Έρχεται μια νέα τουριστική σαιζόν για τη χώρα. Θα συνεχίσουμε να παραδίδουμε τα κλειδιά στον «αρπακτικό τουρισμό»; Αλήθεια, τι επιπτώσεις θα υπάρχουν στη φέρουσα ικανότητα της χώρας, αλλά και του πλανήτη γενικότερα, όταν μέχρι το 2030 οι τουρίστες προβλέπεται να φθάσουν στα 1,8 δισεκατομμύρια;
Η Ελλάδα κάθε χρόνο καταρρίπτει το προηγούμενο ρεκόρ αφίξεων-εκτός βέβαια από τα χρόνια της πανδημίας. Το φαινόμενο του υπερτουρισμού που μαστίζει τους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς αποτελεί ένα σημαντικό ζήτημα και μια προειδοποίηση για τον τρόπο ανάπτυξης της τουριστικής βιομηχανίας. Και όμως, αν και είναι προεκλογική περίοδος, κανένας δεν μιλά για το πρόβλημα, ούτε και τα κόμματα εξουσίας που ζητούν την ψήφο των ελλήνων πολιτών.
Είναι χαρακτηριστικό του σύγχρονου τουρισμού το στοιχείο του «αρπακτικού» που καταβροχθίζει όλα τα όμορφα μέρη. Πλήθη τουριστών κατακλύζουν υπέροχες περιοχές, καθιστώντας τις πλέον απωθητικές και κυρίως απρόσιτες για τους ντόπιους, ενώ στις αρνητικές επιπτώσεις σε ένα τόπο, που αποτελεί προορισμό, από την τουριστική μονοκαλλιέργεια και την υπέρβαση της φέρουσας ικανότητάς του να δεχθεί άλλους τουρίστες, συγκαταλέγεται και η καταστροφή του παραγωγικού και κοινωνικού ιστού της περιοχής.
Εδώ δεν δίνουμε σημασία σε αυτή την «αρπακτικότητα», γιατί στην Ελλάδα της κρίσης ο τουρισμός υπήρξε η σημαντικότερη πηγή εσόδων και αποτελεί την ελπίδα των ντόπιων για αύξηση του εισοδήματός τους. Αντίθετα σε άλλες γωνιές της Ευρώπης, όπως στη Βαρκελώνη, στη Μαγιόρκα και στο Άμστερνταμ, ο υπερτουρισμός αποτελεί βάσανο για τον γηγενή πληθυσμό, αποδομώντας και το αισθητικό πλεονέκτημα αυτών των περιοχών1. "Τουρίστες δεν είστε ευπρόσδεκτοι", είναι το σύνθημα που όλο και πιο συχνά αναγράφεται στους τοίχους της Βαρκελώνης που στενάζει από τον υπερτουρισμό. 30 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις το 2017, σε μία πόλη με πληθυσμό 1.625.000 κατοίκους. Στη Βενετία, το κέντρο της πόλης με 55.000 κατοίκους, το επισκέπτονται κάθε χρόνο 10 εκατομμύρια τουρίστες, με άμεσο αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους ζωής, την επέλαση του Airbnd, την τεράστια αύξηση των ενοικίων και τελικά την εγκατάλειψη της πόλης από τους μόνιμους κατοίκους και την μετατροπή της σε αποικία τουριστών.
Αυτή τη βάσανο στην ουσία αντιμετωπίζουν και οι ελληνικές περιοχές.
Παραδείγματα:
Σαντορίνη 2017 : 5,5 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις, αύξηση 66% σε σχέση με το 2012, που αντιστοιχούν σε 107,8 τουρίστες ανά 100 κατοίκους και 220,6 τουρίστες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, με αποτέλεσμα την έλλειψη νερού, την κυκλοφοριακή συμφόρηση, την ηχορύπανση, την έλλειψη ενέργειας κ.λ.π.
Ρέθυμνο: Οι άστεγοι του Airbnd. Οι διαδικτυακές υπηρεσίες βραχυχρόνιας μίσθωσης (Airbnd, κ.λ.π.), οι οποίες συνδέουν δυνητικούς φιλοξενούμενους με ιδιοκτήτες που προσφέρουν βραχυχρόνια διαμονή είναι σήμερα ένας από τους βασικούς μηχανισμούς που τροφοδοτούν το φαινόμενο του υπερτουρισμού. Στο Ρέθυμνο για παράδειγμα οι φοιτητές, οι καθηγητές και οι υπάλληλοι βρίσκονται σε απόγνωση. Για ένα τριάρι το ενοίκιο είναι 700 ευρώ, 400 ευρώ για μία γκαρσονιέρα, με ένα ή μισό χρόνο προκαταβολή του ενοικίου2.
Ο τουριστικός κλάδος είναι από τους ισχυρότερους τομείς της παγκοσμιοποιημένης καπιταλιστικής οικονομίας, με εκτιμώμενο κύκλο εργασιών 7 τρισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, δηλαδή το 10% περίπου του παγκόσμιου ΑΕΠ. Με αυτόν συνδέονται και συναφείς επιχειρηματικοί τομείς όπως το ξενοδοχειακό εμπόριο, ο κλάδος των μεταφορών (αεροπλάνα, πλοία, λεωφορεία), καταστήματα λιανικής με αναμνηστικά, ταξιδιωτικά γραφεία κλπ.
Οι συνέπειες του υπερτουρισμού (overtourism):
-περιβαλλοντική υποβάθμιση,
-κατάρρευση των βασικών υποδομών, πληθωρισμός (εκτόξευση των τιμών σε βασικά αγαθά και στις τιμές των ακινήτων),
-εμπορευματοποίηση της πολιτισμικής ταυτότητας των κατοίκων,
-απώλεια των κοινών αγαθών,
-καθιέρωση μισθών γαλέρας3 για τους εποχιακά εργαζόμενους στην τουριστική βιομηχανία,
έχουν ήδη αρχίσει να δημιουργούν ρήγματα στην "λαμπρή" εικόνα του τουρισμού, που φιλοτεχνεί το λόμπι των τουριστικών επιχειρήσεων και οι κρατικές πολιτικές4.
Σε χώρες όπως η Ελλάδα, ο αριθμός των τουριστών υπερβαίνει κατά πολύ των αριθμό των κατοίκων και επομένως ανεβάζουν κατά πολύ το οικολογικό αποτύπωμα και τις εγχώριες εκπομπές Διοξειδίου του άνθρακα.
Η υπερκατανάλωση του τουριστικού προϊόντος που έβαζαν και βάζουν ως στόχο οι κυβερνήσεις και οι επιχειρηματίες του κλάδου στη χώρα για την αύξηση των κερδών και της συμμετοχής του τουρισμού στο εγχώριο ΑΕΠ, έχει σαν συνέπεια την αύξηση των αφίξεων από έτος σε έτος. Αντί όμως να αυξάνει την ευημερία των ντόπιων κατοίκων, έχει ήδη αρχίσει να την μειώνει. Η «καινοτομία και ο ψηφιακός μετασχηματισμός» που πραγματοποιείται ήδη και με μεγάλη ένταση από τους μεγάλους παίχτες στη βιομηχανία του τουρισμού και τα on line ταξιδιωτικά γραφεία, είναι ένας από τους παράγοντες – όχι ο μοναδικός - που έχει εκτινάξει άναρχα τους ρυθμούς ανάπτυξης του τουρισμού. Έχουμε μια χαώδη τουριστική ανάπτυξη, η οποία έχει προκαλέσει σοβαρά κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα παντού.
Τουριστική αποανάπτυξη
Το Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΕΝΑ έχει εκδώσει ένα κείμενο εργασίας του Άγγελου Σωτηρόπουλου το οποίο εκπονήθηκε σε συνεργασία, όπου παρουσιάζονται οι οικονομικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην τουριστική βιομηχανία5. Τα βασικά σημεία και συμπεράσματά του:
Η Ελλάδα ως μεσογειακή χώρα αναμένεται να πληγεί εντονότερα από τις τρέχουσες αλλά και μελλοντικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής καθώς η Μεσόγειος αποτελεί περιοχή υψηλής τρωτότητας.
Ο τομέας του τουρισμού αποτελεί αναμφίβολα σημαντικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας βάσει της υψηλής συνεισφοράς του στο ΑΕΠ και στην απασχόληση. Συνιστά ωστόσο και έναν από τους πλέον ευάλωτους στην κλιματική αλλαγή τομείς με πλήθος συνεπειών, οι οποίες αναμένεται να επηρεάσουν το σύνολο των δραστηριοτήτων και επιδόσεών του. Η ισχυρή εποχικότητα του ελληνικού τουρισμού σε συνδυασμό με την ανισοβαρή κατανομή του στις θερμές κλιματικές ζώνες της χώρας αναμένεται να επιδράσει αρνητικά στο τουριστικό προϊόν.
Συνολικά, οι επικείμενες φυσικές καταστροφές, η καταστροφή ή αλλοίωση των τουριστικών προορισμών και μνημείων (βλ. πυρκαγιές στην Εύβοια και πλημμύρες στην Χαλκιδική και την Κρήτη), οι χρόνιες επιπτώσεις όπως η λειψυδρία και η παρατεταμένη ξηρασία αλλά και ο εν γένει κίνδυνος για την υγεία των εργαζομένων στον τουρισμό από την αύξηση των θερμοκρασιών προβλέπεται να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία του τουριστικού συμπλέγματος.
Στο πλαίσιο αυτό, είναι ανησυχητικό ότι η ανάκαμψη του τουρισμού όχι μόνο δεν ενσωματώνει στοιχεία μετριασμού και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή αλλά συντελείται με ενίσχυση των χαρακτηριστικών του προ πανδημίας μη βιώσιμου μοντέλου τουριστικής ανάπτυξης. Ο ελληνικός τουρισμός κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση με την επαναφορά του, το 2022, στο επί δεκαετίες άναρχο και μαζικό πρότυπο ανάπτυξης, ενώ, οι δημόσιες τουριστικές πολιτικές έως σήμερα είχαν ώς στόχο τη βραχυπρόθεσμη μεγιστοποίηση των εσόδων εις βάρος της περιβαλλοντικής και κοινωνικής βιωσιμότητάς του.
Συνολικά, διαφαίνεται ότι δεν υφίσταται οργανωμένο τομεακό πλαίσιο και πολιτικές προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή σε κεντρικό ή τοπικό επίπεδο. Καταγράφονται μόνο αποσπασματικές δράσεις οι οποίες στοχεύουν για παράδειγμα στη βελτίωση της ενεργειακής κατανάλωσης μεμονωμένα των τουριστικών καταλυμάτων. Πρέπει να σημειωθεί ότι η χώρα διαθέτει τους απαραίτητους μηχανισμούς και τα χρηματοδοτικά εργαλεία τα οποία θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν και να συντονιστούν προκειμένου να επιτευχθεί βελτίωση της προσαρμοστικής ικανότητας του τομέα. Η δυναμική ωστόσο του τουρισμού προς τη διατήρηση μιας άναρχης και περιβαλλοντικά ανεύθυνης ανάπτυξης σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν έχουν υλοποιηθεί έως σήμερα οι απαραίτητες πολιτικές για την προσαρμογή του, καθιστούν τον εν λόγω τομέα εξαιρετικά ευάλωτο και ενδεχομένως μη βιώσιμο στις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής υπό το πρίσμα και των πολλαπλών/παράλληλων κρίσεων και απειλών σε διεθνές και εθνικό επίπεδο. Οι άμεσες ενέργειες για τον συντονισμό της προσαρμογής του τομέα σε πολιτικό επίπεδο καθίστανται πλέον επιβεβλημένες και επείγουσες.
Για την κατεύθυνση της αποανάπτυξης, η λύση για τη χώρα, όπως και για κάθε άλλη χώρα που είναι τουριστικά υπεραναπτυγμένη, είναι η τουριστική αποανάπτυξη ή τουλάχιστον η επιβράδυνση του ρυθμού μεγέθυνσης του τουριστικού τομέα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω μιας πολιτικής που θα αφορά:
α) Στη μείωση της τουριστικής δραστηριότητας σε υπερκορεσμένες περιοχές (ανώτερα όρια επισκέψεων κλπ)
β) Στη μηδενική τουριστική μεγέθυνση σε κορεσμένες περιοχές (π.χ. καμία νέα άδεια για ανέγερση τουριστικών μονάδων)
γ) Στον λελογισμένο και ήπιας μορφής οικοτουρισμό σε περιοχές με χαμηλό βαθμό ανάπτυξης τουριστικών υπηρεσιών.
Για να μην λειτουργεί όμως η τουριστική βιομηχανία ως καταστροφικός εισβολέας σε έναν τόπο πρέπει να συνδεθεί με την επανατοπικοποίηση, δηλαδή την επιστροφή της παραγωγής κοντά στον τόπο που αυτή καταναλώνεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα τα τοπικά αγροτικά προϊόντα συμμετέχουν μόλις κατά 13% στην κατανάλωση της τουριστικής βιομηχανίας. Ιδιαίτερα στα ξενοδοχεία all inclusive, τουριστικά πακέτα που τα περιλαμβάνουν όλα, ό,τι καταναλώνεται είναι εισαγόμενο και υποβαθμισμένης ποιότητας. Η κατανάλωση τοπικών προϊόντων, που θα μπορούσε να θεσμοθετηθεί υποχρεωτικά, να περιλαμβάνεται για παράδειγμα στους όρους χρηματοδότησης μιας τουριστικής επένδυσης, θα αναζωογονούσε την αγροτική παραγωγή και θα απέτρεπε την εγκατάλειψη της γης και την μετατροπή του αγροτικού πληθυσμού σε φτηνό εργατικό δυναμικό των επιχειρηματιών του τουρισμού.
__________________________________
1. Άμστερνταμ, Βενετία, Ντουμπρόβνικ, Βαρκελώνη, Μάτσου Πίτσου, Νέα Υόρκη, Ρώμη, Πράγα, Κούβα κ.λ.π., αυτός είναι ένας ενδεικτικός κατάλογος περιοχών που είναι στα όρια της καταστροφής από τον υπερτουρισμό. Σταδιακά, εδώ και πολλά χρόνια, πέρα από τις παραδοσιακές καλοκαιρινές ή χειμερινές εξορμήσεις, υπάρχει υπερβολική άνοδος και του ολιγοήμερου τουρισμού για τους κατοίκους των πόλεων. «Φθηνές» αεροπορικές εταιρείες μεταφέρουν δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε παραλιακά μέρη, νησιά και πόλεις. Λεωφορεία μεγάλων αποστάσεων προσφέρουν ταξίδια σε χαμηλές τιμές μεταξύ γειτονικών χωρών στην Ευρώπη και «σμήνη» τουριστών με κρουαζιερόπλοια φτάνουν σε πόλεις που ήδη είναι ασφυκτικά γεμάτες. Σύμφωνα με το Spiegel 670 εκατομμύρια άνθρωποι ταξίδεψαν στην Ευρώπη το 2017 και προφανώς η έκρηξη αυτή δεν οφείλεται αποκλειστικά στους Ευρωπαίους, αλλά σε ταξιδιώτες από χώρες εκτός Ευρώπης και κυρίως από τη Ρωσία-πριν το πόλεμο στην Ουκρανία- την Άπω Ανατολή και τις Αραβικές Χώρες.
2. Βλέπε: Τουριστική Αποανάπτυξη
3. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι π.χ. οι πιλότοι της Ryanair, οι οποίοι προχώρησαν σε απεργίες διαμαρτυρόμενοι για τις κακές συνθήκες εργασίας και τους χαμηλούς μισθούς
4. Όσοι εμπλέκονται επιχειρηματικά κερδίζουν από τον τουρισμό, οι υπόλοιποι είναι απλά κολλημένοι στο χάος, τον θόρυβο, τα υψηλά ενοίκια και την αίσθηση του να νιώθεις ξένος στο ίδιο σου το μέρος. Είναι σαν να βρίσκεσαι σε μια Disney Land για τους τουρίστες. «Ο τουρισμός είναι ένα φαινόμενο που δημιουργεί πολλά ιδιωτικά κέρδη αλλά και μεγάλες κοινωνικές απώλειες», υπογραμμίζει ο Κρίστιαν Λίζερ, καθηγητής τουρισμού στο Πανεπιστήμιο του St. Gallen στην Ελβετία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου