Δεκαεπτά μέσα ενημέρωσης από 10 χώρες συνέδραμαν για να βγει στην επιφάνεια ο σκιώδης ρόλος της ισραηλινής εταιρείας NSO, με την παρακολούθηση δημοσιογράφων, πολιτικών, και ακτιβιστών, μέσω κατάλληλα διαμορφωμένου λογισμικού κατασκοπείας, με το όνομα Pegasus.

Όπως μεταφέρει το ρεπορτάζ, το λογισμικό Pegasus, αφού εγκατασταθεί εν αγνοία του κατόχου του σε κάποιο κινητό τηλέφωνο τύπου smartphone, επιτρέπει την υποκλοπή μηνυμάτων, φωτογραφιών, επαφών, καθώς και των κλήσεων.

Η ιδρυθείσα το 2011 στο Ισραήλ εταιρία NSO, η οποία έχει κατηγορηθεί ότι παίζει το παιχνίδι αυταρχικών καθεστώτων, διαβεβαιώνει πως το λογισμικό της χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την παρακολούθηση και την εξάρθρωση κυκλωμάτων κακοποιών ή τρομοκρατών.

Η διαρροή αφορά περισσότερους από 50.000 αριθμούς τηλεφώνων, με τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό Forbidden Stories που εδρεύει στο Παρίσι και τη Διεθνή Αμνηστία να έχουν πρόσβαση στη λίστα ώστε να διεξαχθεί ενδελεχής ανάλυσης δεδομένων σχετικά με τα ίχνη που πιστοποιούν ότι μια συσκευή είναι «μολυσμένη» με το εν λόγω λογισμικό.

«Το Πρόγραμμα Pegasus δείχνει πως το λογισμικό κατασκοπίας της NSO είναι ένα όπλο για κυβερνήσεις που επιδιώκουν να σιωπήσουν δημοσιογράφους, να επιτεθούν σε ακτιβιστές και να συντρίψουν κάθε διαφωνία, θέτοντας αμέτρητες ζωές σε κίνδυνο», δήλωσε η Ανιές Καλαμάρ, Γενική Γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας.

«Αυτές οι αποκαλύψεις καταστρέφουν τους ισχυρισμούς της NSO ότι τέτοιες επιθέσεις είναι σπάνιες. Παρά το γεγονός ότι η εταιρεία ισχυρίζεται ότι το λογισμικό υποκλοπής της χρησιμοποιείται μόνο για νόμιμες έρευνες για εγκλήματα και τρομοκρατία, είναι σαφές ότι η τεχνολογία της – πίσω από την εικόνα της νομιμότητας- κρύβει εκτεταμένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Η ίδια έκανε έκκληση να υπάρξει άμεσο μορατόριουμ για την εξαγωγή, πώληση, μεταφορά και χρήση της τεχνολογίας παρακολούθησης.

Σημειώνεται ότι σε μια γραπτή απάντηση προς το Forbidden Stories και τους συνεργάτες του στα μέσα ενημέρωσης, η NSO Group δήλωσε ότι «αρνείται κατηγορηματικά» όσα αναφέρει το ρεπορτάζ και ότι πρόκειται για «ψευδείς ισχυρισμούς».

Από τις διαρροές αλλά και την έρευνα που έγινε, προκύπτει οτι η NSO έχει πελάτες σε 11 χώρες: Το Αζερμπαιτζαν, το Μπαχρέιν, την Ουγγαρία, την Ινδία, το Καζακσταν, το Μεξικό, το Μαρόκο, τη Ρουάντα, τη Σαουδική Αραβία, το Τόγκο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Όπως αναφέρει η Διεθνής Αμνηστία, η NSO δεν έλαβε τα κατάλληλα μέτρα για να σταματήσει τη χρήση του λογισμικού παρακολούθησης της κατά ακτιβιστών και δημοσιογράφων, παρά το γεγονός ότι είτε ήξερε είτε θα έπρεπε να γνωρίζει ότι χρησιμοποιείται για τέτοιου είδους σκοπούς.

Η λίστα των τηλεφώνων, περιλαμβάνει επίσης άτομα από το στενό περιβάλλον του δολοφονημένο Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι, καθώς και τον Μεξικανό δημοσιογράφο Σεσίλιο Πινέδα Μπίρτο, ο οποίος επίσης δολοφονήθηκε. Για την πρώτη περίπτωση, η εταιρεία αρνήθηκε ότι έχει κάποια σχέση με τη δολοφονία.

Η έρευνα μέχρι στιγμής φαίνεται να περιλαμβάνει τουλάχιστον 180 δημοσιογράφους σε 20 χώρες, ως πιθανούς στόχους του λογισμικού κατασκοπείας από το 2016 μέχρι και τον Ιούνιο του 2021. Ωστόσο, σημειώνεται ότι η ύπαρξη των τηλεφώνων στη λίστα δεν σημαίνει απαραίτητα ότι έχουν όλα μολυνθεί από το εν λόγω λογισμικό, αλλά ότι είναι πιθανό να αποτελούσαν στόχοι ενδεχόμενης κατασκοπείας.

«Σταματήστε ό,τι κάνετε και διαβάστε αυτό» έγραψε σε ανάρτησή του ο Έντουάρτ Σνόουντεν που έχει πλέον εξασφαλίσει μόνιμη άδεια παραμονής στη Ρωσία.


Η ανάλυση αυτή προστίθεται στη μελέτη που έκανε το 2020 το Citizen Lab του πανεπιστημίου του Τορόντο, το οποίο επιβεβαίωσε την παρουσία του λογισμικού Pegasus στα τηλέφωνα δεκάδων εργαζομένων του τηλεοπτικού δικτύου Αλ Τζαζίρα του Κατάρ.

Η πλατφόρμα WhatsApp είχε εξάλλου αναφέρει το 2019 πως ορισμένοι χρήστες της στην Ινδία κατασκοπεύονταν με αυτό το λογισμικό.

Το (2018) ένας καναδικός οργανισμός cybersecurity (Citizen Lab) είχε δημοσιεύσει έκθεση που κατονόμαζε 45 χώρες, οι οποίες χρησιμοποιούσαν το Pegasus (“αφότου βρήκαμε σε αυτές μολύνσεις του Pegasus). H Ελλάδα είναι στη λίστα.

Την ίδια ώρα, η Διεθνής Αμνηστία έδωσε στη δημοσιότητα και την τεχνική ανάλυση που εκπόνησε σε συσκευές, ώστε να επιβεβαιώσει την ύπαρξη του λογισμικού κατασκοπίας της εταιρείας, αλλά και να αντικρούσει τους ισχυρισμούς της ότι το λογισμικό χρησιμοποιείται μόνο για περιπτώσεις «εγκλημάτων και τρομοκρατίας» και ότι «δεν αφήνει καθόλου ίχνη».

Αν και ακόμη δεν είναι ξεκάθαρο πόσες συσκευές έχουν βρεθεί στο στόχαστρο, η ανάλυση 37 τηλεφώνων επιβεβαίωσε ότι έγινε hacking σε αυτές τις συσκευές, μεταδίδει η Washington Post.

ΠΗΓΗ