
ELNET: Το ισραηλινό λόμπι που «εξαγοράζει» τους πολιτικούς της Ευρώπης
Παρά τα εντάλματα σύλληψης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου κατά της ισραηλινής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, οι σχέσεις της ΕΕ και των κρατών-μελών της με το Ισραήλ όχι μόνο δεν περιορίζονται, αλλά ενισχύονται. Στη βάση αυτής της επιλογής λειτουργεί ένας καλά οργανωμένος και εξαιρετικά αποτελεσματικός μηχανισμός πολιτικής επιρροής: το European Leadership Network, γνωστό ως ELNET.
Η ELNET ιδρύθηκε το 2007 με δηλωμένο στόχο την ενίσχυση των σχέσεων Ισραήλ και Ευρώπης, σε μια περίοδο που το Ισραήλ αντιμετώπιζε αυξανόμενη διεθνή κριτική για την κατοχή και τον αποκλεισμό της Γάζας. Σήμερα, με γραφεία στη Γερμανία, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιταλία, την Πολωνία, τις Βρυξέλλες και το Ισραήλ, και με βασική χρηματοδότηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες, η ELNET αυτοπαρουσιάζεται ως ο πιο επιδραστικός φιλοϊσραηλινός οργανισμός lobbying στην Ευρώπη. Το χαμηλό δημόσιο προφίλ της έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη βαθιά της διείσδυση στα ευρωπαϊκά κέντρα λήψης αποφάσεων.
Η στρατηγική του λεγόμενου ευρωπαϊκού AIPAC δεν βασίζεται στη δημόσια αντιπαράθεση, αλλά στη διαμόρφωση του πολιτικού περιβάλλοντος. Μέσω χρηματοδοτούμενων ταξιδιών Ευρωπαίων βουλευτών και κοινοβουλευτικών συνεργατών στο Ισραήλ, μέσω κλειστών «στρατηγικών διαλόγων» με ανώτατους στρατιωτικούς και στελέχη της ισραηλινής πολεμικής βιομηχανίας, και μέσω της παραγωγής πολιτικών αφηγημάτων, η οργάνωση καλλιεργεί μια σταθερή εικόνα του Ισραήλ ως αναντικατάστατου «εταίρου ασφάλειας». Αυτή η εικόνα συγκρούεται ευθέως με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, το οποίο απαγορεύει ρητά τη συλλογική τιμωρία, τη λιμοκτονία ως μέθοδο πολέμου και τις επιθέσεις κατά αμάχων.
Οι «Έρευνες για το Ισραήλ»
Η ELNET διεξάγει και την Έρευνα για το Ισραήλ (Israel Survey), η οποία απευθύνεται αποκλειστικά σε μέλη εθνικών κοινοβουλίων και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στην τελευταία έρευνα το 2024, συμμετείχαν 317 βουλευτές από 29 ευρωπαϊκές χώρες, ανάμεσά τους και 16 βουλευτές από Ελλάδα και πέντε από την Κύπρο.
Η ίδια η ELNET δηλώνει ότι σκοπός της έρευνας είναι να «ρίξει φως στις σχέσεις Ευρώπης–Ισραήλ» και να αντλήσει συμπεράσματα για την ευρωπαϊκή πολιτική στη Μέση Ανατολή. Στην πραγματικότητα, όμως, η έρευνα παράγει πολιτικό αφήγημα, το οποίο στη συνέχεια αξιοποιείται από την ίδια την ELNET σε lobbying, συναντήσεις με θεσμούς και δημόσιες παρεμβάσεις.
Η μεθοδολογία είναι σημαντική: το ερωτηματολόγιο αποστέλλεται μέσω email σε βουλευτές «από τα περισσότερα κόμματα κάθε χώρας». Δεν πρόκειται για τυχαίο δείγμα, ούτε για αντιπροσωπευτική δειγματοληψία. Η ίδια η ELNET αναγνωρίζει ρητά ότι η έρευνα δεν είναι αντιπροσωπευτική, λόγω της σύνθεσης των συμμετεχόντων και της μεταβαλλόμενης δημογραφίας.
Ωστόσο, τα αποτελέσματα παρουσιάζονται ως ένδειξη ευρείας πολιτικής συναίνεσης υπέρ του Ισραήλ στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, η έρευνα του 2024 καταγράφει ότι η πλειοψηφία των ερωτηθέντων βουλευτών θεωρεί τις σχέσεις με το Ισραήλ «καλές ή σχετικά καλές» -η αναφορά κάνει λόγο για 73% των βουλευτών-, επιθυμεί στενότερη συνεργασία με το Ισραήλ (72%), υποστηρίζει τις Συμφωνίες του Αβραάμ ως «πλαίσιο ειρήνης» (77%) και θεωρεί αναγκαία τη μεταρρύθμιση της UNRWA (90%). Ταυτόχρονα, μεγάλος αριθμός βουλευτών φέρεται να υιοθετεί τη ρητορική περί «αντισημιτισμού που σχετίζεται με την κριτική στο Ισραήλ» (54%), ενώ το 80% θεωρεί ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να λάβουν περισσότερα μέτρα για αυτό το φαινόμενο.
Μάλιστα, σύμφωνα με την έρευνα της ELNET «οι βουλευτές εντοπίζουν δύο μορφές αντισημιτισμού»: «εκείνες που προέρχονται από ριζοσπαστικές μουσουλμανικές κοινότητες», αλλά και τον «λανθάνων αντισημιτισμό σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας».
Όπως εξηγήσαμε τα ποσοστά αυτά των ερευνών αυτών είναι πλασματικά. Και η ELNET το γνωρίζει καλά. Τα αποτελέσματα ωστόσο, αυτών των «ερευνών» χρησιμοποιούνται για την άσκηση πολιτικής πίεσης. Επιπλέον, η ίδια η διαδικασία της έρευνας λειτουργεί και ως μηχανισμός δικτύωσης με τους βουλευτές των εθνικών κοινοβουλίων, αλλά και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Τα σκάνδαλα που εμπλέκουν πολιτικούς
Η πολιτική αποτελεσματικότητα αυτής της στρατηγικής έγινε ιδιαίτερα ορατή στο Ηνωμένο Βασίλειο, όταν δημοσιογραφικές έρευνες αποκάλυψαν ότι φιλοϊσραηλινοί χρηματοδότες και οργανώσεις έχουν διοχετεύσει σημαντικά ποσά σε βουλευτές και μέλη της κυβέρνησης των Εργατικών. Ακόμη πιο ανησυχητικές είναι οι αποκαλύψεις σύμφωνα με τις οποίες η ELNET κάλυψε τα έξοδα ταξιδιών κοινοβουλευτικών συνεργατών στο Ισραήλ, με στόχο τη διαμόρφωση φιλοϊσραηλινών θέσεων πριν καν αυτοί αναλάβουν κυβερνητικά καθήκοντα, σαν ένα είδος «πολιτικής επένδυσης». Δεν χρειάζεται να πούμε ότι αυτές οι πρακτικές, που παραπέμπουν άμεσα σε παράνομη ή τουλάχιστον αδιαφανή άσκηση επιρροής, εγείρουν σοβαρά ζητήματα πολιτικής δεοντολογίας.
Η εμπλοκή της ELNET με Ευρωπαίους αξιωματούχους
Η ELNET έχει αναπτύξει μια συστηματική και μετρήσιμη σχέση επιρροής με Ευρωπαίους αξιωματούχους, την οποία η ίδια δεν διστάζει να παρουσιάζει δημόσια ως πολιτική επιτυχία. Σύμφωνα με ετήσιες εκθέσεις και ανακοινώσεις της, η οργάνωση έχει οργανώσει συναντήσεις και «στρατηγικούς διαλόγους» με προέδρους κρίσιμων επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως την πρόεδρο της Επιτροπής Άμυνας Μαρί-Ανιές Στρακ-Τσίμερμαν, τον πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων Ντέιβιντ ΜακΆλιστερ και την πρόεδρο της Αντιπροσωπείας ΕΕ–Ισραήλ Χίλντεγκαρντ Μπέντελε. Σε ανακοίνωσή της μετά από συναντήσεις στο Στρασβούργο, η ELNET ανέφερε ότι «οι συνομιλίες έδειξαν πως το Ισραήλ μπορεί να προσφέρει προστιθέμενη στρατηγική αξία για την ευρωπαϊκή ασφάλεια», αναφερόμενη ρητά σε συστήματα όπως το Arrow 3, το Iron Dome, την τεχνολογία drones και την κυβερνοασφάλεια.
Έντεκα ημέρες μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου 2023, η ELNET οργάνωσε εμφάνιση Ισραηλινών επιζώντων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Την επόμενη ημέρα, το Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα που υποστήριζε «το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα» και καλούσε για την «εξάλειψη της Χαμάς». Στην ετήσια έκθεσή της, η οργάνωση σημείωσε ότι «την ημέρα μετά την παρουσία των επιζώντων που διοργάνωσε η ELNET, ψηφίστηκε ένα πρωτοφανές ψήφισμα υπέρ του Ισραήλ».
Η Γερμανία ως κεντρικός κόμβος της ELNET
Η Γερμανία αποτελεί τον βασικό πυλώνα της δράσης της ELNET στην Ευρώπη, με την οργάνωση να αποδίδει στον εαυτό της καθοριστικό ρόλο σε μερικές από τις μεγαλύτερες εξοπλιστικές συμφωνίες στην ιστορία του Ισραήλ. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η συμφωνία ύψους περίπου 3,5 δισ. δολαρίων για την αγορά του ισραηλινού συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας Arrow 3 από τη Γερμανία. Στην ετήσια έκθεσή της για το 2023, η ELNET ανέφερε ότι «οργάνωσε συναντήσεις Γερμανών πολιτικών και αξιωματούχων με Ισραηλινούς ομολόγους και προώθησε τον αναγκαίο διάλογο για να ολοκληρωθεί αυτή η ιστορική συμφωνία».
Σε άρθρο του τον Μάιο του 2025 στο γερμανικό Table.Briefings, ο διευθύνων σύμβουλος της ELNET Γερμανίας Κάρστεν Όβενς έγραψε ότι «η γερμανοϊσραηλινή στρατιωτική συνεργασία πρέπει να επεκταθεί», προτείνοντας τη δημιουργία «ενός Γερμανο-Ισραηλινού Defense Tech Hub ενσωματωμένου με την Bundeswehr (ένοπλες δυνάμεις Γερμανίας)». Λίγους μήνες αργότερα, η ELNET χαιρέτισε ως επιτυχία την ανάθεση σύμβασης 55 εκατ. ευρώ στην Elbit Systems για το σύστημα PULS, σημειώνοντας ότι «η ταυτόχρονη προμήθεια ισραηλινών συστημάτων από τη Γερμανία, την Ολλανδία και τη Δανία ενισχύει αποφασιστικά την ευρωπαϊκή αμυντική συνεργασία».
«Για την Κύπρο δεν λέτε τίποτα»
Η Ελλάδα αποτελεί ένα ακόμη χαρακτηριστικό παράδειγμα της πολιτικής επιτυχίας αυτού του lobbying. Παρά τη ρητορική της προσήλωσης στο διεθνές δίκαιο, η ελληνική εξωτερική πολιτική έχει μετατραπεί σε έναν από τους πιο σταθερούς πυλώνες στήριξης του Ισραήλ. Οι εξοπλιστικές συμφωνίες με ισραηλινές εταιρείες, η ανάθεση της «αναβάθμισης» ελληνικών στρατιωτικών υποδομών σε ισραηλινή πολεμική βιομηχανία, οι κοινές ασκήσεις, αλλά και οι συζητήσεις για την απόκτηση αντιπυραυλικών συστημάτων πραγματοποιούνται, ενώ το Διεθνές Δικαστήριο καλεί ρητά τα κράτη να αποτρέψουν πράξεις που ενδέχεται να συνιστούν γενοκτονία.
Η Κύπρος συμπληρώνει αυτόν τον άξονα μέσω του μηχανισμού 3+1 με Ελλάδα, Ισραήλ και Ηνωμένες Πολιτείες. Παρότι η Κυπριακή Δημοκρατία στηρίζει μεγάλο μέρος της διεθνούς της νομιμοποίησης στα ψηφίσματα του ΟΗΕ και στο διεθνές δίκαιο, στην περίπτωση της Παλαιστίνης ευθυγραμμίζεται πλήρως με το Ισραήλ. Η επιλεκτική εφαρμογή του διεθνούς δικαίου υπονομεύει τη συνοχή και την αξιοπιστία του ίδιου του νομικού συστήματος που η Κύπρος επικαλείται για τη δική της περίπτωση.
Για ποια ακεραιότητα μιλάμε;
Σε αυτό το σημείο ανακύπτει ένα ερώτημα που η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφεύγει συστηματικά: γιατί η δράση της ELNET δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο θεσμικής έρευνας στα πρότυπα του Qatargate; Υπενθυμίζουμε ότι στην υπόθεση Qatargate, η ΕΕ κινητοποιήθηκε με το επιχείρημα της προστασίας της θεσμικής ακεραιότητας, διερευνώντας αδιαφανή άσκηση επιρροής από τρίτο κράτος μέσω χρηματοδότησης, ταξιδιών και δικτύωσης. Στην περίπτωση της ELNET, οι πρακτικές αυτές όχι μόνο υπάρχουν, αλλά δηλώνονται ανοιχτά! Πρόκειται για οργανωμένο lobbying υπέρ τρίτου κράτους, με χρηματοδότηση εκτός ΕΕ, με συστηματική πρόσβαση σε ευρωβουλευτές και με άμεσο στόχο τη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής.
Η ELNET δεν δρα στο κενό. Δρα σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον που έχει επιλέξει να προτάξει την «ασφάλεια», τα εξοπλιστικά συμφέροντα και τη γεωπολιτική ευθυγράμμιση σε ευθεία καταστρατήγιση του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ωστόσο, η ύπαρξη και η δράση της ELNET (και της κάθε ELNET), καθιστούν σαφές ότι η αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιδράσει δεν είναι απλώς «αδυναμία», αλλά συνειδητή πολιτική επιλογή που πιθανώς να μεταφράζεται και σε συγκεκριμένα προσωπικά οφέλη.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ επίσης:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου