30 Νοεμβρίου 2023

Ακαδημαϊκή λογοκρισία στο Χάρβαρντ: Η περίπτωση ενός Παλαιστίνιου νομικού

 

του Ανδρέα Κοσιάρη
 

Η ακαδημαϊκή λογοκρισία των φιλο-Παλαιστινιακών φωνών φτάνει σε νέα ύψη, με την ακύρωση δημοσίευσης ενός νομικού δοκιμίου γραμμένου από Παλαιστίνιο στην υψηλού κύρους Νομική Επιθεώρηση του Χάρβαρντ.

Η Harvard Law Review είναι μια περιοδική νομική επιθεώρηση που εκδίδεται και συντάσσεται κάθε μήνα αποκλειστικά από φοιτητές και φοιτήτριες της Νομικής Σχολής του πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Πρόκειται για μια από τις παλαιότερες και ίσως την πιο επιδραστική επιθεώρηση στον τομέα της, ενώ στις τάξεις της έχουν συμμετάσχει δεκάδες επιφανείς προσωπικότητες της αμερικανικής ακαδημαϊκής, νομικής και πολιτικής σκηνής — μεταξύ αυτών ο μετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα και οκτώ μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας.

Στα 136 χρόνια ζωής της HLR, δεν έχει δημοσιευτεί ποτέ στις σελίδες ή τη διαδικτυακή της έκδοση κάποιο άρθρο γραμμένο από Παλαιστίνιο ή Παλαιστίνια. Αυτό επρόκειτο να αλλάξει όταν στα μέσα Οκτωβρίου δύο συντάκτριες της ηλεκτρονικής έκδοσης της Επιθεώρησης, ζήτησαν τη συγγραφή ενός δοκιμίου από τον Ραμπία Εκμπαρία, Παλαιστίνιο δικηγόρο ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ολοκληρώνει τις διδακτορικές του σπουδές στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ.

Το άρθρο, που έφερε τον τίτλο «Η συνεχιζόμενη Νάκμπα: Για ένα νομικό πλαίσιο για την Παλαιστίνη», επρόκειτο να δημοσιευτεί στο blog της HLR και πέρασε όλα τα στάδια της συνήθους και αυστηρής διαδικασίας ελέγχου και επανεξέτασης. Όμως δεν δημοσιεύτηκε ποτέ.

Αρχικά, υπήρξε παρέμβαση για καθυστέρηση της δημοσίευσης από την πρόεδρο της Επιθεώρησης, Απσάρα Άιερ. Οι δύο συντάκτριες που είχαν ζητήσει την εκπόνηση του άρθρου, η Τάσα Σαχριάρι-Πάρσα και η Σαμπρίνα Οτσόα, ανέφεραν σε e-mail προς τον Εκμπαρία πως η Άιερ καθυστέρησε τη δημοσίευση λόγω, όπως είπε, ανησυχιών για την ασφάλεια και της επιθυμίας της να συζητήσει με τους συντάκτες. «Η συζήτηση δεν αφορούσε καμία ουσιαστική ή τεχνική πτυχή του άρθρου σας», έγραψε η Σαχριάρι-Πάρσα στον Εκμπαρία. «Αντίθετα, η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από ανησυχίες σχετικά με συντάκτες που μπορεί να αντιταχθούν ή να προσβληθούν από το άρθρο, καθώς και ανησυχίες ότι το άρθρο θα μπορούσε να προκαλέσει την αντίδραση μελών του κοινού που θα μπορούσαν με τη σειρά τους να παρενοχλήσουν, να κάνουν dox ή να προσπαθήσουν με άλλο τρόπο να εκφοβίσουν τους συντάκτες μας, το προσωπικό και την ηγεσία της HLR».

Παράλληλα, βέβαια, όπως έγραψε και πάλι η ίδια συντάκτρια στον Εκμπαρία, σε συζητήσεις η πρόεδρος είχε δηλώσει πως «ήταν προσωπικά απρόθυμη να επιτρέψει τη δημοσίευση του άρθρου». Περισσότεροι από 30 συντάκτες της HLR ζήτησαν να τεθεί το ζήτημα σε έκτακτη συνεδρίαση του σώματος της Επιθεώρησης, η οποία πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 18 Νοεμβρίου. Έπειτα από έξι ώρες, οι 104 συντάκτες και συντάκτριες της HLR ψήφισαν ανώνυμα σε ποσοστό 63% να μην δημοσιευτεί το δοκίμιο του Εκμπαρία.

Οι δύο συντάκτριες, όπως και τουλάχιστον άλλοι δύο συντάκτες της HLR που διατήρησαν την ανωνυμία τους, δήλωσαν στο ηλεκτρονικό περιοδικό the Intercept πως η απόφαση ήταν «άνευ προηγουμένου». Δεν είχαν δει ποτέ ένα άρθρο να αντιμετωπίζει αυτό το επίπεδο ελέγχου στη Νομική Επιθεώρηση και δεν μπόρεσαν να βρουν προηγούμενα παραδείγματα άλλων άρθρων που να αποσύρθηκαν από τη δημοσίευση αφού πέρασαν από την τυπική διαδικασία σύνταξης. Το ίδιο σημείωσαν και 25 συντάκτες της HLR που δημοσίευσαν σχετική επιστολή: «Δεν γνωρίζουμε κανένα άλλο άρθρο που να έχει ανακληθεί από τη Νομική Επιθεώρηση με αυτόν τον τρόπο. Αυτή η πρωτοφανής απόφαση απειλεί την ακαδημαϊκή ελευθερία και διαιωνίζει την καταστολή των παλαιστινιακών φωνών. Διαφωνούμε».

Σε μία από τις απαντήσεις του προς τις συντάκτριες, ο Εκμπαρία δήλωσε: «Αυτό είναι διάκριση. Ας μην υπεκφεύγουμε — είναι επίσης ευθεία λογοκρισία. Είναι επικίνδυνο και ανησυχητικό».

Το περιστατικό εντάσσεται στο ανησυχητικό κλίμα ακαδημαϊκής λογοκρισίας και τρομοκράτησης που επικρατεί στο Χάρβαρντ και σε άλλα πανεπιστημιακά ιδρύματα στις ΗΠΑ και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο, σχετικά με το ζήτημα της υπεράσπισης της Παλαιστίνης και της κριτικής στο Ισραήλ. Όπως αναφέραμε πρόσφατα, μια ομάδα περίπου 30 φοιτητών του Χάρβαρντ είχε υπογράψει επιστολή με την οποία έθετε το ζήτημα της βίας στη Μέση Ανατολή στο ιστορικό του πλαίσιο, σημειώνοντας πως την απόλυτη ευθύνη για αυτήν είχε η κατοχική δύναμη, δηλαδή το Ισραήλ. Λίγες ημέρες αργότερα, ένα φορτηγάκι με γιγαντοαφίσες με τις φωτογραφίες και τα ονόματα των φοιτητών έκοβε βόλτες στον προαύλιο χώρο του πανεπιστημίου παρουσιάζοντάς τους ως «κορυφαίους αντισημίτες», τρομοκράτες και υποστηρικτές της Χαμάς.

Είναι ακριβώς αυτό το κλίμα τρομοκρατίας που ισχυρίστηκε ένας από τους ανώνυμους συντάκτες πως οδήγησε πολλούς από τους συντάκτες της HLR να ψηφίσουν αρνητικά για τη δημοσίευση του δοκιμίου του Εκμπαρία. «Μια λογική επιστημονική συζήτηση δεν θα μπορούσε να γίνει σε αυτό το πλαίσιο», είπε στο the Intercept. «Εν μέρει επειδή δεν βρισκόμαστε σε μια χρονική στιγμή όπου αυτή η συζήτηση μπορεί να γίνει χωρίς να βάλουν το πρόσωπό σου σε ένα φορτηγό».

Άλλα ιδρύματα, όπως το Πανεπιστήμιο Columbia και το Πανεπιστήμιο Brandeis ανέστειλαν τη λειτουργία των πανεπιστημιακών τμημάτων των οργανώσεων «Φοιτητές για τη Δικαιοσύνη στην Παλαιστίνη» και «Εβραϊκή Φωνή για την Ειρήνη» με την ψευδή αιτιολογία της παραβίασης της πολιτικής διαμαρτυρίας στην πανεπιστημιούπολη και των κινδύνων για την ασφάλεια σε αυτήν. Ο κυβερνήτης της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις διέταξε τα δημόσια πανεπιστήμια της πολιτείας να πράξουν το ίδιο, ενώ το Χάρβαρντ αντιμετωπίζει σφοδρές πιέσεις από δωρητές του για να εφαρμόσει λογοκρισία στην κριτική προς το Ισραήλ. Το διδακτικό προσωπικό του Χάρβαρντ έχει λάβει θέση απέναντι στη λογοκρισία των φιλο-Παλαιστινιακών φωνών, με αρκετούς διδάσκοντες και διδάσκουσες να υπογράφουν σχετική επιστολή προς την πρόεδρο του ιδρύματος.

Θα πρέπει να σημειωθεί πως το δοκίμιο του Εκμπαρία είχε τυπικά όλα τα εχέγγυα που θα του εξασφάλιζαν τη δημοσίευση. Σε δήλωσή του προς το Intercept ο καθηγητής νομικής του Χάρβαρντ, Ράιαν Ντέρφλερ, δήλωσε πως «Πρόκειται για ένα ισχυρό κείμενο νομικής επιστήμης και διατυπώνει μια θέση που χρειάζεται πραγματικό θάρρος για να προταθεί».

Σε παρόμοιο μήκος κύματος και η καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του Γέιλ, Άσλι Μπάλι, ειδική στο διεθνές και ανθρωπιστικό δίκαιο — η οποία δεν γνωρίζει τον Εκμπαρία και δεν έχει συνεργαστεί ποτέ μαζί του, αλλά διάβασε το άρθρο του και γνωρίζει το ζήτημα της ακύρωσης της δημοσίευσής του — δήλωσε πως πρόκειται για ένα «εξαιρετικό έργο νομικής επιστήμης». Σημείωσε πως τα επιχειρήματα του δοκιμίου είναι αναμφίβολα αμφισβητήσιμα, όμως αυτή είναι η φύση της νομικής επιχειρηματολογίας. «Αυτό είναι ακριβώς το είδος της δουλειάς που πρέπει να κάνει η καλή διεθνής νομική επιστήμη», είπε. Σύμφωνα με όσα είπε στο The Intercept η Μπάλι, στο «τέταρτο του αιώνα» της εμπειρίας της στη νομική επιστήμη, δεν έχει ακούσει ποτέ για ένα συμβεβλημένο άρθρο, το οποίο έχει περάσει από τη διαδικασία της σύνταξης και του ελέγχου, να αποσύρεται πριν από τη δημοσίευση. «Δεν έχω ακούσει ποτέ κάτι τέτοιο».

Το δοκίμιο του Εκμπαρία, «Η συνεχιζόμενη Νάκμπα: Για ένα νομικό πλαίσιο για την Παλαιστίνη», δημοσιεύτηκε την Τρίτη 21 Νοεμβρίου στο ηλεκτρονικό περιοδικό The Nation, από όπου το αναδημοσιεύουμε με δική μας μετάφραση:

___________________________

«Η συνεχιζόμενη Νάκμπα: Για ένα νομικό πλαίσιο για την Παλαιστίνη»

του Ραμπία Εκμπαρία, δικηγόρου ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ολοκληρώνει τις διδακτορικές του σπουδές στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ.

Η γενοκτονία είναι έγκλημα. Είναι ένα νομικό πλαίσιο. Εκτυλίσσεται στη Γάζα. Και όμως, η αδράνεια της νομικής ακαδημαϊκής κοινότητας, ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει προκαλέσει ανατριχίλα. Προφανώς, είναι πολύ πιο εύκολο να αναλύσεις τη νομολογία παρά να περιηγηθείς στην πραγματικότητα του θανάτου. Είναι πολύ πιο εύκολο να εξετάζουμε τη γενοκτονία σε παρελθόντα χρόνο παρά να την αντιμετωπίζουμε στο παρόν. Οι νομικοί τείνουν να ακονίζουν τις πένες τους όταν η μυρωδιά του θανάτου έχει διαλυθεί και η ηθική διαύγεια δεν είναι πλέον επείγουσα.

Κάποιοι μπορεί να ισχυριστούν ότι η επίκληση της γενοκτονίας, ειδικά στη Γάζα, είναι τεταμένη. Αλλά πρέπει κανείς να περιμένει να ολοκληρωθεί επιτυχώς μια γενοκτονία για να την ονομάσει; Αυτή η λογική συμβάλλει στην πολιτική της άρνησης. Όταν πρόκειται για τη Γάζα, υπάρχει μια αίσθηση ηθικής υποκρισίας που διέπει τις δυτικές επιστημολογικές προσεγγίσεις, η οποία αποσιωπά την ικανότητα να ονομασθεί η βία που ασκείται στους Παλαιστίνιους. Όμως η κατονομασία της αδικίας είναι ζωτικής σημασίας για τη διεκδίκηση της δικαιοσύνης. Αν η διεθνής κοινότητα παίρνει στα σοβαρά τα εγκλήματά της, τότε η συζήτηση για την εξελισσόμενη γενοκτονία στη Γάζα δεν είναι θέμα απλής σημειολογίας.

Η Σύμβαση του ΟΗΕ για τη Γενοκτονία ορίζει το έγκλημα της γενοκτονίας ως ορισμένες πράξεις «που διαπράττονται με σκοπό την ολική ή μερική καταστροφή μιας εθνικής, εθνοτικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας, ως τέτοιας». Οι πράξεις αυτές περιλαμβάνουν τη «θανάτωση των μελών μιας προστατευόμενης ομάδας» ή την «πρόκληση σοβαρών σωματικών ή ψυχικών βλαβών» ή την «εσκεμμένη επιβολή στην ομάδα συνθηκών ζωής που υπολογίζεται ότι θα επιφέρουν τη φυσική καταστροφή της εν όλω ή εν μέρει».

Πολυάριθμες δηλώσεις κορυφαίων ισραηλινών πολιτικών επιβεβαιώνουν τις προθέσεις τους. Υπάρχει μια διαμορφούμενη συναίνεση μεταξύ κορυφαίων μελετητών στον τομέα των μελετών γενοκτονίας ότι «οι δηλώσεις αυτές θα μπορούσαν εύκολα να ερμηνευθούν ως ένδειξη πρόθεσης γενοκτονίας», όπως γράφει ο Ομέρ Μπάρτοβ, αυθεντία στον τομέα. Το πιο σημαντικό είναι ότι η γενοκτονία είναι η υλική πραγματικότητα των Παλαιστινίων στη Γάζα: ένας εγκλωβισμένος, εκτοπισμένος, λιμοκτονημένος, στερημένος από νερό πληθυσμός 2,3 εκατομμυρίων που αντιμετωπίζει μαζικούς βομβαρδισμούς και ένα μακελειό σε μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του κόσμου. Πάνω από 11.000 άνθρωποι έχουν ήδη σκοτωθεί. Δηλαδή ένα άτομο ανά 200 ανθρώπους στη Γάζα. Δεκάδες χιλιάδες έχουν τραυματιστεί και πάνω από το 45% των σπιτιών στη Γάζα έχουν καταστραφεί. Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών δήλωσε ότι η Γάζα μετατρέπεται σε «νεκροταφείο για παιδιά», αλλά η παύση της σφαγής — μια κατάπαυση του πυρός — παραμένει άπιαστη. Το Ισραήλ συνεχίζει να παραβιάζει κατάφωρα το διεθνές δίκαιο: ρίχνει λευκό φώσφορο από τον ουρανό, σκορπίζει θάνατο προς όλες τις κατευθύνσεις, χύνει αίμα, βομβαρδίζει γειτονιές, χτυπάει σχολεία, νοσοκομεία και πανεπιστήμια, βομβαρδίζει εκκλησίες και τζαμιά, ξεκληρίζει οικογένειες και εκκαθαρίζει εθνοτικά μια ολόκληρη περιοχή με ανάλγητο και συστηματικό τρόπο. Πώς το ονομάζετε αυτό;

Το Κέντρο για τα Συνταγματικά Δικαιώματα εξέδωσε μια εμπεριστατωμένη, 44σέλιδη, ανάλυση γεγονότων και νομικών στοιχείων, υποστηρίζοντας ότι «υπάρχει μια εύλογη και αξιόπιστη υπόθεση ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία εναντίον του παλαιστινιακού πληθυσμού στη Γάζα». Ο Ραζ Σέγκαλ, ιστορικός του Ολοκαυτώματος και μελετητής της γενοκτονίας, αποκαλεί την κατάσταση στη Γάζα «μια κλασική περίπτωση Γενοκτονίας που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας». Ο ιδρυτικός επικεφαλής εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, Λουίς Μορένο Οκάμπο, σημειώνει ότι «μονάχα ο αποκλεισμός της Γάζας — μονάχα αυτό — θα μπορούσε να είναι γενοκτονία σύμφωνα με το άρθρο 2(γ) της Σύμβασης για τη Γενοκτονία, υπό την έννοια ότι δημιουργούν συνθήκες για την καταστροφή μιας ομάδας». Μια ομάδα περισσότερων από 800 ακαδημαϊκούς και επαγγελματίες, συμπεριλαμβανομένων κορυφαίων επιστημόνων στους τομείς του διεθνούς δικαίου και των μελετών γενοκτονίας, προειδοποιούν για «σοβαρό κίνδυνο διάπραξης γενοκτονίας στη Λωρίδα της Γάζας». Μια ομάδα επτά ειδικών εισηγητών του ΟΗΕ προειδοποίησε για τον «κίνδυνο γενοκτονίας κατά του παλαιστινιακού λαού» και επανέλαβε ότι «παραμένουν πεπεισμένοι πως ο παλαιστινιακός λαός διατρέχει σοβαρό κίνδυνο γενοκτονίας». Τριάντα έξι εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ χαρακτηρίζουν πλέον την κατάσταση στη Γάζα «μια γενοκτονία εν τη γενέσει της». Πόσες άλλες αυθεντίες πρέπει να αναφέρω; Πόσοι υπερσύνδεσμοι είναι αρκετοί;

Και όμως, κορυφαίες νομικές σχολές και νομικοί επιστήμονες στις Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να παρουσιάζουν τη σιωπή τους ως αμεροληψία και την άρνησή τους ως διαφοροποίηση. Είναι άραγε η γενοκτονία το έγκλημα όλων των εγκλημάτων αν διαπράττεται από δυτικούς συμμάχους εναντίον μη δυτικών λαών;

Αυτό είναι το πιο σημαντικό ζήτημα που εξακολουθεί να θέτει η Παλαιστίνη στη διεθνή έννομη τάξη. Η Παλαιστίνη προσδίδει στη νομική ανάλυση μια αποκαλυπτική δύναμη: Αποκαλύπτει και μας υπενθυμίζει τη συνεχιζόμενη αποικιοκρατική συνθήκη που διέπει τους δυτικούς νομικούς θεσμούς. Στην Παλαιστίνη, υπάρχουν δύο κατηγορίες: θρηνώμενοι πολίτες και άγρια ανθρώπινα ζώα. Η Παλαιστίνη μας βοηθά να ανακαλύψουμε εκ νέου ότι αυτές οι κατηγορίες παραμένουν ρατσιστικά διαμορφωμένες κατά μήκος αποικιοκρατικών γραμμών στον 21ο αιώνα: η πρώτη προορίζεται για τους Ισραηλινούς, η δεύτερη για τους Παλαιστίνιους. Όπως ισχυρίζεται ο Ισαάκ Χέρτζογκ, ο υποτιθέμενος φιλελεύθερος πρόεδρος του Ισραήλ: «Είναι ένα ολόκληρο έθνος εκεί έξω που είναι υπεύθυνο. Αυτή η ρητορική ότι οι πολίτες δεν έχουν επίγνωση, δεν εμπλέκονται, είναι απολύτως μη αληθινή».

Οι Παλαιστίνιοι απλά δεν μπορούν να είναι αθώοι. Είναι εγγενώς ένοχοι, δυνητικοί «τρομοκράτες» που πρέπει να «εξουδετερωθούν» ή, στην καλύτερη περίπτωση, «ανθρώπινες ασπίδες» που πρέπει να εξαλειφθούν ως «παράπλευρες απώλειες». Δεν υπάρχει κανένας αριθμός παλαιστινιακών σωμάτων που να μπορεί να συγκινήσει τις δυτικές κυβερνήσεις και τα θεσμικά όργανα να «καταδικάσουν απερίφραστα» το Ισραήλ, πόσο μάλλον να δράσουν στον ενεστώτα χρόνο. Όταν αντιπαραβάλλεται με τη ζωή των Εβραίων-Ισραηλινών — των υπέρτατων θυμάτων των ευρωπαϊκών γενοκτονικών ιδεολογιών — οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν καμία πιθανότητα εξανθρωπισμού. Οι Παλαιστίνιοι καθίστανται οι σύγχρονοι «άγριοι» της διεθνούς έννομης τάξης, και η Παλαιστίνη γίνεται το σύνορο όπου η Δύση επανασχεδιάζει τον λόγο της περί πολιτισμού και απογυμνώνει την κυριαρχία της με τον πιο υλικό τρόπο. Η Παλαιστίνη είναι ο τόπος όπου η γενοκτονία μπορεί να πραγματοποιηθεί ως αγώνας του «πολιτισμένου κόσμου» εναντίον των «εχθρών του ίδιου του πολιτισμού». Πράγματι, ένας αγώνας μεταξύ των «παιδιών του φωτός» εναντίον των «παιδιών του σκότους».

Ο γενοκτονικός πόλεμος που διεξάγεται εναντίον του λαού της Γάζας μετά τις φρικτές επιθέσεις της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου εναντίον των Ισραηλινών — επιθέσεις που ισοδυναμούν με εγκλήματα πολέμου — ήταν η πιο θανατηφόρα εκδήλωση της ισραηλινής αποικιοκρατικής πολιτικής εναντίον των Παλαιστινίων εδώ και δεκαετίες. Κάποιοι έχουν αναλύσει εδώ και καιρό τις ισραηλινές πολιτικές στην Παλαιστίνη μέσα από τον φακό της γενοκτονίας. Αν και ο όρος γενοκτονία μπορεί να έχει τους δικούς του περιορισμούς για να περιγράψει το παλαιστινιακό παρελθόν, του παλαιστινιακού παρόντος προηγήθηκε σαφώς μια «πολιτικοκτονία»: την εξόντωση του παλαιστινιακού πολιτικού σώματος στην Παλαιστίνη, δηλαδή τη συστηματική εξάλειψη της ικανότητας των Παλαιστινίων να διατηρήσουν μια οργανωμένη πολιτική κοινότητα ως ομάδα.

Αυτή η διαδικασία εξάλειψης έχει διαρκέσει πάνω από εκατό χρόνια μέσω ενός συνδυασμού σφαγών, εθνοκάθαρσης, απαλλοτρίωσης και κατακερματισμού των εναπομεινάντων Παλαιστινίων σε διακριτές νομικές βαθμίδες με αποκλίνοντα υλικά συμφέροντα. Παρά τη μερική επιτυχία αυτής της πολιτικής — και τη συνεχιζόμενη παρεμπόδιση ενός πολιτικού φορέα που να εκπροσωπεί όλους τους Παλαιστίνιους — η παλαιστινιακή πολιτική ταυτότητα έχει διαρκέσει. Σε όλη την πολιορκημένη Λωρίδα της Γάζας, την κατεχόμενη Δυτική Όχθη, την Ιερουσαλήμ, τα εδάφη του Ισραήλ του 1948, τους προσφυγικούς καταυλισμούς και τις κοινότητες της διασποράς, ο παλαιστινιακός εθνικισμός ζει.

Πώς ονομάζουμε αυτή την κατάσταση; Πώς ονομάζουμε αυτή τη συλλογική ύπαρξη κάτω από ένα σύστημα αναγκαστικού κατακερματισμού και σκληρής κυριαρχίας; Η κοινότητα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει υιοθετήσει σε μεγάλο βαθμό έναν συνδυασμό των όρων κατοχή και απαρτχάιντ για να κατανοήσει την κατάσταση στην Παλαιστίνη. Το απαρτχάιντ είναι ένα έγκλημα. Είναι ένα νομικό πλαίσιο. Διαπράττεται στην Παλαιστίνη. Και παρόλο που υπάρχει συναίνεση μεταξύ της κοινότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ότι το Ισραήλ διαπράττει απαρτχάιντ, η άρνηση των δυτικών κυβερνήσεων να συμβιβαστούν με αυτή την υλική πραγματικότητα των Παλαιστινίων είναι αποκαλυπτική.

Για άλλη μια φορά, η Παλαιστίνη προσδίδει μια ιδιαίτερη αποκαλυπτική δύναμη στη συζήτηση. Αποκαλύπτει πώς οι κατά τα άλλα αξιόπιστοι θεσμοί, όπως η Διεθνής Αμνηστία ή το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δεν είναι πλέον αξιόπιστοι. Δείχνει πώς τα γεγονότα γίνονται αμφισβητήσιμα με Τραμπικό τρόπο από φιλελεύθερους όπως ο πρόεδρος Μπάιντεν. Η Παλαιστίνη μας επιτρέπει να δούμε τη γραμμή που διχάζει τα δυαδικά συστήματα (π.χ. έμπιστοι/αναξιόπιστοι) όσο παράλληλα υπογραμμίζει την κατάρρευση των διχοτομιών (π.χ. δημοκράτες/ρεπουμπλικάνοι ή γεγονότα/ισχυρισμοί). Σε αυτόν τον οριακό χώρο υπάρχει η Παλαιστίνη και συνεχίζει να αψηφά την ίδια τη διάκριση. Είναι η εξαίρεση που αποκαλύπτει τον κανόνα και το υποκείμενο που είναι, στην πραγματικότητα, το κείμενο: Η Παλαιστίνη είναι η πιο ζωντανή εκδήλωση της αποικιοκρατικής συνθήκης που διατηρείται στον 21ο αιώνα.

Πώς ονομάζετε αυτή τη συνεχιζόμενη αποικιακή κατάσταση; Ακριβώς όπως το Ολοκαύτωμα εισήγαγε τον όρο «Γενοκτονία» στην παγκόσμια και νομική συνείδηση, η εμπειρία της Νότιας Αφρικής εισήγαγε τον όρο «Απαρτχάιντ» στο παγκόσμιο και νομικό λεξικό. Χάρη στο έργο και τη θυσία πάρα πολλών ζωών, η γενοκτονία και το απαρτχάιντ έχουν παγκοσμιοποιηθεί, υπερβαίνοντας αυτές τις ιστορικές συμφορές. Οι όροι αυτοί έγιναν νομικά πλαίσια, εγκλήματα που κατοχυρώθηκαν στο διεθνές δίκαιο, με την ελπίδα ότι η αναγνώρισή τους θα αποτρέψει την επανάληψή τους. Αλλά κατά τη διαδικασία της αφαίρεσης, της παγκοσμιοποίησης και της αναπροσαρμογής, κάτι χάθηκε. Είναι η συγγένεια μεταξύ της ιδιαίτερης εμπειρίας και της παγκοσμιοποιημένης αφαίρεσης του εγκλήματος που καθιστά την Παλαιστίνη ανθεκτική στους υπάρχοντες ορισμούς;

Οι μελετητές έχουν στραφεί όλο και περισσότερο στην αποικιοκρατία των εποίκων ως τον φακό μέσα από τον οποίο αξιολογούμε την Παλαιστίνη. Ο αποικιοκρατικός εποικισμός είναι μια δομή διαγραφής όπου ο έποικος εκτοπίζει και αντικαθιστά τον γηγενή. Και ενώ ο αποικιοκρατικός εποικισμός, η γενοκτονία και το απαρτχάιντ σαφώς δεν αλληλοαποκλείονται, η ικανότητά τους να συλλάβουν την υλική πραγματικότητα των Παλαιστινίων παραμένει ασύλληπτη. Η Νότια Αφρική αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση αποικιοκρατικού εποικισμού. Το ίδιο ισχύει και για το Ισραήλ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αυστραλία, τον Καναδά, την Αλγερία και άλλες χώρες. Το πλαίσιο της εποικιστικής αποικιοκρατίας είναι τόσο χρήσιμο όσο και ανεπαρκές. Δεν παρέχει ουσιαστικούς τρόπους για να κατανοήσουμε τις αποχρώσεις μεταξύ αυτών των διαφορετικών ιστορικών διαδικασιών και δεν επιβάλλει ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Ορισμένες περιπτώσεις εποικιστικής αποικιοκρατίας έχουν κανονικοποιηθεί απίστευτα με κόστος μια ολοκληρωμένη γενοκτονία. Άλλες έχουν οδηγήσει σε ριζικά διαφορετικές τελικές λύσεις. Η Παλαιστίνη εκπληρώνει και ταυτόχρονα αψηφά την εποικιστική αποικιοκρατική συνθήκη.

Πρέπει να εξετάσουμε την Παλαιστίνη μέσα από τις προσεγγίσεις των Παλαιστινίων. Αν το Ολοκαύτωμα είναι η παραδειγματική περίπτωση για το έγκλημα της γενοκτονίας και η Νότια Αφρική για το έγκλημα του απαρτχάιντ, τότε το έγκλημα κατά του παλαιστινιακού λαού πρέπει να ονομάζεται Νάκμπα.

Ο όρος Νάκμπα, που σημαίνει «Καταστροφή», χρησιμοποιείται συχνά για να αναφερθεί στη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ στην Παλαιστίνη, μια διαδικασία που είχε ως αποτέλεσμα την εθνοκάθαρση πάνω από 750.000 Παλαιστινίων από τα σπίτια τους και την καταστροφή 531 παλαιστινιακών χωριών μεταξύ 1947 και 1949. Αλλά η Νάκμπα δεν έπαψε ποτέ — είναι μια δομή και όχι ένα γεγονός. Εν ολίγοις, η Νάκμπα είναι συνεχής.

Στην πιο αφηρημένη της μορφή, η Νάκμπα είναι μια δομή που εξυπηρετεί την εξάλειψη της ομαδικής δυναμικής: η προσπάθεια να εξουδετερωθούν οι Παλαιστίνιοι από την άσκηση της πολιτικής τους βούλησης ως ομάδα. Είναι η συνεχής σύμπραξη κρατών και συστημάτων για τον αποκλεισμό των Παλαιστινίων από την υλοποίηση του δικαιώματός τους στην αυτοδιάθεση. Στην πιο υλική της μορφή, η Νάκμπα είναι κάθε Παλαιστίνιος που σκοτώνεται ή τραυματίζεται, κάθε Παλαιστίνιος που φυλακίζεται ή υποτάσσεται με άλλο τρόπο και κάθε Παλαιστίνιος που στερείται την ιδιοκτησία του ή εξορίζεται.

Η Νάκμπα είναι τόσο η υλική πραγματικότητα όσο και το επιστημικό πλαίσιο για την κατανόηση των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν κατά του παλαιστινιακού λαού. Και αυτά τα εγκλήματα — που περικλείονται στο πλαίσιο της Νάκμπα — είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής ιδεολογίας του σιωνισμού, μιας ιδεολογίας που ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα στην Ευρώπη ως απάντηση στις έννοιες του εθνικισμού, της αποικιοκρατίας και του αντισημιτισμού.

Όπως μας υπενθυμίζει ο Έντουαρντ Σαΐντ, ο σιωνισμός πρέπει να αξιολογείται από τη σκοπιά των θυμάτων του, όχι των δικαιούχων του. Ο σιωνισμός μπορεί να κατανοηθεί ταυτόχρονα ως εθνικό κίνημα για ορισμένους Εβραίους και ως αποικιακό σχέδιο για τους Παλαιστίνιους. Η δημιουργία του Ισραήλ στην Παλαιστίνη πήρε τη μορφή της εδραίωσης της εβραϊκής εθνικής ζωής εις βάρος της συντριβής της παλαιστινιακής. Για τους εκτοπισμένους, τους παραμερισμένους, τους βομβαρδισμένους και τους στερημένους, ο σιωνισμός δεν είναι ποτέ μια ιστορία εβραϊκής χειραφέτησης — είναι μια ιστορία παλαιστινιακής υποταγής.

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Νάκμπα είναι ότι έχει επεκταθεί μέχρι και τις αρχές του 21ου αιώνα και έχει εξελιχθεί σε ένα προηγμένο σύστημα κυριαρχίας που κατακερμάτισε και αναδιοργάνωσε τους Παλαιστίνιους σε διαφορετικές νομικές κατηγορίες, με κάθε κατηγορία να υπόκειται σε έναν ιδιαίτερο τύπο βίας. Ο κατακερματισμός έγινε έτσι η νομική τεχνολογία που διέπει τη συνεχιζόμενη Νάκμπα. Η Νάκμπα έχει συμπεριλάβει τόσο το απαρτχάιντ όσο και τη γενοκτονική βία με τρόπο που την κάνει να πληροί αυτούς τους νομικούς ορισμούς σε διάφορες χρονικές στιγμές, ενώ εξακολουθεί να αποφεύγει τα συγκεκριμένα ιστορικά τους πλαίσια.

Οι Παλαιστίνιοι έχουν κατονομάσει και θεωρητικοποιήσει τη Νάκμπα ακόμη και ενώπιον των διώξεων, της διαγραφής και της άρνησης. Το έργο αυτό πρέπει να συνεχιστεί στον νομικό τομέα. Η Γάζα μας υπενθύμισε ότι η Νάκμπα είναι τώρα. Υπάρχουν επαναλαμβανόμενες απειλές από Ισραηλινούς πολιτικούς και άλλα δημόσια πρόσωπα να διαπράξουν το έγκλημα της Νάκμπα, ξανά. Αν οι Ισραηλινοί πολιτικοί παραδέχονται τη Νάκμπα για να τη διαιωνίσουν, έχει έρθει η ώρα ο κόσμος να αναμετρηθεί και με την παλαιστινιακή εμπειρία. Η Νάκμπα πρέπει να παγκοσμιοποιηθεί για να τελειώσει.

Πρέπει να φανταστούμε ότι μια μέρα θα αναγνωριστεί το έγκλημα της διάπραξης της Νάκμπα και θα αποδοκιμαστεί ο σιωνισμός ως ιδεολογία που βασίζεται στη φυλετική εξόντωση. Ο δρόμος για να φτάσουμε εκεί παραμένει μακρύς και δύσκολος, αλλά δεν έχουμε το προνόμιο να παραιτηθούμε από τα όποια νομικά εργαλεία διαθέτουμε για να κατονομάσουμε τα εγκλήματα κατά του παλαιστινιακού λαού στο παρόν και να προσπαθήσουμε να τα σταματήσουμε. Η άρνηση της γενοκτονίας στη Γάζα έχει τις ρίζες της στην άρνηση της Νάκμπα. Και οι δύο πρέπει να τελειώσουν, τώρα.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου