Μετά από ένα και πλέον χρόνο πανδημίας, με κλειστά σχολεία και διεξαγωγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας με το υποδεέστερο υποκατάστατο της τηλεκπαίδευσης, το ΥΠΑΙΘ αποφασίζει με τον πλέον ανάλγητο τρόπο να μειώσει των αριθμό των εισακτέων εφαρμόζοντας την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής. Με περισσή υποκρισία υποστηρίζοντας ότι θεραπεύει το πρόβλημα της «λευκής κόλλας» οδηγεί πάνω από 26.000 παιδιά περισσότερα από πέρυσι εκτός της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί μετά την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής, λόγω του ότι μαθητές/τριες με υψηλές βαθμολογίες θα αναγκαστούν να δηλώσουν τμήματα χαμηλότερων βάσεων, οδηγώντας εκτός άλλους μαθητές με μέτριες βαθμολογίες.
Το μόνο που εγγυάται η εφαρμογή της ΕΒΕ είναι παιδιά με άριστες και μέτριες βαθμολογίες να οδηγούνται σε σχολές που δεν είναι της πρώτης προτίμησής τους.
Οποία υποκρισία, η δικαιολογία της υπουργού ότι έτσι προστατεύει τα παιδιά από το να καταλήγουν σε σχολές που δεν τα ενδιαφέρουν. Οι στρεβλώσεις είναι πολλές ιδιαίτερα σε σχολές με ειδικά μαθήματα (αρχιτεκτονικές, ΤΕΦΑΑ, ξένες φιλολογίες κλπ) απ’ όπου παιδιά με υψηλές βαθμολογίες και πολλά μόρια αποκλείονται λόγω του ότι δεν ξεπερνούν την ιδιαίτερα αυξημένη ΕΒΕ κάποιου ειδικού μαθήματος. Ειδικά το σχέδιο, έπαψε από το τρέχον σχολικό έτος να διδάσκεται στα Λύκεια ως πανελλαδικό μάθημα. Ακόμα, για πρώτη φορά στην ιστορία, μαθητές που αρίστευσαν στα μαθήματα βαρύτητας, δεν έχουν τον ελάχιστο Μ.Ο. για να φοιτήσουν στη σχολή που επιθυμούν.
Αποδεικνύεται πλέον περίτρανα αυτό που από την αρχή είχαμε επισημάνει, ότι δηλαδή ο μοναδικός στόχος είναι η μείωση του αριθμού των εισακτέων και η δρομολόγησή τους προς τα ιδιωτικά κολλέγια για όσες οικογένειες μπορούν να «χρηματοδοτήσουν» τις σπουδές των παιδιών τους, αλλά και προς τα Δημόσια ΙΕΚ ή άλλες δομές κατάρτισης. Εξάλλου, η κ. Κεραμέως φρόντισε εγκαίρως να νομοθετήσει την επαγγελματική ισοτιμία των πτυχίων των κολλεγίων με τα Δημόσια Πανεπιστήμια, και τα καλοταϊσμένα ΜΜΕ φρόντισαν εγκαίρως να δυσφημήσουν το Δημόσιο Πανεπιστήμιο. Η ΕΒΕ μαζί με την τράπεζα θεμάτων και τις συνεχείς εξετάσεις θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά, στο να συνεχίσουν οι μαθητές την Λυκειακή βαθμίδα, οδηγώντας τους μετά το γυμνάσιο στις ΕΣΚ και την κατάρτιση.
Επί της ουσίας η κυβέρνηση της ΝΔ “κλείνει το μάτι” στην αγορά της κατάρτισης που βρίσκει νέο πεδίο κερδοφορίας, πατώντας πάνω στην ανάγκη της λαϊκής οικογένειας να μορφώσει τα παιδιά της, ώστε να πάρουν τα κατάλληλα εφόδια για το μέλλον.
Αποδομείται επίσης με τον πιο εναργή τρόπο το κυβερνητικό αφήγημα ότι οι μαθητές/τριες γίνονται φοιτητές με πολύ χαμηλές βαθμολογίες. Αλλά ακόμα και αυτό όταν συμβαίνει, θα πρέπει το ΥΠΑΙΘ να αναρωτηθεί την αιτία και να το θεραπεύσει.
Ποια μέτρα πήρε το ΥΠΑΙΘ και το ΙΕΠ, με δεδομένη την εκπαιδευτική κρίση που προκάλεσε η πανδημία, ώστε να βελτιωθούν οι επιδόσεις και το γνωστικό υπόβαθρο των παιδιών που τώρα κρίνει ως ανάξια; Ποια μέτρα θα πάρει ώστε και οι επόμενες γενιές μαθητών να λάβουν ποιοτική εκπαίδευση; Μήπως η κατάργηση των Καλλιτεχνικών μαθημάτων και του Σχεδίου από το Λύκειο, ο αφανισμός των Κοινωνικών Επιστημών και η κατάργηση της Κοινωνιολογίας, η αυταρχική επαναφορά της διαγωγής, οι ανεδαφικές απαιτήσεις για τηλεδιαγωνίσματα και τα αυταρχικά νομοθετήματα συνέβαλαν στη βελτίωση της εκπαίδευσης;
Η Ελλάδα είναι από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες που έχουν φτάσει τον ευρωπαϊκό στόχο για αποφοίτους γ/θμιας εκπαίδευσης πάνω από 40%. Όμως η κυβέρνηση, το θεωρεί αυτό μειονέκτημα και οραματίζεται χαμηλής ειδίκευσης φτηνό εργατικό δυναμικό, χωρίς εργασιακά δικαιώματα και μισθολογικές απαιτήσεις βορρά στην εκμετάλλευση της αγοράς. Οι εκπαιδευτικοί της σχεδιασμοί αποκλείουν αποδεδειγμένα ικανούς μαθητές/τριες από την τριτοβάθμια εκπαίδευση, και οδηγούν πλήθος παιδιών στις ΕΣΚ, τα ΙΕΚ και τα ιδιωτικά κολέγια.
Μια σοβαρή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση προϋποθέτει όραμα, στρατηγικό σχεδιασμό που δεν έχει ως αφετηρία του τον αποκλεισμό, αλλά τη συμμετοχή, το διάλογο με τα εκλεγμένα όργανα των γονέων μαθητών/τριών και των εκπαιδευτικών, αλλά και πιλοτικές εφαρμογές των οποίων τα αποτελέσματα θα επανεκτιμώνται. Το μόνο που έχουμε δει μέχρι στιγμής από την κυβέρνηση είναι η εφαρμογή μιας καταστροφικής- αντιεκπαιδευτικής πολιτικής που διαλύει τη Δημόσια εκπαίδευση με αυταρχικότητα και υποκρισία. Η εκπαίδευση έχει ανάγκη από γενναία χρηματοδότηση, επιστημονικά σχεδιασμένα προγράμματα σπουδών, επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, επαρκή και έγκαιρη στελέχωση όλων των εκπαιδευτικών δομών, ενίσχυση των υποδομών, καθώς και σοβαρά αντισταθμιστικά μέτρα για τα μορφωτικά και ψυχοκοινωνικά ελλείμματα που επέφερε η πανδημία.
Καλούμε την υπουργό αντί να παραπληροφορεί προσπαθώντας να αμβλύνει τις δυσμενείς εντυπώσεις, έστω και την ύστατη στιγμή, να μην εφαρμόσει την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και να καλυφθούν όλες οι διαθέσιμες θέσεις των τμημάτων Γ/θμιας εκπαίδευσης. Καλούμε την Υπουργό, να καταργήσει τη διάταξη για περιορισμένο αριθμό δηλώσεων τμημάτων (10% επί των σχολών του κάθε πεδίου) στα μηχανογραφικά του 2022, η οποία θα οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερες στρεβλώσεις.
Απαιτούμε εδώ και τώρα:
- Κατάργηση της τράπεζας θεμάτων και του νέου συστήματος εισαγωγής στα Πανεπιστήμια.
- Επαναφορά των Κοινωνικών Επιστημών και της Κοινωνιολογίας , καθώς και της Καλλιτεχνικής Παιδείας
- Αναπροσαρμογή των αναλυτικών προγραμμάτων και της σχολική ύλης. Εντοπισμός των μαθησιακών κενών που έχουν προκύψει τα δύο τελευταία έτη και επιστημονικός – παιδαγωγικός σχεδιασμός για την αντιμετώπισή τους.
- Να λειτουργήσουν από την αρχή του σχολικού έτους τα προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας και ΠΔΣ με προσλήψεις εκπαιδευτικών.
- Μαζικούς μόνιμους διορισμούς εκπαιδευτικών όλων των ειδικοτήτων
- Μείωση του αριθμού μαθητών ανά τάξη
- Ουσιαστικά μέτρα προστασίας της υγείας εκπαιδευτικών και μαθητών: Με μαζικά τεστ στα σχολεία με ευθύνη του ΕΟΔΥ, αραίωση μαθητών με μέγιστο αριθμό 15 μαθητές ανά τμήμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου