Συντάκτης: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΑΤΟΣ
«Τι ακριβώς θέλει πει ο ποιητής;» αναρωτιόσουν, προτού διαβάσεις παρακάτω. «Η Λεπέν κερδίζει ή μπορεί να κερδίσει εξ αιτίας των μαζικών, επίμονων κινητοποιήσεων, ή λόγω της προϋπάρχουσας οργής για τον Μακρόν και τις επιλογές του; Δηλαδή, αν η δυσφορία της κοινωνίας ήταν βουβή και στωική, η Λεπέν θα είχε στριμωχτεί;».
Διαβάζοντας το κείμενο, διαπίστωνες μερική άρση της κατηγορηματικότητας για τον… υπαίτιο, τον «χορηγό» της Λεπέν: ήταν «η κρίση που έχει ξεσπάσει στη Γαλλία για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, σύμφωνα με δημοσκόπηση». Άρα όχι, απαραιτήτως, τα συλλαλητήρια και οι απεργίες. Κλασσική αναντιστοιχία τίτλου και κειμένου, τετριμμένη κουτοπονηριά- αλλά δεν είναι αυτό σήμερα το θέμα μας.
Διάβαζες για τη δημοσκόπηση, της εταιρείας IFOP. Το «δια ταύτα»: αν γίνονταν στη Γαλλία βουλευτικές εκλογές την ημέρα που ρωτήθηκαν όσοι συμμετείχαν, τα ποσοστά του Μακρόν θα έπεφταν αισθητά και θα αναδεικνύονταν πρώτες πολιτικές δυνάμεις, «ισόπαλες» μεταξύ τους, ο «Εθνικός Συναγερμός» της Λεπέν και η αριστερή «Ανυπότακτη Γαλλία» του Μελανσόν.
Για τα πολιτικά «αποκρυσταλλώματα» που θ’ αφήσει η τωρινή πυρακτωμένη κατάσταση στη Γαλλία είναι μάλλον πρόωρο να γίνουν προβλέψεις. Αν κάτι ήδη διαφαίνεται «σταθεροποιημένο», αυτό παραπέμπει στο παράδειγμά μας – ένα από τα πολλά που θα μπορούσαν ν’ αναφερθούν: η προσπάθεια «συστημικών» μέσων να συνδέσουν τον κοινωνικό ξεσηκωμό στη Γαλλία με το ενδεχόμενο περεταίρω ισχυροποίησης της γαλλικής ακροδεξιάς.
Υπό αμιγώς γαλλική «οπτική γωνία», αυτό μοιάζει με γάτα που κυνηγά την ουρά της, τη ματώνει με τα νύχια της και μετά κλαψουρίζει για το τραύμα που η ίδια προκάλεσε…
Το νεοφιλελεύθερο «ακραίο κέντρο» του Μακρόν εξοργίζει την κοινωνία,
παντοιοτρόπως. Με το «ποιον» των «μεταρρυθμίσεων», με τη λουδοβίκεια
συμπεριφορά του (έως και την παράκαμψη της Εθνοσυνέλευσης), με την
κτηνώδη αστυνομική καταστολή. Κατόπιν, επικαλείται και πάλι τον κίνδυνο
«Λεπέν». Έναν κίνδυνο, τον οποίον (ας μην το ξεχνάμε) συντηρεί πάντα
«ζεστό» το γαλλικό πολιτικό σύστημα, χάρη στην εκλογική και θεσμική,
προεδρο- βουλευτική δομή του.
Εκεί που επικρατούσε νηνεμία…
Υπό μια άλλη «οπτική γωνία», που θα συνενώνει τη γαλλική με τη διεθνή εμπειρία, επιβάλλονται μερικές υπομνήσεις και παρατηρήσεις.
Πρώτο: η άνοδος της ακροδεξιάς – στις ποικίλες μορφές της- ανά την Ευρώπη κατά κανόνα συντελέστηκε εν μέσω κοινωνικής «νηνεμίας», σχετικής ή και απόλυτης.
Δεν είχε γίνει «της Γαλλίας» στην γειτονική μας Ιταλία, προτού αναλάβουν θριαμβευτικά τη διακυβέρνηση οι νοσταλγοί του μουσολινισμού. Ούτε έγιναν πεδία κοινωνικών αναταραχών, τεράστιων συλλαλητηρίων και σφοδρών ταξικών συγκρούσεων οι χώρες, στις οποίες τα ακροδεξιά κόμματα αναβαθμίστηκαν σε κυβερνητικούς εταίρους, κατά τη δεύτερη δεκαετία του αιώνα μας - Αυστρία, Νορβηγία, Φιλανδία. Κάθε άλλο.
Δεν είχε χάσει ο ευρωπαϊκός Βορράς την «κοινωνική γαλήνη» του, όταν οι «Αληθινοί Φιλανδοί», που το 1999 εκπροσωπούσαν μόλις το 0,99% του εκλογικού σώματος, εκτοξεύονταν (2011) στο 19% και σταθεροποιούνταν (2015, 2019) σε επίπεδα άνω του 17%. Ούτε όταν ισχυροποιήθηκαν εντυπωσιακά οι ακροδεξιοί ρατσιστές «Προοδευτικοί» (sic) της Νορβηγίας, μολονότι ήταν γνωστό πως είχε διατελέσει μέλος τους ο Μπρέιβικ, ο νεοναζί που το 2011 δολοφόνησε 77 άτομα, στην πλειονότητά τους παιδιά, σε κατασκήνωση του Εργατικού Κόμματος. Ούτε όταν η σουηδική ακροδεξιά κατάφερνε να αποκτήσει για πρώτη φορά κοινοβουλευτική εκπροσώπηση (2010). Ούτε όταν συνέχιζε να δυναμώνει, φθάνοντας ως το 20,5%, στις εκλογές του 2022.
Δεύτερο: Αυτό που σίγουρα ευνοεί την ακροδεξιά στην εποχή μας είναι η έλλειψη ελπίδας για αναχαίτιση αντι- κοινωνικών «μεταρρυθμίσεων» και για ουσιαστικές βελτιώσεις στη ζωή των ανθρώπων. Την ευνοεί, διότι προβάλλει ως διέξοδο -ορατή και εύκολη, συνάμα- την αναζήτηση εξιλαστήριων θυμάτων στις τάξεις των αδύναμων, των μεταναστών, των προσφύγων.
Κι αν αφήνει η έλλειψη ελπίδας κάποιο περιθώριο για μια αυστηρά εκλογική «εκδίκηση», αυτή μπορεί να είναι μια φαινομενικά «αντι-συστημική» ψήφος, την οποία όμως – τι ειρωνεία- έχει νωρίτερα νομιμοποιήσει το «σύστημα αξιών» των μισητών «συστημικών»…
Αλήθεια, όσοι κατά καιρούς ανησυχούν - κάποιοι σίγουρα με ειλικρίνεια - για τα ποσοστά της Λεπέν, έχουν σκεφθεί πόσο την έθρεψαν και τη θρέφουν, η ισλαμοφοβία που «ξεχειλίζει κι από τα μπατζάκια» του πολιτικού mainstream, η σπορά απέχθειας για τους ξένους, οι νεκραναστάσεις «νέο- αποικιακών» οραμάτων (πχ Σαρκοζί – Λιβύη, το 2011), τα άτεγκτα δόγματα «νόμου – τάξης» κι αστυνομοκρατίας;
Προς τα πού είναι φυσικό να ωθηθούν όσοι τα εγκολπώνονται και τα «εμπεδώνουν» όλα αυτά, την ώρα- μάλιστα- που επιδεινώνονται οι συνθήκες της ζωής τους; Θα εμπόδιζε, μήπως, την κίνησή τους προς την ακροδεξιά κάποια υπόμνηση της σημασίας που έχουν οι δημοκρατικές αξίες; Υπόμνηση από το στόμα, ποιού; Του Μακρόν που παρακάμπτει την Εθνοσυνέλευση, απειλεί να φυλακίσει όσους τον λοιδορούν στα «social» και μετρά την «πυγμή του» – από τις κινητοποιήσεις των «Κίτρινων Γιλέκων» ως τώρα- με νεκρούς και μάτια τυφλωμένα από πλαστικές σφαίρες;
Τρίτο: Οι κινητοποιήσεις τέτοιου εύρους, δυναμισμού και προσανατολισμού συνιστούν άλλη απάντηση στο «ακραίο κέντρο» και τα «θέλω» της οικονομικής ελίτ. Απάντηση που κινείται πολύ μακριά από τα «υλικά», τα οποία κατ’ εξοχήν χρησιμεύουν για την «ύψωση» του ακροδεξιού οικοδομήματος.
Τη Λεπέν θα τη συνέφερε η «κουφόβραση», όχι τέτοιος αναβρασμός. Τη Λεπέν μπορεί να την ευνοήσει το απευκταίο ενδεχόμενο να μην κερδίσει τίποτα, τελικά, αυτό το γιγάντιο κίνημα, διότι, αν επικρατήσει απογοήτευση, εκείνη θα ευνοηθεί - για τους λόγους που προαναφέραμε. Θα είχε ήδη δρέψει περισσότερους καρπούς η Λεπέν – και γρήγορα - εάν αυτός ο κοινωνικός ξεσηκωμός είχε λείψει.
Τέτοια έλλειψη, βεβαίως, δεν θα ήταν και πολύ πιθανή, δεδομένης της εξέχουσας θέσης που κατέχει η αξία της ανυπακοής στο DNA της γαλλικής κοινωνίας. Μιας κοινωνίας που, από τη μακρινή εποχή Μιτεράν και την απόσυρση του «νομοσχεδίου Ντεβακιέ» (1986) για την «Παιδεία του χρήματος» έως την υποχώρηση του Μακρόν (2018) στο θέμα της φορολογίας των καυσίμων, έχει αποτρέψει αρκετές δυσμενείς «κομβικές μεταρρυθμίσεις» και περισσότερα απλούστερα μέτρα.
Κάποιων την έκταση περιόρισε σημαντικά (όπως πχ το πρόγραμμα λιτότητας Σιράκ – Ζιπέ, το 1995). Άλλες δεν τις απέτρεψε τελεσίδικα, αλλά καθυστέρησε τη θέσπισή τους επί δεκαετίες (πχ στα εργασιακά). Κι έχει καταστήσει σαφή των κανόνα: «τελειώνουν» πολιτικά όσοι πρόεδροι επιμένουν μέχρι τέλους να ν’ αγνοούν τη θέλησή της - κάτι που βεβαίως γίνεται συχνότερα τα τελευταία χρόνια απ’ όσο στο παρελθόν (το «γιατί» δεν είναι του παρόντος σημειώματος). Οι κοσμοπλημμύρες του 2010 για το ασφαλιστικό και του 2016 για τα εργασιακά δεν έκαμψαν τον Σαρκοζί και τον Ολάντ, αντίστοιχα, αλλά «έθαψαν» πολιτικά και τους δύο.
Αλήθεια, είναι σύμπτωση ότι σήμερα σε μια τέτοια κοινωνία και χώρα ένα αριστερό «μέτωπο» - με αρκετά ευδιάκριτα κι όχι «φιλολογικά» ή «κατ’ ευφημισμό» αριστερά χαρακτηριστικά- έχει κερδίσει μεγάλο τμήμα της νεολαίας και συνολικά δρα ως ισχυρός πόλος, απέναντι στο «ακραίο κέντρο» και τη Λεπέν; Είναι τυχαίο ότι έτσι έχουν τα πράγματα στη Γαλλία της τόσο έντονης κοινωνικής απείθειας, όταν πχ στη νυν κυβερνώμενη από ημι-φασίστες Ιταλία (χώρα πλούσιων αριστερών παραδόσεων, στην οποία κάποτε δρούσε και το ισχυρότερο στην Ευρώπη ΚΚ) ψάχνει κανείς με το μικροσκόπιο να βρει υπολείμματα μιας Αριστεράς, που ουσιαστικά έχει… αυτοκαταργηθεί προ πολλού; Τροφή για σκέψη…
Όσοι, λοιπόν, πράγματι ανατριχιάζουν στη σκέψη μιας ακόμη ισχυρότερης
γαλλικής ακροδεξιάς, ας εύχονται να στεφθεί από κάποια επιτυχία η
τωρινή τιτάνια μάχη των Γάλλων. Ας στρέψουν τα πυρά τους στο Μακρόν, όχι
στους κινητοποιούμενους. Κι ας αντλήσουν τα δέοντα συμπεράσματα ως προς
τη σχέση των παραμέτρων «πολιτικό mainstream - κρίση- ακροδεξιά» για
όλη την ευρωπαϊκή εικόνα, όχι μόνο για τη Γαλλία.
Σαν τον δικό μας «αριστεροχουντισμό»…
Αντί επιλόγου: Το «μην ξεσηκώνεστε, θα ευνοηθεί η ακροδεξιά» μόνο καινούργιο δεν είναι. Σε κάποιες εκδοχές του το ακούσαμε και στην Ελλάδα. Από το 1975 ως το 1981, το καραμανλικό εφεύρημα του «αριστεροχουντισμού» - δηλαδή η θεωρία των «δύο άκρων», όπως λανσαρίστηκε στην πρώιμη Μεταπολίτευση- αναλάμβανε να στιγματίσει απεργίες, συλλαλητήρια, διεκδικήσεις. Στη βάση της «λογικής» ότι θα ευνοούνταν «οι φιλο- χουντικοί κύκλοι της ανωμαλίας», οι ίδιοι «κύκλοι» τους οποίους τα τότε κυβερνητικά στελέχη (Ευ. Αβέρωφ, Γ. Ράλλης) θεωρούσαν «ξεδοντιασμένους» και ελάχιστα «σταγονίδια» από το 1975. (Το λες και «καθεστωτική ειλικρίνεια Νο 1»).
Δεκαετίες αργότερα, στην εποχή των μνημονίων, εκείνοι που είχαν συγκυβερνήσει με τον Γ. Καρατζαφέρη μας καλούσαν να μην γεμίζουμε τις πλατείες, διότι κάπου εκεί, μέσα στον πολύ κόσμο, θα κρυβόταν και η «Χρυσή Αυγή». Τελικά, έμειναν κρυμμένοι σε συρτάρια οι 33 φάκελοι για τη «Χρυσή Αυγή», ως το φθινόπωρο του 2013. (Το λες και «καθεστωτική ειλικρίνεια Νο 2»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου