Γιατί ενώ μπήκε το φθινόπωρο κι έχουν υποχωρήσει εδώ και μέρες οι καύσωνες, στην Ελλάδα παραμένουν στο ταβάνι οι τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς του ρεύματος; Η μέση τιμή της μεγαβατώρας εκτοξεύθηκε στα 138,19 ευρώ, με άλμα ποσοστού 70% σε σχέση με την τιμή της Κυριακής, η οποία διαμορφώθηκε στα 124,13 ευρώ. Η τιμή αυτή είναι έξι φορές υψηλότερη από τη Γαλλία, όπου η τιμή της μεγαβατώρας φτάνει μόλις τα 21,91 ευρώ, ενώ είναι πενταπλάσια σε σχέση με τις αγορές της Πορτογαλίας και της Ισπανίας.

Την ώρα που η χώρα μας παραμένει στην πρώτη θέση με την ακριβότερη χονδρική τιμή ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρώπη, έρχονται και οι βιομήχανοι να διαψεύσουν την κυβέρνηση πως πρόκειται για «εισαγόμενο πρόβλημα». Οι μεγάλες ελληνικές βιομηχανίες που στηρίζονται στο ηλεκτρικό ρεύμα και συνασπίζονται υπό την ένωση ΕΒΙΚΕΝ κατέθεσαν σχόλια στη δημόσια διαβούλευση για το αναθεωρημένο «Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα» (ΕΣΕΚ) και αποδίδουν εκεί την κατάσταση, στο ολιγοπώλιο που διαμορφώνει τις τιμές. Οι βιομήχανοι μάλιστα προτείνουν στην κυβέρνηση φόρο για τα υπερκέρδη του ολιγοπωλίου των τεσσάρων παικτών του ηλεκτρικού ρεύματος.

Η χονδρική τιμή του ρεύματος στην Ελλάδα παραμένει στα ύψη κάτω από όλες της συνθήκες. Κυμαίνεται πάνω από 115 ευρώ ανά μεγαβατώρα, την ώρα που στην Ευρώπη μετά τα μέτρα των κυβερνήσεων έχει πέσει κάτω από τα 100 ευρώ, με εξαίρεση την Ιταλία, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία που παρόλα αυτά έχουν φθηνότερη τιμή από την Ελλάδα.

Την ίδια ώρα παρατηρείται η εξής αντίφαση: Τον Σεπτέμβριο, μειώθηκε η ζήτηση, ωστόσο οι τιμές δεν υποχωρούν. Στην αρχή του μήνα αντιθέτως εκτοξεύθηκαν οι ανώτατες τιμές ημέρας έως και τα 911 ή και τα 942 ευρώ, ενώ η ζήτηση καλύπτεται κυρίως από τους ηλεκτροπαραγωγούς που δουλεύουν με φυσικό αέριο και μειώνεται σημαντικά η παραγωγή από τα φωτοβολταϊκά!

Έλεγχο του ολιγοπωλίου ζητούν οι βιομήχανοι

Η κυβέρνηση επιμένει στο αφήγημα του «εισαγόμενου προβλήματος» και ζητάει παρέμβαση από την Κομισιόν, ωστόσο η Ένωση Βιομηχάνων κάνει ξεκάθαρο, πως οι Έλληνες παραγωγοί είναι αυτοί που ανεβάζουν τις τιμές που παραμένουν υψηλές γιατί δεν ρυθμίζει την αγορά η κυβέρνηση.

«Η ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας παρουσιάζει δομικά χαρακτηριστικά ολιγοπωλίου, καθώς συμμετέχουν μόνο 4 καθετοποιημένοι παίκτες, με αποτέλεσμα την παντελή έλλειψη συνθηκών ανάπτυξης έστω στοιχειώδους ανταγωνισμού» γράφει στην ανακοίνωση της η ΕΒΙΚΕΝ «Από τη στιγμή, μάλιστα, που οι τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς μεταφέρονται άμεσα στα τιμολόγια των απλών καταναλωτών (πρώτα με τη ρήτρα αναπροσαρμογής, σήμερα με τα πράσινα και κίτρινα τιμολόγια και αύριο με τα πορτοκαλί), καταλήγουμε εύκολα στο συμπέρασμα ότι οι παραγωγοί δεν έχουν κανένα ρίσκο να εκτοξεύουν με τις προσφορές τους τις τιμές στη χονδρεμπορική αγορά, όταν οι συνθήκες τούς το επιτρέπουν. Διότι οι ίδιοι παίκτες, ως προμηθευτές, απλά περνούν τις όποιες υψηλές τιμές της αγοράς κατευθείαν στα τιμολόγια τους στη λιανική, χωρίς ζημία»,!

Οι βιομηχανίες ζητούν μέτρα για τη στήριξη της ελληνικής παραγωγής, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες, ενώ τονίζουν ότι θα παραμείνουν υψηλές και οι Ρυθμιζόμενες Χρεώσεις στους λογαριασμούς (ΕΤΜΕΑΡ-ΥΚΩ), παρά το γεγονός ότι τουλάχιστον οι δεύτερες θα έπρεπε να μειώνονται όσο προχωρά η σύνδεση των νησιών μέσω καλωδίων.

Ο πρόεδρος της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ) Αντώνης Κοντολέων, μιλώντας στην εφημερίδα Αυγή, αναφερόμενος στις εξελίξεις του τελευταίου διμήνου, σημειώνει ότι από τις 7 Ιουλίου μέχρι σήμερα παρατηρούνται καθημερινά συμπεριφορές χειραγώγησης των τιμών στη χονδρεμπορική αγορά στις ώρες αιχμής, αν και οι αρμόδιοι επιχειρούν να εμφανίσουν ως υπαίτιες τις εξαγωγές για την εκτόξευση αυτή.

«Ωστόσο μία είναι η αλήθεια: Οι Έλληνες ηλεκτροπαραγωγοί των συμβατικών μονάδων, περιλαμβανομένων και των υδροηλεκτρικών, εκμεταλλευόμενοι την παρατηρούμενη αύξηση της ζήτησης μετά τη δύση του ήλιου για 3-4 ώρες, όταν σταματούν να παράγουν τα φωτοβολταϊκά, επιλέγουν να προσφέρουν την ίδια ενέργεια που τις προηγούμενες ώρες μέσα στην ίδια ημέρα κοστολογούσαν, για παράδειγμα, με 100 ευρώ/μεγαβατώρα στα 350-950 ευρώ. Μάλιστα, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο, “ακολουθώντας το χρήμα” (follow the money) στην αγορά ηλεκτρισμού, οι παραγωγοί, πέραν του πρόσκαιρου κέρδους, να επιδιώκουν να εμφανίσουν ως επιβεβλημένη “λύση” το πάγιο αίτημά τους για αποζημίωση της διαθεσιμότητας ισχύος των μονάδων τους, με αντάλλαγμα να συγκρατούν τις τιμές της αγοράς κάτω από μια συμφωνημένη τιμή, με κόστος, όμως, που υπολογίζεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Επίσης, σημειώνει, όφελος από τις υψηλές τιμές έχει και ο Ειδικός Λογαριασμός ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ), καθώς μειώνεται το έλλειμμά του και η αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ στους λογαριασμούς μετατίθεται πιο πίσω χρονικά, απομακρύνοντας, προς το παρόν, το πολιτικό κόστος που συνεπάγεται μια νέα επιβάρυνση των καταναλωτών.»

Ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ διαφωνεί με την επιβολή φόρου στο φυσικό αέριο ηλεκτροπαραγωγής που επέλεξε η κυβέρνηση, καθώς εντέλει οδηγεί σε αυξήσεις στη χονδρεμπορική αγορά που μεταφέρονται στους καταναλωτές και ιδίως σε εκείνους που δεν επιδοτούνται, δηλαδή σε επιχειρήσεις και βιομηχανίες. Ζητά τη φορολόγηση των υπερκερδών όλων των ηλεκτροπαραγωγών, με έμφαση στα τεράστια κέρδη των υδροηλεκτρικών. Διευκρινίζει δε ότι δεν πρόκειται για «ουρανοκατέβατα», αλλά για υπερκέρδη που τα προκαλούν οι παραγωγοί με τις υψηλές προσφορές τους στη χονδρεμπορική αγορά.

ΠΗΓΗ