Κορυφαίος επιστήμονας στον τομέα του, o χειρουργός, τ. διευθυντής Κλινικής Μαστού του μεγαλύτερου αντικαρκινικού νοσοκομείου της χώρας, «Ο Αγιος Σάββας», και πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας, μιλάει στην «Εφ.Συν.» για την εμπειρία... τηλεμεταφοράς του από το «πεδίο μάχης» της εφημερίας του δικού μας Γενικού Νοσοκομείου Αθήνας – «Γ. Γεννηματάς» στο νοσοκομείο Αλ Σίφα της Γάζας.
Η εύγλωττη ανάρτηση για την πρόσφατη προσωπική εμπειρία του ήταν η αφορμή για να μιλήσουμε με τον Ευάγγελο Φιλόπουλο, που δηλώνει απερίφραστα ότι «μας αξίζει ένα ΕΣΥ που να περιθάλπει έγκαιρα και έγκυρα, με σεβασμό στην αξιοπρέπεια των συνανθρώπων μας που βρίσκονται σε ανάγκη για λόγους υγείας». Σε αυτή την κατεύθυνση, μας λέει, «δεν λύνονται τα προβλήματα με επί πληρωμή χειρουργεία, ούτε με ιδιώτες στο ΕΣΥ», «πρέπει να δοθούν κονδύλια για την υγεία», «φτάνει με τα μεγαλεπήβολα σχέδια και νομοσχέδια. Είναι ώρα για μικρά ουσιαστικά και αποτελεσματικά βήματα».
● Tι είδατε στην εφημερία του «Γ. Γεννηματάς»;
Το περασμένο Σάββατο νωρίς το μεσημέρι η αδελφή μου είχε έναν τραυματισμό δέρματος στον καρπό έπειτα από οδικό ατύχημα. Τη μετέφερε το ΕΚΑΒ στο Γενικό Νοσοκομείο Αθήνας - «Γ. Γεννηματάς», όπου προσέτρεξα αμέσως. Μετά από πεντέμισι ώρες αναμονή, με την αδελφή μου ξαπλωμένη σ’ ένα φορείο στον διάδρομο του νοσοκομείου, την πήρα και φύγαμε. Αναχωρήσαμε οικεία βουλήσει, χωρίς να έχει ραφτεί το τραύμα της.
Εξαντλήθηκα όρθιος να περιμένω και να τριγυρνώ τόσες ώρες και ταυτόχρονα έζησα μία υπερβατική εμπειρία. Αντίκρισα ένα νοσοκομείο στο οποίο κόσμος στριμωχνόταν, φώναζε, απειλούσε, φορεία πηγαινοέρχονταν ασταμάτητα, ασθενείς παρκαρισμένοι σε δεκάδες φορεία περίμεναν σε μοντέρνες αίθουσες, ασθενοφόρα έφερναν συνεχώς τραυματίες ή ασθενείς, ελάχιστοι γιατροί και νοσηλεύτριες σαν αλλοπαρμένοι έτρεχαν ακούραστα μια στον έναν, μια στον άλλον. Τέτοιο χάος δεν είχα ξαναδεί παρά μόνο από εικόνες που βλέπουμε στην τηλεόραση από τα νοσοκομεία της Γάζας. Τρόμαξα με αυτή την εμπειρία της «τηλεμεταφοράς» μου σε αυτό το μέρος της Μέσης Ανατολής.
❝ Οταν προσλαμβάνουν 1.000 άτομα και αποχωρούν 1.500, πώς να ορθοποδήσει το σύστημα;
● Αυτή είναι η εικόνα διάλυσης του ΕΣΥ που περιγράφουν καθημερινά υγειονομικοί και άρρωστοι;
Ναι, αυτή είναι η εικόνα παρακμής που δεν ταιριάζει στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Νοσοκομεία στα οποία ασταμάτητα προσέρχονται άρρωστοι στα εξωτερικά ιατρεία, κόσμος που περιμένει ώρες ατελείωτες με αποτέλεσμα να θυμίζουν πλημμυρισμένα νοσοκομεία της Γάζας. Δεν είναι μόνο δική μου εμπειρία, αλλά εκατομμυρίων Ελλήνων που έχουν βρεθεί σε γενική εφημερία· και πρωτίστως των υγειονομικών που αγωνίζονται καθημερινά για να μην καταρρεύσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας και είναι οι καλύτεροι γνώστες της κατάστασης που επικρατεί στο δημόσιο σύστημα υγείας. Για τους γιατρούς του ΕΣΥ αξίζει ο απόλυτος θαυμασμός για το έργο που επιτελούν κάτω από αντίξοες συνθήκες και με μισθούς εξευτελιστικούς κρατούν ακόμα ζωντανό ένα εκούσια ή ακούσια οδηγούμενο στην αποδιοργάνωση σύστημα δημόσιας υγείας.
Η αξιοπρέπεια των συμπολιτών μας και ο σεβασμός στο αγαθό της ζωής τους δεν εξυπηρετούνται από τη σημερινή κατάσταση στο σύστημα Υγείας. Η προσωπικότητα του καθενός μας που συνδέεται με την εικόνα της καθημερινότητάς μας υπόκειται σε μια αθέλητη και βίαιη αλλαγή όταν ασθενήσει ή τραυματιστεί, καθώς παραδίδεται σε άγνωστα χέρια, γυμνός, βλέπουν το εσωτερικό του σε κλειστούς θαλάμους σύγχρονων μηχανημάτων, ακούγοντας φωνές μέσα από ηχεία με προσταγές για το πώς θα αναπνεύσει, του τρυπάνε τις φλέβες, του δίνουν διαταγές, τον ξαπλώνουν και τον μεταφέρουν σε φορεία κ.ο.κ. Ολα αυτά απαιτούν σεβασμό που μόνο μια επαρκώς στελεχωμένη υγειονομική δομή, με τέλεια οργάνωση και με εκπαιδευμένο στην επικοινωνία προσωπικό, μπορεί να προσφέρει. Και αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν η πολιτεία αντιληφθεί αυτές τις σημαντικές παραμέτρους που αφορούν τους πολίτες στην αναπόφευκτη για αυτούς συνάντηση με κάποια ασθένεια ή τραυματισμό. Αυτό είναι ένα από τα πιο σημαντικά κριτήρια που αξιολογούν πολιτικές και ικανότητες διακυβέρνησης.
❝ Νοσοκομεία στα οποία ασταμάτητα προσέρχονται άρρωστοι στα εξωτερικά ιατρεία, κόσμος που περιμένει ώρες ατελείωτες με αποτέλεσμα να θυμίζουν πλημμυρισμένα νοσοκομεία της Γάζας
● Μας αξίζει αυτό το σύστημα υγείας;
Οχι. Δεν έχουμε το ΕΣΥ που μας αξίζει. Μας αξίζει ένα ΕΣΥ που να περιθάλπει έγκαιρα και έγκυρα, με σεβασμό στην αξιοπρέπεια των συνανθρώπων μας που βρίσκονται σε ανάγκη για λόγους υγείας. Ιδεοληπτικές εμμονές για τη συρρίκνωση του ΕΣΥ δεν μπορούν να σταθούν με σοβαρότητα απέναντι στην πραγματικότητα. Το είδαν όλοι στην περίοδο του Covid. Αν δεν υπήρχε το δημόσιο σύστημα υγείας και δεν έδιναν οι γιατροί του με αυταπάρνηση τη μάχη στις δύσκολες συνθήκες, θα είχαμε πολύ πιο τραγικά αποτελέσματα.
Το ίδιο σημαντική είναι και η ύπαρξη ενός καλά λειτουργούντος συστήματος υγείας για τους ογκολογικούς ασθενείς. Ο καρκίνος, εκτός της έγκαιρης διάγνωσης, των διαγνωστικών διαδικασιών και των θεραπειών του, έχει σημαντικές επιπτώσεις ψυχοκοινωνικές και προκαλεί «οικονομική τοξικότητα» στους πάσχοντες και στις οικογένειές τους που πολλές φορές φτάνει στην πλήρη οικονομική κατάρρευση των αρρώστων και των συγγενών τους. Αυτό ισχύει ιδίως στην Ελλάδα, όπου οι ιδιωτικές πληρωμές (out of the pocket) είναι πολύ υψηλές. Χωρίς δημόσιο σύστημα υγείας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ο καρκίνος. Τελεία και παύλα.
Υπάρχει μεγάλη ανάγκη να κλείσει το χάσμα στην περίθαλψη, σύνθημα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που το διαδίδουμε κι εμείς ως Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία. Χάσμα ανάμεσα σε κοινωνικά - οικονομικά εύπορους σε σχέση με τους υστερούντες. Χάσμα από τις ανισότητες λόγω γεωγραφικών ιδιαιτεροτήτων της χώρας μας – ύπαιθρος σε σχέση με τις μεγάλες πόλεις. Ανισότητες ακόμα και στις ίδιες τις πόλεις. Οταν σχεδόν η πλειονότητα των νοσοκομείων της Αθήνας βρίσκεται στον οδικό άξονα Βασ. Σοφίας - Λεωφόρος Κηφισίας, ενώ στις άλλες περιοχές υπάρχει υγιεινομικό κενό, οι κάτοικοι δεν έχουν τις ίδιες πιθανότητες έγκαιρης διάγνωσης και περίθαλψης. Δεν είναι μόνο ζήτημα υγείας αλλά και αξιοπρέπειας.
● Τι πρέπει να γίνει;
Δεν αρκούν οι ανακαινίσεις, οι μοντέρνες εγκαταστάσεις, όταν τόσοι πολλοί προσέρχονται με τα προβλήματά τους, ξεπερνώντας κατά πολύ τις όποιες δυνατότητες των ελάχιστων υγειονομικών και των σύγχρονων μηχανημάτων. Οταν δεν εφημερεύουν κάθε μέρα όλα τα Γενικά Νοσοκομεία, είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί σωστά ένας πληθυσμός 5 εκατομμυρίων της Αττικής; Μπορούν ένα-δύο νοσοκομεία να δουλέψουν σωστά με το προσωπικό που τους έχει απομείνει για να διαγνώσουν και να θεραπεύσουν έγκυρα και έγκαιρα όλη αυτή την πλημμυρίδα των πασχόντων που τα κατακλύζει σε μέρες εφημερίας τους;
Χρειάζεται να οργανωθεί γεωγραφικά ένας σωστά κατανεμημένος ιστός παροχής φροντίδας στα επείγοντα. Αυτό αφορά και την επαρχία, που βιώνει τρομερή ανισότητα απέναντι στα αστικά κέντρα και πρέπει να καταπολεμηθεί. Υπάρχουν νοσοκομεία που έχουν μηχανήματα και δεν έχουν γιατρούς, άλλα που δεν έχουν ούτε το ένα ούτε το άλλο. Το θέμα της υποστελέχωσης είναι το πλέον φλέγον.
Χρειάζεται να αναπτυχθούν κέντρα υγείας αστικού τύπου που να αναλαμβάνουν τα ελαφρύτερα περιστατικά και αυτά να κρίνουν αν χρειάζεται περαιτέρω περίθαλψη σε ειδικό κέντρο. Η συνεχής εκπαίδευση των πληρωμάτων των ασθενοφόρων, η καθιέρωση του συστήματος ραντεβού για τους γιατρούς επείγουσας προνοσοκομειακής φροντίδας επίσης είναι απλά μέτρα και με μικρό κόστος, που μπορούν να συμβάλουν στη σωστή κατανομή των ασθενών και θα απομειώσουν τον ανυπέρβλητο φόρτο εργασίας των μεγάλων νοσοκομείων.
Σε κάθε περίπτωση: Χρειαζόμαστε προσλήψεις. Χωρίς επαρκή στελέχωση, τι σχέδια μπορείς να υλοποιήσεις; Επείγει μία καθαρή τοποθέτηση από τους πολιτικούς μας: Υπάρχουν ή δεν υπάρχουν χρήματα για το σύστημα υγείας; Ας διοχετευτούν χρήματα σε τέτοιες παρεμβάσεις και όχι καμπάνιες ενημέρωσης. Αυτές τις κάνουν επαρκώς και οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών. Ολες οι γυναίκες ξέρουν ότι πρέπει να κάνουν μαστογραφία· αυτό που χρειάζονται είναι να έχουν εύκολη πρόσβαση στην εξέταση. Χρειάζεται να μπορούμε να πάμε να κάνουμε μαστογραφίες στα χωριά και στις απομακρυσμένες περιοχές – να αποκεντρωθεί η υγεία.
● Είναι επικίνδυνη η κατάσταση έτσι όπως έχει αφεθεί διαχρονικά από τις κυβερνήσεις;
Ναι, είναι στα όρια όπου σαφώς μπορεί να προκαλέσει προβλήματα κακής διάγνωσης ή αντιμετώπισης. Δεν λύνονται τα προβλήματα με επί πληρωμή χειρουργεία, ούτε με ιδιώτες στο ΕΣΥ. Πρέπει να δοθούν κονδύλια για την υγεία. Ακούμε –από την εποχή ΣΥΡΙΖΑ– για 4-6.000 προσλήψεις, αλλά οι προϋπολογισμοί παραμένουν στάσιμοι, ίδιοι. Οταν προσλαμβάνουν 1.000 άτομα και αποχωρούν 1.500, πώς να ορθοποδήσει το σύστημα; Δεν είναι δυνατό να παραμένουν σε αυτό γιατροί 70 χρόνων. Πέραν των άλλων, αποτελεί ύβρη στη νέα γενιά. Σπουδαγμένα παιδιά και δεν βρίσκουν δουλειά στον τόπο τους.
Φτάνει με τα μεγαλεπήβολα σχέδια και νομοσχέδια. Είναι ώρα για μικρά, ουσιαστικά και αποτελεσματικά βήματα. Και οι γιατροί να συνεχίσουν το λειτούργημά τους διεκδικώντας πιο δυναμικά, με τη συμπαράσταση του κόσμου, καλύτερες αμοιβές και συνθήκες δουλειάς.
***
Φοιτητές Ιατρικής: «Είμαστε μάρτυρες της διάλυσης του ΕΣΥ» – Η απαράδεκτη κατάσταση με σφραγίδα Μητσοτάκη
Περιγράφουν την απαράδεκτη κατάσταση που βιώνουν στα δημόσια νοσοκομεία εξαιτίας των επιλογών της κυβέρνησης Μητσοτάκη
«Πώς θα κοιτάξω τον ασθενή στα μάτια όταν με αναγκάζουν να τον κοιτάζω στην τσέπη; Πώς είναι δυνατόν να μιλάμε για τα απογευματινά χειρουργεία που θα γίνονται επί πληρωμή και να πρέπει να ζητάω εγώ το “νόμιμο” φακελάκι;».
Τα ερωτήματα που απευθύνει μέσω του Documento ο Αλέξανδρος Θεολόγου, αντιπρόεδρος του Συλλόγου Φοιτητών της Ιατρικής Αθηνών και δευτεροετής φοιτητής, περιγράφουν ακριβώς όσα αισθάνονται οι μελλοντικοί γιατροί της χώρας για την κατάντια της δημόσιας υγείας, που η διάλυσή της βρίσκεται στην ατζέντα του υπουργού Υγείας Αδωνη Γεωργιάδη.
Οι πραγματικοί άριστοι των 19.000 μορίων, που επανδρώνουν το ΕΣΥ προτού καλά καλά πάρουν το πτυχίο τους, καλούνται ήδη από τα… σπάργανα της καριέρας τους να υπερβούν τον εαυτό τους για να υπηρετήσουν ένα διαλυμένο δημόσιο σύστημα υγείας και εξηγούν στο Documento γιατί δεν έχουν πλέον αυταπάτες για τις συνθήκες που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν.
«Από νωρίς ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα που αναιρεί τις προσδοκίες που είχαμε χτίσει όταν μπαίναμε στη σχολή. Μειώσεις επί μειώσεων μισθών, απλήρωτες εφημερίες, εξοντωτικά ωράρια ακατάπαυστης δουλειάς για την ικανοποίηση των αναγκών των ασθενών σε ένα κλίμα πολεμικό εξαιτίας των εγκληματικών ελλείψεων που υπάρχουν. Σε αυτές τις συνθήκες καλούμαστε κι εμείς να εργαστούμε αύριο μεθαύριο» επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Γιάννης Αϊβαλιώτης, μέλος του ΔΣ του Συλλόγου Φοιτητών της Ιατρικής Αθηνών που διανύει το τρίτο έτος των σπουδών του.
Κάνουν τη… λάντζα στα νοσοκομεία
Η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το ΕΣΥ επηρεάζει και την εκπαιδευτική διαδικασία των σχολών υγείας. Αν τυχόν ένας φοιτητής απουσιάσει από την ημερήσια κλινική εκπαίδευση, υποχρεούται να την αναπληρώσει σε μέρα εφημερίας του νοσοκομείου. Ρωτήσαμε τους μελλοντικούς γιατρούς αν έχουν κληθεί να καλύψουν κάποια από τα δεκάδες χιλιάδες κενά σε σημαντικές θέσεις στα δημόσια νοσοκομεία.
«Η σχολή μας έχει την ιδιαιτερότητα ότι από το προπτυχιακό κιόλας επίπεδο (από το τρίτο έτος στην Ιατρική του ΕΚΠΑ) εκπαιδευόμαστε μέσα στον μελλοντικό χώρο εργασίας μας» μας λέει η Μπέτυ Μπούκα και συνεχίζει περιγράφοντας τις συνθήκες κάτω από τις οποίες κάνουν την πρακτική τους οι μελλοντικοί γιατροί της χώρας: «Οι τραγικές ελλείψεις, η διαχρονική υποχρηματοδότηση, η υποστελέχωση, οι εξοντωτικές, ανθυγιεινές και επικίνδυνες συνθήκες εργασίας του υγειονομικού και λοιπού προσωπικού στα νοσοκομεία προφανώς επηρεάζουν και τις συνθήκες στις οποίες εμείς εκπαιδευόμαστε. Τα βλέπουμε και τα ζούμε από πρώτο χέρι. Εξετάζουμε ασθενείς σε ράντζα στους διαδρόμους την ίδια ώρα που περνάει κόσμος. Πολλές φορές δεν μας δίνονται μάσκες ούτε γάντια. Δεν είναι λίγες οι φορές που “συνεργαζόμαστε” με ασθενείς σε προχωρημένο στάδιο μιας νόσου και ο λόγος είναι ότι δεν είχαν πρόσβαση (ή χρήματα) σε υπηρεσίες πρόληψης και ελέγχου».
«Οι φοιτητές του έκτου έτους σπουδών ζούμε άμεσα όλες τις παθογένειες που έχει προξενήσει η κυβέρνηση στο ΕΣΥ. Κάθε μέρα μέσα στις κλινικές ο ρόλος μας προσομοιάζει με αυτόν του εργαζόμενου γιατρού παρά αυτού που εκπαιδεύεται» συμπληρώνει η Βασιλική Λυραράκη.
Το ίδιο ακριβώς τονίζει και ο Γ. Αϊβαλιώτης: «Στο πέμπτο και έκτο έτος ειδικά βγάζουμε μεγάλο όγκο της λάντζας, π.χ. αιμοληψίες, λήψη ιστορικού, ζωτικών σημείων κ.λπ., ενώ συχνά καταλήγουμε να περιθάλπουμε εμείς τους ασθενείς, μιας και το υπάρχον προσωπικό δεν επαρκεί όχι για να μας διδάξει και να επιβλέπει την πρόοδό μας, αλλά για να αντεπεξέλθει στις ανάγκες και στον τεράστιο φόρτο εργασίας. Ετσι, ενώ ακόμη μαθαίνουμε και θα έπρεπε να έχουμε τα απαραίτητα εφόδια για να γίνουμε καλύτεροι και να βγούμε ολοκληρωμένοι γιατροί κι επιστήμονες, καλούμαστε, ενώ βρισκόμαστε ακόμη σε προπτυχιακό επίπεδο, να μπαλώνουμε τρύπες του ΕΣΥ και να φορτωνόμαστε τεράστιο ψυχολογικό βάρος».
Ακόμη ένας τρόπος κάλυψης των κενών είναι η υποτιθέμενη ευκαιρία για εκπαίδευση που προσφέρει το «Foundation year». Οπως όμως τονίζει η Μπ. Μπούκα: «Επειδή υπάρχει τραγική υποστελέχωση καλούνται οι φοιτητές να καλύψουν οτιδήποτε μπορούν ανάλογα με το έτος φοίτησης. Αλλά και με τη λήψη ακριβώς του πτυχίου μάς δίνουν την “ευκαιρία” να “εκπαιδευτούμε” ακόμη παραπάνω λειτουργώντας πιλοτικά το πρόγραμμα “Foundation year”, δηλαδή ένα εξάμηνο άσκησης σε παθολογική ή χειρουργική κλινική. Ευκαιρία να καλύψουν τα κενά με ανειδίκευτους αποφοίτους Ιατρικής αντί να προσλάβουν όλο το απαραίτητο μόνιμο προσωπικό!».
Η Β. Λυραράκη θυμάται την περίοδο της Covid-19 που αποτέλεσε τραγική εμπειρία για όλο το ΕΣΥ: «Στα χρόνια της πανδημίας ούσα φοιτήτρια είδα πώς τα ξεχαρβαλωμένα συστήματα υγείας και στη χώρα μας αλλά και σε όλο τον κόσμο ανέδειξαν τη σαπίλα των κοινωνιών που βάζουν τα κέρδη πάνω από αγαθά όπως η υγεία. Η γύμνια των συστημάτων υγείας σε μια σειρά χώρες οδήγησε σε εικόνες όπως οι εκατόμβες νεκρών στην Ιταλία, στο γεγονός ότι μια χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης έκλεβε υγειονομικά αναλώσιμα από την άλλη λόγω των ελλείψεων της διαχρονικής απαξίωσης, στους ομαδικούς τάφους στη Νέα Υόρκη. Την ίδια στιγμή οι φοιτητές παλεύαμε να γίνουμε “φοιτητές ξανά” όσο τα πανεπιστήμιά μας ήταν κλειστά δύο χρόνια, την ώρα που η κυβέρνηση είχε ανοίξει χωρίς μέτρα προστασίας μέχρι και τα καζίνα! Τώρα ως τελειόφοιτη βλέπω την κυβέρνηση ύστερα από δύο χρόνια πανδημίας, αντί να ενισχύει το ΕΣΥ, να νομιμοποιεί το φακελάκι ως μέτρο αποσυμφόρησης των χειρουργείων!».
Μαζί της συμφωνεί και η Μπ. Μπούκα, δευτεροετής φοιτήτρια της Ιατρικής Αθηνών, και εξηγεί ότι και γι’ αυτήν η πανδημία αποτέλεσε μεγάλο μάθημα για την αξία της δωρεάν υγείας, στο οποίο η χώρα μας πήρε κάτω από τη βάση: «Η πείρα που συγκεντρώθηκε από όλο τον κόσμο την περίοδο της πανδημίας, που δεν είναι πολύ μακριά μας, αποδεικνύει ότι όταν το κέρδος μπαίνει πάνω από την προστασία της ανθρώπινης ζωής τότε έχουμε τραγικά αποτελέσματα. Αυτό αδιαμφισβήτητα ίσχυσε τότε, όπως και τώρα, παντού. Οπως και σήμερα με την κατάσταση που βιώνουμε στο ΕΣΥ. Οι φοιτητές της Ιατρικής, έχοντας ζωντανή αυτή την πείρα, γνωρίζουμε ότι η περαιτέρω εμπορευματοποίηση της υγείας είναι απότοκη της παραπάνω πολιτικής. Αλλωστε δεν κρύβεται ότι μιλάμε για κατευθύνσεις της ΕΕ, που διαχρονικά μεθοδεύονται και υλοποιούνται και στην Ελλάδα όπως ισχύει και σε άλλες χώρες».
Πληρώνουν από την τσέπη τους τον εξοπλισμό
Τεράστιες είναι και οι ελλείψεις σε υλικά και υγειονομικό εξοπλισμό και το πληρώνουν. «Ο εξοπλισμός που χρειαζόμαστε για τις κλινικές μας: νευρολογικά σφυράκια, φακοί, scrubs που είναι απαραίτητα πληρώνονται από την τσέπη του φοιτητή, σε μια περίοδο μάλιστα που η ακρίβεια σπάει κόκαλα» λέει η Μπ. Μπούκα.
Ο Αλ. Θεολόγου εξηγεί αναλυτικά τα προβλήματα της Ιατρικής Αθηνών: «Η σίτισή μας έχει παραδοθεί στα χέρια εργολάβων, με μόνο στόχο την κερδοφορία. Εχει εξευτελιστεί και η ποσότητα, αλλά κυρίως η ποιότητα του φαγητού. Οι εστίες στο ΕΚΠΑ καλύπτουν μόνο το 9% των φοιτητών που έρχονται από την επαρχία. Εχουμε πολλά προβλήματα με τα συγγράμματα που παρέχονται. Για παράδειγμα, είναι χαρακτηριστικό ότι όσοι είμαστε στο δεύτερο έτος δεν έχουμε πάρει τα απαραίτητα συγγράμματα σε κανένα από τα τρία μαθήματα ανατομίας, γιατί όλα αυτά ρυθμίζονται από οικονομικές συμφωνίες ανάμεσα στο σύστημα διανομής και τις επιμέρους εκδόσεις. Κρίνω αυτονόητο ότι θα έπρεπε να παρέχονται όσα βιβλία μπορεί να χρειαστούν για να έχουμε ολοκληρωμένη πρόσβαση στη γνώση. Οπως δεν θα έπρεπε να βάζουμε οι φοιτητές το χέρι στην τσέπη για να προμηθευτούμε τον εξοπλισμό μας. Πρώτη φορά πέρυσι καταφέραμε και πήραμε οι πρωτοετείς ιατρική ποδιά δωρεάν από τη σχολή. Συνεχίζουμε να διεκδικούμε για νευρολογικά σφυράκια, διαπασών και άλλα πολλά. Παράλληλα βλέπουμε όμως και το ξενόγλωσσο πρόγραμμα Ιατρικής του ΕΚΠΑ πόσο πιο πλούσιο πρόγραμμα σπουδών έχει. Δυστυχώς, είμαι βέβαιος ότι η λίστα με τα προβλήματα που υπάρχουν σήμερα στην Ιατρική θα γιγαντωθεί αν λειτουργήσει και ιδιωτική Ιατρική, όπως ακούμε ότι θα είναι η πρώτη εφαρμογή του ψηφισμένου νόμου για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια».
«Πολυτέλεια» θεωρείται και η ύπαρξη αιθουσών για να μπορούν οι φοιτητές να παρακολουθήσουν μάθημα, ενώ μπάχαλο επικρατεί με τις πρακτικές των φοιτητών. Οι συνδιδασκαλίες με τους φοιτητές της Οδοντιατρικής είναι σύνηθες φαινόμενο. Οπως επισημάνει ο Γ. Αϊβαλιώτης: «Στοιβαζόμαστε ο ένας πάνω στον άλλο. Πολλοί δεν βρίσκουν καν να σταθούν. Πολλές φορές δεν υπάρχουν προπλάσματα για τα εργαστήριά μας, με αποτέλεσμα να μετατρέπονται από εργαστήρια σε διαλέξεις. Ως φοιτητής του τρίτου έτους που μπαίνει πρώτη φορά στις κλινικές του, οι συνθήκες που αντίκρισα δεν ήταν αυτές που περίμενα. Νοσοκομεία στα οποία έχουμε κληρωθεί να μας κάνουν μπαλάκι σε άλλα περιφερειακά, αλλάζοντάς μας κάθε λίγο και λιγάκι γιατί δεν έχουν τη δυνατότητα να εξυπηρετήσουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες των φοιτητών. Αγωνιζόμαστε για να μάθουμε και να ασκήσουμε τις γνώσεις μας στους ασθενείς μέσα στη μέση των διαδρόμων με τον κόσμο να διέρχεται, ενώ ενίοτε δεν υπάρχουν ούτε γάντια για να χρησιμοποιήσουμε!».
Θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα για να υπηρετήσουν το λειτούργημά τους
«Εδώ ή έξω;» είναι ένας από τους πρώτους προβληματισμούς για τους μελλοντικούς γιατρούς. Κι όμως αυτοί οι φοιτητές δεν επιθυμούν να είναι ακόμη μια γενιά που θα εγκαταλείψει τη χώρα, παρά τα εμπόδια που τους βάζει αυτή.
«Εννοείται ως αυριανός γιατρός ένα επιχείρημα που ακούω συνέχεια είναι το “Φύγε στο εξωτερικό γιατί εδώ δεν βγαίνει άκρη”. Μη γελιόμαστε… η ίδια πολιτική της υποχρηματοδότησης, της εμπορευματοποίησης της υγείας, της ολοένα εντονότερης παρουσίας του ιδιωτικού τομέα στο δημόσιο νοσοκομείο και της μεταλλαγής του ασθενή σε πελάτη ακολουθείται παντού, αφού αυτές είναι οι οδηγίες της ΕΕ. Αρα, σε ποιο σωτήριο εξωτερικό να καταφύγω;» καταλήγει ο Αλ. Θεολόγου.
Για τη Β. Λυραράκη η εικόνα του εξωτερικού τελικά δεν διαφέρει πολύ από της Ελλάδας. Οπως λέει η ίδια: «Οι κατευθύνσεις της ΕΕ οδηγούν σε ίδιες ράγες την κατάσταση σε υγεία, παιδεία και δουλειά παντού. Η μαχητική στάση απέναντι στις σπουδές, στη δουλειά, συνολικά στη ζωή, είναι αυτό που αλλάζει την κατάσταση προς το καλύτερο». Μαζί της συμφωνεί και η Μπ. Μπούκα, τονίζοντας ότι «τα σύνδρομα burnout των τελευταίων ετών και η εργασιακή ανασφάλεια με την εκτόξευση των συμβασιούχων αποτελούν καθημερινότητα και στο εξωτερικό.
Επομένως, τα όνειρα ενός νέου γιατρού που έχει μεράκι για την επιστήμη του και σεβασμό στον άνθρωπο δεν χωρούν στο νοσοκομείο-επιχείρηση, σε όποια χώρα, με όποιες διαφοροποιήσεις κι αν αυτό έχει διαμορφωθεί».
Για την Μπέτυ Μπούκα, τη Βασιλική Λυραράκη, τον Αλέξανδρο Θεολόγου και τον Γιάννη Αϊβαλιώτη ο συνεχής αγώνας μέσα από τον σύλλογό τους και την Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ) είναι μονόδρομος για να μπει φρένο στη διάλυση του ΕΣΥ και την εμπορευματοποίηση του πολύτιμου αγαθού της υγείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου