Στο πλαίσιο αυτό, το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ στην πρότασή του για τον κατώτατο μισθό αναφέρει ότι η προσαρμογή του στο επίπεδο της αξιοπρεπούς διαβίωσης θα μπορούσε να γίνει και βάσει μιας συνδυαστικής μεταβολής με το 50% του μέσου μισθού πλήρους απασχόλησης, ως αποτέλεσμα ενός συμφωνημένου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων χρονοδιαγράμματος.
Παράλληλα, το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ προτείνει τα εξής:
- Επαναφορά του καθορισμού του κατώτατου μισθού στον θεσμό της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, καθώς ο ρόλος και η λειτουργία της ως ελάχιστου γενικού ορίου προστασίας, με καθολική εφαρμογή σε όλους τους εργαζόμενους, στο πλαίσιο διαβούλευσης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, είναι κρίσιμης σημασίας για την αποδοχή του τελικού προσδιορισμού του ύψους του, την ενίσχυση της κοινωνικής και εργασιακής ειρήνης και, τελικά, τη συμμόρφωση, που θα επιτρέψει την αύξηση της αποτελεσματικότητας των θετικών του επιδράσεων στην οικονομία, την κοινωνία και τη δημοκρατία.
- Άμεση λήψη θεσμικών μέτρων που θα αποθαρρύνουν τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης.
- Σημαντική αύξηση του ποσοστού κάλυψης των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, με στόχο το 70% των μισθωτών και θωράκισή τους με παράταση της ισχύος όλων των όρων των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, μέχρι την ολοκλήρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την υπογραφή νέων.
- Στόχευση και εντατικοποίηση των ελέγχων της Επιθεώρησης Εργασίας, ώστε να περιοριστούν φαινόμενα παράνομων πρακτικών, μη συμμόρφωσης των εργοδοτών και εργοδοτικής παραβατικότητας.
Μεταξύ άλλων, το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ επισημαίνει ότι η πρότασή του έλαβε υπόψη τα εξής:
- το κύμα ακρίβειας έχει οδηγήσει και συνεχίζει να οδηγεί σε μια σωρευτική μείωση της αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού και, συνεπώς, του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και των οικογενειών τους,
- η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος-μέλος της ΕΕ που έχει κατώτατο μισθό χαμηλότερο από το επίπεδο του 2009 και δεν έγινε καμία αύξηση την περίοδο 2020-2021,
- ο κατώτατος μισθός βρίσκεται χαμηλότερα από το κατώφλι της σχετικής φτώχειας,
- σχεδόν οι μισοί εργαζόμενοι που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό ζουν σε συνθήκες υλικής στέρησης,
- το ποσοστό κάλυψης συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι χαμηλότερο κατά 56 ποσοστιαίες μονάδες από την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και
- οι θεσμοί προστασίας της ελληνικής αγοράς εργασίας αποκλίνουν σημαντικά από τα ισχύοντα στα αναπτυγμένα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου