31 Ιουλίου 2024

Μετασχηματίζοντας το δημόσιο σχολείο: Από τον εκπαιδευτικό στον τεχνικό κι από τον διευθυντή στον μάνατζερ

ekpaideytikoi
Αγανάκτηση, θυμό και διάθεση αντίστασης έχουν προκαλέσει σε χιλιάδες εκπαιδευτικούς οι νομοθετικές παρεμβάσεις που «μοντάρουν» το εκπαιδευτικό DNA σε ακραίες νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις | EUROKINISSI/ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Βαθύς μετασχηματισμός της ταυτότητας του δημόσιου σχολείου

Από τον εκπαιδευτικό στον τεχνικό κι από τον διευθυντή στον μάνατζερ


Οι αντίξοες συνθήκες εργασίας (εντατικοποίηση, πίεση, εξάντληση, έλλειψη νοήματος, τηλεκπαίδευση και αξιολόγηση) έχουν κάνει αφόρητη τη ζωή χιλιάδων εκπαιδευτικών με αποτέλεσμα να παρατηρείται ένα «κύμα φυγής» προς τη συνταξιοδότηση.

Σύμφωνα με την Εκθεση του Stephen Ball και της Deborah Youdell του Ινστιτούτου της Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου του Λονδίνου («Η κρυφή ιδιωτικοποίηση στη δημόσια εκπαίδευση»), το μάνατζμεντ απόδοσης και ο ανταγωνισμός μεταξύ ιδρυμάτων έχουν πολλών ειδών επιπτώσεις στις σχέσεις, τόσο τις διαπροσωπικές όσο και μεταξύ των ρόλων (κάθετων και οριζόντιων) των εκπαιδευτικών στα σχολεία: πιο συγκεκριμένα, αύξηση των συναισθηματικών πιέσεων και εργασιακό στρες· αυξημένο ρυθμό και εντατικοποίηση της εργασίας· και μεταβολές στις κοινωνικές σχέσεις.

Στη χώρα μας οι συνεχείς νομοθετικές παρεμβάσεις της περιόδου 2020-2024 έχουν ήδη δημιουργήσει τα στοιχεία της αυξανόμενης εσωτερικής αντιπαράθεσης μεταξύ των εκπαιδευτικών και της διοίκησης της εκπαίδευσης μέσα στον σχολικό χώρο.

Παράλληλα είναι φανερό ότι η αντικατάσταση της ηθικής των υπηρεσιών από την ηθική του ανταγωνισμού προκαλεί «διάβρωση του χαρακτήρα» της εκπαίδευσης.

Το νέο δημόσιο μάνατζμεντ και οι πρακτικές που το συγκροτούν προκαλούν αύξηση της παραγωγής διοικητικών εγγράφων και εκθέσεων και των υπηρεσιών υποστήριξης συστημάτων, καθώς και της χρήσης των συγκεκριμένων εργαλείων για τη δημιουργία αποδοτικών και συγκρίσιμων συστημάτων πληροφόρησης.

Αυτό έχει ως συνέπεια τόσο την αύξηση της επιτήρησης του έργου και των αποτελεσμάτων των εκπαιδευτικών όσο και ένα διευρυνόμενο χάσμα που αφορά τις αξίες, τους σκοπούς και τις οπτικές μεταξύ του διοικητικού προσωπικού, από τη μια πλευρά, το οποίο σπρώχνεται να εξαντλεί το ενδιαφέρον του πρωταρχικά για τις δημόσιες σχέσεις και τη διαχείριση των εντυπώσεων και, από την άλλη πλευρά, του διδακτικού προσωπικού, που ενδιαφέρεται πρωταρχικά για την υλοποίηση του αναλυτικού προγράμματος, τον έλεγχο της σχολικής τάξης, τις ανάγκες των μαθητών και την τήρηση αρχείων.

Οι πιέσεις του ανταγωνισμού μπορούν, επίσης, να επηρεάσουν τις μορφές της παιδαγωγικής οι οποίες χρησιμοποιούνται στην τάξη, δίνοντας όλο και μεγαλύτερη έμφαση στη «διδασκαλία για τις εξετάσεις» μέσω της μηχανικής απομνημόνευσης και της επανάληψης. Τα σχολεία ωθούνται να εισαγάγουν την προπαρασκευή των μαθητών σε δεξιότητες γραπτών διαγωνισμάτων και εξετάσεων (Pisa και «Ελληνική Pisa»), καθώς και μαθήματα εξάσκησης σε εξετάσεις.

Η εμπειρία της σχολικής τάξης που βιώνει ο μαθητής στενεύει και μειώνεται, ενώ ο εκπαιδευτικός γίνεται όλο και πιο εξαρτημένος από προσχεδιασμένα υλικά «στεγανά από τον εκπαιδευτικό», προκατασκευασμένα κρατικά προγράμματα, σχέδια αναλυτικών προγραμμάτων τα οποία ελέγχουν τον ρυθμό της διδασκαλίας και κατευθυντήριες διδακτικές μεθόδους. Ορισμένες έρευνες δείχνουν ότι οι λιγότερο έμπειροι εκπαιδευτικοί έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να υιοθετήσουν τέτοια προσχεδιασμένα σχήματα εργασίας και επομένως οι μαθητές σε σχολεία «χαμηλών εισοδημάτων» είναι εκείνοι που έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να βρεθούν αντιμέτωποι με τέτοια καθεστώτα σχολικής τάξης.

Ο βομβαρδισμός εκπαιδευτικών ρυθμίσεων που «μαντάρουν» και «μοντάρουν» το εκπαιδευτικό DNA σε ακραίες νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις υποστηρίζεται από μια πρωτοφανή –σε μεταμφίεση– προπαγανδιστική πυροβολαρχία: Μιλάμε για μια καλοσχεδιασμένη επιχείρηση για να παρουσιαστούν πλευρές της πολιτικής που ήδη υλοποιεί το υπουργείο Παιδείας σαν δήθεν επιστημονικές προτάσεις, πολιτικά ουδέτερες και κοινωνικά ωφέλιμες. Στην επιχείρηση αυτή πρωτοστατεί βεβαίως «τείχος» μιας «αυλικής δημοσιογραφίας» που δίνει τα ρέστα της να παρουσιάσει το άσπρο μαύρο και να μαυρίσει κάθε αντίσταση από τη μεριά της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Την ίδια ώρα με τον Ν. 4823/2021 καθώς και με τμήμα του νομοθετικού πλέγματος της τελευταίας 5ετίας, το υπουργείο Παιδείας αυξάνει ακόμη περισσότερο τις εξωδιδακτικές εργασίες και επιχειρεί να «μπαζώσει» το σύνολο του εργασιακού ωραρίου των εκπαιδευτικών. Παραμένει βεβαίως και ο φόρτος εργασίας που έχει ο εκπαιδευτικός μετά το τέλος του εργασιακού του ωραρίου στο σχολείο, καθώς μεταφέρει αρκετή δουλειά στο σπίτι του.

Ισως γι’ αυτό μαζί με τις εστίες αγανάκτησης, θυμού και αντίστασης που αναζωπυρώνονται από το «λάδι που ρίχνει στη φωτιά» το ΥΠΑΙΘΑ, παρατηρείται και ένα «κύμα φυγής» εκπαιδευτικών προς τη συνταξιοδότηση (το οποίο θα ήταν πολύ μεγαλύτερο αν οι όροι συνταξιοδότησης εξασφάλιζαν μια στοιχειώδη κάλυψη στις ανάγκες επιβίωσης), καθώς οι αντίξοες συνθήκες εργασίας (εντατικοποίηση, πίεση, εξάντληση, έλλειψη νοήματος, τηλεκπαίδευση και αξιολόγηση) έχουν κάνει αφόρητη τη ζωή χιλιάδων εκπαιδευτικών.

Οι διαφορετικές επιδόσεις των σχολείων στη βάση μετρήσιμων δεικτών, καθώς και η σχεδιαζόμενη «άρση των γεωγραφικών ορίων» και η «ελεύθερη επιλογή σχολείου», θέλουν να σπρώξουν τα δημόσια σχολεία σε έναν ανελέητο ανταγωνισμό προς «άγραν πελατών», από την οποία θα συναρτούν τη χρηματοδότηση και τη συνέχιση της λειτουργίας τους.

Στρατιά στελεχών

Σε ένα τέτοιο σχολείο «αυτόνομο», σχολείο-επιχείρηση, δεν θα μπορούσε παρά αφενός να «κατασκευαστεί» μια μεγάλη –αριθμητικά– στρατιά στελεχών εκπαίδευσης και αφετέρου σχεδόν να καταργηθεί κάθε ουσιαστικός ρόλος του Συλλόγου Διδασκόντων και οι εκπαιδευτικοί του να μετατραπούν σε απλά εκτελεστικά όργανα των άνωθεν εντολών, χωρίς ουσιαστικά δικαιώματα στο σχολείο.

Ενα τέτοιο σχολείο φυσικά δεν μπορεί να το διοικεί παρά μόνο ένας διευθυντής-δερβέναγας, με υπερεξουσίες, αξιολογητής και πειθαρχικός προϊστάμενος, ένας διευθυντής-επιθεωρητής της δεκαετίας του 1960 και παράλληλα μάνατζερ που προσομοιάζει στον ιδιοκτήτη-διευθυντή ιδιωτικής επιχείρησης.

Η εξαγωγή συμπερασμάτων από στοιχεία ερευνών σχετικά με την ικανοποίηση και το ηθικό των εκπαιδευτικών θα έδειχνε ότι οι επιπτώσεις και οι αλλαγές οι οποίες περιγράφονται εδώ πρόκειται να έχουν αρνητικές συνέπειες. Μια πτώση στα επίπεδα ικανοποίησης και ηθικού των εκπαιδευτικών έχει, με τη σειρά της, συνέπειες για την πρόσληψη και τη συγκράτησή τους στο σχολείο.

Ερευνες πάνω στην ικανοποίηση των εκπαιδευτικών έχουν επανειλημμένα βρει ότι ενώ ο μισθός δεν είναι μεγάλης σημασίας παράγοντας για την παραγωγή υψηλών επιπέδων ικανοποίησης, οι συνθήκες εργασίας, η εμπλοκή στη λήψη αποφάσεων, οι καλές σχέσεις με τη «διοίκηση» και η αυτονομία στην τάξη είναι. Ολοι αυτοί οι παράγοντες απειλούνται ή μειώνεται η σημασία τους από τα αποτελέσματα του συνδυασμού του ανταγωνισμού, του νέου διοικητισμού και της λογοδοσίας σε κρίσιμα ζητήματα.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου