26 Ιουλίου 2024

Κλιματική κρίση: Καιγόμαστε! Σωζόμαστε; (σειρά σχετικών άρθρων από 22/7 έως και 26/7/2024 - ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΑΡΘΡΟ)

Κλιματική Αλλαγή
Οι περσινές πλημμύρες και ο παρατεταμένος καύσωνας του φετινού καλοκαιριού έδειξαν ότι –όπως προβλεπόταν εξάλλου από τις επιστημονικές αναλύσεις– η περιοχή που βρίσκεται η χώρα μας θα πληγεί με έντονο τρόπο από τις πολλαπλές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Η αντιμετώπιση αυτής της νέας εποχής για τον πλανήτη ολόκληρο απαιτεί πριν απ’ όλα την αποφασιστική εκμηδένιση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, στις οποίες οφείλεται η υπερθέρμανση και επομένως οι επαναλαμβανόμενοι καύσωνες και οι κίνδυνοι πυρκαγιάς. Γνωρίζουμε πλέον ότι ολιγάρχες που εκμεταλλεύονται ορυκτά καύσιμα, τράπεζες και κυβερνήσεις δεν τηρούν τους στόχους που βάζουν οι διεθνείς συμφωνίες για την κατάργηση των εκπομπών αυτών με σκοπό, όχι την αναχαίτιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά τη διατήρησή της στα επίπεδα όπου έχει φτάσει σήμερα.

Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής για τις καλλιέργειες και τις οικονομικές δραστηριότητες εν γένει, για τις υποδομές και τις συνθήκες ζωής των κατοίκων, είναι ορατές και οδυνηρά αισθητές και στη χώρα μας ειδικά αυτό το μακρύ καυτό καλοκαίρι με συνθήκες καύσωνα που κρατούν σχεδόν αδιάκοπα εδώ και ενάμιση μήνα. Και αυτές οι συνθήκες απαιτούν, ακόμα κι αν σταθεροποιηθεί στα σημερινά επίπεδα η κλιματική αλλαγή, νέες στρατηγικές και πολιτικές. Αλλά παράλληλα με αυτές τις απειλές και αυτά τα πλήγματα οι πληθυσμοί βρίσκονται αντιμέτωποι με την αστάθεια των οικονομικών δραστηριοτήτων και της προσφοράς κοινωνικών υπηρεσιών, αλλά και με μια επιθετική πολιτική των κυρίαρχων τάξεων απέναντι στον κόσμο της εργασίας και τις λαϊκές τάξεις. Από όλες αυτές τις απόψεις πρόκειται για ένα νέο και εξαιρετικά επικίνδυνο περιβάλλον, που για την αντιμετώπισή του χρειάζεται να γίνουν ριζικές αλλαγές σε ό,τι αφορά την αξιοποίηση των διαθέσιμων επιστημονικών γνώσεων και τη διάδοσή τους, την εγκατάσταση πραγματικών δημοκρατικών θεσμών που επιτρέπουν την έκφραση και τον κυρίαρχο ρόλο των λαϊκών τάξεων και την πραγματοποίηση στρατηγικών επιλογών που προστατεύουν πραγματικά τον ανθρώπινο πληθυσμό.

Από σήμερα (σ.σ. Δευτέρα 22/7/2024) μέχρι και την προσεχή Παρασκευή η «Εφ.Συν.» δίνει το βήμα της σε έξι σημαντικούς επιστήμονες και ειδικούς που ακτινογραφούν βασικές διαστάσεις της κλιματικής κρίσης.

***

Πόση υπερθέρμανση αντέχει ο πληθυσμός του πλανήτη;


Μια κοινωνία που απειλείται τόσο σοβαρά από μια συγκυρία που έχουμε φτάσει να ονομάζουμε «πολυκρίση» δεν μπορεί να προστατευτεί χωρίς τη ριζική αναβάθμιση της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας. ● Είναι επίσης αναγκαίο στο επίπεδο των περιφερειακών ενοτήτων να συγκροτηθούν λαϊκές συνελεύσεις, από εκπροσώπους όλων των επαγγελματικών και κοινωνικών ομάδων, οι οποίες θα εγκρίνουν και θα τροποποιούν τα αναπτυξιακά σχέδια.

Η ύπαρξη ενός πολιτικού καθεστώτος που αναφέρεται με κάποιο τρόπο στην Αριστερά προϋποθέτει ότι υπάρχει μια πολιτική οργάνωση που υπερασπίζεται στη θεωρία και στην πράξη τις ανάγκες και τα συμφέροντα των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων, όχι αναγκαστικά με το να κατέχουν οι εκπρόσωποι των τάξεων αυτών την εξουσία επί των θεσμών διοίκησης τoυ κράτους, αλλά με το να έχουν εξασφαλίσει μέσα από διαπραγματεύσεις, στο πλαίσιο δημοκρατικών διαδικασιών, ότι αυτές οι ανάγκες και αυτά τα συμφέροντα πρέπει να ικανοποιούνται με σταθερό και ικανοποιητικό τρόπο, ακόμα κι αν μια κυρίαρχη τάξη συνεχίζει να υποτάσσει τις λαϊκές τάξεις. Ως γνωστόν, η Ιστορία δεν μας διδάσκει μόνο τη δυνατότητα της «εξουσίας στα σοβιέτ», της εξουσίας στην ίδια την εργατική τάξη, που όπως γνωρίζουμε ήταν μια περισσότερο σύνθετη και αντιφατική περιπέτεια, αλλά και τη δυνατότητα σοσιαλ-δημοκρατικών και «φορντιστικών» καθεστώτων, που ενώ αναγνώριζαν την κυριαρχία και την ηγεμονία των καπιταλιστικών σχέσεων και ιδεολογιών παραχώρησαν στο παρελθόν, σε κάποιες χώρες, εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, που διαμόρφωσαν καθεστώτα σχετικής ευημερίας για τις εργατικές τάξεις.

Ολα αυτά συνέβησαν μόνο στην Ευρώπη, και όταν το διεθνές κεφάλαιο θεώρησε αναγκαίο να κηρύξει το τέλος αυτής της περιόδου, εμπνεύστηκε από την πραγματικότητα του καπιταλισμού των Ηνωμένων Πολιτειών και έσπευσαν να δείξουν ότι το νεοφιλελεύθερο μοντέλο μπορούσε να φτάσει ώς το πραξικόπημα στη Χιλή. Στην Ευρώπη, όπου γνωρίζουμε ότι οι ιδιοκτήτες και οι πρόθυμοι εκφραστές του κεφαλαίου είναι ικανοί για τα χειρότερα, παραμένει ισχυρή η ανάμνηση της σοσιαλ-δημοκρατικής εκδοχής καθεστώτος, καθώς αποτελεί στην πραγματικότητα μια εκδοχή που βασίστηκε στην κινητοποίηση, αν όχι στη στράτευση, των ίδιων των παραγωγικών και πολιτικών δυνάμεων του κεφαλαίου. Οι διανοούμενοι και τα πολιτικά στελέχη της Αριστεράς –με την ευρεία έννοια– που υποστηρίζουν έναν τέτοιο προσανατολισμό ισχυρίζονται ότι μπορούν να εξασφαλίσουν μια τέτοια κινητοποίηση, την ίδια στιγμή που δεν υπάρχουν ούτε ενδείξεις μιας τέτοιας διαθεσιμότητας.

Η Nαόμι Κλάιν στο εκτενές ρεπορτάζ της για τη δυναμική της κλιματικής αλλαγής –This changes everything / Αυτό αλλάζει τα πάντα– εξηγεί ότι οι δυνάμεις του κεφαλαίου και οι πολιτικές δυνάμεις που τις εκφράζουν αρνούνται κατά κανόνα να εφαρμόσουν τις πολιτικές που εισηγείται το IPCC και άλλοι επιστημονικοί οργανισμοί, και ο λόγος είναι ότι αρνούνται να αλλάξουν τις στρατηγικές που υλοποιούν, και κατά βάση τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική. Ακόμα κι αν οι πιο πρόσφατες μετρήσεις δείχνουν ότι οι στόχοι που θέτουν διεθνείς διασκέψεις για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, και επομένως για τη συγκράτηση της υπερθέρμανσης, απειλούνται από τη διατήρηση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων, ενώ δεν αντιμετωπίζονται πραγματικά οι επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων, και της κλιματικής αλλαγής ευρύτερα. Χωρίς να ξεχνάμε την τροφοδότηση της συνεχούς ενίσχυσης της Ακρας Δεξιάς με την υλοποίηση φασιστικών και δολοφονικών πολιτικών από πολλαπλές κυβερνήσεις, σχετικά με τα κύματα προσφύγων που προκαλεί η κλιματική κρίση, που δεν πρόκειται να εκλείψουν, αλλά αντίθετα θα ενισχυθούν.

Η κλιματική κρίση είναι μια εξέλιξη πολλαπλών διαστάσεων, που απειλεί από πολλές απόψεις τη ζωή των ανθρώπων και την αναπαραγωγή των ανθρώπινων κοινωνιών στον πλανήτη. Οι σημερινές διαδικασίες με τις οποίες τα καπιταλιστικά καθεστώτα αναπαράγονται δεν είναι βιώσιμες και η επιβίωση και προστασία των κοινωνιών απαιτεί τον αναπροσανατολισμό των στρατηγικών σε ό,τι αφορά την οικονομική δραστηριότητα, την κοινωνική φροντίδα και την προστασία της υγείας, την εκπαίδευση και την έρευνα, τη λειτουργία των δημοκρατικών διαδικασιών και ελέγχων, με λύσεις οι οποίες για πρώτη φορά θα εφαρμοστούν στον πλανήτη Γη, ενώ θα χρειαστεί να γίνουν μεγάλες αναθεωρήσεις σε σχέση με τις βασικές επιλογές των καπιταλιστικών κοινωνιών. Μια κοινωνία που απειλείται τόσο σοβαρά με μια συγκυρία που έχουμε φτάσει να ονομάζουμε «πολυκρίση» δεν μπορεί να προστατευτεί χωρίς τη ριζική αναβάθμιση της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας.

Από την εμπειρία που ήδη διαθέτουμε συμπεραίνουμε αφενός ότι είναι αναγκαίο να υπάρξουν θεσμοί στον πανεπιστημιακό χώρο, που να παράγουν γνώση σχετικά με την εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής στην περιοχή μας, αλλά και σχετικά με τις αλλαγές που είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθούν στην παραγωγική και οικονομική δραστηριότητα, αλλά και στις υποδομές και στο φυσικό περιβάλλον. Παράλληλα, χρειάζεται να δημιουργηθούν θεσμοί σχεδιασμού αυτού που ονομάζουμε αναπτυξιακή διαδικασία σε επίπεδο περιφερειακών ενοτήτων (νομαρχιών), ώστε να είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν τόσο οι αλλαγές που έχουν προκληθεί όσο και αυτές που μπορεί να προβλεφθούν, και να διαμορφωθεί η βάση του εθνικού σχεδιασμού.

Είναι επίσης αναγκαίο στο επίπεδο των περιφερειακών ενοτήτων να συγκροτηθούν λαϊκές συνελεύσεις, από εκπροσώπους όλων των επαγγελματικών και κοινωνικών ομάδων, οι οποίες θα εγκρίνουν και θα τροποποιούν τα αναπτυξιακά σχέδια. Οι συνελεύσεις αυτές μπορούν να ενισχυθούν μέσω εκπαιδευτικών διαδικασιών που προσφέρουν γνώσεις, βασισμένες στην εμπειρία της τοπικής κοινωνίας, αλλά και στις επιστημονικές γνώσεις που είναι διαθέσιμες στην περιοχή και στη χώρα.

*Οικονομολόγος

***

Μανόλης Κογεβίνας

🔴 Κλιματική αλλαγή και υγεία στην Ελλάδα


Το κύμα καύσωνα του 2022 προκάλεσε περισσότερους από 60.000 θανάτους στη Δυτική Ευρώπη και περίπου 3.000 στην Ελλάδα. Ο δείκτης θνησιμότητας του ελληνικού πληθυσμού (παίρνοντας υπόψη το μέγεθος και τη δομή των πληθυσμών της Ευρώπης) ήταν από τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Επιπλέον, οι καύσωνες ασκούν σημαντική πίεση στα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και στις υποδομές, επιδεινώνοντας περαιτέρω τους κινδύνους για αυτούς που βρίσκονται σε κίνδυνο

Η κλιματική αλλαγή είναι μια υπαρξιακή πρόκληση που επηρεάζει τα παγκόσμια οικοσυστήματα και την ανθρώπινη υγεία. Μεταξύ των πολλαπλών επιπτώσεών της, η αύξηση της θερμοκρασίας, οι καύσωνες και οι πυρκαγιές ξεχωρίζουν για τις άμεσες και μακροπρόθεσμες συνέπειές τους στην υγεία. Η κατανόηση αυτών των επιδράσεων είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών στρατηγικών προσαρμογής και περιορισμού της κλιματικής αλλαγής και για την προστασία της δημόσιας υγείας σε έναν ολοένα θερμότερο κόσμο.

Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην υγεία αφορούν κυρίως: α) Θερμοκρασία και κύματα καύσωνα, β) Ακραία κλιματικά φαινόμενα: ξηρασία, λειψυδρία, πλημμύρες και πυρκαγιές, γ) Ατμοσφαιρική ρύπανση και άλλους ρύπους, δ) Διατροφή/ασφάλεια τροφίμων, ε) Μολυσματικούς παράγοντες.

Οι θάνατοι που σχετίζονται με τη ζέστη εκτιμάται ότι έχουν αυξηθεί στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, με μέση αύξηση 17,2 θανάτων ανά 100.000 κατοίκους μεταξύ των περιόδων του 2003-2012 και 2013-2022 (van Daalen και συν., 2024). Τόσο οι υψηλές όσο και οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες σχετίζονται με την αύξηση της θνησιμότητας. Την τελευταία δεκαετία, η αύξηση της θνησιμότητας από τις υψηλές θερμοκρασίες έχει υπερκεράσει την πρόληψη από τη μείωση των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών. Οι υψηλές θερμοκρασίες επιδεινώνουν τις καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις, ιδιαίτερα στους ευάλωτους πληθυσμούς όπως οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά και όσοι έχουν προϋπάρχουσες ιατρικές καταστάσεις. Εμμεσα, οι αυξημένες θερμοκρασίες μπορούν να αλλάξουν τη διανομή των λοιμωδών νόσων που μεταδίδονται από φορείς, οδηγώντας σε μεγαλύτερη επίπτωση νόσων όπως ο ιός του Δυτικού Νείλου και ο δάγκειος πυρετός.

Ενα άλλο παράδειγμα έμμεσης αλλά σημαντικής επίδρασης σχετίζεται με την αύξηση του αριθμού θερμών ημερών και των θερμών ωρών κατά τη διάρκεια της ημέρας. Αποτέλεσμα αυτού είναι η μείωση της σωματικής δραστηριότητας λόγω του κινδύνου θερμικού στρες και, έμμεσα, η αύξηση του κινδύνου πολλών χρονίων νοσημάτων, καθώς η φυσική άσκηση είναι ένας εξαιρετικά σημαντικός παράγοντας προαγωγής της ανθρώπινης υγείας.

Το κύμα καύσωνα του 2022 προκάλεσε περισσότερους από 60.000 θανάτους στη Δυτική Ευρώπη και περίπου 3.000 στην Ελλάδα (Ballester και συν., 2024). Ο δείκτης θνησιμότητας του ελληνικού πληθυσμού (παίρνοντας υπόψη το μέγεθος και τη δομή των πληθυσμών της Ευρώπης) ήταν από τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Επιπλέον, οι καύσωνες ασκούν σημαντική πίεση στα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και στις υποδομές, επιδεινώνοντας περαιτέρω τους κινδύνους για αυτούς που βρίσκονται ήδη σε κίνδυνο. Οι ευάλωτες ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι, τα μικρά παιδιά, οι υπαίθριοι εργάτες και όσοι πάσχουν από χρόνιες ασθένειες είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις επιπτώσεις των καυσώνων. Επιπλέον, οι αστικές περιοχές, λόγω του φαινομένου της θερμικής νησίδας, αντιμετωπίζουν υψηλότερες θερμοκρασίες από τις αγροτικές περιοχές, επιδεινώνοντας τους κινδύνους για την υγεία των κατοίκων των πόλεων. Για να μετριαστούν αυτές οι επιπτώσεις, οι πρωτοβουλίες δημόσιας υγείας πρέπει να επικεντρωθούν σε συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, κοινοτικής ενημέρωσης και εξασφάλισης πρόσβασης σε κέντρα ψύξης και ενυδάτωσης.

Οι πυρκαγιές είναι μια άλλη κρίσιμη συνέπεια της αύξησης των παγκόσμιων θερμοκρασιών και των μεταβαλλόμενων βροχοπτώσεων. Καθώς οι συνθήκες γίνονται θερμότερες και ξηρότερες, η συχνότητα και η σοβαρότητα των πυρκαγιών αυξάνονται, όπως τα τελευταία χρόνια έχουν καταγραφεί με τις μεγάλες πυρκαγιές στην Αττική, την Εύβοια και στον Εβρο, θέτοντας σημαντικούς κινδύνους για την υγεία. Ο άμεσος κίνδυνος από τις πυρκαγιές περιλαμβάνει εγκαύματα και τραυματισμούς, αλλά σε σχετικά οργανωμένες χώρες, όπως η Ελλάδα, αυτά τα θύματα είναι ευτυχώς λίγα.

Οι βασικές επιδράσεις στην υγεία είναι, ωστόσο, έμμεσες και μακροπρόθεσμες. Οι πυρκαγιές απελευθερώνουν τεράστιες ποσότητες καπνού και σωματιδίων στην ατμόσφαιρα, υποβαθμίζοντας σοβαρά την ποιότητα του αέρα ακόμα και σε απομακρυσμένες κοινότητες. Η έκθεση στον καπνό των πυρκαγιών μπορεί να προκαλέσει αναπνευστικά προβλήματα, όπως άσθμα, βρογχίτιδα και μειωμένη λειτουργία των πνευμόνων, καθώς και να επιδεινώσει προϋπάρχουσες καρδιακές και πνευμονικές παθήσεις. Εκτιμήσεις στην Καλιφόρνια από το 2008 έως το 2018 υπολογίζουν ότι ο καπνός από τις πυρκαγιές σχετίζεται με μια αύξηση 52.000 πρόωρων θανάτων (Connolly και συν., 2024). Στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν έχουμε αντίστοιχες εκτιμήσεις. Το ψυχικό κόστος είναι επίσης σημαντικό, με τα άτομα που πλήττονται να βιώνουν τραύμα, άγχος και κατάθλιψη πολύ καιρό μετά την κατάσβεση των πυρκαγιών. Οι προσπάθειες για την πρόληψη και τη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών, όσο σημαντικές κι αν είναι, δεν θα είναι αρκετές για την αποφυγή τέτοιων φαινομένων. Ωστόσο, υπάρχουν υγειονομικά και κοινωνικά μέτρα που μπορούν να ληφθούν για να προσαρμοστούμε σε αυτή τη νέα πραγματικότητα και να προστατεύσουμε τον ελληνικό πληθυσμό από τον καπνό και τις μακροπρόθεσμες συνέπειες.

Ο πλανήτης αντιμετωπίζει μια παγκόσμια κρίση νερού και η Ελλάδα (όπως όλη η Μεσόγειος) βρίσκεται ανάμεσα στις περιοχές υψηλού κινδύνου. Οι ξηρασίες είναι ένα από τα ακραία καιρικά φαινόμενα που θα είναι πιο συχνά και πιο έντονα λόγω ανθρωπογενών επιδράσεων. Η έρευνα για την κατανόηση των επιπτώσεων της ξηρασίας και λειψυδρίας στην υγεία και στην παροχή λύσεων είναι περιορισμένη. Οι επιδράσεις στην ανθρώπινη υγεία μπορεί να είναι άμεσες και έμμεσες μέσα από διαφορετικά μονοπάτια, για παράδειγμα επηρεάζοντας την ποιότητα του πόσιμου νερού, την επισιτιστική ανασφάλεια, την ποιότητα του αέρα και την αύξηση της έκθεσης σε αλλεργιογόνα, και κοινωνικο-οικονομικές επιδράσεις. Σε χώρες όπως η Ελλάδα υπάρχουν δυνατότητες χάραξης πολιτικών στρατηγικής προσαρμογής και περιορισμού σε επίπεδο υποδομών και επίδραση στην κοινωνία μέσω του αστικού κύκλου του νερού.

Οι πολιτικές προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή για την προστασία της υγείας περιλαμβάνουν πολλαπλά μέτρα, όπως την ανάπτυξη συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης για ακραία καιρικά φαινόμενα και αντίστοιχων συστημάτων για την αντιμετώπιση νέων λοιμωδών ασθενειών, τη βελτίωση των αστικών υποδομών για τη μείωση του φαινομένου της θερμικής νησίδας με την προαγωγή, για παράδειγμα, χώρων πρασίνου, την ενίσχυση των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης και πολλά άλλα. Για μια αποτελεσματική απάντηση είναι απαραίτητη η εκπαίδευση, ευαισθητοποίηση και κινητοποίηση του πληθυσμού για την προετοιμασία για κινδύνους από την κλιματική αλλαγή. Η κλιματική αλλαγή δεν είναι ένα μακρινό σενάριο και οι επιπτώσεις στην υγεία του ελληνικού πληθυσμού είναι φανερές και σημαντικές. Τα μέτρα πρόληψης που πρέπει να πάρουμε είναι επίσης φανερά και σημαντικά.

Βιβλιογραφία

● Connolly R, Marlier ME, Garcia-Gonzales DA, et al. Mortality attributable to PM2.5 from wildland fires in California from 2008 to 2018. Sci Adv. 2024 Jun 7;10(23):eadl1252. doi: 10.1126/sciadv.adl1252. Epub 2024 Jun 7. PMID: 38848356
● Ballester J, Quijal-Zamorano M, Méndez Turrubiates RF, et al. Heat-related mortality in Europe during the summer of 2022. Nat Med. 2023 Jul;29(7):1857-1866. doi: 10.1038/s41591-023-02419-z. Epub 2023 Jul 10. PMID: 37429922
● van Daalen KR, Tonne C, Semenza JC, et al. The 2024 Europe report of the Lancet Countdown on health and climate change: unprecedented warming demands unprecedented action. Lancet Public Health. 2024 Jul;9(7):e495-e522. doi: 10.1016/S2468-2667(24)00055-0. Epub 2024 May 12. PMID: 38749451

* Καθηγητής, επιδημιολόγος ερευνητής, ISGlobal (Κέντρο Διεθνούς Υγείας, Βαρκελώνη)
manolis.kogevinas@isglobal.org @KogevinasM

🔴 Η «Εφ.Συν.» δίνει το βήμα της σε έξι σημαντικούς επιστήμονες και ειδικούς που ακτινογραφούν βασικές διαστάσεις της κλιματικής κρίσης. Τις προηγούμενες μέρες έγραψαν ο μετεωρολόγος-διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Κώστας Λαγουβάρδος, ο πυρομετεωρολόγος Θοδωρής Μ. Γιάνναρος, ο Δ. Τσέκερης, ενεργειακός μηχανολόγος μηχανικός, αναλυτής Ενεργειακών Σεναρίων και ο Σεβαστιανός Μοιρασγεντής, διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών σε θέματα πολιτικών αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Αύριο ο οικονομολόγος Πέτρος Λινάρδος-Ρυλμόν.

***

Κλιματική κρίση

🔴 Αντιμετωπίζοντας την κλιματική αλλαγή: ένας κόσμος χωριστά…


Η αποφυγή της καταστροφικής κλιματικής αλλαγής απαιτεί την ταχύτατη απανθρακοποίηση των χωρών του κόσμου, αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων. Με βάση την τελευταία έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών (IPCC), ο περιορισμός της αύξησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας στα επίπεδα του 1,5 βαθμού Κελσίου μέχρι το τέλος του αιώνα, που θεωρείται ένα σχετικά ασφαλές όριο για την αποφυγή μεγάλης κλίμακας επιπτώσεων, προϋποθέτει ότι οι παγκόσμιες εκπομπές θερμοκηπικών αερίων θα σταματήσουν να αυξάνουν το αργότερο το 2025, θα έχουν μειωθεί κατά περίπου 43% το 2030 σε σχέση με το 2019, ενώ οι εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα, του βασικού αερίου του θερμοκηπίου, θα πρέπει να έχουν μηδενιστεί περίπου το 2050.

Μια ματιά, όμως, στις παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, στο πώς αυτές εξελίσσονται και στις δεσμεύσεις-στόχους των χωρών για μειώσεις των εκπομπών αρκεί για να φανεί ότι παρά τις προσπάθειες της παγκόσμιας κοινότητας ο πλανήτης οδηγείται σε επικίνδυνα μονοπάτια υπερθέρμανσης.

Το 2019 οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έφτασαν τους 56,4 Gt CO2e (δισεκατομμύρια τόνους ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα), το 2020 μειώθηκαν στους 54,5 Gt CO2e λόγω της πανδημίας Covid-19, για να επανακάμψουν στη συνέχεια δυναμικά, φτάνοντας στα επίπεδα-ρεκόρ του 2022 των 57,4 Gt CO2e. Τα δύο τρίτα αυτών των εκπομπών αφορούν το διοξείδιο του άνθρακα που εκλύεται από την παραγωγή και κατανάλωση ενέργειας καθώς και τις βιομηχανικές διεργασίες. Η γεωγραφική κατανομή των εκπομπών αυτών παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών αλλά και των πληθυσμών τους, αντικατοπτρίζοντας έναν κόσμο έντονων ανισοτήτων και αποκλεισμών.

Με βάση τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα αναλυτικά στοιχεία (2021), οι ανά κάτοικο εκπομπές στη Ρωσία και στις ΗΠΑ είναι υπερδιπλάσιες του παγκόσμιου μέσου όρου, ενώ στην Ινδία δεν φτάνουν ούτε στο 50% αυτού. Οι ανά κάτοικο εκπομπές στις 20 ισχυρότερες οικονομίες του πλανήτη (χώρες G20) ανέρχονται σε 7,9 t CO2e (τόνοι ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα), ενώ οι αντίστοιχες των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών σε μόλις 2,2 t CO2e.

Το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού με τα υψηλότερα εισοδήματα είναι υπεύθυνο για το 48% των συνολικών εκπομπών, με τα δύο τρίτα αυτών να ζουν στις αναπτυγμένες χώρες. Το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού με τα χαμηλότερα εισοδήματα είναι υπεύθυνο για μόλις το 12% των παγκόσμιων εκπομπών. Μια εποπτική παρουσίαση της τρέχουσας και ιστορικής συμβολής των σημαντικότερων οικονομιών στο θέμα της κλιματικής αλλαγής δίνεται στο σχετικό διάγραμμα.

Για να βρεθεί ο πλανήτης σε μια πορεία περιορισμού της αύξησης της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας στα επίπεδα του 1,5 βαθμού Κελσίου μέχρι το τέλος του αιώνα, θα πρέπει οι παγκόσμιες εκπομπές να μειωθούν στους 33 Gt CO2e τo 2030, στους 25 Gt CO2e τo 2035 και στους 8 Gt CO2e τo 2050. Εντούτοις, οι δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει οι χώρες μέσω της Συμφωνίας του Παρισιού για περιορισμό των εκπομπών τους απέχουν πολύ από τις απαιτούμενες για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός.

Για το 2030 οι ανακοινωθέντες στόχοι, λαμβάνοντας υπόψη και αυτούς που τίθενται υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, επαρκούν για να περιορίσουν τις εκπομπές μόλις στους 52 Gt CO2e. Ζητούνται δηλαδή πρόσθετες μειώσεις 19 Gt CO2e για τον στόχο του 1,5 βαθμού Κελσίου ή έστω 11 Gt CO2e για τον στόχο των 2 βαθμών Κελσίου, που αποτελεί το ελάχιστο κατώφλι που θέτει η Συμφωνία του Παρισιού για να περιοριστεί η κλιματική κρίση σε σχετικά διαχειρίσιμα επίπεδα. Υπό προϋποθέσεις οι στόχοι που έχουν ανακοινώσει οι χώρες για το 2050 περιορίζουν το έλλειμμα μείωσης των εκπομπών σε 12 Gt CO2e για το σενάριο του 1,5 βαθμού Κελσίου και σε 1 Gt CO2e για το σενάριο των 2 βαθμών Κελσίου (ΓΡΑΦΗΜΑ).

Με άλλα λόγια, οι υφιστάμενες πολιτικές της παγκόσμιας κοινότητας για το κλίμα οδηγούν σε έναν πλανήτη όπου στο τέλος του τρέχοντος αιώνα η μέση θερμοκρασία του θα έχει αυξηθεί κατά 3 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Η επίτευξη των δεσμεύσεων των κρατών για μείωση των εκπομπών θερμοκηπικών αερίων το 2030 περιορίζει την αύξηση αυτή στους 2,5 βαθμούς. Ακόμη και στο πιο αισιόδοξο σενάριο, όπου θα επιτευχθούν όλοι οι μακροχρόνιοι στόχοι και δεσμεύσεις για μηδενικές εκπομπές, οριακά μπορεί να περιοριστεί η αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς ώς το τέλος του αιώνα.

Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης απαιτεί την υιοθέτηση πιο φιλόδοξων στόχων απανθρακοποίησης των οικονομιών. Την ίδια όμως στιγμή, οι πολιτικές για το κλίμα αμφισβητούνται πλέον από σημαντικά τμήματα του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες χώρες (κοινωνικές αντιδράσεις στην Ευρώπη για τη φορολογία στα καύσιμα, την αγροτική πολιτική, την εγκατάσταση μονάδων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μεγάλης κλίμακας, κ.λπ.). Είναι επομένως απολύτως απαραίτητο η ένταση της προσπάθειας απανθρακοποίησης να συνδυαστεί και με αναθεώρηση των πολιτικών που θα υποστηρίξουν αυτό τον μετασχηματισμό. Συστατικό στοιχείο αυτών των πολιτικών θα πρέπει να αποτελέσει η άμβλυνση των ανισοτήτων τόσο μεταξύ χωρών όσο και μεταξύ των διαφορετικών πληθυσμιακών ομάδων στο εσωτερικό κάθε χώρας.

Εν κατακλείδι, οι πολιτικές για το κλίμα δεν μπορεί παρά να είναι συμπεριληπτικές, δηλαδή κατάλληλα σχεδιασμένες ώστε να αποτελέσουν όχημα βελτίωσης της ποιότητας ζωής των πιο ευάλωτων πληθυσμών σε όλες τις χώρες του πλανήτη, χωρίς περαιτέρω επιδείνωση του αποτυπώματος άνθρακα που τις χαρακτηρίζει. Από την άλλη μεριά, οι πολιτικές αυτές δεν μπορεί παρά να αμφισβητήσουν το υφιστάμενο αναπτυξιακό και καταναλωτικό πρότυπο των πιο ανεπτυγμένων και πλούσιων οικονομιών και τμημάτων του πληθυσμού, προωθώντας την ορθολογική χρήση των ενεργειακών και λοιπών φυσικών πόρων που θα εξασφαλίζει ευημερία για όλους εντός των ορίων που θέτει η βιώσιμη ανάπτυξη.

ΥΓ. Ολα τα ποσοτικά στοιχεία αυτού του άρθρου έχουν αντληθεί από την έκθεση της UNEP Emissions GAP Report 2023

* Διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών σε θέματα πολιτικών αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής

🔴 Η «Εφ.Συν.» δίνει το βήμα της σε έξι σημαντικούς επιστήμονες και ειδικούς που ακτινογραφούν βασικές διαστάσεις της κλιματικής κρίσης. Τις προηγούμενες μέρες έγραψαν ο μετεωρολόγος-διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Κώστας Λαγουβάρδος, ο πυρομετεωρολόγος Θοδωρής Μ. Γιάνναρος και ο Δ. Τσέκερης, ενεργειακός μηχανολόγος μηχανικός, αναλυτής Ενεργειακών Σεναρίων. Θα ακολουθήσουν αύριο Πέμπτη ο Μανόλης Κογεβίνας, καθηγητής, επιδημιολόγος ερευνητής στο Κέντρο Διεθνούς Υγείας στη Βαρκελώνη, και την Παρασκευή ο οικονομολόγος Πέτρος Λινάρδος-Ρυλμόν.

***

Κλιματική αλλαγή- ενεργειακή κρίση

Η «Εφ.Συν.» δίνει το βήμα της σε έξι σημαντικούς επιστήμονες και ειδικούς που ακτινογραφούν βασικές διαστάσεις της κλιματικής κρίσης. Χθες (σ.σ. 22/7) έγραψαν ο μετεωρολόγος-διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Κώστας Λαγουβάρδος και ο πυρομετεωρολόγος Θοδωρής Μ. Γιάνναρος. Aύριο, Τετάρτη, ο Σεβαστιανός Μοιρασγεντής, διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών.

 

🔴 Ενεργειακή μετάβαση: γιατί, πώς, πότε και για ποιους;

Η κλιματική κρίση είναι η κρίση των κρίσεων, καθώς αφορά την ίδια μας την ύπαρξη και τους όρους αναπαραγωγής αυτής. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός πλέον για να καταλάβει πως το κλίμα έχει αλλάξει. Τα δεδομένα μας δίνουν το μέγεθος της αλλαγής που έχει συντελεστεί καθώς και τι να περιμένουμε. Το 2023 ήταν το πιο ζεστό έτος που έχει καταγραφεί ποτέ, μέχρι το επόμενο, που το βιώνουμε ήδη (ΓΡΑΦΗΜΑ 1 και 2).

Βρισκόμαστε όμως και εν μέσω αλλεπάλληλων και αλληλοτροφοδοτούμενων κρίσεων. Από τις διευρυνόμενες ανισότητες μέχρι τη στεγαστική κρίση και από το σοκ στο ταμείο του σούπερ μάρκετ μέχρι τις εργασιακές συνθήκες, η ανασφάλεια κυριαρχεί. Οι πόλεις, τα νησιά και οι παραλίες παραδίνονται σε ένα αδηφάγο τουριστικό και μη βιώσιμο μοντέλο, το τελευταίο μέτρο αιγιαλών αφήνεται να τσιμεντωθεί για το κέρδος. Οι τιμές ενέργειας δημιουργούν συνθήκες αύξησης της ενεργειακής φτώχειας για χιλιάδες νοικοκυριά, σε συνδυασμό με τη γενικότερη ακρίβεια και την καθήλωση των μισθών. Ολόκληρες περιοχές καταστρέφονται από καιρικά φαινόμενα που είναι συνέπεια της κλιματικής κρίσης, χωρίς σοβαρό σχέδιο ανάκαμψης. Η αστάθεια του συστήματος αυξάνεται.

Στην πραγματικότητα που βιώνουμε, αντί η κλιματική κρίση να λειτουργήσει σαν καμπανάκι για την άμεση ανάληψη της βέλτιστης δράσης συλλογικά, εργαλειοποιείται και γίνεται μία ακόμα δικαιολογία για την ανετοιμότητα και την ολιγωρία, ή «αξιοποιείται» σε κατεύθυνση τελείως αντίθετη απ’ ό,τι προστάζει η συνθήκη. Η κλιματική κατάρρευση όμως είναι σίγουρο πως θα σημάνει και μία κοινωνική κατάρρευση. Γνωρίζουμε επίσης πως οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης πλήττουν δυσανάλογα τους φτωχότερους, ως πιο εκτεθειμένους, ενώ έχουν τη μικρότερη ευθύνη (ΓΡΑΦΗΜΑ 3). Ομως το ερώτημα παραμένει. Υπάρχει διέξοδος; Η απάντηση είναι πως υπάρχει διέξοδος, όμως απαιτεί ριζοσπαστικούς μετασχηματισμούς στο παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο μέσα από ένα ολιστικό σχέδιο για το σύνολο της οικονομίας και της κοινωνίας.

Σε τεχνικό επίπεδο, ο στόχος πρέπει να είναι η επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας το 2040 σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με αντίστοιχη φιλοδοξία και για την Ελλάδα, ευθυγραμμιζόμενοι με τη Συμφωνία του Παρισιού και τον 1,5°C (1) σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Για να μπορέσουμε να πάμε προς αυτή την κατεύθυνση, όσο έχουμε ακόμα το παράθυρο αυτό ανοιχτό, απαιτείται ένα ξεκάθαρο σχέδιο μετάβασης (ή καλύτερα μετασχηματισμού) της οικονομίας στο σύνολό της. Ενα εμπλουτισμένο και πιο φιλόδοξο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που θα αποτελέσει και τον οδικό χάρτη της χώρας, ενσωματώνοντας όλες τις επιμέρους πολιτικές. Από τα κτίρια και τη βιομηχανία ώς τις μεταφορές και φυσικά την παραγωγή ενέργειας, την προστασία των δασών, την υγεία και την έρευνα. Είναι επίσης σαφές πως οι εξορύξεις υδρογονανθράκων δεν «χωράνε» σε κανένα αξιόπιστο και ρεαλιστικό σχέδιο ενεργειακής μετάβασης που θέτει ως στόχο την απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα το συντομότερο δυνατόν. Οσο πιο γρήγορα πάμε προς αυτή την κατεύθυνση τόσο μικρότερες θα είναι οι απώλειες και τόσο μεγαλύτερες οι συν-ωφέλειες για την κοινωνία και την οικονομία.

Υπάρχουν 3 βασικές στρατηγικές μετάβασης, όπως τις ομαδοποιεί και το ESABCC (2). Οι στρατηγικές αυτές χαρακτηρίζονται από:

1. Οσες δίνουν έμφαση στη μείωση της ζήτησης ενέργειας πρωτίστως
2. Οσες δίνουν έμφαση στην παραγωγή ενέργειας, μέσω των ΑΠΕ κυρίως
3. Μικτά μοντέλα.

Εκ των τριών ανωτέρω στρατηγικών, η ESABCC εκτιμά πως η στρατηγική μείωσης της ζήτησης ενέργειας είναι η πλέον προτιμητέα. Οι στρατηγικές μετάβασης που βασίζονται στη μείωση της ζήτησης ενέργειας στους τομείς ζήτησης:

● Ελαχιστοποιούν τη χρήση υλικών και πόρων, μειώνοντας το συνολικό κόστος μετάβασης αλλά και τις εισαγωγές
● Ελαχιστοποιούν τις χωρικές απαιτήσεις, αφού ελαχιστοποιούν το σκέλος της παραγωγής που απαιτείται για να καλυφθεί η ζήτηση.

Εχουν επομένως και τις μεγαλύτερες πιθανότητες για κοινωνική αποδοχή. Οσο μειώνεται η ζήτηση, αντίστοιχα μειώνεται η ανάγκη να παράξουμε αυτή την ενέργεια.

Η διαδικασία της ενεργειακής μετάβασης δεν είναι απλά μία τεχνικής φύσεως διαδικασία αλλαγής μίγματος καυσίμου, αλλά μία κατά βάση κοινωνικοπολιτική πρόκληση, στην οποία ο στόχος θα πρέπει να είναι η μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων κατά τη διάρκεια της μετάβασης προς μία οικονομία μηδενικού ισοζυγίου άνθρακα το συντομότερο, αναστρέφοντας τις τάσεις διεύρυνσης μέσα από την εφαρμογή των (δίκαιων και συμπεριληπτικών) πολιτικών της. Η ενεργειακή μετάβαση περνάει μέσα από τον συνολικό μετασχηματισμό όλων των κλάδων της οικονομίας. Πρέπει να είναι ένα σχέδιο ολιστικό, άρα και οριζόντιο, καθώς δεν αφορά αποκλειστικά την ενέργεια.

Ολες οι δημόσιες πολιτικές οφείλουν να ευθυγραμμίζονται με αυτή τη στρατηγική. Για να είναι αυτή η διαδικασία επιτυχημένη οφείλει:

● Να συμπεριλάβει τη μείωση των (πάσης φύσεως) ανισοτήτων, προκειμένου η μετάβαση να γίνει με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και συμπερίληψης. Για παράδειγμα να θέσει συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους για τη μείωση της ενεργειακής φτώχειας κατ’ έτος, ή για τη συμμετοχή των πολιτών στην ενεργειακή μετάβαση μέσω των ενεργειακών κοινοτήτων ή στοχευμένες παρεμβάσεις στην αγορά ενέργειας (π.χ. Block tariffs).

● Να λάβει μέριμνα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών και των αναγκαίων πόρων, καθώς προϋποθέτει σημαντικές επενδύσεις (από τους εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους μέχρι τα ζητήματα φορολόγησης).

● Να μιλήσει για το κράτος και τον (σημαντικό) ρόλο του σε αυτή τη διαδικασία. Ανθρώπινοι και υλικοί πόροι, βελτίωση της λειτουργίας του Δημοσίου και αναδιοργάνωση όπου απαιτείται, βελτίωση της εξυπηρέτησης των πολιτών, με στόχο την καλλιέργεια αισθήματος εμπιστοσύνης και ανταποδοτικότητας.

● Να εντάξει την Τοπική Αυτοδιοίκηση (περιφέρειες, δήμους) στον σχεδιασμό και να στηρίξει τον μετασχηματισμό των πόλεων σε αξιοβίωτη κατεύθυνση.

● Να βελτιώνει την καθημερινότητα της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας για να μη νιώθει απροστάτευτος κανείς/καμιά/κανένα. Οι ωφέλειες (και είναι πολλές) της μετάβασης να διαμοιραστούν σε όλ@.

Τα παραπάνω δεν είναι εξαντλητικά, δεν θα μπορούσαν άλλωστε σε ένα κείμενο τέτοιας έκτασης. Θέτουν όμως το ζήτημα της σύνδεσης της κλιματικής με την κοινωνική δικαιοσύνη, μέσω ενός ολιστικού σχεδίου και μίας εναλλακτικής (αλλά επιστημονικά ορθής και κοινωνικά χρήσιμης) στρατηγικής που μπορεί να έχει αυξημένη κοινωνική αποδοχή, μικρότερο κόστος, μεγαλύτερη ταχύτητα, λιγότερο απαιτούμενο χώρο, αυξημένες συν-ωφέλειες και ελαχιστοποίηση απωλειών και κόστους. Αλλά το κυριότερο, βλέπει το παρόν και σχεδιάζει για το μέλλον. Εν ολίγοις, προτείνεται ένα Πράσινο και Κοινωνικό Συμβόλαιο, που όμως δεν θα μείνει στους τίτλους αλλά θα εξειδικευτεί ανά τομέα, θα ποσοτικοποιηθεί, θα εξηγηθεί και θα καταστεί ο νέος αναπτυξιακός μοχλός με κοινωνική δικαιοσύνη. Η γνώση και η τεχνολογία είναι διαθέσιμες ήδη. Απομένει η πολιτική βούληση και το άθροισμα δυνάμεων προς αυτόν τον σκοπό.

(1) https://ypen.gov.gr/perivallon/klimatiki-allagi/diethneis-diapragmatefseis/symfonia-ton-parision/
(2) ESABCC: European Scientific Advisory Board for Climate Change. Αποτελεί ένα ανεξάρτητο επιστημονικό γνωμοδοτικό Συμβούλιο της Ε.Ε. για τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής και ιδρύθηκε το 2021, μέσω του Ευρωπαϊκού Κλιματικού Νόμου που συμβουλεύει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς 
* Ενεργειακός μηχανολόγος μηχανικός, αναλυτής ενεργειακών σεναρίων

***

Σήμερα Δευτέρα 22/7 γράφουν ο Κώστας Λαγουβάρδος, μετεωρολόγος-διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, και ο Θοδωρής Μ. Γιάνναρος, πυρομετεωρολόγος και κύριος ερευνητής του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης/Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών.

Θα ακολουθήσουν αύριο, Τρίτη, ο Δημήτρης Τσέκερης, ενεργειακός μηχανολόγος μηχανικός, αναλυτής Ενεργειακών Σεναρίων, την Τετάρτη ο Σεβαστιανός Μοιρασγεντής, διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών σε θέματα πολιτικών αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, την Πέμπτη ο Μανόλης Κογεβίνας, καθηγητής, επιδημιολόγος ερευνητής στο Κέντρο Διεθνούς Υγείας στη Βαρκελώνη, και την Παρασκευή ο οικονομολόγος Πέτρος Λινάρδος-Ρυλμόν, που είχε και την ιδέα και τον συντονισμό αυτής της παρέμβασης.

🔴 Υψηλές θερμοκρασίες και καύσωνες

Οι περιοχές της Ελλάδας που βιώνουν τουλάχιστον έναν καύσωνα ετησίως έχουν σχεδόν διπλασιαστεί από το 1990 και μετά. Ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι διαπιστώνουμε χρονική επέκταση της εποχής εμφάνισης των καυσώνων, με σημαντική αύξηση των επεισοδίων καύσωνα και τον μήνα Ιούνιο. Ο φετινός Ιούνιος ήταν ο πιο θερμός Ιούνιος που έχει καταγραφεί ποτέ στη χώρα μας

Του δρα Κώστα Λαγουβάρδου*

Λόγω της κλιματικής αλλαγής η θερμοκρασία της χώρας μας έχει παρουσιάσει σημαντική αύξηση σε μικρό σχετικά χρονικό διάστημα. Πιο συγκεκριμένα την τριακονταετία 1991-2020 η κατά μέσο όρο τάση αύξησης της θερμοκρασίας στη χώρα μας είναι ~0,05°C ανά έτος, το οποίο σημαίνει ότι η μέση ετήσια θερμοκρασία στη χώρα έχει αυξηθεί περίπου 1,5°C μέσα σε αυτή την περίοδο των 30 ετών. Η τιμή αυτή θεωρείται πολύ υψηλή και είναι συγκρίσιμη με αντίστοιχες τιμές σε άλλες περιοχές της Μεσογείου και της Ευρώπης.

Ας επικεντρωθούμε τώρα στην ακραία συμπεριφορά των θερμοκρασιών, δηλαδή στους καύσωνες και τη διάρκειά τους.

Οσον αφορά τις περιόδους καύσωνα, πρόσφατη μελέτη που εκπονήθηκε στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών έδειξε ότι τα επεισόδια καύσωνα στη χώρα μας αυξάνονται τόσο σε συχνότητα, σε ένταση αλλά και σε έκταση. Οι περιοχές της Ελλάδας που βιώνουν τουλάχιστον έναν καύσωνα ετησίως έχουν σχεδόν διπλασιαστεί από το 1990 και μετά. Επίσης ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι διαπιστώνουμε χρονική επέκταση της εποχής εμφάνισης των καυσώνων, με σημαντική αύξηση των επεισοδίων καύσωνα και τον μήνα Ιούνιο. Ο Ιούνιος του 2024 μάλιστα μόλις επιβεβαίωσε (για ακόμα μία φορά) τα επιστημονικά αυτά ευρήματα: ήταν ο πιο θερμός Ιούνιος που έχει καταγραφεί ποτέ στη χώρα μας.

Οι μεγαλύτερες επιπτώσεις από τους καύσωνες αναμένονται στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου η θερμοκρασία παραμένει υψηλή ακόμα και τη νύχτα. Η περίοδος που διανύουμε (μέσα Ιουλίου 2024) είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα πολύ σημαντικής θερμικής επιβάρυνσης τη νύχτα σε μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Αθήνα. Είναι επομένως απαραίτητο να μελετήσουμε και να εφαρμόσουμε άμεσα πολιτικές μετριασμού των επιπτώσεων των υψηλών θερμοκρασιών στα μεγάλα αστικά κέντρα.

Ο καύσωνας χαρακτηρίζεται συχνά από πολλούς κλιματικούς επιστήμονες ως ένας «ύπουλος κίνδυνος». Δεν κάνει τον «θόρυβο» που χαρακτηρίζει τις καταιγίδες και τις θύελλες, αλλά προκαλεί τεράστια προβλήματα καταρχάς στην υγεία των ανθρώπων, σε οικονομικούς τομείς όπως η αγροτική παραγωγή και ο τουρισμός, όσο και στα οικοσυστήματα. Ολοι θυμόμαστε το καλοκαίρι του 2021 με δύο ισχυρούς και παρατεταμένους καύσωνες, καθώς και τον μεγάλο σε διάρκεια καύσωνα του Ιουλίου του 2023 με καταστροφικές συνέπειες στα οικοσυστήματα με τις μεγάλες δασικές πυρκαγιές των δύο αυτών καλοκαιριών. Δυστυχώς οι μεγάλοι σε διάρκεια καύσωνες και η ξηρασία που τους συνοδεύει δημιουργεί το υπόβαθρο για ανεξέλεγκτες δασικές πυρκαγιές, ακόμα και χωρίς ισχυρούς ανέμους. Παρόμοιες καταστάσεις διαπιστώνουμε και σε άλλες χώρες της Μεσογείου.

Τέλος, αξίζει να σημειώσουμε ότι οι καύσωνες είναι το μεγαλύτερο περιβαλλοντικό πρόβλημα που συνδέεται με την κλιματική αλλαγή και θα πρέπει να πάρουμε, όπως ήδη τονίσαμε, άμεσα μέτρα για τον μετριασμό των επιπτώσεών τους, ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα. Τα τελευταία καλοκαίρια (2021, 2023) αλλά και το φετινό καλοκαίρι μάς έχουν ήδη δώσει μια δυστοπική εικόνα ακραίων θερμοκρασιακών συνθηκών, συνθήκες που πιθανό μέσα στις δύο επόμενες δεκαετίες να είναι η κανονικότητα.

* Μετεωρολόγος - διευθυντής Ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών

🔴 Κλιματική αλλαγή και δασικές πυρκαγιές

Η ολοκληρωμένη διαχείριση πυρκαγιών δεν αποτελεί κάποια θεωρητική επιστημονική προσέγγιση, αλλά, αντίθετα, εδράζεται σε ένα σύνολο ενεργειών που στοχεύουν στη διαχείριση της φωτιάς με απώτερο σκοπό τον περιορισμό των δυσμενών για τον άνθρωπο και τα οικοσυστήματα επιπτώσεων από ανεξέλεγκτες, καταστροφικές δασικές πυρκαγιές και περιλαμβάνει πέντε βασικούς πυλώνες, από την ανάλυση των φαινομένων μέχρι την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων

Του Θοδωρή Μ. Γιάνναρου

Η φωτιά αποτελούσε πάντα ένα φυσικό στοιχείο του πλανήτη μας, ενώ μεγάλες και καταστροφικές δασικές πυρκαγιές εκδηλώνονταν και κατά το μακρινό παρελθόν (π.χ., η πυρκαγιά το 1910 στα Βόρεια Βραχώδη Ορη των ΗΠΑ, οι πυρκαγιές του 1939 στην Αυστραλία και η πυρκαγιά του 1949 στον Νομό Λαντ της Γαλλίας). Ωστόσο, οι πρόσφατες καταστροφικές δασικές πυρκαγιές σε διάφορα μέρη του πλανήτη μας (2017 - Χιλή και Πορτογαλία, 2018 - Καλιφόρνια/ΗΠΑ και Ελλάδα, 2019 - Ινδονησία και Σιβηρία, 2020 - Αυστραλία, 2021 - Καναδάς, ΗΠΑ και Μεσόγειος, 2023 - Ελλάδα) έχουν εγείρει έντονη ανησυχία σχετικά με το εάν βρισκόμαστε στην αυγή μιας νέας εποχής δασικών πυρκαγιών με κύριο χαρακτηριστικό τα ακραία συμβάντα.

Σήμερα, η επιστημονική κοινότητα έχει ομόφωνα συμφωνήσει πως οι πρόσφατες ακραίες δασικές πυρκαγιές αποτελούν μία νέα κανονικότητα, καθώς εκδηλώνονται με αυξανόμενη συχνότητα, ένταση, μέγεθος και δριμύτητα σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις τους στο φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον. Εξαιρετικά υψηλές ταχύτητες εξάπλωσης, χαοτικές κηλιδώσεις, ισχυρά ανοδικά και καθοδικά ρεύματα αέρα, δημιουργία πυροστροβίλων και πυρονεφών, αποτελούν ορισμένα μόνο από τα κοινά χαρακτηριστικά των ακραίων δασικών πυρκαγιών. Η ακραία συμπεριφορά αυτών των πυρκαγιών καθιστά το έργο της καταστολής εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, αυξάνοντας σημαντικά τη διακινδύνευση πολιτών και πυροσβεστών. Στην πραγματικότητα, οι ακραίες δασικές πυρκαγιές σταματούν το καταστροφικό τους έργο μόνο όταν δεν έχουν πια τίποτε άλλο να κάψουν ή όταν οι πυρομετεωρολογικές συνθήκες το επιτρέψουν. Θα λέγαμε πως απέναντί τους μοιάζουμε με τους κατοίκους της Λιλιπούπολης, οι οποίοι καταφέρνουν να αιχμαλωτίσουν τον γίγαντα (την πυρκαγιά) μόνο όταν αυτός αποκοιμηθεί.

Ποιος ευθύνεται όμως για αυτή τη νέα πραγματικότητα των δασικών πυρκαγιών; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να είναι απλή. Αυτό που με μεγάλη βεβαιότητα μπορούμε αρχικά να πούμε είναι πως η φωτιά επάνω στον πλανήτη μας έχει αλλάξει διότι το περιβάλλον μέσα στο οποίο εκδηλώνεται έχει αλλάξει. Σήμερα, το περιβάλλον μέσα στο οποίο εκδηλώνεται και εξαπλώνεται μία πυρκαγιά είναι περισσότερο ευνοϊκό για αυτήν από ό,τι αρκετές δεκάδες χρόνια πριν. Η κλιματική αλλαγή, σε συνδυασμό με την εκτεταμένη αλλαγή των χρήσεων γης (εγκατάλειψη της υπαίθρου) και την απούσα ή μη αποδοτική διαχείριση των δασικών καυσίμων, έχουν δημιουργήσει ένα περιβάλλον που είναι εξαιρετικά «φιλικό» προς τη φωτιά.

Η συχνότερη εμφάνιση παρατεταμένων θερμών και ξηρών (ανομβρία) συνθηκών κατά τη διάρκεια του χειμώνα, στοιχείο συνδεδεμένο με την κλιματική αλλαγή, αυξάνει τη διαθεσιμότητα νεκρών δασικών καυσίμων (πιο απλά, η βλάστηση πεθαίνει και συσσωρεύεται βιομάζα διαθέσιμη προς καύση). Η επικράτηση υψηλών θερμοκρασιών και χαμηλής σχετικής υγρασίας ή/και η εμφάνιση ισχυρών και παρατεταμένων επεισοδίων καύσωνα κατά τους θερμούς μήνες του έτους, στοιχεία επίσης συνδεδεμένα με την κλιματική αλλαγή, οδηγούν σε ελάττωση της περιεχόμενης υγρασίας των νεκρών δασικών καυσίμων (πιο απλά, η βιομάζα που έχει συσσωρευτεί ξεραίνεται), αυξάνοντας έτσι την ευκολία ανάφλεξής τους και δημιουργώντας ένα πυρομετεωρολογικό περιβάλλον στο οποίο η φωτιά μπορεί να «ανθήσει». Στους παραπάνω παράγοντες θα πρέπει φυσικά να προσθέσουμε και τον άνεμο, ο οποίος όταν πνέει με σχετικά μεγάλες εντάσεις ευνοεί ακόμα περισσότερο τη γρήγορη εξάπλωση της φωτιάς και την ανάπτυξη μεγάλων θερμικών φορτίων.

Συνοψίζοντας, η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή έχει δημιουργήσει σήμερα ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο είναι ευκολότερο για τη φωτιά να εκδηλωθεί, να κινείται γρήγορα και να αναπτύσσει μεγάλα θερμικά φορτία. Ωστόσο, είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε ότι δεν ευθύνεται η κλιματική αλλαγή για την έναρξη δασικών πυρκαγιών, καθώς, στη συντριπτική τους πλειονότητα, οι περισσότερες δασικές πυρκαγιές ξεκινούν από κάποια ανθρωπογενή δραστηριότητα (εξαιρούνται οι περιπτώσεις έναρξης πυρκαγιάς από κεραυνικά πλήγματα).

Η αντιμετώπιση των ακραίων δασικών πυρκαγιών προϋποθέτει την υιοθέτηση και εφαρμογή ολοκληρωμένων στρατηγικών διαχείρισης του προβλήματος. Η ολοκληρωμένη διαχείριση πυρκαγιών δεν αποτελεί κάποια θεωρητική επιστημονική προσέγγιση, αλλά, αντίθετα, εδράζεται σε ένα σύνολο ενεργειών που στοχεύουν στη διαχείριση της φωτιάς με απώτερο σκοπό τον περιορισμό των δυσμενών για τον άνθρωπο και τα οικοσυστήματα επιπτώσεων από ανεξέλεγκτες, καταστροφικές δασικές πυρκαγιές. Περιλαμβάνει πέντε (5) βασικούς πυλώνες, όπως χαρακτηριστικά φαίνεται στο γράφημα που συνοδεύει το κείμενο αυτό.

● Πυλώνας 1: Ανασκόπηση και ανάλυση. Συστηματική καταγραφή και μελέτη των πυρκαγιών του παρελθόντος με ποιοτική και κυρίως ποσοτική ανάλυση (υπολογισμός ισόχρονων εξάπλωσης και χαρακτηριστικών συμπεριφοράς όπως η ταχύτητα εξάπλωσης και η θερμική ένταση) για την κατανόηση των παραγόντων που καθορίζουν την εξάπλωση και τη συμπεριφορά της φωτιάς.

● Πυλώνας 2: Περιορισμός κινδύνου. Διαχείριση των δασικών καυσίμων, ενίσχυση της ενσυναίσθησης του πληθυσμού και εφαρμογή μέτρων για την αποτροπή ενάρξεων πυρκαγιών από αμέλεια, συμπεριλαμβανομένων των ενάρξεων λόγω αστοχιών σε δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

● Πυλώνας 3: Ετοιμότητα. Υιοθέτηση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης, συστημάτων επιτήρησης (π.χ., ανίχνευση καπνού), συστημάτων αξιολόγησης του κινδύνου και αναδιάρθρωση της επικοινωνίας της επικινδυνότητας.

● Πυλώνας 4: Απόκριση. Τακτική ανάλυση (σε πραγματικό χρόνο) ενεργών δασικών πυρκαγιών με σκοπό την υποστήριξη της χάραξης ασφαλών και αποδοτικών στρατηγικών διαχείρισης.

● Πυλώνας 5: Αποκατάσταση. Εφαρμογή μέτρων στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της ανθεκτικότητας των οικοσυστημάτων.

Η υιοθέτηση και εφαρμογή μιας στρατηγικής ολοκληρωμένης διαχείρισης των πυρκαγιών αποτελεί πρόκληση και αναγκαιότητα. Αποτελεί πρόκληση διότι μια τέτοια στρατηγική έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την κοινή γνώμη που εδώ και πάρα πολλά χρόνια πριμοδοτεί τη θεωρία του «καταστολή της φωτιάς με κάθε κόστος». Αποτελεί όμως πολύ περισσότερο αναγκαιότητα, διότι μια τέτοια στρατηγική επιτρέπει την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της προσαρμογής μας στις νέες συνθήκες που εμείς οι ίδιοι, ως άνθρωποι, έχουμε δημιουργήσει για τον πλανήτη μας. Τέλος, είναι σημαντικό να τονίσουμε πως τα οφέλη από την υιοθέτηση μιας στρατηγικής ολοκληρωμένης διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών είναι πολλαπλάσια της στρατηγικής που μέχρι σήμερα εδράζεται κύρια στον τομέα της καταστολής.

Συνοψίζοντας, στην αυγή της εποχής των ακραίων δασικών πυρκαγιών οφείλουμε να απαντήσουμε επενδύοντας σε στρατηγικές ολοκληρωμένης διαχείρισης των πυρκαγιών που θα βασίζονται σε επιστημονική γνώση αιχμής και θα διασυνδέουν με τρόπο ουσιαστικό και άμεσο ερευνητικούς/επιστημονικούς και επιχειρησιακούς φορείς. Κάθε άλλη προσέγγιση, ακόμα και εάν βραχυπρόθεσμα φαίνεται να έχει «καλά» αποτελέσματα, νομοτελειακά θα οδηγεί μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα σε μια κατάσταση όπου, ξανά, το ίδιο το φαινόμενο θα ξεπερνά τις δυνατότητές μας σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπισή του.

* Πυρομετεωρολόγος, κύριος ερευνητής ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου