Πόσα είναι τα κλειστά ακίνητα και γιατί οι ιδιοκτήτες τους αρνούνται να τα νοικιάσουν; Πώς θα πειστούν οι ιδιοκτήτες Airbnb να γυρίσουν στη μακροχρόνια μίσθωση; Το ελληνικό σχέδιο και το παράδειγμα της Ισπανίας.
Στιγμές μετά τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες στη ΔΕΘ για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης, η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ήρθε με νέα στοιχεία να υπογραμμίσει το μέγεθος του προβλήματος, καθώς και την ανάγκη να ληφθούν μέτρα άμεσης απόδοσης. Σύμφωνα με τα δεδομένα, στην αύξηση 0,3% που κατέγραψε ο πληθωρισμός μέσα σε έναν μήνα (Ιούλιος- Αύγουστος 2024: Από 2,7% σε 3%), οι μεταβολές στη Στέγαση συνέβαλλαν σε ποσοστό 2,8% στην επίταση του φαινομένου, εξαιτίας της αύξησης των τιμών σε: ενοίκια κατοικιών, επισκευή και συντήρηση κατοικίας, ηλεκτρισμό.
Ποια είναι η πραγματικότητα πίσω από τα ευρήματα της ΕΛΣΤΑΤ και, το κυριότερο, φτάνουν τα κυβερνητικά μέτρα για να αντιμετωπίσουν δυναμικά το φαινόμενο;
Το «News 24/7» έψαξε τις σχετικές απαντήσεις. Για τον λόγο αυτό, ήρθαμε σε επικοινωνία με τον κύριο Θεμιστοκλή Μπάκα, Πρόεδρο του Πανελλαδικού Κτηματομεσιτικού Δικτύου E- Real Estates.
ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΦΑΝΕΡΩΝΟΥΝ ΒΑΘΙΑ ΚΡΙΣΗ
Για τον κύριο Μπάκα η χώρα μας είναι πρωταθλήτρια στο σύνολο των χωρών της ΕΕ, αναφορικά με το κόστος στέγασης. Όπως εξηγεί ο ίδιος, το 45,5% των συμπολιτών μας διαμένει σε νοικοκυριά που είτε οφείλουν τη δόση του στεγαστικού δανείου είτε οφείλουν το ενοίκιο είτε οφείλουν τους λογαριασμούς στις ΔΕΚΟ. Η δεύτερη χώρα σε αυτήν τη λίστα είναι η Βουλγαρία σε ποσοστό 19,8%. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι ½ μέσα νοικοκυριά έχουν οφειλές που σχετίζονται με τη στέγαση, ενώ στη γειτονική χώρα το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 2/10.
Ο έμπειρος σε θέματα της αγοράς κατοικίας συνομιλητής μας ανέφερε επίσης ότι σύμφωνα με την Eurostat: Το 71,9% των νέων στην Ελλάδα (18- 34 ετών) διαμένει στο παιδικό του δωμάτιο. «Είμαστε δεύτεροι στη λίστα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που σημαίνει αφενός ότι οι φοιτητές επιλέγουν τη σχολή τους σύμφωνα με το πού βρίσκεται η κύρια οικογενειακή κατοικία, αντί να επιλέγουν τις σπουδές βάσει της δικής τους ακαδημαϊκής πορείας και επαγγελματικής σταδιοδρομίας». Το πρόβλημα όμως δεν αφορά μόνο τους νέους φοιτητές, αφού βλέπουμε και άτομα ηλικίας 27- 28 ετών, οι οποίοι είναι επαγγελματίες πλέον, να μην μπορούν να φύγουν από την οικογενειακή κατοικία και να προχωρήσουν στη ζωή τους.
Επιπλέον, πάλι η Eurostat επισημαίνει ότι το 74,6% των ενοικιαστών στην Ελλάδα δαπανά ποσά άνω του 40% του εισοδήματός του για στέγαση, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος της ΕΕ είναι 21,1%.
«Όλα αυτά τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι η χώρα βιώνει μια βαθιά στεγαστική κρίση», σημειώνει ο κύριος Μπάκας.
ΤΑ ΚΛΕΙΣΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ
Όμως, πέρα από τα στοιχεία, είναι σημαντικό να επισημανθεί και η χρονική στιγμή που εκτυλίσσεται η κρίση στην αγορά κατοικίας.
Όχι δεν αναφερόμαστε μόνο στην γενικευμένη επέλαση της ακρίβειας σ’ ό,τι αφορά το κόστος ζωής, αλλά και στην στροφή του μοντέλου στέγασης από την ιδιοκατοίκηση στην ενοικίαση. Βάσει των στοιχείων πρόσφατης έρευνας του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ: Οι ενοικιαστές αυξάνονται σταθερά τα τελευταία χρόνια. Συγκεκριμένα, το 2023 οι ενοικιαστές ξεπερνούσαν το 30% του πληθυσμού, κάτι που φανερώνει ότι το μοντέλο της ιδιοκατοίκησης υποχωρεί.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τον επιστημονικό συνεργάτη του Ινστιτούτου, κύριο Βασίλη Δελή: «Οι ενοικιαστές αποτελούν μια κοινωνική ομάδα με υψηλό βαθμό κινδύνου οικονομικής ανέχειας και στεγαστικής επισφάλειας».
Στο πλαίσιο του δημόσιου διαλόγου για τα αναγκαία μέτρα ανάσχεσης του φαινομένου, συζητήθηκε η πτυχή των ακινήτων που παραμένουν κλειστά, ενώ θα μπορούσαν να διατεθούν στην αγορά και να αποσυμφορήσουν την κατάσταση. «Η προσφορά θα ήταν μεγαλύτερη και οι τιμές πιο ανταγωνιστικές, αν άνοιγαν τα κλειστά σπίτια», υποστηρίζει η πιστοποιημένη εκτιμήτρια ακινήτων και κτηματομεσίτρια, κ. Άννα Μωκάκου [ΤΟ ΒΗΜΑ, 3/9/2024].
ΠΟΣΑ ΕΙΝΑΙ;
Μετά από τα παραπάνω, αβίαστα προκύπτει το ερώτημα: Γιατί, παρά το τεράστιο πρόβλημα στην εύρεση οικονομικά προσιτής και αξιοπρεπούς κατοικίας, αυτά τα ακίνητα παραμένουν εκτός αγοράς;
Ωστόσο, πριν πάμε εκεί, πρέπει να επισημανθεί ότι συνομιλώντας με ανθρώπους του κλάδου, κανείς δεν μπορούσε να προσδιορίσει τον ακριβή αριθμό αυτών των ακινήτων.
Όσα στοιχεία έχουν παρουσιαστεί ως τώρα τόσο από την ΕΛΣΤΑΤ, όσο και από το Κτηματολόγιο αποτελούν εκτιμήσεις και όχι βέβαιες στατιστικές αποτυπώσεις. Οι εκτιμήσεις αυτές κάνουν λόγο για 770χιλ. κλειστά σπίτια που αποτελούν το 10-15% του συνόλου. Πολλά εξ αυτών βρίσκονται σε νησιά ή σε χωριά, λένε παράγοντες της αγοράς, ενώ ταυτόχρονα, στα αστικά κέντρα, όπως στην Αθήνα και τον Πειραιά, τα κλειστά διαμερίσματα ξεπερνούν τις 420χιλ, κυρίως σε παλιές συνοικίες.
ΓΙΑΤΙ ΜΕΝΟΥΝ ΚΛΕΙΣΤΑ;
Ερχόμενοι και πάλι στα αίτια εμφάνισης αυτής της συνθήκης που παρατηρείται παράλληλα και σε ευθεία σύνδεση με τη στεγαστική κρίση, συζητήσαμε με τον κύριο Κώστα Κουσαρίδα, σύμβουλο ακινήτων.
Όπως εξήγησε μιλώντας στο Magazine, oι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές είναι η πρώτη, αυθόρμητη απάντηση για τα «κλειστά σπίτια». Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν ιδιοκτήτες με αρκετά ακίνητα στην κατοχή τους. Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν τους ενδιαφέρει να τα νοικιάσουν όλα. «Έχει ας πούμε κάποιος δώδεκα διαμερίσματα στην κατοχή του. Νοικιάζει τα τέσσερα και ‘’καθαρίζει’’ μηνιαίως ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό. Γιατί να νοικιάσει τα υπόλοιπα;».
Άλλη μια παράμετρος που πρέπει να ληφθεί υπόψη σύμφωνα με τον κύριο Κουσαρίδα είναι η παλαιότητα των σπιτιών που χρειάζονται ανακαίνιση, η οποία πολλές φορές δεν γίνεται, λόγω οικονομικής αδυναμίας. «Τα κληρονομικά επίσης είναι κάτι που συναντώ αρκετά συχνά στη δουλειά μου. Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε τα κληροδοτήματα. Για παράδειγμα, φορείς του Δημοσίου κατέχουν αρκετά ακίνητα. Όμως, δεν έχει ενδιαφερθεί κανείς για την τύχη τους κι έτσι παραμένουν εκτός αγοράς. Το ίδιο ισχύει και για τα κληροδοτήματα σε ιδρύματα, στην Εκκλησία ή και τον Ερυθρό Σταυρό. Να θυμόμαστε ακόμη ότι πληθώρα ακινήτων βρίσκονται στα χέρια της Εθνικής Τράπεζας. Είναι νομίζω προφανές ότι πρέπει να γίνει χαρτογράφηση αυτών των διαμερισμάτων».
Τέλος, από την εξίσωση δεν λείπει ένας άλλος, λιγότερο σύνθετος παράγοντας: Η αδιαφορία, υποστηρίζει ο κ. Κουσαρίδας. «Σου λέει ο άλλος: ‘’έχω το δικό μου σπίτι, μένω εδώ, δεν με ενδιαφέρει να το νοικιάσω’’…».
ΑΝΑΓΚΑΙΑ Η ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΗ
Στην ανάγκη χαρτογράφησης των κλειστών ακινήτων αναφέρθηκε κατά τη συνομιλία μας και ο κύριος Μπάκας, θέτοντας παράλληλα μερικά πρόσθετα, καίρια για την πορεία της δημόσιας συζήτησης ερωτήματα.
«Κανείς δεν μπορεί με ακρίβεια να γνωρίζει πόσα είναι τα σπίτια αυτά. Ακόμη, θα πρέπει να αναρωτηθούμε πόσα είναι τα κλειστά, οικιστικά ακίνητα. Επιπλέον, είναι αναγκαίο να γνωρίζουμε πόσα από τα κλειστά ακίνητα είναι κατοικήσιμα. Το κυριότερο όμως είναι: Πού βρίσκονται αυτά τα ακίνητα;
Η κυβέρνηση μπορεί να έδωσε ένα κίνητρο για τους ιδιοκτήτες που θα προσφέρουν το ακίνητό τους προς ενοικίαση για τα επόμενα τρία έτη, απαλλάσσοντάς τους από τον φόρο εισοδήματος από μισθώσεις, ένα σωστό μέτρο, αλλά πρόκειται για ένα μέτρο που έχει εξαγγελθεί ήδη από το 2021 και το έχει υιοθετήσει η Ισπανία εδώ και έναν χρόνο».
ΤΑ “FUNDS” ΚΑΙ Η “GOLDEN VISA”
Στο παράδειγμα της Ισπανίας θα αναφερθούμε αναλυτικότερα στη συνέχεια. Πριν πάμε όμως εκεί, εξετάσαμε τις πληροφορίες που έκαναν λόγο για ένα ιδιότυπο παιχνίδι των «funds» και των κατόχων της «Golden Visa», οι οποίοι βγάζουν, όπως λέγεται, σταδιακά κατοικίες στην αγορά, ακριβώς για να μην πέσουν ραγδαία οι τιμές.
«Ισχύει κάτι τέτοιο;», ρωτήσαμε τον έμπειρο σύμβουλο ακινήτων, Κώστα Κουσαρίδα.
«Κατά τη γνώμη μου, όσα ακίνητα έχουν βρεθεί στο χαρτοφυλάκιο των ‘’funds” στην πλειοψηφία τους είναι ενεργά στην αγορά. Θέλουν να έχουν πρόσθετα εισοδήματα, οπότε και τα διαθέτουν σε διάφορες μορφές ενοικίασης. Αρχικά, τα ανακαινίζουν και στη συνέχεια προχωρούν στην εκμίσθωσή τους με ακριβά συμβόλαια. Υπάρχουν φυσικά, σπίτια που βρίσκονται στην κατοχή των τραπεζών ή των ‘’funds’’ και δεν διατίθενται στην αγορά προκειμένου να διατηρούνται ψηλά οι τιμές. Ωστόσο, από την εμπειρία μου σάς λέω ότι δεν αφορά μεγάλο αριθμό ακινήτων».
Σ’ ό, τι αφορά τους ιδιοκτήτες ακινήτων και κατόχους της «Golden Visa», ο κύριος Κουσαρίδας επιβεβαίωσε τις πληροφορίες μας, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι και πάλι δεν μπορούμε να μιλήσουμε για πλειοψηφική τάση. «Και σ’ αυτή την περίπτωση δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι οι νέοι αυτοί ιδιοκτήτες ακινήτων έχουν κάθε συμφέρον, κάθε λόγο να δουν την επένδυσή τους να αποδίδει· να έχουν εισόδημα. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι μιλάμε για ανθρώπους με χοντρά πορτοφόλια».
Η ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΑ ΜΙΣΘΩΣΗ
Ακόμη μία πτυχή του προβλήματος είναι η βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων στις διάφορες διαθέσιμες πλατφόρμες.
Μολονότι έχει χυθεί αρκετό μελάνι για την ραγδαία εξάπλωση αυτού του κλάδου της οικονομίας στη χώρα μας, υπάρχουν περιπτώσεις ιδιοκτητών που ακολούθησαν την ακριβώς ανάποδη πορεία από την αναμενόμενη. Προχώρησαν δηλαδή στην μετατροπή της κατοικίας τους σε χώρο βραχυχρόνιας μίσθωσης, απέτυχαν κι εν συνεχεία έκλεισαν οριστικά την πόρτα του διαμερίσματος.
Πόσες είναι αυτές οι περιπτώσεις;
Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό, παρόλα αυτά, ρεπορτάζ στον Τύπο αναδεικνύουν τον λόγο αυτής της επενδυτικής αποτυχίας, με το 30% των περιπτώσεων βραχυχρόνιων μισθώσεων που δεν πήγαν καλά να αφορά περιοχές με χαμηλή τέτοιου είδους ζήτηση ή ιδιοκτήτες που δεν είχαν εμπειρία από σχετικές επιχειρηματικές ενασχολήσεις.
ΜΕΤΡΑ ΣΤΟ… ΚΑΙ ΠΕΝΤΕ
Σε κάθε περίπτωση είτε πέτυχε είτε όχι η συγκεκριμένη επένδυση, παραμένει το διαχρονικό ερώτημα: Πώς θα πειστούν οι ιδιοκτήτες να γυρίσουν ξανά στην μακροχρόνια μίσθωση, διαθέτοντας εκ νέου τα ακίνητά τους στην αγορά που ασφυκτιά;
Όπως αναφέρθηκε, η κυβέρνηση εξήγγειλε ότι όποιος ιδιοκτήτης επιστρέψει από τη βραχυχρόνια στην μακροχρόνια μίσθωση, θα έχει μηδενικό φόρο εισοδήματος για τα ενοίκια που εισπράττει. Παράλληλα, στις πρωθυπουργικές εξαγγελίες συγκαταλέχθηκε η απαγόρευση νέων βραχυχρόνιων μισθώσεων στα τρία κεντρικά διαμερίσματα της Αθήνας
Εδώ όμως πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι, μου λέει ο κύριος Μπάκας, όταν η κουβέντα μας φτάνει εκεί.
Τον περασμένο Δεκέμβριο ψηφίστηκε ένα νομοθετικό πλαίσιο που αφορούσε τις βραχυχρόνιες μισθώσεις και βρίσκεται σε ισχύ από 1/1/2024. «Όταν ψηφίστηκε είχαμε αναγνωρίσει το θετικό πρόσημο των κανόνων που τέθηκαν στην βραχυχρόνια μίσθωση. Από την άλλη, είχαμε αναφέρει ότι το συγκεκριμένο κανονιστικό πλαίσιο είναι θετικό ως προς την επιχειρηματικότητα του κλάδου και θα φέρει αύξηση της δυναμικής. Κάτι που εν τέλει συνέβη, έπειτα από δύο μήνες.
Εν ολίγοις, τα μέτρα της κυβέρνησης για τα συγκεκριμένα δημοτικά διαμερίσματα της Αθήνας, έρχονται τη στιγμή που οι περιοχές αυτές ήδη βρίσκονται στο κόκκινο. Δεν αποτελεί δηλαδή, παρέμβαση που θα αναχαιτίσει το κόστος στέγασης, αλλά μια παρέμβαση που ουσιαστικά δεν θα οξύνει το πρόβλημα».
ΠΟΙΟΣ ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ ΘΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΙ;
Η ενδεχόμενη επιστροφή ιδιοκτητών από τον κλάδο της βραχυχρόνιας μίσθωσης στις μακροχρόνιες συμβατικές μισθώσεις ενδεχομένως να επέλθει κυρίως σε περιοχές με μη τουριστική δυναμική και μικρά ποσοστά πληροτήτων, περιοχές κυρίως της περιφέρειας, αναφέρει στο «NEWS 24/7» ο κύριος Μπάκας. Ο ίδιος επισημαίνει ακόμη ότι μπορεί να επιστρέψουν οι ιδιοκτήτες που κατάλαβαν ότι έκαναν λάθος επένδυση ή ότι αδυνατούν να ανταποκριθούν με πληρότητα στις ανάγκες αυτού του οικονομικού κλάδου.
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι εκτός των κινήτρων σε ιδιοκτήτες να ανοίξουν τα κλειστά ακίνητα, με τα νέα μέτρα που παίρνει, επιχειρείται να ενταχθούν όλο και περισσότεροι πολίτες στα προγράμματα στέγης. Συγκεκριμένα, η υπ. Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, κ. Ζαχαράκη και ο αν. υπουργός Εθνικής Οικονομίας, κ. Παπαθανάσης ανέφεραν ότι μέσα από τα προγράμματα «Σπίτι μου I» και «Σπίτι μου ΙΙ», 30χιλ. δικαιούχοι θα αποκτήσουν το δικό τους σπίτι.
Τέλος, μέσα στις ημέρες αναμένεται νέα διάταξη για τη βελτίωση των όρων του προγράμματος «Ανακαινίζω- Νοικιάζω», ώστε μαζί με την επιχείρηση χαρτογράφησης των κλειστών ακινήτων (με δεδομένα της ΑΑΔΕ, του ηλεκτρικού ρεύματος και ανάλυση του ταχυδρομικού κώδικα) να ενισχυθεί η «μακροχρόνια μίσθωση» και να «βγάλουν κατοικίες στην αγορά οι ιδιοκτήτες», όπως δήλωσε ο υφ. Έρευνας και Τεχνολογίας, κ. Δήμας.
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ
Μετά την εξειδίκευση των μέτρων Μητσοτάκη από τους αρμόδιους υπουργούς του, ζήτησα το σχόλιο του κυρίου Μπάκα.
Είναι θετικό το πρόσημο αυτών; Ο ίδιος ισχυρίζεται πως έχουμε αργήσει να αποκτήσουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο στεγαστικής πολιτικής. «Μπορεί αυτή τη στιγμή να ακούμε και να συζητάμε διάφορα μέτρα που εξαγγέλλει η κυβέρνηση, ωστόσο σε μεγάλο βαθμό αυτά τα μέτρα θέλουν χρόνο».
Επίσης, υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει ούτε ένα μέτρο που να δίνει τη δυνατότητα σε έναν δικαιούχο να ενταχθεί «σήμερα» σε κάποιο από αυτά και την «επόμενη μέρα» να δει άμεσα τη διαφορά στα οικονομικά δεδομένα που αφορούν τη στέγασή του.
Και τότε τι θα έπρεπε να κάνουμε; Η συζήτηση αναπόφευκτα έφτασε στο παράδειγμα της Ισπανίας, όπου η θεσμοθέτηση των μέτρων για τη στεγαστική κρίση έγινε με διαφορετική λογική απ’ ό, τι στη χώρα μας.
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ
«Τι διαφορετικό έκαναν εκεί;», ρωτώ τον κύριο Μπάκα. Πρώτα πρώτα είχαν χαρτογραφήσει ποια είναι τα κλειστά ακίνητα, δίνοντας εν συνεχεία συγκεκριμένα φορολογικά κίνητρα ανά περιοχή, απαντά ο συνομιλητής μου, τονίζοντας ότι αυτές οι πρωτοβουλίες αφορούσαν μέρη της Ισπανίας με πολύ μεγάλο πρόβλημα -καθώς τα σπίτια ήταν λιγοστά και σε υψηλές τιμές.
«Θέλοντας να βοηθήσουν τους νέους ανθρώπους να βρουν σπίτι, είπαν: ‘’Θα δώσω έκπτωση φόρου 70% στους ιδιοκτήτες αν νοίκιαζαν το σπίτι τους σε νέο άνθρωπο (18-34 ετών) και 50% έκπτωση αν το εν λόγω ακίνητο είχε ανακαινιστεί τα τελευταία δύο χρόνια’’.
Εμείς πάλι μπήκαμε στη λογική του μηδενικού φόρου. Καθόλου κακό. Αλλά, αν αυτή τη στιγμή δεν δούμε στην Καλλιθέα, στο Παγκράτι, στη Ν. Σμύρνη, στους Αμπελόκηπους, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης· γενικά σε περιοχές που αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα· να βγαίνουν στην αγορά διαθέσιμα σπίτια προς ενοικίαση, αντίθετα το δούμε αυτό να συμβαίνει στην περιφέρεια, προφανώς είναι μια εξέλιξη, ωστόσο δεν λύνεται το πρόβλημα.
Επομένως, για να δούμε αν μπορεί να αποδώσει το συγκεκριμένο μέτρο, πρέπει προηγουμένως να έχουν απαντηθεί τα ερωτήματα που προανέφερα».
ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ “ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΙΙ”
Αφήνοντας πίσω τη Βαρκελώνη και τις άλλες περιοχές της Ισπανίας που αναστενάζουν κάτω από την πίεση της στεγαστικής κρίσης και του υπερτουρισμού, κοιτώ ξανά τις σημειώσεις μου. Μέσα σ’ αυτές βλέπω ότι έχω κυκλώσει ένα σημείο σχετικά με τις κατηγορίες πολιτών που δικαιούνται να μετέχουν στα νέα στεγαστικά προγράμματα.
Πρόκειται εκτός των άλλων, για άτομα ηλικίας έως 50 ετών, μονογονεϊκές οικογένειες, άτομα με αναπηρία, αστέγους, γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας, νοικοκυριά καθώς και περιπτώσεις ανθρώπων που κινδυνεύουν να χάσουν το σπίτι τους.
Αναμφίβολα πρόκειται για θετική εξέλιξη, σκέφτηκα.
Ωστόσο, από το ρεπορτάζ προκύπτει πως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως παρουσιάζονται από την κυβέρνηση και από τα φίλια προς αυτή Μέσα.
Μου λέει σήμερα ο κύριος Μπάκας: Όποιος γνωρίζει το πρόγραμμα «Σπίτι μου Ι», αντιλαμβάνεται ακριβώς τι συμβαίνει. Με το «Σπίτι μου Ι» είδαμε 9.300- 9.500 ανθρώπους, ηλικίας 24- 39 ετών να αποκτούν μέσω της πρώτης φάσης του προγράμματος το δικό τους σπίτι. «Θα μου επιτρέψετε σ’ αυτό το σημείο να επιμείνω στο προφίλ αυτών των νέων ανθρώπων που απέκτησαν σπίτι. Ήταν νέοι άνθρωποι που μπορούσαν να πάρουν δάνειο, κατά μέσο όρο μέχρι 100χιλ. ευρώ» κι έτσι «αγόρασαν ένα σπίτι εμπορικής αξίας 140χιλ. ευρώ, ηλικίας περίπου 40 ετών. Επομένως, μιλάμε για έναν άνθρωπο που πληρούσε τις προδιαγραφές του προγράμματος, είχε ίδια κεφάλαια και μπόρεσε να αγοράσει αυτό το σπίτι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου