνια είδη στο έλεος της ανάπτυξης επιβλαβών δραστηριοτήτων εντός της επικράτειας στην οποία αναπτύσσονται, με μοναδικό επιχείρημα ότι αυτά δεν αποτελούν “είδη χαρακτηρισμού” της οικείας Ζώνης Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ).
Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψιν τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗΣ, του Δικτύου Οικολογικών Οργανώσεων Αιγαίου και άλλων προσφευγόντων, καθώς και της Ελλάδας αλλά και άλλων κρατών μελών της ΕΕ (Τσεχία, Ολλανδία, Πολωνία), αποφάσισε ότι για όλα τα είδη πτηνών που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2009/147 αλλά και για τα αποδημητικά είδη που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα αυτό, των οποίων όμως η διέλευση είναι τακτική και τα οποία είναι παρόντα σε ΖΕΠ του Δικτύου Natura 2000, απαιτείται η λήψη στόχων και μέτρων διατήρησης, κατά τα προβλεπόμενα στο αρ. 4 παρ. 1 και 2 της Οδηγίας για τα πουλιά και αρ. 6 παρ. 2-4 της Οδηγίας για τους οικοτόπους.
Εναπόκειται, ωστόσο, στα κράτη μέλη να καθορίζουν προτεραιότητες αναλόγως της σημασίας των μέτρων αυτών για την επίτευξη των στόχων διατήρησης του συνόλου των εν λόγω ειδών. Πάντως, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να στηρίζονται στις ειδικές οικολογικές απαιτήσεις των διαφόρων ΖΕΠ και απαιτούν να προσδιορίζονται, για κάθε ΖΕΠ θεωρούμενη μεμονωμένα.
Κατόπιν της απόφασης αυτής, η υπόθεση οδηγείται και πάλι στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Με βάση την ερμηνεία που του παρέχει πλέον το ΔΕΕ, το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας θα αποφασίσει εάν και κατά πόσο η ΚΥΑ του 2012 είναι σύμφωνα με το πνεύμα και το γράμμα της Οδηγίας για τα άγρια πουλιά.
Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, το ΣτΕ θα διατάξει την ακύρωση της ΚΥΑ και επομένως η διοίκηση θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στο σημαντικό αυτό ζήτημα, με βάση τα ευρήματα της δικαιοσύνης. Σε αυτή την περίπτωση, η ΟΡΝΙΘΟΛΟΓΙΚΗ θα είναι και πάλι αρωγός της διοίκησης, προκειμένου να μην επαναληφθούν τα λάθη που συνέβησαν στο παρελθόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου