Μόλις δημοσιεύτηκαν στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Nature» τα ιδιαιτέρως ανησυχητικά συμπεράσματα μιας νέας διεθνούς έρευνας σχετικά με την οικολογική «υγεία» του πλανήτη. Το σχετικό άρθρο υπογράφεται από 40 διαπρεπείς ερευνητές από όλο τον κόσμο, οι έρευνες των οποίων εστιάστηκαν στην τρέχουσα κατάσταση και κυρίως στις μετρήσιμες αλλαγές ορισμένων αποφασιστικών παραμέτρων για την ισορροπία του γήινου οικοσυστήματος, όπως π.χ. το κλίμα, η βιοποικιλότητα, η διαθέσιμη ποσότητα και η ποιότητα του νερού που υπάρχουν σε διαφορετικά πλανητικά ενδιαιτήματα.
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα αυτής της εκτενούς έρευνας, οι τιμές αυτών των παραμέτρων έχουν ήδη επιδεινωθεί σοβαρά από κάποια σαφή και μετρήσιμα ανθρωπογενή αίτια. Γεγονός που αν δεν προνοήσουμε εγκαίρως θα αποτελέσει σοβαρότατη απειλή για την επιβίωση των περισσότερων ανθρώπων καθώς και πολλών άλλων ζωικών και φυτικών ειδών.
Τη διεύθυνση και τον συντονισμό αυτής της διεθνούς έρευνας είχε ο διάσημος Γερμανός οικολόγος Johan Rockström (βλ. φωτ.), ο οποίος συνοψίζοντας τα συμπεράσματα της έρευνας είπε:
«Τα αποτελέσματα των αναλύσεών μας είναι μάλλον ανησυχητικά: αρκετοί από τους παράγοντες που αναλύσαμε, αλλά και αρκετά από τα φυσικά όρια που εξετάσαμε σε τοπική και πλανητική κλίμακα φαίνεται να έχουν ήδη υπερβεί τα όρια ασφαλείας. Αυτό σημαίνει ότι, αν δεν συμβεί εγκαίρως μια μεταμόρφωση στην ανθρώπινη πρακτική, είναι πολύ πιθανό τα πιο αποφασιστικά κριτικά σημεία της πλανητικής κρίσης να γίνουν μη αντιστρεπτά και οι επιπτώσεις για την ανθρώπινη επιβίωση θα είναι αναπόφευκτες».Η καινοτομία αυτής της έρευνας είναι ότι αναδεικνύει επαρκώς πως υπάρχουν κάποια σαφή και ανυπέρβλητα όρια στην ανθρώπινη παρεμβατικότητα και στην εκμετάλλευση του πλανήτη πέρα από τα οποία η επιβίωση του είδους μας καθίσταται εξαιρετικά προβληματική, διότι αν η παραβίαση αυτών των εγγενών φυσικών ορίων συνεχιστεί, τότε η Γη θα πάψει να είναι ένα ασφαλές περιβάλλον για την ανθρωπότητα.
Πάντως τα δεδομένα που προέκυψαν από αυτές τις έρευνες σχετικά με και τις φυσικές παραμέτρους της πλανητικής ισορροπίας δείχνουν ότι ήδη υπάρχει σαφής υπέρβαση των ορίων ασφαλείας για την καλή λειτουργία των γήινων οικοσυστημάτων, ενώ θεωρείται επικείμενη η κατάρρευση κάποιων βασικών βιοφυσικών διεργασιών ισορροπίας του πλανητικού συστήματος.
Για παράδειγμα τα νέα δεδομένα επιβεβαιώνουν ότι η πλανητική απορρύθμιση -λόγω των ανθρώπινων δραστηριοτήτων- συσχετίζεται άμεσα με την ατμοσφαιρική ρύπανση, η οποία σχετίζεται άμεσα με τις παρατηρούμενες κλιματικές αλλαγές. Με άλλα λόγια, η πλανητική οικολογική απορρύθμιση προκύπτει και εξαρτάται άμεσα από τον αμοιβαίο βρόχο ή, αν θέλετε, από την αμφίδρομη αλληλεπίδραση μεταξύ περιβαλλοντικής-ατμοσφαιρικής ρύπανσης και κλιματικής απορρύθμισης.
Τα κοινωνικοπολιτικά αίτια της οικολογικής καταστροφής
Ενα άλλο πολύ ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της έρευνας είναι ότι για πρώτη φορά περιλαμβάνει στις παραμέτρους αξιολόγησης της οικολογικής κρίσης και τα ανθρωπιστικά κριτήρια της «δικαιοσύνης» και της «ισότητας», τα οποία πρέπει να συμπεριλαμβάνονται μεταξύ όσων συμβάλλουν στην πλανητική οικολογική κρίση. «Η δικαιοσύνη αποτελεί αναγκαιότητα για τη ζωή των ανθρώπων πάνω στη Γη: υπάρχουν καταλυτικές αποδείξεις που δείχνουν ότι μια δίκαιη και ισόνομη προσέγγιση είναι η ουσιαστική και αναγκαία συνθήκη για την πλανητική οικολογική σταθερότητα», όπως διευκρίνισε η οικολόγος Joyeeta Gupta που συνυπογράφει αυτή την έρευνα.
Πράγματι, όσον αφορά τα πολιτικά-ανθρωπολογικά αίτια της πολύ καθυστερημένης αναγνώρισης των συνεπειών της σημερινής οικολογικής καταστροφής, αυτά θα πρέπει να αναζητηθούν αφενός στη μεγάλη δυσκολία της ανθρωπότητας να αποδεχτεί ότι ευθύνεται η ίδια για τη συντελούμενη έκτη μαζική εξαφάνιση αμέτρητων μορφών ζωής και αφετέρου στην επίμονη άρνησή της να αναλάβει -ως νοήμον και κυρίαρχο είδος- τις πολύ οδυνηρές αλλά αναγκαίες αυτοπεριοριστικές ενέργειες για την επιβίωση της ζωής όπως τη γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Δυστυχώς σε αυτές τις δύο «φυσικές» ή «αυθόρμητες» αντιδράσεις του ανθρώπινου είδους έρχονται να προστεθούν και τα πολιτικοοικονομικά συμφέροντα του κυρίαρχου -από τη νεωτερική εποχή μέχρι σήμερα- τρόπου ζωής των δυτικών κοινωνιών. Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι αν και είναι ορατές οι συνέπειες της ανθρωπογενούς οικολογικής καταστροφής, καμία αναπτυγμένη ανθρώπινη κοινωνία δεν είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει τις πάγιες οικονομικές αρχές του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής που ευθύνονται ολοφάνερα για την καταστροφή του περιβάλλοντος και την υποβάθμιση βιοποικιλότητας;
Αν και επιστημονικά ακριβής, η έννοια της κλιματικής και της οικολογικής «ανθρωπογενούς καταστροφής» κατέληξε να λειτουργεί στους περισσότερους ανθρώπους μόνο ενοχικά και εκφοβιστικά με αποτέλεσμα να συσκοτίζει τα πραγματικά ιστορικά και πολιτικοοικονομικά αιτία. Διότι βέβαια δεν είναι οι αφηρημένες, μη ιστορικές και μη συνειδητές ανθρώπινες δραστηριότητες που δημιουργούν την πλανητική κρίση, αλλά οι συγκεκριμένες πρακτικές κυριαρχίας που εδώ και αιώνες εφαρμόζονται από όσους ασκούν την εξουσία τους τόσο πάνω στη φύση όσο και στη μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων. Υπό αυτή την έννοια η τρέχουσα πλανητική καταστροφή είναι καπιταλιστικογενής και όχι γενικά και αόριστα... ανθρωπογενής.
*****
-Σχετικό με την κλιματική αλλαγή και το ακόλουθο :
Μελέτη: Η υπερθέρμανση του πλανήτη αυξάνεται με πρωτοφανή ρυθμό
«Μία σκληρή υπενθύμιση της πραγματικότητας»: η υπερθέρμανση που οφείλεται στις δραστηριότητες του ανθρώπου στο εξής αυξάνεται με τον πρωτοφανή ρυθμό του 0,2°C ανά δεκαετία και οι εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου βρίσκονται σε άνευ προηγουμένου επίπεδο, σύμφωνα με μεγάλη μελέτη που δημοσιεύεται σήμερα.
«Κατά την περίοδο 2013-2022, η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη που προκλήθηκε από τον άνθρωπο έφθασε στο πρωτοφανές επίπεδο του άνω του +0,2°C σε επίπεδο δεκαετίας», συμπεραίνουν περί τους πενήντα έγκριτοι ερευνητές στην μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Earth System Science Data και στηρίζεται στις μεθόδους της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (Intergovernmental Panel on Climate Change - IPCC, Giec) των Ηνωμένων Εθνών.
Στόχος της μελέτης είναι να προσφέρει επικαιροποιημένα στοιχεία επί της μελέτης της IPCC του 2021. Σκοπός των επιστημόνων είναι η δημοσίευση ανοικτών στοιχείων κάθε χρόνο, χωρίς να περιμένουν την ολοκλήρωση ενός νέου πολυετούς κύκλου, για να τροφοδοτήσουν τις συνομιλίες των COP και τον πολιτικό διάλογο, την στιγμή μάλιστα που η τρέχουσα δεκαετία θεωρείται κρίσιμη για την διάσωση του στόχου της συμφωνίας του Παρισιού του 2015.
«Είναι μια σκληρή υπενθύμιση της πραγματικότητας» σε σχέση με την επείγουσα επιταγή της μείωσης των παγκόσμιων εκπομπών CO2 και μεθανίου, ώστε να γίνει δυνατός ο περιορισμός της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη και των κινδύνων που προέρχονται από αυτήν», δήλωσε στους δημοσιογράφους η γαλλίδα παλαιοκλιματολόγος Βαλερί Μασόν-Ντελμότ (Valérie Masson-Delmotte) που συμμετείχε στην μελέτη.
Κρίσιμη δεκαετία
Οι εκπρόσωποι όλων των χωρών συνέρχονται στην Βόννη για ανταλλαγή τεχνικών πληροφοριών στο πλαίσιο της προετοιμασίας της COP28, της μεγάλης διάσκεψης του ΟΗΕ για το Κλίμα που θα διεξαχθεί στο τέλος του έτους στο Ντουμπάι. Εκεί, κεντρικό ζήτημα θα είναι το πρόβλημα που δημιουργεί η χρήση των ορυκτών καυσίμων.
Η δημοσίευση σήμερα των νέων στοιχείων γίνεται σε μία αποφασιστικής σημασίας χρονιά για την κλιματική πολιτική, καθώς αναμένεται η δημοσίευση τον Σεπτέμβριο του πρώτου «παγκόσμιου απολογισμού» των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει οι χώρες για την εφαρμογή της συμφωνίας του Παρισιού, που προβλέπει τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τους 2°C και, ει δυνατόν, κάτω από τον +1,5°C, σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.
Ομως, η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη που προκλήθηκε από τις δραστηριότητες του ανθρώπου, και κατά βάσιν από την χρήση των ορυκτών καυσίμων (άνθρακα, πετρελαίου, φυσικού αερίου) έχει ήδη φθάσει στον + 1,14°C κατά την περίοδο 2013-2022 και στον +1,26°C το 2022, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της μελέτης.
Οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι η ανθρωπότητα βρίσκεται μπροστά σε μία κρίσιμη δεκαετία, καθώς το όριο του +1,5°C μπορεί να ισοφαρισθεί ή και να ξεπερασθεί τα 10 επόμενα χρόνια.
Στην μελέτη, το εναπομένον απόθεμα άνθρακα - η ποσότητα που μπορεί ακόμη να χρησιμοποιηθεί στον πλανήτη και εκφράζεται με την συνολική ποσότητα του CO2 που μπορεί ακόμη να εκπεμφθεί για να διατηρηθεί στο 50% η δυνατότητα περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά +1,5°C - έχει υποδιπλασιασθεί σε σχέση με την μελέτη της Giec. Αυτό το «απόθεμα» είναι πλέον της τάξεως των 250 δισεκατομμυρίων τόνων, που αντιστοιχεί σε εκπομπές λίγων ετών με τον σημερινό ρυθμό.
«Το απόθεμα άνθρακα μειώνεται κάθε χρόνο αφού εκπέμπουμε CO2 που συσσωρεύεται στην ατμόσφαιρα: πλησιάζουμε αναπόδραστα το όριο αυτό του +1,5°C», τονίζει ο Πιερ Φρίντλινγκτάιν (Pierre Friedlingstein), ερευνητής του CNRS, εκ των συγγραφέων της μελέτης.
Κατώτερα των περιστάσεων
«Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι τα μέτρα που εφαρμόζονται σε παγκόσμιο επίπεδο δεν είναι της κλίμακας που είναι αναγκαία για να υπάρξει σημαντική αλλαγή προς την κατεύθυνση της επιρροής του ανθρώπου στις ενεργειακές ανισορροπίες του πλανήτη και στην υπερθέρμανση που προκαλείται από αυτές», γράφουν οι επιστήμονες.
Ο ρυθμός αυτός της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη προκαλείται από τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου σε επίπεδα ρεκόρ, που έχουν υπολογισθεί σε 54 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα ετησίως κατά την περίοδο 2012-2021. Εφθασαν στους 55 δισεκατομμύρια τόνους μόνο κατά την διάρκεια του 2021.
«Αυτό συνδέεται κυρίως με τις εκπομπές μεθανίου, N2O (πρωτοξειδίου του αζώτου που περιέχεται στα λιπάσματα) και σε άλλα αέρια που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου», εξηγεί ο Πιερ Φρίντλινγκτάιν, ενώ οι εκπομπές CO2 που συνδέονται με την χρήση ορυκτών καυσίμων ήταν λίγο πολύ σταθερές.
Στην αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη συνέβαλε επίσης η μείωση των μικροσωματιδίων στον αέρα, τα οποία έχουν ψυκτική δράση. Πρόκειται για μία παράδοξη βραχυπρόθεσμη συνέπεια που οφείλεται στην μείωση της χρήσης του άνθρακα.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου