Ο ιστορικός της επιστήμης Φεντερίκο Ντι Τρόκιο [1] μας πληροφορεί ότι η πρώτη γραπτή αναφορά για προγραμματισμένη μόλυνση υγιών ατόμων με πύον ευλογιάς με σκοπό την προφύλαξη από την ασθένεια ανάγεται στο 590 π.Χ., στην Ινδία της ύστερης αρχαιότητας. Αρχικώς η τεχνική εντασσόταν στο πλαίσιο μιας μυστικο-θρησκευτικής τελετουργίας, όπου οι Βραχμάνοι ιερείς της ινδουϊστικής θρησκείας μετάγγιζαν στον εμβολιαζόμενο το πύον της ευλογιάς. Έπειτα από μια τελετή με νηστεία και προσευχές προχωρούσαν στον εμβολιασμό κάνοντας σκαριφισμούς, επιπόλαιες εντομές στο δέρμα με τον σκαριφιστήρα, χειρουργικό όργανο εφοδιασμένο με κοφτερά ελάσματα τα οποία εκτινάσσονται με ελατήριο. Μόλυναν δηλαδή το δέρμα με πύον ευλογιάς, ανάμικτο με νερό του ιερού για τους Ινδούς ποταμού Γάγγη. Χωρίς να ξέρουν τίποτα για τα βακτήρια και τους ιούς οι ασιατικοί λαοί είχαν μάθει από την αρχαιότητα να αμύνονται με αυτή την απλή ανοσοποιητική τεχνική, η οποία αν διεξαγόταν σωστά, έδινε ικανοποιητικά αποτελέσματα. Η τεχνική του εμβολιασμού του ιού της ευλογιάς ονομάστηκε «δαμαλισμός».
Στην Ιστορία της Ανθρωπότητος της UNESCO [2] διαβάζουμε ότι η Μαίρη Ουόρτλι Μόνταγκιου (Mary Wortley Montagu) ήταν εκείνη που έφερε από την Τουρκία στην Αγγλία τη μέθοδο του εμβολιασμού κατά της ευλογιάς, γύρω στα 1718. Ποια ήταν η Μαίρη Μόνταγκιου; Σύμφωνα με τον Ντι Τρόκιο, ήταν συγγραφέας και σύζυγος του Βρετανού πρέσβη στην Τουρκία και σε αυτήν οφείλεται η εισαγωγή του δαμαλισμού στην Ευρώπη. Η Μόνταγκιου, που είχε προσβληθεί η ίδια από ευλογιά και που είχε επίσης πεθάνει ένας αδελφός της από την ασθένεια, πληροφορούμενη τα πλεονεκτήματα του δαμαλισμού, επέτρεψε να εμβολιάσουν τον πρώτο της γιο στην Κωνσταντινούπολη το 1717. Επιστρέφοντας στην πατρίδα της το 1721, ανέλαβε μια ενεργό εκστρατεία στους ιατρικούς και πολιτιστικούς κύκλους και μίλησε πολλές φορές στην Αυλή. Χάρη στις ενέργειές της ο δαμαλισμός διαδόθηκε μεταξύ 1723 και 1760 σε όλη την Αγγλία.
Η ιστορικός Μαρία Ευθυμίου [3] μας δίνει σημαντικές ειδήσεις για την ελληνική συμβολή στην εισαγωγή της πρακτικής του εμβολιασμού στην Ευρώπη. Αναφέρεται στο έργο δύο σημαντικών ονομάτων της νεοελληνικής ιατρικής: του Εμμανουήλ Τιμόνη από τη Χίο και του Ιάκωβου Πυλαρινού από την Κεφαλλονιά. Οι δύο ιατροί σπούδασαν, στον 17ο αιώνα, στο φημισμένο για τις ιατρικές σπουδές πανεπιστήμιο της Πάδοβας στην Ιταλία, στο οποίο σπούδασε ιατρική, στο τέλος του 18ου αιώνα, και ο πρώτος κυβερνήτης των Ελλήνων, ο Ιωάννης Καποδίστριας.
Ο Εμμανουήλ Τιμόνης (Χίος 1650 περίπου – Κωνσταντινούπολη μετά το 1741) σπούδασε στην Πάδοβα και στην Οξφόρδη. Το 1691 διετέλεσε καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας. Αργότερα άσκησε το επάγγελμα του ιατρού στην Κωνσταντινούπολη. Μελέτησε επιστημονικά την εμπειρική μέθοδο του ευλογιασμού, δηλαδή του ενοφθαλμισμού πύου ελαφρά πασχόντων από ευλογιά σε υγιή άτομα, πρακτική της λαϊκής ιατρικής σε διάφορες περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αρχικά ανεξάρτητα και στη συνέχεια παράλληλα με τον Ι. Πυλαρινό. Υπήρξε επίσης αρχίατρος του σουλτάνου. Το 1713 ο Τιμόνης κατέθεσε στη Βασιλική Εταιρεία του Λονδίνου, της οποίας ήταν μέλος, ανακοίνωση με τον τίτλο Περί της δι’ εντομών ή εμβολιασμού παραγωγής της νόσου ευλογίας, ως τελείται εν Κωνσταντινουπόλει. Ο Τιμόνης παρουσίασε, το 1714, την εν λόγω πρακτική ενώπιον των μελών της Βασιλικής Εταιρείας του Λονδίνου. Το 1715 δημοσίευσε στην Κωνσταντινούπολη εργασία με τον τίτλο «Ιστορία περιπτώσεων ευλογίας, προκαλουμένων δι’ εντομής» και το 1721 στο Λέυντεν της Ολλανδίας δημοσίευσε την Πραγματεία περί νέας μεθόδου προκλήσεως ευλογίας διά μεταδόσεως.
Ο Ιάκωβος Πυλαρινός (Κωνσταντινούπολη 1659 – ; 1718) σπούδασε ιατρική στην Πάδοβα και χρημάτισε αρχίατρος του διοικητή της Κρήτης Ισμαήλ πασά, ιατρός του ηγεμόνα της Βλαχίας, αρχίατρος του Μεγάλου Πέτρου της Ρωσίας, ιατρός του στόλου του Βενετού στρατάρχη Φραγκίσκου Μοροζίνη και αρχίατρος του ηγεμόνα της Σερβίας. Μελέτησε τη λαϊκή μέθοδο του ευλογιασμού για την πρόληψη της ευλογιάς και την περιέγραψε σε μελέτη που δημοσίευσε στα λατινικά στη Βενετία το 1715, η οποία επανεκδόθηκε λίγο αργότερα στη Γερμανία και στην Ολλανδία και μεταφράστηκε στα γαλλικά το 1756. Δημοσίευσε στα λατινικά επίσης το έργο Διαδεδομένη Ιατρική (Βενετία, 1717).
Η μέθοδος των Τιμόνη και Πυλαρινού υπήρξε προδρομική για την εισαγωγή το 1796 από τον Έντουαρντ Τζέννερ του δαμαλισμού ως προληπτικού εμβολιασμού κατά της ευλογιάς. Ο ίδιος ο Τζέννερ είχε ανοσία στην ευλογιά, γιατί είχε εμβολιασθεί στην ηλικία των επτά ετών από τους γονείς του με τη μέθοδο Τιμόνη – Πυλαρινού. Η σημασία του έργου των δύο αυτών Ελλήνων ιατρών αποδεικνύεται από το γεγονός ότι αναφέρεται στο λήμμα «εμβόλιο» (inoculation) του εμβληματικού έργου του Γαλλικού Διαφωτισμού, της Εγκυκλοπαίδειας (Encyclopédie) των Ντιντερώ και Ντ’ Αλαμπέρ.
Τον 18ο αιώνα η ευλογιά ήταν η μάστιγα της Ευρώπης. Η μόνη μέθοδος αντιμετώπισής της ήταν η εμπειρική μέθοδος των Τιμόνη – Πυλαρινού, χωρίς να έχει εφαρμοστεί ευρύτερα λόγω του επικίνδυνου χαρακτήρα της. Η ιατρική τάξη ευνόησε τη διάδοσή της σε όλη την Αγγλία και τις αμερικανικές αποικίες, αλλά μετά το 1769 ο δαμαλισμός εγκαταλείφθηκε προοδευτικά λόγω των κινδύνων και δυσκολιών που περιλάμβανε. Η ανοσοποίηση δεν ήταν ακόμη ακίνδυνη γιατί ο τεχνητός δαμαλισμός απαιτούσε την επιδέξια αφαίρεση του πύου τη σωστή στιγμή, ειδάλλως ο ίδιος ο δαμαλισμός μπορούσε να προκαλέσει επιδημία. Επίσης, ένα ποσοστό από 2 έως 5% των εμβολιασμένων προσβαλλόταν από την ασθένεια και πέθαινε. Το 1752 σε μια επιδημία στη Βοστώνη πέθαναν 30 από τους 2.124 εμβολιασμένους. Η ακίνδυνη ανοσοποίηση επιτεύχθηκε τελικά από τον Έ. Τζέννερ.
Ο Έντουαρντ Τζέννερ (Μπέρκλεϋ, Γκλόστερσερ, 1749 – 1823) ήταν ένας μη πτυχιούχος Άγγλος επαρχιακός χειρουργός, ο οποίος μαθήτευσε κοντά σε έναν χειρουργό της περιοχής του από 13 έως 21 ετών και συνέχισε τη μαθητεία του στο Λονδίνο. Στις 14 Μαΐου 1796 ο Τζέννερ έκανε ένα πείραμα που σήμερα θα θεωρείτο ηθικώς αμφισβητούμενο, το οποίο όμως οδήγησε στην τελειοποίηση της τεχνικής του δαμαλισμού. Πήρε δείγμα πύου από την Σάρα Νελς, η οποία είχε μολυνθεί από ευλογιά των βοοειδών και το μετέφερε με δύο σκαριφισμούς στο μπράτσο του νεαρού Τζέιμς Φιπς, που ήταν ένα υγιές αγόρι οκτώ ετών. Το παιδί εκδήλωσε τα συμπτώματα ελαφράς ευλογιάς, που δεν άφησαν εμφανή σημάδια. Δύο μήνες μετά ο Τζέννερ επιχείρησε να του εμβολιάσει την ανθρώπινη ευλογιά, αλλά το αγόρι είχε αποκτήσει ανοσία. Το άλμα είχε γίνει. Ωστόσο, η Βασιλική Ακαδημία δεν επέτρεψε στον Τζέννερ να παρουσιάσει επισήμως την ανακάλυψή του. Η αντίθεση στην ιδέα ότι μπορούσε να υπάρχει σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και σε μια ασθένεια των ζώων έκανε ώστε ένα τμήμα του ιατρικού κόσμου να αντιδράσει στη νέα πρακτική.
Παρά ταύτα, το πρώτο κέντρο εμβολιασμού άνοιξε το 1800 από τον Τζωρτζ Πίρσον στο Λονδίνο και η τεχνική διαδόθηκε ταχύτατα στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική, το Μεξικό, την Κούβα και τις Φιλιππίνες. Πρώτοι άρχισαν να εμβολιάζονται οι στρατιωτικοί. Το 1805 ο Ναπολέων υποχρέωσε τους στρατιώτες του να εμβολιαστούν και το 1809 δημοσίευσε ένα διάταγμα υπέρ της νέας θεραπείας της ευλογιάς. Το 1813, το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης απένειμε στον Τζέννερ, τιμής ένεκεν, πτυχίο ιατρικής. Στην Αμερική το 1855 ο νόμος επέβαλε τον υποχρεωτικό εμβολιασμό και στην Αγγλία αντίστοιχος νόμος ψηφίστηκε το 1871. Μετά την ψήφιση αυτού του νόμου στα 1880 ιδρύθηκε μια παγκόσμια εταιρεία ενάντια στον εμβολιασμό (Societas universa contra vaccinum virus) στην οποία πρωτοστάτησε ο Βέλγος ιατρός Χ. Μπόενς. Το κίνημα αυτό καθοδήγησε μια μαζική λαϊκή αντίδραση, που εκδηλώθηκε με θυελλώδη συλλαλητήρια ενάντια στον υγειονομικό νόμο στο Μπέρμιγχαμ, στο Λέστερ και σε άλλες πόλεις. Στις 5 Αυγούστου 1898 η Βουλή των Κοινοτήτων αναγκάστηκε να προσθέσει στον νόμο ένα άρθρο που απάλλασσε από την υποχρέωση όποιον δήλωνε ενώπιον δικαστηρίου, ότι η συνείδησή του τού απαγορεύει να εμβολιάσει το παιδί του.
Αυτό που δεν δικαιολογείται εύκολα είναι η αντίδραση της επιστημονικής κοινότητας στη γέννηση της βακτηριολογίας. Μέχρι το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα η ιατρική αγνοούσε το αίτιο και την προέλευση των σημαντικότερων ασθενειών της εποχής, όπως η χολέρα, η πανούκλα, η σύφιλη και η φυματίωση, που έμοιαζαν αθεράπευτες. Η επιστημονική κοινότητα χρειάσθηκε να πεισθεί ότι η αληθινή αιτία των λοιμωδών νοσημάτων είναι τα βακτήρια (μικροσκοπικοί οργανισμοί που αποτελούνται τις περισσότερες φορές από ένα κύτταρο χωρίς πυρήνα). Όταν ο Γάλλος χημικός και βιολόγος Λουί Παστέρ (1822-1895) άρχισε να υποστηρίζει αυτή την ιδέα βρέθηκε αντιμέτωπος με σύσσωμη την Ιατρική Σχολή του Παρισιού με επικεφαλής τον διάσημο ιατρό και συγγραφέα Κλωντ Πιντού.
Ακολουθώντας το παράδειγμα του Τζέννερ, ο Παστέρ πραγματοποίησε ένα βασικό πείραμα πάνω σε ζώα. Το 1879 απομόνωσε το βακτήριο που ήταν υπεύθυνο για τη χολέρα των πουλερικών. Σύμφωνα με την Αν Ντεμπρουάζ [4], αφού πρώτα εισήγαγε στα πουλερικά εξασθενημένα βακτήρια, εισήγαγε κατόπιν το κανονικό βακτήριο της ασθένειας. Τα πουλερικά δεν νόσησαν γιατί το ανοσοποιητικό τους σύστημα έμαθε να αναγνωρίζει τα εξασθενημένα βακτήρια που είχαν μειωμένη επιθετικότητα και ήταν έτοιμο να αντιμετωπίσει μια ισχυρότερη επίθεση. Είναι χαρακτηριστικό το επεισόδιο που έλαβε χώρα στις 11 Μαρτίου 1879 στη Ιατρική Σχολή του Παρισιού, όταν συζητήθηκε η αιτία του επιλόχειου πυρετού τον οποίον οι ιατροί απέδιδαν στις μετεωρολογικές συνθήκες και στο δηλητηριασμένο γάλα. Ο ημιπαράλυτος από ημιπληγία Παστέρ σύρθηκε μέχρι τον πίνακα και σχεδίασε πρόχειρα μια αλυσίδα από στρεπτόκοκκους που ήταν και η πραγματική αιτία της ασθένειας. Ο Παστέρ παρασκεύασε και άλλα εμβόλια για τα ζώα και το 1885 το πρώτο εμβόλιο για τον άνθρωπο κατά της λύσσας. Στις 6 Ιουλίου 1885 έσωσε τη ζωή του εννιάχρονου Τζόζεφ Μάιστερ που είχε δαγκωθεί από λυσσασμένο σκύλο, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την προστασία από μια φοβερή ασθένεια.
Η επιτυχία του εμβολιασμού, που αποτρέπει την υποτροπή μιας μεταδοτικής νόσου, άνοιξε τον δρόμο για τον θρίαμβο της ιατρικής.
Σύμφωνα με την Ντεμπρουάζ, η ευλογιά είναι η πρώτη επιδημία που νίκησε η ιατρική. Μέχρι το 1967 προσέβαλε 15 εκατομμύρια άτομα ετησίως προκαλώντας 2 εκατομμύρια θανάτους. Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ), θεσμός του ΟΗΕ που ιδρύθηκε το 1948 με σκοπό τη βελτίωση του επιπέδου υγείας των κατοίκων του πλανήτη, ξεκίνησε μια παγκόσμια εκστρατεία για την εξάλειψη της νόσου η οποία στέφθηκε με επιτυχία. Το τελευταίο κρούσμα καταγράφηκε το 1977 στη Σομαλία. Ο εμβολιασμός κατά της ευλογιάς έλαβε τέλος.
Μετά την ευλογιά ακολούθησαν εκστρατείες μαζικού εμβολιασμού κατά της πολιομυελίτιδας. Το Δεκέμβριο του 1993 στην Κίνα εμβολιάστηκαν 83 εκατομμύρια παιδιά κάτω των 5 ετών. Το Δεκέμβριο του 1995 και τον Ιανουάριο του 1996 εμβολιάστηκαν στην Ινδία 90 εκατομμύρια παιδιά. Μετά από 18 χρόνια μαζικών εμβολιασμών που κόστισαν 3 δις. δολλάρια η πολιομυελίτιδα δεν υπάρχει παρά μόνο σε ελάχιστες περιοχές της Αμερικής και της Ασίας. Ωστόσο, η ιλαρά που αναμενόταν να εξαφανισθεί μέχρι το 2010 με βάση το στόχο της ΠΟΥ φαίνεται πως αναβιώνει, καθώς παρατηρούνται πολλά περιστατικά σε χώρες όπως η Σουηδία, η Ιταλία και η Γαλλία. Βέβαια στη Γαλλία ο υποχρεωτικός εμβολιασμός είχε καταργηθεί ήδη από το 1902 στο όνομα της προστασίας των ελευθεριών.
Σήμερα η ιατρική δεν διαθέτει εμβόλια εναντίον όλων των λοιμωδών νοσημάτων. Πολλά εναλλακτικά εμβόλια, που βασίζονται όχι στην εισαγωγή ενός αδρανούς μικροοργανισμού αλλά στην αγκίστρωση του μορίου του εμβολιασμού σε κάποια ισχυρά κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, βρίσκονται εν εξελίξει, όπως εμβόλια κατά της δυσεντερίας, της ελονοσίας, του δάγκειου πυρετού κ.ά. Σύμφωνα με τον ιστορικό Μαρκ Φερρώ [5], η ιστορική πορεία του εμβολιασμού εξηγείται εν μέρει από το ρόλο της αγοράς και των οικονομικών συμφερόντων των φαρμακοβιομηχανιών. Οι βιομηχανικές χώρες είχαν εγκαταλείψει τη χρήση ορισμένων εμβολίων είτε θεωρώντας τα μη απαραίτητα πλέον, όπως το εμβόλιο της ευλογιάς, είτε λόγω των ενδεχόμενων παρενεργειών τους και της αντίστοιχης δικαστικής επίρριψης ευθύνης στους παρασκευαστές τους. Έτσι στις αρχές της δεκαετίας του 1980 τα εμβόλια αντιπροσώπευαν μόνο το 1% της αγοράς φαρμάκων, επειδή δεν ήταν μια επικερδής επένδυση, αφού οι εταιρείες για να σεβαστούν τις σύγχρονες προδιαγραφές έπρεπε να αυξήσουν τις τιμές σε απαγορευτικό για την αγορά επίπεδο.
Από την άλλη πλευρά, οι φτωχές χώρες δεν αποτελούσαν ενδιαφέρουσες αγορές για τις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, είτε εξαιτίας της αφερεγγυότητας κάποιων από αυτές, είτε λόγω της πολύ χαμηλής τιμής ορισμένων εμβολίων. Έτσι κάποιες από τις χώρες ανέλαβαν μόνες τους την παραγωγή μέρους αυτών των εμβολίων. Όμως η έρευνα για την πρόληψη των αναδυόμενων ασθενειών, καθώς και των αρχαιότερων, όπως η λέπρα και η σύφιλη δεν προχώρησαν. Αυτές οι χώρες υπέστησαν τις συνέπειες της κατάργησης του εμβολιασμού, με αποτέλεσμα μετά από μερικές δεκαετίες η έλλειψη εμβολίων να καταλήξει σε γενικευμένη μείωση της άμυνας αυτών των πληθυσμών. Μετά την απόφαση της ΠΟΥ το 1990 να εξολοθρεύσει την πολιομυελίτιδα, την ευλογιά και τον τέτανο των νεογνών, η παραγωγή των δόσεων των εμβολίων πενταπλασιάστηκε. Όμως τα νέα εμβόλια, που πληρώνονται σε συνάλλαγμα, ανταγωνίζονται τα εμβόλια τοπικής παραγωγής, οδηγώντας σε πολλές χώρες σε μια θεραπευτική δύο ταχυτήτων. Μπορεί να καταβάλεται σημαντική προσπάθεια για την καταπολέμηση της πολιομυελίτιδας, αλλά στην περίπτωση, εξίσου σοβαρή, της επανεμφάνισης της ελονοσίας καμμία φαρμακοβιομηχανία δεν διαθέτει ερευνητικά προγράμματα για το εμβόλιο κατά της ελονοσίας.
Η ΠΟΥ εκτιμά ότι τα εμβόλια σώζουν τη ζωή δύο έως τριών εκατομμυρίων ανθρώπων ετησίως. Ακόμη περιορίζουν την εξάπλωση των μολυσματικών παραγόντων και μειώνουν την επιβάρυνση των συστημάτων υγείας, αφού αποτρέπουν εκατομμύρια λοιμώξεις. Αποτελούν την ελπίδα στον αγώνα κατά των αναδυόμενων ασθενειών και ασφαλώς κατά της παρούσας πανδημίας του κορωνοϊού SARS-COV-2. Ωστόσο πληθαίνουν οι φωνές που αμφισβητούν τη μαζική και συστηματική προσφυγή στους εμβολιασμούς και σχηματίζουν το λεγόμενο αντιεμβολιαστικό κίνημα, το οποίο υπάρχει, όπως είδαμε, ήδη από την εποχή των πρώτων εμβολίων. Πρέπει βεβαίως να διακρίνουμε μεταξύ εκείνων που αμφισβητούν τη συγκεκριμένη προληπτική ιατρική πρακτική του εμβολιασμού και εκείνων που αρνούνται την ύπαρξη της ασθένειας αυτής καθαυτήν. Στους δεύτερους δεν μπορεί κανείς να αντιτάξει κάποιο λογικό επιχείρημα, γιατί το ποτήρι γι’ αυτούς δεν είναι ούτε μισοάδειο ούτε μισογεμάτο, αφού δεν υπάρχει ποτήρι. Ας ευχηθούμε να μην ασθενήσουν από την ασθένεια που δεν υπάρχει…
Στους πρώτους, όμως, αξίζει μια λογική επιχειρηματολογία που θα λαμβάνει υπόψη της τη λογική βάση των αμφιβολιών τους. Ασφαλώς δεν υπάρχει το γιατρικό για όλα και ούτε οι εμβολιασμοί είναι 100% αποτελεσματικοί. Σε όλα τα εμβόλια το ποσοστό των ατόμων που δεν ανταποκρίνεται στην ανοσοποίηση δεν είναι αμελητέο και σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνει και πάνω από 20%. Για παράδειγμα, το τριπλούν εμβόλιο (BCG) δεν προστατεύει τους ενήλικες από την πνευμονική εκδοχή της νόσου παρά μόνο στο 50% των περιπτώσεων. Μερικά εμβόλια προκαλούν ήπιας συνήθως μορφής δευτεροπαθή συμπτώματα, όπως ελαφρύ πυρετό, εξάνθημα κ.ά. Στο εμβόλιο της ευλογιάς έχει παρατηρηθεί 1 στις 100.000 σοβαρή αλλεργική αντίδραση. Σε ορισμένα εμβόλια που ο παθογόνος παράγοντας δεν είναι πλήρως αδρανοποιημένος είναι δυνατό να προκληθεί στον εμβολιασμένο η ίδια η νόσος, όταν το ανοσοποιητικό του σύστημα είναι εξασθενημένο από διάφορες αιτίες.
Οι πολέμιοι του εμβολιασμού ισχυρίζονται ότι το εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας Β μπορεί να προκαλέσει σκλήρυνση κατά πλάκας, μια πολύ σοβαρή ασθένεια των νεύρων. Η προέλευση της ασθένειας παραμένει μυστηριώδης. Φαίνεται πως είναι αυτοάνοση νόσος που ίσως προκαλείται από έκθεση σε κάποιον ιό. Μεγάλης κλίμακας στατιστικές μελέτες δεν έχουν αποδείξει κάποιο συσχετισμό μεταξύ του εμβολιασμού και της ασθένειας. Δεν αποκλείεται όμως ένας τέτοιος συσχετισμός σε ορισμένες πολύ ιδιαίτερες περιπτώσεις, που δεν μπορούν να καταγραφούν από τις στατιστικές. Επίσης, έχει ενοχοποιηθεί κάποιο παράγωγο του υδραργύρου που περιεχόταν στα εμβόλια ως αιτία πρόκλησης αυτισμού. Ο αυτισμός είναι επίσης μυστηριώδους προέλευσης σχάση της δομής του ανθρώπινου ψυχισμού. Δεν έχει αποδειχθεί ακόμα συσχέτιση του αυτισμού με το παράγωγο του υδραργύρου. Παρ’ όλα αυτά, το παράγωγο αυτό έχει αφαιρεθεί από τα εμβόλια που χρησιμοποιούνται στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Ο καθηγητής των οικονομικών της υγείας Ζαν ντε Κερβαντουέ [6] μας υπενθυμίζει ότι οι προσωπικές επιλογές μπορεί να είναι συλλογικά καταστροφικές. Στον αιώνα του Διαφωτισμού, το 1780, ο Ντ’ Αλαμπέρ τόνιζε, σε μια συνέλευση της Ακαδημίας των Επιστημών, ότι πρέπει να ενθαρρύνεται ο εμβολιασμός για την ευλογιά, διότι εκτιμούσε ότι ο κίνδυνος να πεθάνει κανείς από ευλογιά ήταν σαράντα φορές μεγαλύτερος από τον κίνδυνο να πεθάνει από τον εμβολιασμό. Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, όταν υφίσταται, προστατεύει το σύνολο του πληθυσμού, ακόμη κι εκείνους οι οποίοι δεν έχουν εμβολιαστεί. Στο βαθμό που επικρατεί προαιρετικός εμβολιασμός, η αμφισβήτηση της ιατρικής πρακτικής οδηγεί σε κινδύνους για τη δημόσια υγεία, αφήνοντας ανεξέλεγκτο τον παθογόνο παράγοντα. Όταν ευνοούνται τα ατομικά δικαιώματα εις βάρος των συλλογικών υποχρεώσεων, τότε η κοινωνία δεν αναλαμβάνει πια το συλλογικό ρίσκο και εγκαταλείπει τον καθένα στη θανάσιμη μοίρα του. Όταν η επίσημη Πολιτεία υποχωρεί, ενώ γνωρίζει ότι η σχέση οφέλους/κινδύνου είναι ιδιαίτερα θετική για τον εμβολιασμό, τότε, σύμφωνα με την προσφυή ρήση του Μαρσέλ Γκωσέ, η Δημοκρατία στρέφεται ενάντια στον εαυτό της.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Federico Di Trocchio, Αλλοπαρμένες μεγαλοφυΐες, εκδ. Τραυλός, μτφρ. Παναγιώτης Σκόνδρας, 5η έκδοση, Αθήνα, 2003, σ. 353-372.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου