«Για τον Belal, δικαιωθήκαμε στο δικαστήριο, αφού αυτό διαπίστωσε ότι υπήρξε παράβαση. Πολλοί άνθρωποι δεν δικαιώνονται και αυτό δείχνει ότι κάτι πάει λάθος.»
Douaa Alkhatib, τότε σύζυγος του Belal που τραυματίστηκε θανάσιμα από το Ελληνικό Λιμενικό Σώμα, σε συνέντευξη στην RSA, μετά την απόφαση του ΕΔΔΑ

«Δεν φανταζόμουν ότι ένα άτομο αξίζει όσο μια σφαίρα. Ξέφυγα από τον θάνατο και τον πόλεμο για να αναζητήσω τη ζωή. Έτσι, όταν συνειδητοποίησα ότι αυτό που με περίμενε σε εκείνη τη θάλασσα ήταν μόνο θάνατος, πραγματικά συγκλονίστηκα.»
Μ.Α., υπέστη σοβαρό τραυματισμό στον ώμο μετά από πυροβολισμό από το Ελληνικό Λιμενικό Σώμα

«Ακόμη και μετά από 10 χρόνια, το περιστατικό εξακολουθεί να μας προκαλεί εφιάλτες.»
N.T., σύζυγος του Μ.Α., που βρισκόταν επίσης στη βάρκα μαζί με την κόρη τους

Δεκατρείς (!) πυροβολισμοί στη μηχανή ενός πλοιαρίου που μετέφερε πρόσφυγες, ένας πρόσφυγας σοβαρά τραυματισμένος που στη συνέχεια απεβίωσε κι ένας ακόμη τραυματίας, μια υπόθεση που η ελληνική δικαιοσύνη έθεσε στο αρχείο, και μια (ακόμα) καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Μόλις λίγες μέρες πριν, στις 16 Απριλίου 2024, η καταδικαστική απόφαση του ΕΔΔΑ εναντίον της Ελλάδας για την υπόθεση της Ψερίμου το 2014, κατέστη οριστικά αμετάκλητη, καθώς πέρασε η τρίμηνη διορία που είχε η ελληνική κυβέρνηση να ασκήσει έφεση. Με αυτή την αφορμή, δημοσιεύουμε σήμερα την ιστορία των B.T. και M.A., που ήταν πρόσφυγες στη βάρκα που δέχτηκε τους πυροβολισμούς του λιμενικού.

Ψέριμος, 22 Σεπτεμβρίου 2014.

Δώδεκα πρόσφυγες βρίσκονται μέσα σε μια βάρκα για να περάσουν τα σύνορα από την Τουρκία στην Ελλάδα. Στις 6.45 το πρωί, η βάρκα μπαίνει στον κόλπο της Βασιλικής, βορειοανατολικά του νησιού της Ψερίμου. Εντοπίζεται από σκάφος του ελληνικού λιμενικού, με πλήρωμα δύο ατόμων, που έκανε περιπολία στην περιοχή. Το πλοιάριο φέρεται να μην σταματά μετά την εντολή των λιμενικών. Οι λιμενικοί πυροβολούν συνολικά 20 (!) φορές, ρίχνοντας 7 προειδοποιητικές βολές στον αέρα, και στη συνέχεια, άλλες 13 φορές κατευθείαν στη μηχανή του πλοιαρίου.

Λίγο αργότερα, το λιμενικό έχει ακινητοποιήσει την προσφυγική βάρκα. Ο απολογισμός από την εξαιρετικά δυσανάλογη χρήση βίας από το λιμενικό είναι τραγικός: Ένας πρόσφυγας από τη Συρία, ο Belal Tello, έχει πυροβοληθεί στο κεφάλι, και άλλος ένας έχει πυροβοληθεί σοβαρά στον ώμο.

B.T. – Θανάσιμος τραυματισμός στο κεφάλι: Επαφή «μόνο με τα μάτια»

Ο Belal μεταφέρεται με ελικόπτερο στο νοσοκομείο της Ρόδου, ενώ βρίσκεται σε κώμα με βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση από τον πυροβολισμό. Οι υπόλοιποι πρόσφυγες μεταφέρονται στην Κάλυμνο. Μπαίνει κατευθείαν στην εντατική του νοσοκομείου, διασωληνώνεται, και τους επόμενους μήνες υποβάλλεται σε τουλάχιστον 7 νευροχειρουργικές επεμβάσεις. Η κατάσταση της υγείας του είναι κρίσιμη. Έξι μήνες αργότερα βγαίνει από την εντατική αλλά αναπνέει με τραχειοστομία και τρώει με γαστροστομία, παραμένει κλινήρης, χωρίς να μπορεί να κινηθεί, δεν μιλαει και δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον – παρά μόνο «μπορεί να παρακολουθεί το βλέμμα». Η κατασταση της υγείας του παραμένει επισφαλής και χρήζει συνεχούς και καθημερινής φροντίδας από την οικογένειά του και περαιτέρω αποκατάστασης. Η επαφή του Belal με το περιβάλλον λοιπόν, γίνεται «μόνο με τα μάτια».

Στο μεταξύ, η γυναίκα του με τα δύο ανήλικα παιδιά τους, ηλικίας τότε 3 και 2 ετών, βρίσκονται στη Συρία. Ο Belal Tello ήταν πρόσφυγας που διέφυγε από τη χώρα λόγω της πολιτικής κατάστασης και του εμφυλίου πολέμου, που έθεταν τη ζωή του σε ισχυρό κίνδυνο. Για τον λόγο αυτόν, σκόπευε να αιτηθεί διεθνούς προστασίας στην Ευρώπη. Η οικογένεια του φοβάται ότι ο Belal θα πεθάνει, λόγω της σοβαρότητας του τραυματισμού του, και θέλουν να έρθουν στην Ελλάδα, να τον δουν και να τον φροντίσουν.

Οι ελληνικές αρχές δεν διευκολύνουν την οικογένεια να επανενωθεί στην Ελλάδα. Το ελληνικό προξενείο του Λιβάνου χορηγεί άδεια εισόδου για λίγες μόνο μέρες στη σύζυγο, ενώ απορρίπτει επανειλημμένα (παρά τις παρεμβάσεις των δικηγόρων) την άδεια εισόδου των παιδιών. Η σύζυγος αναγκάζεται να έρθει μόνη στην Ελλάδα και να αφήσει τα δύο παιδιά της σε συγγενικό πρόσωπο, σε εξαιρετικά επισφαλές περιβάλλον. Η ίδια μας είπε σήμερα για εκείνη την περίοδο:

«Το γεγονός ότι δεν μπόρεσα να πάρω χαρτιά για να έρθω στην Ελλάδα είναι αυτό που έχει επηρεάσει περισσότερο εμένα και τα παιδιά μου. Ήμουν υποχρεωμένη να ταξιδεύω μόνη, χωρίς αυτά, για πολύ καιρό. Αυτό τα τραυμάτισε – είχαν χάσει τον πατέρα τους, δεν ήξεραν πού ήταν και μετά από αυτό, έχασαν και τη μητέρα τους. Δεν ήξεραν πού βρισκόμουν, πίστευαν ότι τους είχα αφήσει και αυτό μας έχει επηρεάσει πολύ. Για μεγάλο χρονικό διάστημα ο γιος μου, που ήταν πολύ μικρός, 4 ετών, αρνιόταν να μου μιλήσει, νομίζοντας ότι τον είχα αφήσει σαν τον πατέρα του. Είχε δει τον πατέρα του να ταξιδεύει και μετά να χάνεται, και μετά με είδε να ταξιδεύω και σκέφτηκε ότι θα τον άφηνα κι εγώ.

Αν οι αρχές μας είχαν δώσει έγγραφα, θα είχα ταξιδέψει με τα παιδιά μου, θα ήμασταν μαζί, θα αλληλοβοηθιόμασταν. Αυτό θα ήταν πολύ πιο εύκολο συναισθηματικά και τα παιδιά θα ένιωθαν ασφαλή, τουλάχιστον μαζί μου. Αλλά δεν έγινε έτσι, και αυτή ήταν η πιο δύσκολη περίοδος στη ζωή μου. Επίσης, τα παιδιά δεν μπόρεσαν να δουν τον πατέρα τους πριν πεθάνει. Κατά τη γνώμη μου, η ελληνική κυβέρνηση πυροβόλησε τον άντρα μου. Το πρώτο τους έγκλημα είναι ότι πυροβόλησαν τον άντρα μου και το δεύτερο είναι ότι απαγόρευσαν στα παιδιά μου να έρθουν και έμεινα μόνη. 9 χρόνια μετά την υπόθεση, η κόρη μου εξακολουθεί να φοβάται ότι θα με χάσει».

Ο Belal βρίσκεται σε μόνιμη αδυναμία να επιμεληθεί τις υποθέσεις του και έχει ανάγκη διαρκούς προστασίας και 24ωρης φροντίδας, ανάγκες που δεν μπορούν να καλυφθούν από το σύστημα υγείας στην Ελλάδα χωρίς τη συνδρομή της οικογένειάς του. Η κατάστασή του είναι αδιέξοδη.

Κατόπιν αίτησης της συζύγου του, τίθεται σε δικαστική συμπαράσταση καθώς βρίσκεται, φυσικά, σε μόνιμη αδυναμία να επιμεληθεί τις υποθέσεις του, και ορίζεται ως δικαστικός συμπαραστάτης ο αδερφός του, κάτοικος ΕΕ. Υποβάλλεται, δια του δικαστικού συμπαραστάτη του, αίτημα ασύλου για λογαριασμό του, και στη συνέχεια αίτημα επανένωσης (Δουβλίνο ΙΙ) με την οικογένειά του που στο μεταξύ βρίσκεται στη Σουηδία. Στο πλαίσιο της διαδικασίας οικογενειακής επανένωσης και μέσα σε έναν γραφειοκρατικό λαβύρινθο, μεταφέρεται τελικά στη Σουηδία με μια πρωτοφανή και κοστοβόρα διαδικασία μεταφοράς, συνοδεία ιατρού και νοσηλευτή. Τα έξοδα της παροχής δωρεάν νομικής συνδρομής σε όλα τα στάδια της διαδικασίας καθώς και της μεταφοράς καλύπτονται από το γερμανικό ίδρυμα PRO ASYL.

Η μεταφορά αυτή λαμβάνει χώρα στις 20 Αυγούστου 2015 και ο Belal εντάσσεται στη Μονάδα Νευρο-Αποκατάστασης στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Karolinska της Στοκχόλμης. Σύμφωνα με ιατρική βεβαίωση του νοσοκομείου στις 19 Νοεμβρίου 2015, είχε πρακτικά πλήρη έλλειψη συνείδησης. Παραμένει εκεί μέχρι τον θάνατο του λίγους μήνες αργότερα, στις 17 Δεκεμβρίου 2015.

M.A. Μόνιμη αναπηρία στο χέρι

Ο Μ.Α. βρισκόταν στην ίδια βάρκα με τη γυναίκα και την κόρη του, και δέχτηκε επίσης πυροβολισμό στον ώμο που τον τραυμάτισε σοβαρά. Σήμερα, αντιμετωπίζει πλέον μόνιμο πρόβλημα κινητικότητας στο ένα χέρι. Μιλήσαμε ξανά μαζί του και μας είπε για το περιστατικό:

«Δεν περίμενα τέτοια μεταχείριση όταν διέφυγα από τον πόλεμο στη Συρία προς την ευρωπαϊκή επικράτεια, που υπερασπίζεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν φανταζόμουν ότι ένα άτομο αξίζει όσο μια σφαίρα. Αυτό είναι πολύ σοκαριστικό για μένα. Ξέφυγα από τον θάνατο και τον πόλεμο για να αναζητήσω τη ζωή. Έτσι, η συνειδητοποίηση ότι αυτό που με περίμενε σε εκείνη τη θάλασσα ήταν μόνο θάνατος ήταν πραγματικά συγκλονιστική. Κάτι τέτοιο είναι πραγματικά λυπηρό και ήταν πολύ σκληρό ότι το λιμενικό αντιμετωπίζει ανθρώπους και πρόσφυγες με τέτοιο τρόπο. Ήταν πολύ ξεκάθαρο στο λιμενικό ότι στη βάρκα υπήρχαν μόνο άοπλοι και αβοήθητοι άνθρωποι που απλώς προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τον πόλεμο και να βρουν κάπου ασφάλεια. Αυτό τους ήταν πολύ προφανές. Ήμουν με τη σύζυγό μου και την κόρη μου μαζί με άλλους και, δυστυχώς, συγκλονιστήκαμε πραγματικά όταν είδαμε έναν άντρα να πυροβολείται στο κεφάλι. Το πρόσωπό του ήταν γεμάτο αίμα. Τα δυσάρεστα αυτά γεγονότα έγιναν πολύ γρήγορα, ήταν τρελά και τρομακτικά».

Η γυναίκα του Μ.Α., N.T., μας είπε από την πλευρά της:

«Εγώ και η κόρη μου ήμασταν επίσης σε αυτή τη βάρκα μαζί με τον σύζυγό μου. Έτσι, το περιστατικό δεν επηρέασε μόνο αυτόν, έχει επηρεάσει ολόκληρη την οικογένεια. Η κατάσταση και το περιστατικό ήταν τρομερή και τρομακτική. Ακόμη και μετά από 10 χρόνια, εξακολουθεί να μας προκαλεί εφιάλτες.»

Για τη σημερινή κατάσταση της υγείας του, ο Μ.Α. μας είπε:

«Κάποιες φορές, δεν μπορώ να πιστέψω ότι ένα τέτοιο απαίσιο γεγονός μου συνέβη στ’ αλήθεια, αλλά αρκεί να κοιτάξω τον ώμο μου για να συνειδητοποιήσω ότι ήταν εντελώς πραγματικό. Αυτό το περιστατικό δεν άλλαξε απλώς τη ζωή μου, κόντεψα να χάσω τη ζωή μου. Τα τελευταία δέκα χρόνια έχω μια μόνιμη αναπηρία στη ζωή μου. Μετά από πολύωρες διαβουλεύσεις και πολλές επισκέψεις σε ιατρικά κέντρα, οι γιατροί μου επιβεβαίωσαν ότι δεν μπορούσα να βάλω τεχνητή άρθρωση, αφού η σφαίρα όχι μόνο είχε συνθλίψει την κεφαλή του οστού, αλλά κατέστρεψε και όλους τους μύες που μπορούσαν να το υποστηρίξουν και να το κινήσουν. Έτσι, δυστυχώς, η περίπτωσή μου δεν θεραπεύεται και έχω χάσει την κίνηση του αριστερού μου χεριού για πάντα. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, μερικές φορές νιώθω ότι το αριστερό μου χέρι είναι πιο κρύο από το υπόλοιπο σώμα μου και δεν το νιώθω καθόλου. Όλοι και όλες ξέρουμε ότι το να έχεις δύο χέρια δεν είναι σαν να έχεις ένα.

Αυτή η κατάσταση που προκλήθηκε από τον τραυματισμό, με κάνει να νιώθω αβοήθητος, τόσο ψυχολογικά όσο και σωματικά, και έχει επηρεάσει απίστευτα τη ζωή μου. Καθώς δεν μπορώ να κινηθώ όπως θέλω, δεν μπορώ ούτε να κοιμηθώ στην αριστερή μου πλευρά, δεν μπορώ να κάνω ντους ή να φορέσω τα ρούχα μου μόνος μου. Πρέπει να βασιστώ σε κάποιον να με βοηθήσει, κάτι που είναι επίσης δύσκολο για μένα. Επιπλέον, δεν μπορώ να κολυμπήσω, να οδηγήσω ποδήλατο ή να αθληθώ! Δεν μπορώ να οδηγήσω ούτε αυτοκίνητο χωρίς ένα ειδικό εργαλείο που μου επιτρέπει να το ελέγχω, που είναι πολύ άβολο. Όλες αυτές οι αναπηρίες είναι επιβεβαιωμένες από ιατρικές αναφορές. Ακόμα και σε αυτές τις λίγες καλές στιγμές που περνάω χρόνο με τα εγγόνια μου, δεν μπορώ να τα σηκώσω ή να παίξω μαζί τους όπως θέλω. Δυστυχώς, αυτό είναι μόνιμο, χωρίς να αναφέρουμε τον τρόπο που φαίνεται ο ώμος μου, που είναι πραγματικά άσχημος για τους ανθρώπους που με κοιτάζουν. Πρέπει πάντα να φοράω μακριά πουκάμισα και βαριά εσώρουχα για να κρύβω τον παραμορφωμένο μου ώμο, ώστε να φαίνεται φυσιολογικός. Επειδή για να το πούμε σύντομα και όπως είναι ακριβώς: έχω μόνο μισό ώμο!».

Ο Μ.Α. δέχτηκε πυροβολισμό στον ώμο που τον τραυμάτισε σοβαρά. Σήμερα, αντιμετωπίζει πλέον μόνιμο πρόβλημα κινητικότητας στο ένα χέρι

Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) που εκπροσωπεί τον Μ.Α., είχε καταθέσει εκ μέρους του αίτημα αποζημίωσης για τον μόνιμο τραυματισμό του ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Δικαστηρίου. Σε πρωτοβάθμιο επίπεδο, το αίτημα αυτό απορρίφθηκε. Αναμένεται η απόφαση επί της έφεσης που ασκήθηκε.

Δικαστική διερεύνηση: Υπόθεση στο αρχείο στην ελληνική δικαιοσύνη – Προσφυγή στο ΕΔΔΑ

«Είναι πολύ σημαντικό για εμάς που κερδίσαμε, γιατί, πρώτα απ’ όλα, αποδόθηκε δικαιοσύνη για εμένα και τα παιδιά μου, αλλά και για τον σύζυγό μου που πέθανε, τον Belal, που πυροβολήθηκε. Δεύτερον, αυτό αποδεικνύει ότι υπήρξε βία όχι μόνο εναντίον αυτού του ανθρώπου, αλλά εναντίον πολλών ανθρώπων. Για τον Belal, δικαιωθήκαμε στο δικαστήριο, αφού αυτό διαπίστωσε ότι υπήρξε παράβαση. Πολλοί άνθρωποι δεν δικαιώνονται και αυτό είναι δείκτης ότι κάτι πάει λάθος».
Douaa Alkhatib, τότε σύζυγος του Belal, σε συνέντευξη στην RSA, μετά την απόφαση του ΕΔΔΑ

Στις 23 Δεκεμβρίου 2014 ο εισαγγελέας του Ναυτοδικείου Πειραιά διέταξε τη διενέργεια προκαταρκτικής έρευνας για την ενδεχόμενη ποινική ευθύνη των λιμενικών που εμπλέκονται στο εν λόγω περιστατικό. Διενεργήθηκε πειθαρχική έρευνα (ΕΔΕ) η οποία, με πόρισμά της, κατέληξε ότι οι λιμενικοί δεν είχαν καμία ευθύνη. Με βάση το πόρισμα αυτό, στις 30 Ιουνίου 2015, ο Εισαγγελέας του Ναυτοδικείου ανακοινώνει ότι δεν θα ασκηθεί ποινική δίωξη κατά των εμπλεκόμενων λιμενικών και θέτει την υπόθεση στο αρχείο. Ετσι, η υπόθεση δεν έφτασε ποτέ να δικαστεί ενώπιον της ελληνικής δικαιοσύνης για το ζήτημα αυτό.

Στις 28 Δεκεμβρίου 2015, μετά την αρχειοθέτηση της υπόθεσης, η οικογένεια του Belal Tello κατέθεσε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) για παραβίαση του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ. Το ΕΔΔΑ στις 16 Ιανουαρίου 2024, δέκα χρόνια μετά το περιστατικό, εξέδωσε την απόφαση Alkhatib and others v. Greece, No 3566/16 με την οποία καταδίκασε την Ελλάδα αφενός για παραβίαση του δικαιώματος στη ζωή εξαιτίας του θανάσιμου τραυματισμού του Belal, και αφετέρου για αναποτελεσματική διερεύνηση του περιστατικού από την πλευρά των ελληνικών αρχών. Τη νομική εκπροσώπηση της υπόθεσης έχουν αναλάβει δικηγόροι εκ μέρους της Υποστήριξης Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) και του Ιδρύματος PRO ASYL.

Σε ό,τι αφορά την παραβίαση του δικαιώματος στη ζωή (άρθρο 2 της ΕΣΔΑ), στην απόφαση περιλαμβάνονται:

  • Η «εξαιρετικά επικίνδυνη» και «ξεκάθαρα δυσανάλογη» χρήση βίας, με τη ρίψη 13 βολών κατευθείαν στη μηχανή του σκάφους. Το δικαστήριο διαπιστώνει ότι η χρήση αυτή βίας ήταν «δυνητικά θανατηφόρα» αφού οδήγησε, τελικά, στον θάνατο του Belal.
  • Η έλλειψη θέσπισης σαφών κανόνων για την οπλοχρησία στις επιχειρήσεις του Λιμενικού, καθώς οι λιμενικοί επικαλέστηκαν αδημοσίευτους, παρωχημένους και ανεπαρκείς “κανόνες εμπλοκής” του 1992 για τη χρήση όπλων κατά της προσφυγικής βάρκας. Ταυτόχρονα, όχι μόνο δεν έγινε χρήση του Κανονισμού του 2004 για την επιτρεπόμενη χρήση βίας από το λιμενικό (Απόφαση 1141.1/04/2004, Κύρωση του Κανονισμού οπλοκατοχής, οπλοφορίας και οπλοχρησίας προσωπικού Λιμενικού Σώματος, ΦΕΚ 663/Β/ 07.05.2004), αλλά επίσης οι λιμενικοί, μέσα από τις καταθέσεις τους, φάνηκε να μην γνωρίζουν καν τον Κανονισμό αυτόν, πόσο μάλλον να ενεργήσουν βάση αυτού. Ως αποτέλεσμα, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν πληρούται η απαίτηση της ύπαρξης ενός νομικού πλαισίου που να παρέχει επαρκείς και αποτελεσματικές εγγυήσεις κατά της αυθαιρεσίας και της χρήσης βίας, αναγκαίες για μια δημοκρατική κοινωνία.
  • Η έλλειψη επαρκούς σχεδιασμού και προετοιμασίας για τη συγκεκριμένη επιχείρηση του Λιμενικού, η οποία περιλαμβάνει και το γεγονός ότι οι λιμενικοί δεν διαπίστωσαν πέραν κάθε αμφιβολίας και «παρά τις πολύ ισχυρές αποδείξεις» περί του αντιθέτου, ότι δεν υπήρχαν επιβάτες στην προσφυγική βάρκα πριν πυροβολήσουν στη μηχανή του και δεν λειτούργησαν με στόχο να ελαχιστοποιήσουν τη θανάσιμη χρήση βίας και τους πιθανούς κινδύνους στις ζωές των επιβατών.

Σε ό,τι αφορά την αναποτελεσματική διερεύνηση του περιστατικού από την πλευρά των ελληνικών αρχών, συμπεριλαμβάνονται στην απόφαση του Δικαστηρίου τα εξής:

  • Η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο ενόψη της ελληνικής δικαιοσύνης, ενώ το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι ο εισαγγελέας «δεν είχε τεκμηριώσει επαρκώς» το συμπέρασμά του, καθώς αυτό δεν προέκυψε από πλήρη διερεύνηση του περιστατικού.
  • Οι καταθέσεις των 10 μαρτύρων, επίσης προσφύγων, ήταν πανομοιότυπες, περιλαμβάνοντας «πρακτικά στερεοτυπικές απαντήσεις». Επιπλέον, οι δύο τραυματίες πρόσφυγες ή συγγενείς τους δεν κλήθηκαν ποτέ να καταθέσουν.
  • Διάφορα μέτρα για την αποτελεσματική και σε βάθος διερεύνηση δεν ελήφθησαν ποτέ, όπως ιατροδικαστική έκθεση για τον τραυματισμό του Belal, βαλλιστική έκθεση για την τροχιά των βολών, συμπεριλαμβανομένης εκείνης που είχε χτυπήσει τον Belal, λεπτομερής έκθεση εμπειρογνωμόνων και για τα δύο σκάφη, για να διαπιστωθεί αν υπήρχε πραγματικός και άμεσος κίνδυνος για το πλήρωμα του λιμενικού.
  • Ο εισαγγελέας δεν έλαβε υπόψη του την απόφαση του Κακουργιοδικείου Ρόδου της 15ης Μαΐου 2015, η οποία είχε αθωώσει τον οδηγό του μηχανοκίνητου πλοιαρίου από τις κατηγορίες για απόπειρα πρόκλησης ναυαγίου και κίνδυνο ανθρώπινης ζωής, εκθέτοντας άλλα άτομα σε κίνδυνο για τη ζωή τους και σοβαρή σωματική βλάβη.

Με βάση τα παραπάνω, το Δικαστήριο συμπέρανε ότι «η διερεύνηση που διεξήχθη από τις εθνικές αρχές περιείχε πολυάριθμες ελλείψεις που είχαν ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων αδυναμιών, την απώλεια αποδεικτικών στοιχείων και οι οποίες κατέστησαν τη διερεύνηση ακατάλληλη».

Το Δικαστήριο, με την απόφασή του αυτή που ήρθε με σοβαρή καθυστέρηση δέκα ετών, διέταξε την Ελλάδα να πληρώσει αποζημίωση 80,000 ευρώ στην οικογένεια του Belal Tello, για ηθική βλάβη.

Η τότε σύζυγος του Belal, Douaa Alkhatib, που έκανε την προσφυγή, μας είπε μετά την απόφαση:

«Είναι πολύ σημαντικό για τα παιδιά μας να ξέρουν τι συνέβη στον πατέρα τους και ποιο ήταν το πρόβλημα, ποιοι ήταν οι ένοχοι. Αυτή είναι μια κάποια αποζημίωση για όσα έχασαν. Φυσικά, αυτό δεν μας αποζημιώνει πλήρως. Αυτή η απόφαση δεν φέρνει πίσω τον πατέρα τους, αλλά τουλάχιστον τώρα ξέρουν τι συνέβη. Αποδείξαμε ότι η έρευνα από τις αρχές ήταν ανεπαρκής και ότι απλώς κατασκεύαζαν ιστορίες για τον Belal».

Μετά την απόφαση του ΕΔΔΑ, ο Μ.Α., ο οποίος ακόμα αναμένει την απόφαση του Εφετείου σχετικά με την αποζημίωσή του, μας είπε:

«Αν και η απόφαση του δικαστηρίου απέδωσε μια κάποια δικαιοσύνη στην άλλη οικογένεια, ας συμφωνήσουμε ότι, δυστυχώς, τίποτα δεν μπορεί να αποζημιώσει για την απώλεια ζωής. Ο Belal άφησε πίσω του, δυστυχώς, τα μικρά του παιδιά, και μια διαλυμένη οικογένεια. Το ποσό της αποζημίωσης ήταν πολύ μικρό και δεν αντικαθιστά πραγματικά το γεγονός ότι χάθηκε η ζωή ενός ατόμου. Ελπίζω τουλάχιστον να είναι δίκαιοι απέναντί μου. Ελπίζω ότι, τουλάχιστον, αυτός που πήρε αυτή την απερίσκεπτη απόφαση και πυροβόλησε αυτές τις σφαίρες, θα τιμωρηθεί δίκαια γιατί επηρέασε αρνητικά τη ζωή μου για τα καλά και με έκανε να υποφέρω όλο αυτό το διάστημα για το τίποτα. Δεν κάναμε τίποτα σε αυτούς τους ανθρώπους για να πάρουμε μια τέτοια σκληρή απάντηση. Ελπίζουμε λοιπόν ότι η τιμωρία θα είναι δίκαιη».

Πόσα «μεμονωμένα περιστατικά» συνιστούν ένα συστημικό πρόβλημα;

Αναμφισβήτητα, η ιστορία αυτή συνιστά μια εξαιρετικά τραγική περίπτωση, που οδήγησε στον θάνατο του Belal Tello, και τον σοβαρό τραυματισμό του Μ.Α.. Οδήγησε επίσης σε μια αβάσταχτη περιπέτεια της οικογένειας του Belal, τόσο όσο ο άνθρωπός τους βρισκόταν στην Ελλάδα σε κωματώδη κατάσταση για έναν χρόνο, όσο φυσικά και μετά τον θάνατό του που επήλθε λόγω του αρχικού τραυματισμού του. Το βαθύ τραύμα της οικογένειας, όχι μόνο δεν έτυχε καμίας υποστήριξης από την πλευρά των ελληνικών αρχών, που έφεραν και την αποκλειστική ευθύνη για τον θανάσιμο τραυματισμό του Belal, αλλά αντίθετα, επιβαρύνθηκε από έναν γραφειοκρατικό λαβύρινθο και διαρκή προβλήματα σε κάθε βήμα, ακόμα και στην άφιξη της οικογένειας στην Ελλάδα.

Ωστόσο, ταυτόχρονα, η ιστορία αυτή δυστυχώς δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση «ένα τραγικό, μεμονωμένο περιστατικό». Σε πολλές πλευρές της, επιβεβαιώνει ένα επικίνδυνο μοτίβο από την πλευρά των ελληνικών αρχών, που οδηγεί σε παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων και, σε πολλές περιπτώσεις, στον θάνατο. Η υπόθεση αυτή καταδεικνύει για άλλη μία φορά τις αυθαίρετες πρακτικές και τις καταγεγραμμένες συστημικές ελλείψεις στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των επιχειρήσεων του Λιμενικού κατά την παράτυπη είσοδο προσφύγων στην ελληνική επικράτεια, με αποτέλεσμα να μην διασφαλίζεται ως προτεραιότητα η ασφάλεια των επιβαινόντων μεταφερόμενων ατόμων κατά τα στάδια της κλιμάκωσης των θαλάσσιων επιχειρήσεων. Επιπλέον, η υπόθεση αυτή καταδεικνύει περαιτέρω τη μη αποτελεσματική και σε βάθος διερεύνηση των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη θάλασσα από τις δικαστικές αρχές και τη μη αποτελεσματικότητα των διαθέσιμων εγχώριων ένδικων μέσων σχετικά με παραβιάσεις ειδικά των άρθρων 2 και 3 της ΕΣΔΑ (δείτε αναλυτικότερα την πρόσθετη παρέμβαση από τις ECCHR, PRO ASYL & RSA το 2022 και την ετήσια έκθεση των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα το 2023).

Η συγκεκριμένη υπόθεση δεν έφτασε καν σε δίκη στα ελληνικά δικαστήρια – τέθηκε στο αρχείο από τον Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου Πειραιά. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με την απόφαση του ΕΔΔΑ, μια σειρά κρίσιμων αποδείξεων, δε συλλέχθηκαν καθόλου ή συλλέχθηκαν ανεπαρκώς, ενώ οι μαρτυρίες των ανθρώπων παρουσιάστηκαν πανομοιότυπες ή δεν ελήφθησαν. Μια σειρά άλλων υποθέσεων παρουσιάζουν αντίστοιχα μοτίβα.

Πιο εμβληματική από ανάλογες υποθέσεις ήταν αυτή του ναυαγίου στο Φαρμακονήσι, που έλαβε χώρα στις 20 Ιανουαρίου 2014, και για το οποίο η Ελλάδα επίσης καταδικάστηκε από το ΕΔΔΑ, με απόφασή του στις 7 Ιουλίου 2022 (υπόθεση Safi κατά Ελλάδας). Το ναυάγιο συνέβη κατά τη διάρκεια επιχείρησης του ελληνικού λιμενικού σώματος, μιας προσπάθειας επαναπροώθησης σύμφωνα με τους επιζώντες, η οποία οδήγησε στον θάνατο 11 ανθρώπων (8 παιδιών και 3 γυναικών), συμπεριλαμβανομένων των συζύγων και των παιδιών των επιζώντων, όλων προσφύγων από το Αφγανιστάν. Στην Ελλάδα, η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης επίσης τέθηκε στο αρχείο πολύ σύντομα. Η καταδίκη του ΕΔΔΑ αφορούσε και πάλι την παραβίαση του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ (δικαίωμα στη ζωή), καθώς και του άρθρου 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης). Πρόκειται για ακόμα μια υπόθεση όπου το Δικαστήριο συμπεριλαμβάνει στην απόφασή του την έλλειψη ενδελεχούς και αποτελεσματικής έρευνας από τις ελληνικές αρχές.

Μετά τη συγκεκριμένη απόφαση του Δικαστηρίου για το περιστατικό στο Φαρμακονήσι και για την εκτέλεσή της, το Συμβούλιο της Ευρώπης δέχτηκε έντονες πιέσεις για τον έλεγχο των συστημικών κενών στις επιχειρήσεις του Λιμενικού Σώματος και τη διερεύνηση των ποινικών ευθυνών του. Η υπόθεση αυτή όμως, αν και εμβληματική, δεν είναι σε καμία περίπτωση η μόνη. Την τελευταία δεκαετία, η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) και η PRO ASYL έχουν εκπροσωπήσει πρόσφυγες που καταγγέλλουν ανάλογες σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους στο πλαίσιο επιχειρήσεων του Λιμενικού Σώματος, συμπεριλαμβάνοντας και επιχειρήσεις άτυπων αναγκαστικών επιστροφών (επαναπροωθήσεων /pushbacks). Μετά και την παρούσα απόφαση για την Ψέριμο, τρεις από αυτές εκκρεμούν ακόμα ενώπιον του ΕΔΔΑ: Almukhlas κατά Ελλάδας (υπόθεση Σύμης), Alnassar κατά Ελλάδας (υπόθεση Ρόδου) και F.M. κατά Ελλάδας (υπόθεση Αγαθονησίου).

Τον περασμένο Σεπτέμβριο, η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) και η PRO ASYL καταθέσαμε ένα σχετικό υπόμνημα στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο πλαίσιο της παρακολούθησης της εκτέλεσης της απόφασης για το Φαρμακονήσι, με βάση έναν ενδεικτικό κατάλογο υποθέσεων που εκπροσωπούμε. Οι υποθέσεις σχετίζονται με παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που απορρέουν από πλημμέλειες και καθυστερήσεις σε επιχειρήσεις διάσωσης, επιχειρήσεις σύλληψης κατά τη διάρκεια επιχειρούμενων άτυπων αναγκαστικών επιστροφών (επαναπροωθήσεων /push backs), μεταχείριση επιζώντων ναυαγίων και μη καταγραφή αγνοουμένων.

Στην πραγματικότητα, είναι χιλιάδες οι προσφυγές και εκατοντάδες οι καταδίκες της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για παραβίαση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Στο σύνολο των αποφάσεων του ΕΔΔΑ για την Ελλάδα μέχρι τον Ιανουάριο 2023, όπως φαίνεται και από την έκθεσή του Δικαστηρίου «ΕΣΔΑ και Ελλάδα: Γεγονότα και Αριθμοί», οι 969 αποφάσεις από τις 1,082 υποθέσεις που τελικά εκδικάστηκαν στο Δικαστήριο, ήταν καταδικαστικές για την Ελλάδα, εντοπίζοντας τουλάχιστον μια παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με βάση την ΕΣΔΑ. Από τις αποφάσεις αυτές, άνω του 10% αφορά παραβιάσεις: του άρθρου 2 (προστασία του δικαιώματος στη ζωή) σε ποσοστό 0,98% και του αρ. 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης) της ΕΣΔΑ σε ποσοστό 9,70%.

Στα ελληνικά σύνορα, οι ζωές των ανθρώπων βρίσκονται σε κίνδυνο, ως συνέπεια των συστηματικών πρακτικών αποτροπής, της απουσίας νόμιμων και ασφαλών διόδων για όσους και όσες θέλουν να αιτηθούν άσυλο και των διαρκών παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πρόκειται για πρακτικές που πρέπει να τερματιστούν δίνοντας απόλυτη προτεραιότητα στην προστασία της ανθρώπινης ζωής.

Στην υπόθεση της Ψερίμου, ο Belal Tello, ένας εκ των τραυματιών, τελικά οδηγήθηκε στον θάνατο ως αποτέλεσμα της βάναυσης και παράνομης επιχείρησης του ελληνικού λιμενικού, και η οικογένειά του υπέστη την τραγική απώλεια του αγαπημένου τους προσώπου, ενώ ο Μ.Α., έτερος τραυματίας, ζει πλέον με μόνιμα κινητικά προβλήματα στο χέρι. Η δικαίωση της οικογένειας του Belal από το ΕΔΔΑ δεν αναπληρώνει φυσικά τον θάνατο και το τραύμα, δίνει όμως ένα μήνυμα, μίας έστω καθυστερημένα, δικαιοσύνης. Αυτή η απόδοση δικαιοσύνης θα έπρεπε να είναι συστατικό στοιχείο ενός κράτους δικαίου σύμφωνα με τις αξίες της δημοκρατίας και τα θεμελιώδη δικαιώματα.

ΠΗΓΗ