H Ελλάδα μπορεί ώς το 2040 να μειώσει κατά 35% τα απόβλητά της και να ανακυκλώνει το 90% των απορριμμάτων, χωρίς να καταφύγει σε αχρείαστες επενδύσεις που υπονομεύουν την πορεία της χώρας προς την κυκλική οικονομία, σύμφωνα με νέα μελέτη του WWF Ελλάς.
Η χώρα μας βρίσκεται στις χειρότερες θέσεις της Ε.Ε. αναφορικά με τις επιδόσεις της στη διαχείριση των αστικών αποβλήτων. Πάνω από το 80% των αποβλήτων καταλήγουν σε χωματερές, ενώ πρόσφατα η Ε.Ε. ανακοίνωσε πως το πραγματικό ποσοστό ανακύκλωσης στη χώρα δεν ξεπερνά το 16%. Η παραγωγή απορριμμάτων την περίοδο 1995-2019 αυξήθηκε κατά σχεδόν 73%, κάτι που μας κατατάσσει στην πέμπτη χειρότερη θέση μεταξύ των κρατών της Ε.Ε. σε αυτή την κατηγορία. Τα αίτια της δυστοκίας είναι πολλά, με κυριότερα την πολιτική απροθυμία, την κακή εφαρμογή των νόμων, την έλλειψη πόρων και τεχνογνωσίας στην τοπική αυτοδιοίκηση, την παγιωμένη διαφθορά και την ελάχιστη ενημέρωση των πολιτών.
Ωστόσο, το WWF πιστεύει ότι η χώρα μας είναι σε θέση να δημιουργήσει ένα βιώσιμο σύστημα διαχείρισης. Για να συμβεί αυτό, αρκεί να τηρηθεί η ιεραρχία διαχείρισης των αποβλήτων σε 5 διακριτά βήματα: πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, διαχείριση υπολείμματος και, τέλος, σαν τελευταίο και απευκταίο βήμα την καύση ή ταφή όσων απορριμμάτων δεν ήταν εφικτή αντιμετώπισή τους στα προηγούμενα βήματα.
Υπό αυτό το πρίσμα, το WWF καταθέτει μια συνολική πρόταση για τη βιώσιμη διαχείριση των αστικών απορριμμάτων στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τις προτάσεις του, η Ελλάδα μπορεί ώς το 2040 να μειώσει τα απορρίμματά της κατά 35%, να περιορίσει τη σπατάλη τροφίμων κατά 50%, να οδηγεί σε ανακύκλωση το 90% των απορριμμάτων της, να θάβει μόλις το 8% και να εξοικονομήσει τουλάχιστον 3 δισεκατομμύρια ευρώ σε επενδύσεις στη διαχείριση των απορριμμάτων.
Τα σημαντικότερα μέτρα
Τα σημαντικότερα μέτρα που πρέπει να εφαρμοστούν ώστε να βαδίσει η χώρα προς την κυκλική οικονομία, σεβόμενη τις δεσμεύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την ορθή και βιώσιμη διαχείριση των αποβλήτων, περιλαμβάνουν τα εξής:
● «Πληρώνω όσο πετάω», προκειμένου να πληρώνουμε ανάλογα με τις ποσότητες που πετάμε και όχι με τα τετραγωνικά του σπιτιού μας.
● Χωριστή συλλογή των αποβλήτων τροφίμων, κυρίως με διαλογή «πόρτα πόρτα», όπως συμβαίνει με επιτυχία σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
● Ανάπτυξη χωριστών ρευμάτων για τα διαφορετικά ανακυκλώσιμα υλικά, με τη σταδιακή κατάργηση του πράσινου και του μπλε κάδου.
● Δημιουργία αποτελεσματικών και διαφανών συστημάτων ανακύκλωσης, ώστε οι επιχειρήσεις να αναλαμβάνουν το πραγματικό κόστος των απορριμμάτων τους.
● Ανάπτυξη κινήτρων και χρηματοδοτήσεων για την επαναχρησιμοποίηση, ώστε να αναπτυχθούν νέα προϊόντα και υπηρεσίες.
● Παροχή κατάρτισης, τεχνογνωσίας και επαρκών πόρων στις δημοτικές αρχές για να μπορέσουν να επιτελέσουν σωστά το έργο τους.
● Θέσπιση μηχανισμού ελέγχου, παρακολούθησης και λογοδοσίας, καθώς το μεγάλο πρόβλημα στη διαχείριση αποβλήτων στην Ελλάδα ακούει στο όνομα «διαφθορά».
● Υλοποίηση εκτεταμένων και συνεχόμενων δράσεων ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, αλλά και θέσπιση διαδικασιών διαβούλευσης, με στόχο οι πολίτες να γίνουν συμμέτοχοι στη λύση.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του WWF, το μοντέλο διαχείρισης που προκρίνει σήμερα η Πολιτεία θα κοστίσει πάνω από 5 έως 5,5 δισεκατομμύρια ευρώ για αχρείαστες επενδύσεις με πόρους που θα προέλθουν αποκλειστικά από τους φορολογούμενους. Αντιθέτως, ένα διαφορετικό μοντέλο με έμφαση στην πρόληψη και στην ανακύκλωση θα κοστίσει τουλάχιστον τρεις φορές λιγότερο, αξιοποιώντας διαθέσιμους ευρωπαϊκούς πόρους και δημιουργώντας πολλαπλά οφέλη στην οικονομία, στην κοινωνία, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, στη δημόσια υγεία και στο περιβάλλον. Ετσι, σε βάθος δεκαπενταετίας, το ετήσιο λειτουργικό κόστος διαχείρισης ανά τόνο διαχειριζόμενων αστικών αποβλήτων θα είναι σχεδόν 40 ευρώ λιγότερο.
Καύση σκουπιδιών
Με το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) που εκδόθηκε το 2020 και τροποποιήθηκε το 2023 προκρίνεται η καύση των σκουπιδιών ως κύρια μέθοδος διαχείρισης των απορριμμάτων που παράγουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις της χώρας. Στην πρότασή του, το WWF επισημαίνει ότι η καύση συντελεί στην παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων αερίων θερμοκηπίου (η καύση ενός τόνου αποβλήτων οδηγεί στην έκλυση περίπου 1-1,2 τόνων διοξειδίου του άνθρακα), ενώ προκαλεί την έκλυση τοξικών αέριων ρύπων (π.χ. διοξίνες, πτητικά βαρέα μέταλλα), με ό,τι αυτό σημαίνει για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον.
Επιπλέον, το κόστος δημιουργίας και λειτουργίας μονάδων καύσης είναι τεράστιο και αναγκαστικά θα παγιδεύσει το σύστημα διαχείρισης για τα επόμενα 30-40 χρόνια, καθηλώνοντας την ανακύκλωση και την πρόληψη, την ίδια στιγμή που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κάνει σαφές πως οι επενδύσεις σε μονάδες καύσης δεν πρόκειται να λάβουν ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, καθώς έρχονται σε αντίθεση με την αρχή της μη πρόκλησης βλάβης. Από την άλλη, η ανακύκλωση προκαλεί σχεδόν 75%-80% λιγότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου σε σχέση με την καύση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου