18 Απριλίου 2023

Τραγωδία στα Τέμπη: Η αντικειμενική (επι)τελική ευθύνη


 

Γράφουν οι Γιώργος Σπανουδάκης*, Αλεξάνδρα Καραβά**

 

Η τραγωδία στα Τέμπη αποκάλυψε πως το επιτελικό κράτος αποδεικνύεται αποτελεσματικό και παρεμβατικό όταν καλείται να υπερασπιστεί τα κέρδη των λίγων, αλλά αναποτελεσματικό και αδρανές όταν πρόκειται για την ευημερία και την ασφάλεια όλων των πολιτών.

Το πρόσφατο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη αποκάλυψε την αλήθεια του επιτελικού κράτους. Ειδικότερα αποκάλυψε με τον πιο οδυνηρό τρόπο τις ανεπάρκειες ενός πολιτικοδιοικητικού υποδείγματος που χαρακτηρίζεται από i) τον συγκεντρωτισμό ii) την αύξηση του αριθμού και την αναβάθμιση του ρόλου των μετακλητών, iii) την εκχώρηση λειτουργιών του δημόσιου τομέα στον ιδιωτικό, iv) τη σύγχυση αρμοδιοτήτων και v) εν γένει τη συντονισμένη προσπάθεια απαξίωσης των δημοσίων υπαλλήλων οι οποίοι αποτελούν τη θεσμική διασφάλιση της ορθής λειτουργίας μηχανισμών και θεσμών.

Η επιχείρηση διάχυσης των ευθυνών είτε στις προηγούμενες κυβερνήσεις, είτε στους εργαζόμενους με το επιχείρημα του ανθρώπινου λάθους, είτε στο «βαθύ κράτος» των συνδικαλιστών, αποτελεί μια ύστατη προσπάθεια αποπροσανατολισμού, αντιστροφής της πραγματικότητας και κατάργησης της λογικής. Η αρχιτεκτονική ασφάλειας ενός συστήματος βασίζεται στον σχεδιασμό προκαθορισμένων επιπέδων ελέγχου, τα οποία είτε λειτουργούν συμπληρωματικά για να επιτύχουν τον απαραίτητο υψηλό δείκτη ασφαλείας, είτε ιεραρχικά.

Η διαδικασία με την οποία θα αντιμετωπιστεί ένα πρόβλημα ή μια εξωγενής συνθήκη αστάθειας αποφασίζεται στο χρονικό σημείο που αυτό παραμένει ένα ενδεχόμενο και όχι ένα γεγονός. Προκειμένου να αποφευχθεί το διοικητικό χάος και να διασφαλιστεί η άμεση αντιμετώπιση της αστοχίας καθώς και η συνέχιση λειτουργίας ενός συστήματος, καθορίζονται εκ των προτέρων οι κανόνες και οι ρόλοι. Ειδικότερα όσον αφορά ζητήματα ασφαλείας απαιτείται κατά τον σχεδιασμό, μεταξύ άλλων, η εκπόνηση μελέτης ανάλυσης κινδύνου (risk assessment), στην οποία πρέπει να συνυπολογίζονται όλοι οι πιθανοί κίνδυνοι και να σχεδιάζεται αφενός η πρόληψη και αφετέρου η βέλτιστη διαχείρισή τους.

Σε έναν τέτοιο σχεδιασμό πρέπει να εξεταστούν πιθανά σενάρια αστοχιών, όπως για παράδειγμα ο σταθμάρχης να μη βρίσκεται στη θέση του, να μη λειτουργεί το τοπικό σύστημα τηλεδιοίκησης ή ο δευτεροβάθμιος κεντρικός έλεγχος. Στην περίπτωση αυτή ενεργοποιούνται οι εναλλακτικές δικλίδες ασφαλείας, οι οποίες είναι γνωστές και προκαθορισμένες εκ των προτέρων, με σαφή καθορισμό ενεργειών και αρμοδιοτήτων. Λόγω αυτής της αρχιτεκτονικής ένα σύστημα παραμένει ασφαλές ακόμα και σε περίπτωση ανθρώπινου λάθους ή/και πιθανής απρόβλεπτης βλάβης εξοπλισμού. Με απλά λόγια, στερείται λογικής η άποψη ότι η ευθύνη μεταφέρεται από το ένα επίπεδο στο άλλο με αποτέλεσμα να καταλογίζεται εξ ολοκλήρου σε ένα ανθρώπινο λάθος.

Η ευθύνη βαραίνει κατά κύριο λόγο μια νεοφιλελεύθερη πολιτική, που στις μέρες μας αυτοπροσδιορίζεται κατ’ ευφημισμόν ως «επιτελικό κράτος». Στη συγκεκριμένη περίπτωση το επιτελικό κράτος, εκτός από τη μη σχεδίαση και τη μη διασφάλιση της λειτουργίας πολλαπλών επιπέδων ελέγχου, λειτούργησε και ενάντια στο δημόσιο συμφέρον. Επέλεξε, αγνοώντας τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις συνδικαλιστών, τεχνοκρατών, της Ενιαίας Αρχής Διαφάνειας και της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων, να μην πραγματοποιήσει τις αναγκαίες επενδύσεις στο σιδηροδρομικό δίκτυο, απαλλάσσοντας ταυτόχρονα την ιδιωτική εταιρεία που έχει αναλάβει το μεταφορικό έργο από τις αντίστοιχες δικές της υποχρεώσεις.

Επιπλέον, παραβλέποντας κάθε αρχή διασφάλισης ποιότητας για ένα τόσο σημαντικό και τεχνικό έργο όπως είναι η σιδηροδρομική μεταφορά, απαξίωσε το ανθρώπινο δυναμικό του ΟΣΕ μέσω της νεοφιλελεύθερης συνταγής: α) μειώσεις προσωπικού, β) συμπίεση εργασιακών σχέσεων (προσλήψεις ορισμένου χρόνου με μπλοκάκι) και γ) πελατειακού χαρακτήρα διαχείριση προσωπικού. Το σύνολο αυτών των πράξεων είχε, μεταξύ άλλων, ως αποτέλεσμα την παραβίαση της αρχιτεκτονικής ασφαλείας του σχεδιαστή/ειδικού.

Η επιλογή αυτή δεν είναι τυχαία, αλλά εντάσσεται σε μια στρατηγική που εργαλειοποιεί το κράτος με στόχο τη διαρκή μεταφορά δημόσιων πόρων και δημόσιας περιουσίας σε ισχυρά οικονομικά συμφέροντα του ιδιωτικού τομέα. Στρατηγική που επιτυγχάνεται μέσω της απαξίωσης των δημόσιων επιχειρήσεων και υποδομών, των ιδιωτικοποιήσεων κοινωνικά αναγκαίων αγαθών και υπηρεσιών, των απευθείας αναθέσεων, των ΣΔΙΤ και της προνομιακής πρόσβασης των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκά ταμεία όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Εν τέλει το επιτελικό κράτος αποδεικνύεται αποτελεσματικό και παρεμβατικό όταν καλείται να υπερασπιστεί τα κέρδη των λίγων, αλλά αναποτελεσματικό και αδρανές όταν πρόκειται για την ευημερία και την ασφάλεια όλων των πολιτών.

*Πρόεδρος Ενωσης Αποφοίτων Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης (ΕΣΔΔΑ)
**Ειδική γραμματέας Ενωσης Αποφοίτων Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης (ΕΣΔΔΑ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου