Ε.Ε: Από την παρακμή στον παροξυσμό και από τον παροξυσμό στην παλαβομάρα
Η ηγεσία της Ε.Ε. αναζητά τρόπους να σταματήσει την οικονομική στασιμότητα και τη γεωπολιτική υποβάθμιση της ηπείρου αλλά είναι πολύ λίγη για να το πετύχει. Αποκλειστικό μέλημα αυτής της ολίγιστης ηγεσίας είναι η πάσει θυσία συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία καθώς μόνο αυτή μπορεί να δικαιολογήσει την αντιρωσική υστερία, την φιλοπόλεμη ρητορεία και τη στροφή στην πολεμική βιομηχανία – που ίσως φαντάζει μια διέξοδος για την παραπαίουσα ευρωπαϊκή οικονομία.
Πριν κάποια χρόνια η “πράσινη μετάβαση” ήταν η κινητήρια ιδέα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Από τη στιγμή όμως που η γερμανική βιομηχανία είδε τις πλάτες της Κίνας στην ηλεκτροκίνηση, στα φωτοβολταϊκά και στις μπαταρίες, το τροπάρι άλλαξε. Προτεραιότητα πλέον δεν είναι η σωτηρία του πλανήτη, η κλιματική κρίση, η εκπομπή μηδενικών ρύπων κλπ, αλλά η ενίσχυση του γερμανικού κολοσσού της Rheinmetall. Άλλωστε, η πολιτική “αρχών” και “αξιών” δεν ήταν ποτέ χαρακτηριστικό γνώρισμα της Ε.Ε.
Η μόνη βιομηχανία στην οποία μπορεί να στηριχθεί πλέον η Ε.Ε. είναι η πολεμική βιομηχανία. Όχι γιατί είναι καλύτερη από την αντίστοιχη αμερικανική, κινεζική ή ρωσική, αλλά γιατί είναι η μόνη βιομηχανία που μπορεί να ακολουθήσει τις εθνικές σκοπιμότητες. Μπορεί η Ευρώπη να μην κατάφερε να πείσει τον κόσμο να αγοράζει το ακριβότερο (και κατώτερο) ευρωπαϊκό ηλεκτρικό όχημα, αλλά με την κατάλληλη δόση αντιρωσικού παροξυσμού και τους κατάλληλους παπαγάλους στις κατάλληλες θέσεις προπαγάνδας, μπορεί να πείσει για την άμεση ανάγκη να εκτοξευτούν οι πολεμικές δαπάνες. Η χρηματοδότηση της γερμανικής και γαλλικής πολεμικής βιομηχανίας φαίνεται να είναι η βασική επιλογή μήπως πάρει κάποιες ανάσες ζωής ο μεγάλος ασθενής που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση.
Έρευνες, ινστιτούτα, δημοσιογράφοι, πολιτικοί βγάζουν πολεμικές κορώνες επιχειρώντας να πείσουν τις κοινωνίες ότι ο Πούτιν εντός των επόμενων ετών θα επιτεθεί στο Βερολίνο και στο Παρίσι. Ο πόλεμος στην Ουκρανία πρέπει με κάθε τρόπο να συνεχιστεί για να εδραιωθεί το αφήγημα της ρωσικής απειλής, άρα του επανεξοπλισμού, άρα της καταλήστευσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών προς όφελος της πολεμικής βιομηχανίας του ευρωπαϊκού κέντρου.
Η χθεσινή Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. δεν έβαλε τελικά χέρι στα ρωσικά αποθεματικά γιατί θα υπέσκαπτε την μελλοντική αξιοπιστία των χρηματαγορών. Συμφώνησε όμως σε δάνειο (δανεικό και αγύριστο) προς την Ουκρανία της τάξης των 90 δισ. ευρώ που θα πληρώσουν οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι. Αυτό που αρνήθηκαν να κάνουν για την Ελλάδα (με την αποπληρωμή του δανείου εγγυημένη), οι ευρωπαϊκές ηγεσίες το έκαναν για την Ουκρανία (με την αποπληρωμή του δανείου απίθανη – εκτός κι αν πιστεύει κανείς ότι η Ρωσία θα συρθεί ηττημένη στις διαπραγματεύσεις των πολεμικών αποζημιώσεων ενώ στο πεδίο κερδίζει τον πόλεμο).
Την ίδια μέρα που οι ηγέτες της Ε.Ε. έβαζαν το χέρι στην τσέπη των εργαζομένων για να πληρώσουν τη βαθιά διεφθαρμένη ουκρανική ηγεσία ώστε αυτή να συνεχίσει τον πόλεμο, 10.000 αγρότες έριχναν στις Βρυξέλλες, έξω από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αυτό που της αξίζει: τόνους από σκατά. Γιατί πέρα από την άγρια φορολόγηση της εργαζόμενης κοινωνίας προς χάρη της πολεμικής βιομηχανίας, είναι προς κύρωση η συμφωνία με τη Mercosur σύμφωνα με την οποία η Ε.Ε. θα εισάγει φθηνό λατινοαμερικανικό κρέας και θα εξάγει αυτοκίνητα και μηχανήματα. Το να ανταλλάσσεται η ευρωπαϊκή γεωργία με την αυτοκινητοβιομηχανία, έχει πλέον γίνει συνηθισμένο, αλλά δεν έχει καταφέρει να σώσει την αυτοκινητοβιομηχανία που στον παγκόσμιο ανταγωνισμό με τη φθηνότερη και παραγωγικότερη Ανατολή, παραπαίει.
Όλως τυχαίως, ή όχι και τόσο τυχαίως, ο προϋπολογισμός της ΕΕ για την ενίσχυση της γεωργίας την περίοδο 2021-2027 ήταν 390 δις ευρώ, ενώ για την επόμενη επταετία θα πέσει στα 300 δισ. Τα 90 ευρώ που λείπουν, πήγαν για τον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας. Αντί να ενισχύσουν την αγροτική παραγωγή στην Ευρώπη, τα 90 δισ κατά το ένα μέρος θα φουσκώσουν την τσέπη των διεφθαρμένων του Ζελένσκι, κατά το άλλο μέρος θα αποπληρώσουν δάνειο που χρωστά η Ουκρανία στις ΗΠΑ και ό,τι μείνει θα καταλήξει στις γερμανικές και γαλλικές πολεμικές βιομηχανίας.
Η καταλήστευση όμως των παραγωγικών τάξεων προς όφελος της πολεμικής βιομηχανίας δεν είναι το πιο ανησυχητικό. Αυτό που τρομάζει είναι ότι η αντιρωσική παράκρουση δίνει σταδιακά τη θέση της σε μια απόλυτη παλαβομάρα, όπου μικροί ηγέτες κυρίως μικρών – αλλά και μεγαλύτερων χωρών – κάνουν διαγωνισμό στο ποιος θα εκτοξεύσει την πιο παράφρονα δήλωση για τον μελλοντικό πόλεμο εναντίον της Ρωσίας χωρίς τον παραμικρό δισταγμό για το ολοκαύτωμα στο οποίο οδηγούνται οι λαοί, αν οι δηλώσεις τους παρθούν σοβαρά και μετασχηματιστούν σε πράξεις.
Οι ηρωικοί δεκάρικοι λόγοι για νεκρούς και φέρετρα με τις ευρωπαϊκές σημαίες, το φλερτ με την πυρηνική ανάφλεξη, η συνεχής – σε επίπεδο παλαβομάρας – ζύμωση της κοινής γνώμης για το ενδεχόμενο πολέμου με τη Ρωσία με όλα τα μέσα και μέχρι τελικής πτώσης, είναι πια στην ημερήσια διάταξη.
Η ρωσική ηγεσία τα αντιμετωπίζει αυτά με μια δόση ειρωνείας για την ευρωπαϊκή κατάπτωση- και αυτό, εδώ που τα λέμε, είναι για κάθε λογικό άνθρωπο η μοναδική ανακούφιση. Ωστόσο η παραφροσύνη μιας παρασιτικής και παραπαίουσας ηγέτιδας τάξης που βλέπει το γεωπολιτικό μέγεθος της Ευρώπης να μειώνεται ραγδαία και την παραγωγική της ικανότητα να φθίνει, είναι ικανή να προκαλέσει τα χειρότερα.
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ικανότητα για να γίνει πραγματικότητα το χειρότερο δυνατό σενάριο. Αρκεί μια ηγεσία βαθιά εξωνημένη, διεφθαρμένη, αδίστακτη, χωρίς τον παραμικρό ηθικό ενδοιασμό για τους λαούς που κυβερνά και τις χώρες που διαφεντεύει. Αυτή την ηγεσία έχει σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το πραγματικό ερώτημα που έχουν να απαντήσουν οι σκεπτόμενοι άνθρωποι είναι αν αυτή η παραφροσύνη είναι απλά χαρακτηριστικό ίδιον της σημερινής ολίγιστης ηγεσίας της Ε.Ε. ή είναι κάτι πολύ περισσότερο – και χειρότερο. Απόδειξη του απόλυτου αδιεξόδου και της χωρίς επιστροφή παρακμιακής πορείας της Ε.Ε. που δεν μπορεί να φανταστεί κανέναν άλλο τρόπο να διατηρήσει την πάλαι ποτέ ισχυρή της θέση, παρά μόνο με μια γενικευμένη καταστροφή και έναν ολοκληρωτικό πυρηνικό πόλεμο.
***
Πωλήσεις όπλων: ποιοι κερδίζουν στην Ευρώπη
Μια έκθεση που δημοσιεύθηκε από το Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI) σχετικά με τις 100 μεγαλύτερες εταιρείες όπλων του πλανήτη αποκαλύπτει ότι το εμπόριο όπλων είναι αυτή τη στιγμή η πιο επικερδής επιχείρηση. Σύμφωνα με την έκθεση, τα έσοδα των 100 μεγαλύτερων εταιρειών στον τομέα αυξήθηκαν ξανά πέρυσι κατά σχεδόν έξι τοις εκατό, φτάνοντας σε νέο ρεκόρ ύψους 679 δισεκατομμυρίων δολαρίων (585,57 δισεκατομμύρια ευρώ).
Τα έσοδα των 26 μεγαλύτερων ευρωπαϊκών εταιρειών με εξαίρεση τη Ρωσία, αυξήθηκαν με ρυθμό άνω του μέσου όρου κατά 13% στα 151 δισεκατομμύρια δολάρια (130 δισεκατομμύρια ευρώ) σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Περισσότερο κερδισμένες βγήκαν οι γερμανικές εταιρείες. Οι τέσσερις γερμανικές εταιρείες στη λίστα SIPRI – Rheinmetall, Diehl, ThyssenKrupp Marine Systems και Hensoldt – σημείωσαν αύξηση εσόδων κατά 36%, κερδίζοντας 14,9 δισεκατομμύρια δολάρια (12,9 δισεκατομμύρια ευρώ).
Η κορυφαία εταιρεία της Γερμανίας είναι η Rheinmetall με έσοδα 8,2 δισεκατομμύρια δολάρια (αύξηση 47%). Η εταιρεία ανέβηκε έξι θέσεις στη λίστα με τις 100 κορυφαίες του κόσμου, φτάνοντας στην 20ή θέση. Είναι ο μεγαλύτερος εργολάβος της γερμανικής κυβέρνησης σε πυρομαχικά και άρματα μάχης. Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ανακοίνωσε τον Φεβρουάριο του 2024 ότι η εταιρεία σχεδιάζει τουλάχιστον διπλασιασμό της παραγωγής πυρομαχικών. Ένα νέο εργοστάσιο πυρομαχικών άνοιξε τον Αύγουστο στην έδρα της εταιρείας και ένα άλλο έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει παραγωγή το επόμενο έτος στη Λιθουανία.
Οι πωλήσεις της Diehl στον αμυντικό τομέα αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο από αυτές της Rheinmetall, κατά 53% στα 2,11 δισεκατομμύρια δολάρια. Η ThyssenKrupp κέρδισε 29 δισεκατομμύρια δολάρια (αύξηση 12%) και η Hensoldt 2,24 δισεκατομμύρια δολάρια (αύξηση 18%).
Η ερευνήτρια του SIPRI, Jade Guiberteau Ricard, δήλωσε στο πρακτορείο ειδήσεων AFP ότι η ιδιαίτερα απότομη αύξηση των πωλήσεων στην Ευρώπη συνδέεται με τον πόλεμο στην Ουκρανία και την πεποίθηση πως η Ρωσία συνιστά απειλή. Εκτός από τη ζήτηση για όπλα από την Ουκρανία, η αναπλήρωση των αποθεμάτων των χωρών που προμηθεύουν με όπλα την Ουκρανία συμβάλλει στην αύξηση των πωλήσεων. Επιπλέον, η επέκταση των εγχώριων στρατιωτικών δαπανών στην Ευρώπη παίζει ρόλο.
Τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση εσόδων κατέγραψε μια τσεχική εταιρεία, η Czechoslovak Group. Τα έσοδά της αυξήθηκαν κατά 193% στα 3,6 δισεκατομμύρια δολάρια σε σύγκριση με το 2023. Προμηθεύει πυρομαχικά στην Ουκρανία, χρηματοδοτούμενη από το τσεχικό κράτος.
Αντιθέτως, η αύξηση των εσόδων των μεγάλων αμερικανικών αμυντικών εταιρειών ήταν κάτω του μέσου όρου, περίπου 3,8%. Το SIPRI απέδωσε το φαινόμενο αυτό σε γενικές καθυστερήσεις και υπερβάσεις του προϋπολογισμού κυρίως στην παραγωγή του βασικού αμυντικού εξοπλισμού των ΗΠΑ, όπως του υπερσύγχρονου μαχητικού αεροσκάφους F-35, των υποβρυχίων κλάσης Columbia και των διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων Sentinel.
Ωστόσο, με 334 δισεκατομμύρια δολάρια, σχεδόν τα μισά από τα έσοδα του κλάδου εξακολουθούν να πηγαίνουν σε μεγάλες αμερικανικές εταιρείες. 39 από τους 100 κορυφαίους κατασκευαστές στρατιωτικού εξοπλισμού βρίσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η κορυφαία εταιρεία του κλάδου, Lockheed Martin, κατέγραψε έσοδα 64,65 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024. Την δεύτερη και την τρίτη θέση στην κατάταξη SIPRI κατέχουν οι αμερικανικές εταιρείες RTX και Northrop Grumman. Για πρώτη φορά, η αεροδιαστημική εταιρεία που ανήκει στον πολυδισεκατομμυριούχο Έλον Μασκ εμφανίζεται στη λίστα στη θεση 77. Τα έσοδα της εταιρείας από την άμυνα υπερδιπλασιάστηκαν μέσα σε ένα χρόνο στα 1,8 δισεκατομμύρια δολάρια.
Σύμφωνα με την έκθεση του SIPRI, οι δύο μεγαλύτερες αμυντικές εταιρείες της Ρωσίας αύξησαν επίσης σημαντικά τα έσοδά τους σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, παρά τις διεθνείς κυρώσεις. Τα συνδυασμένα έσοδα της Rostec και της United Shipbuilding Corporation αυξήθηκαν κατά 23%, φτάνοντας συνολικά τα 31,2 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτό αποδίδεται κυρίως στη σταθερά υψηλή εγχώρια ζήτηση λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Αντιθέτως, η Sipri κατέγραψε μείωση εσόδων 1,2% για την Ασία και την Ωκεανία, την οποία το ινστιτούτο αποδίδει σχεδόν αποκλειστικά στην πτώση των πωλήσεων κατά δέκα τοις εκατό των οκτώ μεγαλύτερων κινεζικών εταιρειών.
Εν τω μεταξύ, ο πόλεμος του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας συνέβαλε σημαντικά στην αύξηση των εσόδων κατά 16%, στα 16,2 δισεκατομμύρια δολάρια, για τις τρεις ισραηλινές εταιρείες που περιλαμβάνονται στη λίστα SIPRI. Ταυτόχρονα, η διεθνής ζήτηση για ισραηλινά όπλα παραμένει υψηλή. «Η αυξανόμενη κριτική για τις ενέργειες του Ισραήλ στη Γάζα φαίνεται να είχε μικρό αντίκτυπο στο ενδιαφέρον για ισραηλινά όπλα», σημείωσε ειδικός του SIPRI. Πολλές χώρες υπέβαλαν νέες παραγγελίες σε ισραηλινές εταιρείες και το 2024.
Σύμφωνα με ειδικό του SIPRI, η αμυντική βιομηχανία αντιμετωπίζει προκλήσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν το κόστος και τις ημερομηνίες παράδοσης. Ειδικότερα, η εξάρτηση από κρίσιμα ορυκτά είναι πιθανό να περιπλέξει τα ευρωπαϊκά σχέδια επανεξοπλισμού. Για παράδειγμα, η διευρωπαϊκή εταιρεία Airbus και η γαλλική εταιρεία Safran είχαν καλύψει το ήμισυ των αναγκών τους σε τιτάνιο με ρωσικές εισαγωγές μέχρι το 2022. Μετά την έναρξη του ρωσικού πολέμου κατά της Ουκρανίας, έπρεπε να βρουν νέους προμηθευτές. Οι κινεζικοί περιορισμοί στις εξαγωγές κρίσιμων ορυκτών θα μπορούσαν επίσης να προκαλέσουν προβλήματα στις εταιρείες.
Πηγή: nd Jurnalismus Von Links
ΠΗΓΗ: antapocrisis.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου