Μετά τη δολοφονία του Χρήστου Μιχαλόπουλου από σφαίρα αστυνομικού της ΟΠΚΕ και τον καταγγελλόμενο ξυλοδαρμό της 16χρονης στο Νέο Ηράκλειο και πάλι από άνδρες της ΕΛ.ΑΣ., ένα άλλο παιδί 17 χρόνων καταγγέλλει τον βασανισμό του μέσα σε αστυνομικό τμήμα.
Τον χτύπησαν, τον απείλησαν ότι θα σκοτώσουν εκείνον και την οικογένειά του, τον εκφόβισαν και στο τέλος προσπάθησαν να τον αναγκάσουν να γίνει πληροφοριοδότης. Ολα αυτά, δεν έγιναν στο αμαρτωλό Α.Τ. Ομόνοιας, αλλά στο Α.Τ. Μήλου, το οποίο, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν ήταν η πρώτη φορά που θύμιζε το κολαστήριο της οδού Βερανζέρου.
Σύμφωνα με όσα καταγγέλλει ο ίδιος ο 17χρονος αλλά και η μητέρα του στην «Εφ.Συν.», όλα ξεκίνησαν όταν ο ανήλικος, ο οποίος είχε βγει βόλτα με τα μηχανάκια με τους φίλους του, σταμάτησε σε σήμα της αστυνομίας. Από την παρέα του ήταν ο μόνος που έμεινε πίσω και οδηγήθηκε στο Α.Τ. με τη φράση «πάμε στο τμήμα και θα δεις τι θα γίνει». Αρχικά ο ανήλικος φοβήθηκε και κατέφυγε στο σπίτι του, ωστόσο αργότερα, μετά από αλλεπάλληλες οχλήσεις των αστυνομικών, μετέβη στο Α.Τ. συνοδεία του θείου του.
«Μπαίνουμε εγώ και ο υποδιοικητής Γ.Π. στο γραφείο του. Τον θείο μου δεν τον άφησαν να μπει μαζί μου (σ.σ. παρότι είναι ανήλικος). Ηταν έξω. Μας πήραν τα κινητά από την είσοδο. Στο γραφείο του άρχισε να μου κάνει ερωτήσεις για τους φίλους μου. Ρωτούσε συνέχεια “ποιοι ήταν οι άλλοι με τα μηχανάκια” και ταυτόχρονα άρχιζε να βγάζει τη ζώνη με το όπλο του. Εγώ του είπα ότι δεν ξέρω. Εκεί μου τράβηξε ένα χαστούκι.
«Με τραμπούκιζαν, με απειλούσαν»
»Εκείνη την ώρα μπήκε ακόμα ένας αστυνομικός, ο Η.Π., μέσα στο γραφείο. Με τραμπούκιζαν και με απειλούσαν. Μου έλεγαν: “Τι είσαι ρε; Μάγκας είσαι; Τώρα να σε δω που θα έχεις μαύρο ποινικό μητρώο. Αυτά που θα πάθεις εδώ μέσα σήμερα μη βγουν παραέξω γιατί θα σε σκοτώσουμε. Θα φύγεις από εδώ νεκρός αν τολμήσεις να μιλήσεις. Λέγε, ποιοι ήταν οι άλλοι με τα μηχανάκια”», λέει μιλώντας στην «Εφ.Συν.» ο 17χρονος Σ., ο οποίος αρνούνταν να απαντήσει στις ερωτήσεις για τους φίλους του, και προσθέτει:
«O Η.Π. ήρθε και κόλλησε το κεφάλι του στο δικό μου. Τράβηξε μια μπουνιά δίπλα από το κεφάλι μου στον τοίχο και φώναζε “θα πεις τώρα ή θα σε γαμήσω;”. Εγώ είπα πάλι ότι δεν θέλω να πω. Τότε μου βάρεσε μια μπουνιά στο σαγόνι. Αρχισαν να με βρίζουν, έλεγαν “μαλάκα, θα σε γαμήσουμε σήμερα”. Μετά ο υποδιοικητής με ρώτησε αν έχω παίξει ποτέ ξύλο. Ρώτησα γιατί, “θα μάθεις σήμερα” μου είπε, “θα σου κάνω ερωτήσεις και αν δεν απαντάς θα τρως ξύλο”.
»Αφού επέμενα πως δεν θέλω να πω για τους φίλους μου, μου βάρεσε μια μπουνιά στο διάφραγμα. Εγώ είχα ασπρίσει, ζαλιζόμουν, δεν μπορούσα να πάρω ανάσα. Τους είπα ότι θέλω λίγο νερό και τότε μου είπαν: “Τι είσαι, φλώρος, και θες νερό; Τι ζαλίζεσαι;” και μου τράβηξε ένα χαστούκι και μου λέει: “Αν αγαπάς τη μάνα σου, αυτά που γίνονται εδώ μέσα δεν θα τα πεις παραέξω, γιατί αλλιώς θα πάθει τα ίδια εκεί που είναι στο νοσοκομείο στην Αθήνα”».
Συνεχίζοντας την αφήγησή του για το τι πέρασε στα χέρια των βασανιστών του, ο Σ. εξηγεί πως όσο εκείνος δεν τους έδινε απαντήσεις τόσο εκείνοι κλιμάκωναν τη βία απέναντί του. «Λίγο μετά, αφού αρνούμουν να απαντήσω, ο υποδιοικητής έβγαλε ένα πτυσσόμενο κλομπ από το συρτάρι και μου έριξε στο καλάμι. Πόνεσα πάρα πολύ.
»Ο ίδιος είχε βγάλει κάτι σαν σχοινιά με κλιψάκια (σ.σ. σαν tyre up) και με απειλούσαν ότι θα μου δέσουν τα χέρια. Εχει σπάσει το δόντι μου από την μπουνιά, το σαγόνι μου πονάει και δεν κλείνει καλά, το καλάμι μου έχει ένα βαθούλωμα και μελανιές από τις κλομπιές».
Το μαρτύριο του Σ. τελείωσε με τους δύο αστυνομικούς να τον απειλούν για να γίνει πληροφοριοδότης τους, θυμίζοντας πρακτικές και καταστάσεις άλλης εποχής. «Μου είπαν: “Το αν θα φύγεις από εδώ μέσα ζωντανός και χωρίς σπασμένα πλευρά και κόκαλα θα κριθεί από την επόμενη απάντησή σου.
»Εχουμε το τηλέφωνό σου. Θα σε παίρνω τηλέφωνο, ό,τι ώρα και να ’ναι το πολύ σε ενάμισι λεπτό θα είσαι εδώ στο τμήμα για να μας λες πράγματα που θέλουμε”. Εγώ επειδή δεν ήθελα να φάω άλλο ξύλο και πονούσα πολύ, τους είπα εντάξει. Αλλά δεν υπάρχει περίπτωση να πηγαίνω φυσικά. Τότε μου είπαν πάλι να μη μιλήσω και ότι, αν το κάνω, να φύγω μόνος μου από το νησί, αλλιώς θα μπω νεκρός στο χώμα».
Η μητέρα του 17χρονου, Φ.Β., μιλώντας και εκείνη στην «Εφ.Συν.», φανερά ταραγμένη, τονίζει ότι αυτό που συνέβη στο παιδί της είναι απαράδεκτο. «Πήρα τηλέφωνο το παιδί μου και έκλαιγε. Τον ρώτησα τι έγινε, τι του έκαναν. Δεν μου έλεγε. Επέμενα και μου είπε “μαμά, δεν μπορώ να σου πω γιατί θα με σκοτώσουν αν το κάνω”. Εκεί έπαθα σοκ. Μου είπε το παιδί ότι θέλει να φύγει από τη Μήλο. Ταράχτηκα πολύ, ήμουν στην Αθήνα και το ότι ήμουν μακριά το έκανε ακόμα χειρότερο.
»Τελικά μου είπε ότι τον χτύπησαν, ότι πονούσε πολύ και ότι τους παρακάλαγε να σταματήσουν γιατί δεν άντεχε τον πόνο και αυτοί συνέχιζαν να τον χτυπάνε», είπε και συμπλήρωσε: «Του έχουν σπάσει ένα δόντι, έχει μελανιές και η γνάθος του κουνιέται, δεν μπορεί να φάει κανονικά. Το βράδυ δεν μπορούσε να κοιμηθεί, τιναζόταν κάθε λίγο και λιγάκι. Του υποσχέθηκα ότι θα το κυνηγήσω μέχρι τέλους. Δεν θα φοβηθούμε. Αυτά τα πράγματα δεν πρέπει να μένουν ατιμώρητα».
«Πράξεις που στοιχειοθετούν το κακούργημα των βασανιστηρίων»
Οι περιγραφόμενες πράξεις τυποποιούν το κακούργημα των βασανιστηρίων. Η οικογένεια του ανηλίκου θα προβεί σε όλες τις δέουσες νομικές κινήσεις. Τον κύριο λόγο όμως τον έχει τώρα η Δικαιοσύνη, που καλείται να απαντήσει και πάλι αν επιλέγει την αστυνομική ατιμωρησία έναντι της στοιχειώδους δημοκρατικής λειτουργίας του κράτους σε ό,τι έχει να κάνει με τη δίωξη και την τιμώρηση της αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου