Δεν χωράς πουθενά... στην Ελλάδα του Μητσοτάκη
«Μα όταν ζεις χωρίς ελπίδα
όπου Γης είναι πατρίδα»
Κώστας Βίρβος
«Βαλίτσες» για την αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος σκέφτεται ή σχεδιάζει να ετοιμάσει ένας στους πέντε ενήλικες κατοίκους της ελληνικής επικράτειας, αφήνοντας πίσω τον τόπο διαμονής του καθώς θεωρεί ότι οι προοπτικές του εκεί είναι περιορισμένες, αν και η περιοχή του θα μπορούσε να του προσφέρει μια αξιοπρεπή ζωή.
Την ίδια στιγμή ένας στους δύο γονείς έχει ήδη (ή πρόκειται να) αποχαιρετήσει το παιδί του, το οποίο άφησε ή αφήνει τον τόπο κατοικίας του κυρίως λόγω της υποβάθμισης της περιοχής του. Αυτά είναι τα βασικά -όσο και εκκωφαντικά- συμπεράσματα της πανελλαδικής δημοσκόπησης του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ και της εταιρείας Κάπα Research για το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα, καθώς και τις στάσεις και τις αντιλήψεις των πολιτών γύρω από το φλέγον ζήτημα.
Από την έρευνα αναδεικνύεται ένα υπό διαμόρφωση μεγάλο κύμα φυγής -ιδίως στους νέους των ημιαστικών και αγροτικών περιοχών της χώρας- το οποίο μοιάζει βέβαιο ότι θα εξελιχθεί σε μελλοντικό πρόβλημα της χώρας.
Τάσεις φυγής καταγράφονται μεταξύ ελληνικών περιοχών αλλά και προς το εξωτερικό. Τα αποτελέσματα της έρευνας -διενεργήθηκε με τη συμμετοχή 1.639 ατόμων από τις 13 Περιφέρειες της χώρας, με ενισχυμένο δείγμα από την Αττική, την Ηπειρο, την Κεντρική Μακεδονία και την Κρήτη- έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι -αν όχι η ίδια η Ελλάδα- πλήθος περιοχών της επικράτειάς της «διώχνουν τα παιδιά τους» και όσοι ρίχνουν μαύρη πέτρα πίσω τους αισθάνονται ότι ο τόπος τους έχει δυνατότητες που ωστόσο μένουν αναξιοποίητες…
Το 70% των συμμετεχόντων στην έρευνα θεωρεί ότι ο τόπος τους μπορεί να τους προσφέρει μια αξιοπρεπή διαβίωση (το 31% απάντησε στη σχετική ερώτηση «σίγουρα ναι», το 39% «μάλλον ναι»). Την ίδια στιγμή ωστόσο το 22% δηλώνει ότι σκέφτεται ή σχεδιάζει να φύγει από τον τόπο κατοικίας του, ένα ποσοστό που αναλογεί σε περίπου 2.000.000 ανθρώπους του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Από αυτούς, το 63% σκέφτεται/σχεδιάζει να φύγει προς άλλη περιοχή της Ελλάδας και το 32% προς το εξωτερικό.
Η υποβάθμιση της περιοχής όπου διαμένουν σήμερα αποτελεί την αιτία φυγής για ένα σημαντικό ποσοστό όσων σχεδιάζουν να μετακομίσουν (46%). Ποιοι είναι όσοι σκέφτονται ή έχουν ήδη πάρει την απόφαση να μετακομίσουν; Κυρίως οι νέοι: το 41% των συμμετεχόντων ηλικίας μεταξύ 17-34 ετών και το 27% μεταξύ 35-44 ετών.
Οσον αφορά την αστικότητα της περιοχής, προθυμία να αφήσει τον τόπο του εξέφρασε το 23% που κατοικεί σε αγροτικές περιοχές, το 21% που κατοικεί σε ημιαστικές περιοχές και το 21% που κατοικεί σε αστικές περιοχές. Τη διέξοδο της μετακόμισης εξετάζει ένας στους τέσσερις (25%) που δήλωσε σχετικά με την οικονομική του κατάσταση ότι δυσκολεύεται ή δεν τα βγάζει πέρα.
Το κύμα φυγής καταγράφεται με μεγαλύτερη ένταση στην έρευνα όταν το ερώτημα απευθύνεται σε γονείς σχετικά με το μέλλον των παιδιών τους: το 50% απάντησε ότι το παιδί του ή κάποιο από τα παιδιά του έχει ήδη μετακομίσει σε άλλη περιοχή (37%) ή το έχει σκεφτεί σοβαρά και σχεδιάζει να μετακομίσει στο μέλλον (13%).
Στη συγκεκριμένη κατηγορία οι φυγόκεντρες τάσεις είναι ξεκάθαρο ότι έχουν επίκεντρο τις αγροτικές περιοχές: το 46% όσων κατοικούν στην ύπαιθρο δήλωσε ότι το παιδί του έχει ήδη μετακομίσει και το 17% ότι σκέφτεται/σχεδιάζει να μετακομίσει (σύνολο 63%). Το 39% των κατοίκων ημιαστικών περιοχών δήλωσε ότι το παιδί του έχει αφήσει τον τόπο που μεγάλωσε και το 14% ότι το παιδί του σκέφτεται να το κάνει. Οσον αφορά τους κατοίκους αστικών περιοχών, τα παραπάνω ποσοστά φτάνουν το 35% και το 12% αντίστοιχα.
Υπενθυμίζεται ότι το χάσμα μεταξύ αστικών περιοχών και υπαίθρου αποτυπώθηκε και στα αποτελέσματα της απογραφής πληθυσμού της ΕΛΣΤΑΤ του 2021, όπου καταγράφηκε μια μείωση πληθυσμού 3,5% στην ελληνική επικράτεια, ενώ σε ορισμένες περιφέρειες, όπως αυτήν της Δυτικής Μακεδονίας, η μείωση άγγιξε το 10%.
Το 55% των γονέων έθεσε ως λόγο μετακόμισης του παιδιού του την υποβάθμιση του τόπου διαμονής. Το 63% δήλωσε ότι το παιδί του έφυγε ή σκέφτεται να φύγει στο εξωτερικό και το 34% δήλωσε ότι το παιδί του μετακόμισε ή πρόκειται να μετακομίσει σε άλλη περιοχή της Ελλάδας.
«Δεν υπάρχουν δουλειές που να προσφέρουν αξιοπρεπή διαβίωση»
Το 71% των συμμετεχόντων απάντησε ότι μειώνεται ο πληθυσμός της περιοχής του (43% «σίγουρα ναι», 28% «μάλλον ναι»). Ποιες οι βασικές αιτίες του δημογραφικού προβλήματος; «Δεν υπάρχουν δουλειές που να προσφέρουν αξιοπρεπή διαβίωση» απάντησε για τον τόπο του το 29%. «Δεν υπάρχουν προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης στην περιοχή» απάντησε το 26% - αιτία που επέλεξε το 33% των ερωτηθέντων κατοίκων των αγροτικών περιοχών.
Η συντριπτική πλειονότητα των συμμετεχόντων δήλωσε ότι η περιοχή διαμονής τους ταλανίζεται από προβλήματα οικονομικής φύσης: ακρίβεια (50%), οικονομικές δυσκολίες (36%), ανεργία (28%) ήταν οι τρεις πρώτες στην κατάταξη απαντήσεις.
Σε ποιους αποδίδουν την ευθύνη για τη δημιουργία των προβλημάτων στις περιοχές τους; Το 88% των συμμετεχόντων δείχνει το κεντρικό κράτος (59% «πολύ», 29% «αρκετά») και το 86% την Τοπική Αυτοδιοίκηση (53% «πολύ», 31% «αρκετά»). Ωστόσο για τα τοπικά προβλήματα το 56% θεωρεί τους Δήμους και τις Περιφέρειες υπεύθυνους να δώσουν λύσεις, κάτι που δείχνει ότι η Αυτοδιοίκηση καλείται να συνδράμει στην προοπτική ανάπτυξης μιας περιοχής.
Το 86% συμφώνησε ότι το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας είναι σημαντικό, αναγνωρίζοντας ότι προκαλεί συνέπειες και στη δική του ζωή καθώς επιδρά στο μέλλον της περιοχής του (87%), στην τοπική οικονομική ανάπτυξη (86%), στις δομές εκπαίδευσης (77%) και στο γενικότερο επίπεδο υποδομών (76%).
Το 52% επισημαίνει ότι το δημογραφικό πρέπει να λυθεί προκειμένου η χώρα να έχει βιώσιμη και δίκαιη οικονομικά ανάπτυξη. Το 85% απαιτεί την εκπόνηση ενός εθνικού σχεδίου για το δημογραφικό, ένα πρόβλημα που, καθώς φαίνεται, ζητάει άμεσες λύσεις πριν η απώλεια προοπτικής κυριεύσει εξ ολοκλήρου τη νέα γενιά και τις πιο παραγωγικές περιοχές της χώρας.
*Ολόκληρη η έκθεση αποτελεσμάτων της έρευνας: https://gr.boell.org/sites/default/files/2023-03/to-dimografiko-problima-stin-ellada_site-version.pdf
- «Νομάδες» με τσακισμένα όνειρα
«Το μόνο που θέλω είναι να ζήσω σε ένα χωριό στην Ελλάδα» - η φράση έγινε viral με χιλιάδες retweets, reshares και likes. Μέσα σε ελάχιστες λέξεις η Ελληνοαμερικανίδα έκλεισε ολόκληρη την ιστορία της μετανάστευσης, αλλά και το βαθύ αίσθημα νοσταλγίας για ένα ρομαντικοποιημένο βουκολικό «αλλού», που όλοι έχουμε ονειρευτεί σε στιγμές που η καθημερινότητα σκοτεινιάζει επικίνδυνα.
«Οι γονείς μου άφησαν τα χωριά τους στην Ελλάδα για να μας δώσουν μια καλύτερη ζωή και τώρα το μόνο που θέλω είναι να ζήσω σε ένα χωριό στην Ελλάδα» έγραψε η Εύα Βασιλειάδη, βάζοντας σε λέξεις τη ζωή που δεν ζήσαμε.
Ωστόσο η επιβίωση στην ελληνική ύπαιθρο απέχει πολύ από το να είναι ειδυλλιακή. H πανελλαδική δημοσκόπηση του Ιδρύματος Χάινριχ Μπελ και της εταιρείας Κάπα Research για το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα, ανάμεσα σε άλλα, φωτίζει τις σκοτεινές πλευρές πίσω από τις καρτ ποστάλ και τις ινσταγκραμικές εικόνες που όλοι θα ανεβάζουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τις μέρες του Πάσχα.
Η Μαρία επέστρεψε στη μικρή της πόλη με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Είχε ολοκληρώσει και τις μεταπτυχιακές σπουδές της και είχε πια αρκετή προϋπηρεσία ώστε να αποτολμήσει να στήσει τη δική της επιχείρηση, η οποία -παρά την κρίση- πήγαινε καλά.
Εξίσου καλά πήγε και στα χρόνια της πανδημίας, ωστόσο είναι η τελευταία κρίση, η ενεργειακή, που την έχει τσακίσει. Ο Ορέστης εμπορεύεται αγροεφόδια και φάρμακα, των οποίων οι τιμές ανεβαίνουν αλματωδώς. «Οι αγρότες είναι πολύ ζορισμένοι, όπως και όλοι όσοι εμπλεκόμαστε στον κύκλο των εργασιών τους. Αναγκαστικά δίνουμε πιστώσεις με μεγάλο ρίσκο και εγώ πια κοντεύω τα 40, δεν αντέχω άλλο την πίεση και την αγωνία». Ετσι έδωσε εξετάσεις στον πρόσφατο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και τώρα περιμένει τα αποτελέσματα, που, αν είναι καλά, «θα μου δώσουν μια θέση στο Δημόσιο και μια ζωή στην Αθήνα. Η επαρχία είναι εξαιρετικά δύσκολη, όσο όμορφη κι αν είναι η ζωή εκεί».
Ο Γιάννης έφυγε από την Αθήνα όταν επιβλήθηκε το πρώτο λοκντάουν. Επέστρεψε στη γενέτειρά του δουλεύοντας με τηλεργασία για την εταιρεία που τον απασχολούσε ως λογιστή. «Στην αρχή ήταν όλα παραμυθένια, βόλτες στη φύση και μπάνια στη θάλασσα. Η πραγματική ζωή ήρθε με το τέλος της πανδημίας, όταν βγήκαμε όλοι στον έξω κόσμο». Τότε ο Γιάννης άρχισε να γυρεύει όλα όσα θεωρούσε δεδομένα στην Αθήνα - μια δεύτερη δουλειά, κοινωνική ζωή και κυρίως την ανωνυμία της μεγάλης πόλης. «Θυμήθηκα πόσο περιοριστική είναι η ζωή στην επαρχία, τι με έκανε να φύγω στα 18. Μου λείπουν οι επαγγελματικές ευκαιρίες εδώ, αλλά και η εναλλαγή παραστάσεων, σκέφτομαι και πάλι να πάω σε μια μεγαλύτερη πόλη, ίσως όχι στην πρωτεύουσα, αλλά σίγουρα σε κάτι πιο μεγάλο».
«Η ύπαιθρος αντιμετωπίζει χρόνια πολυδιάστατη κρίση»
Για πάνω από 20 χρόνια μελετάει τη σχέση πόλης-υπαίθρου και τον αγροτικό χώρο σε κάθε έκφανσή του, από τους κοινωνικοοικονομικούς μετασχηματισμούς και την αγροτική αναδιάρθρωση μέχρι την αγροτική ανθεκτικότητα και τις στρατηγικές των αγροτικών νοικοκυριών. Ο δρ Μιχάλης Πέτρου, κοινωνικός ανθρωπολόγος, κύριος ερευνητής στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, μας μιλάει για αυτούς που φεύγουν κι αυτούς που μένουν, αλλά και για όσους πάντα παραμένουν στην ύπαιθρο.
«Το πρότυπο της πόλης ως θελκτικός προορισμός του 1960 και του 1970 φαίνεται ότι εξακολουθεί να ισχύει. Η έρευνα που δημοσιεύετε επιβεβαιώνει όσα οι επιστήμονες έχουμε διαγνώσει εδώ και καιρό - πάντα η μεγάλη πόλη είναι τόπος έλξης για περισσότερες ευκαιρίες στην αγορά εργασίας. Ωστόσο, ειδικά τα χρόνια της κρίσης, υπήρξαν περιστατικά επιστροφής στην ύπαιθρο. Η διαβίωση όμως σε αυτήν συχνά ρομαντικοποιείται μέσα από στερεοτυπικές αντιλήψεις για τον τρόπο και την ποιότητα ζωής. Οταν όμως κάποιος επιχειρεί μια νέα αρχή και έρχεται αντιμέτωπος είτε με τις δυσκολίες του αγροτικού επαγγέλματος είτε με τις απαιτήσεις συμμόρφωσης στους τοπικούς κώδικες αξιών και συμπεριφοράς, τότε μοιραία κάποιοι εγκαταλείπουν το εγχείρημα. Είτε είναι κάτοικοι της πόλης που το επιχείρησαν, είτε ντόπιοι που επέστρεψαν στον γενέθλιο τόπο.
Επιπλέον μην ξεχνάμε ότι η ύπαιθρος αντιμετωπίζει τη δική της χρόνια πολυδιάστατη κρίση. Οσοι διαβιούν εκεί και ασκούν το αγροτικό επάγγελμα αντιμετωπίζουν διαδοχικές κρίσεις, όπως φιλελευθεροποίηση των αγορών, μείωση του προστατευτισμού τής ΚΑΠ, αύξηση του κόστους παραγωγής, περιορισμός πιστώσεων από τα τραπεζικά ιδρύματα, ενώ τα τελευταία χρόνια τα εργατικά χέρια είναι δυσεύρετα. Εξάλλου οι κάτοικοι της υπαίθρου εξακολουθούν να υποφέρουν από τις ανεπάρκειες σε κοινωνικές υποδομές, όπως σχολεία, συστήματα υγείας και φροντίδας, πολύ περισσότερο που η κρίση τα μείωσε περαιτέρω για λόγους εξορθολογισμού. Ενώ ακόμα και η διασκέδαση-ψυχαγωγία είναι αρκετές φορές ζητούμενο.
Ετσι το γεγονός ότι μόνο οι δύο στους δέκα σκέφτονται τη μετακόμιση μοιάζει να υποεκτιμά την πραγματικότητα - μου κάνει εντύπωση που είναι τόσο λίγοι. Και συνυπολογίστε ότι λόγω του δημογραφικού προβλήματος στατιστικές μελέτες δείχνουν ότι περιοχές της υπαίθρου χάνουν το 20% ή και το 30% του δυναμικού τους.
Η ύπαιθρος αποτελεί αναντίρρητα ζωτικό χώρο της ανάπτυξης, πολύ περισσότερο όταν επιδιώκουμε πληθυσμιακή τόνωση σε περιοχές που έχουν διαχρονικά αποψιλωθεί και συνεχίζουν να αποψιλώνονται. Ωστόσο τα ζητήματα αυτά φαίνεται να υπεισέρχονται στην πολιτική ατζέντα ως ευκαιριακή διαχείριση. Δεν αφουγκραζόμαστε τις τοπικές ανάγκες, ώστε να χαράξουμε ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο για την τόνωση της υπαίθρου. Δεν επενδύουμε στο ανθρώπινο δυναμικό, την κοινωνική καινοτομία και την ποιότητα των τοπικών προϊόντων για την ενίσχυση των γεωργικών εισοδημάτων, ενώ το επίπεδο των δημόσιων εξυπηρετήσεων εξακολουθεί να υπολείπεται αυτού της πόλης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου