Τι σημαίνει η απόσπαση της επικουρικής ασφάλισης από την κοινωνική αλληλεγγύη
Μια αξιόπιστη πυξίδα προσανατολισμού για μισθωτούς έως 35 ετών, οι οποίοι μετά την ίδρυση του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ) βρέθηκαν μπροστά στο δίλημμα αν πρέπει να αποχωρήσουν από το δημόσιο σύστημα για να ενταχθούν στη νέα επικουρική των ατομικών λογαριασμών, αποτελεί, μεταξύ άλλων χαρισμάτων, το νέο συγγραφικό πόνημα των Σάββα Ρομπόλη – Βασίλη Μπέτση, από τις Εκδόσεις Λιβάνη.
Η έκδοση κυκλοφορεί από τη Δευτέρα, με εξαιρετική γλωσσική επιμέλεια της Αριάδνης Αλαβάνου, και έχει ως αποδέκτες όχι μόνο τους νέους αλλά και όλους όσοι θέλουν και αναζητούν τεκμηριωμένα επιχειρήματα για τον ρόλο του κοινωνικού κράτους εν μέσω νεοφιλελεύθερων πειραματισμών. Ταυτοχρόνως, το βιβλίο προσφέρει στις πολιτικές προοδευτικές δυνάμεις ένα υπόδειγμα τεκμηρίωσης υπέρ του αναδιανεμητικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, εφόσον αποφασίσουν να θέσουν τον δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων και να θέσουν στην προεκλογική τους καμπάνια θέματα ουσιαστικά για το μέλλον της νέας γενιάς και του κοινωνικού κράτους.
Η συνάντηση των δύο πανεπιστημιακών στη συγγραφή του βιβλίου «Η κεφαλαιοποίηση της επικουρικής κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα» είναι κάτι περισσότερο από μια θεωρητική και μαθηματικά ποσοτικοποιημένη τεκμηρίωση των μειονεκτημάτων του ΤΕΚΑ που στηρίζεται σε όρους κεφαλαιοποίησης και εξαρτά τις συντάξεις των μελλοντικών γενεών από την πορεία και τις αποδόσεις των χρηματαγορών και των κεφαλαιαγορών.
Το νέο συγγραφικό έργο του ομότιμου καθηγητή Σ. Ρομπόλη, του δασκάλου που μας έμαθε να σεβόμαστε και να διαβάζουμε σωστά τα μεγέθη της κοινωνικής ασφάλισης, και του μεταδιδακτορικού ερευνητή Β. Μπέτση στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου, του ανθρώπου που συνδυάζει τη θεωρία με τα μαθηματικά και τη στατιστική, συμβολίζει αυτό που αποτελεί και την καρδιά της κοινωνικής ασφάλισης: τη διαγενεακή αλληλεγγύη.
Υποτίθεται ότι το ΤΕΚΑ γεννήθηκε ως έκφραση πρόνοιας και αλληλεγγύης στη νέα γενιά. Στο όνομα αυτής της «παράδοξης» αλληλεγγύης η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με τον ν.4826/21, υποχρέωσε όλους όσοι ασφαλίζονται από την 1.1.2022 και μετά να ενταχθούν στο σύστημα των ατομικών λογαριασμών του κεφαλαιοποιητικού συστήματος επικουρικής ασφάλισης. Επίσης, από 1.1.23 δόθηκε η δυνατότητα επιλογής και σε όσους είναι κάτω των 35 ετών να εγκαταλείψουν την επικούρηση στον ΕΦΚΑ. Με αυτόν τον τρόπο και οι δύο ομάδες αναλαμβάνουν πλήρως το ρίσκο για το εάν και ποια σύνταξη θα πάρουν στο απώτερο μέλλον, αποτελώντας τα πρώτα θύματα της εξατομικευμένης ασφάλισης σε μαζική κλίμακα.
Οσοι από τους παλαιούς (έως 35 ετών) έχουν περιθώρια να αποφασίσουν πρέπει να ξέρουν: Πώς λειτουργεί το παρόν σύστημα επικουρικής ασφάλισης στο οποίο ασφαλίζονται οι παλαιοί εργαζόμενοι; Τι σημαίνει κεφαλαιοποιητικό σύστημα καθορισμένων εισφορών και τι καθορισμένων παροχών; Τι είναι η ράντα ζωής και από ποιους παράγοντες προσδιορίζεται το ύψος της σύνταξης; Tι σημαίνει νοητή κεφαλαιοποίηση και τι πραγματική; Πόσο πιθανό είναι να χάσει ο ασφαλισμένος τις επενδύσεις των εισφορών του αν επαναληφθούν οι κρίσεις του 2001 και του 2008; Μήπως είναι προτιμότερο να επενδύσει κάποιος τις εισφορές του στις κεφαλαιαγορές και όχι στην προοπτική της ελληνικής οικονομίας; Eν τέλει, ποιος κίνδυνος είναι μεγαλύτερος; Ο κίνδυνος από τη μεταβλητότητα των χρηματιστηριακών αγορών ή ο κίνδυνος από την καταχρεωμένη ελληνική οικονομία; Μήπως πρέπει να πάρουμε απόφαση ότι το δημόσιο σύστημα ασφάλισης δεν είναι βιώσιμο και μακροπρόθεσμα δεν θα μπορεί να δώσει συντάξεις;
«Ακόμη και με τις πιο δυσμενείς δημογραφικές συνθήκες, το δημόσιο σύστημα είναι μακροχρόνια βιώσιμο» απαντούν οι συγγραφείς. «Οι νέες γενιές θα λάβουν σύνταξη με ένα μέσο επίπεδο της τάξης των 950 ευρώ χωρίς να επιβαρύνονται τα δημόσια οικονομικά της χώρας» απαντούν, θυμίζοντας ότι «η Ελλάδα ως πληθυσμός συρρικνώνεται. Σύμφωνα με όλες τις υποθέσεις, τις μελέτες βιωσιμότητας (Ageing Report 2021) και τις δημογραφικές προβολές της Eurostat, o πληθυσμός της Ελλάδας από τα 10,7 εκατ. το 2019 θα μειωθεί στα 8,6 εκατ. τo 2070 και η χρηματοδότηση του κράτους μειώνεται στο 4,5% του ΑΕΠ, από το 8,1% που ήταν το 2020. Γιατί ακόμη και με τις επίσημες αναλογιστικές μελέτες η προκαλούμενη ποσοστιαία αύξηση του ΑΕΠ είναι μεγαλύτερη από την αύξηση των συνταξιοδοτικών παροχών».
Φυσικά οι συγγραφείς δεν έχουν την παραμικρή ψευδαίσθηση για τις αρνητικές επιπτώσεις που θα έχει το πείραμα του ΤΕΚΑ στην ελληνική οικονομία.
«H χώρα επέλεξε να επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό με 78 δισ. τα επόμενα 50 έτη αντί να τα διαθέσει στην οικονομία και την κοινωνία μέσω μιας σχεδιασμένης μακροπρόθεσμης δημογραφικής ανάπτυξης. Το κόστος μετάβασης υπολογίζεται σε 78 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο εκτιμάται στο βασικό σενάριο (σε άλλο σενάριο της ίδιας μελέτης εκτιμάται σε 92 δισ. ευρώ) στο οποίο γίνεται η παραδοχή ότι θα εισέλθει στο ΤΕΚΑ το 20% από τους 840.000 ασφαλισμένους που είναι κάτω των 35 ετών. Στην προοπτική αυτή, είναι φανερό από την ανάλυση των αποτελεσμάτων της ίδιας της αναλογιστικής μελέτης που συνοδεύει τον ιδρυτικό νόμο του ΤΕΚΑ το γιατί επιλέχθηκε ως βασικό σενάριο το ότι θα εισέλθει στο ΤΕΚΑ μόλις το 20% των ασφαλισμένων που είναι κάτω των 35 ετών» αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Από
το 1981 μέχρι το 2014, 30 χώρες επιχείρησαν να κεφαλαιοποιήσουν και να
ιδιωτικοποιήσουν τη δημόσια υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση. Από αυτές
τις 30 χώρες, οι 14 είναι χώρες της Λατινικής Αμερικής, 14 είναι χώρες
της Αν. Ευρώπης και 2 είναι χώρες της Αφρικής. Μέχρι το 2018, από τις
προαναφερόμενες χώρες, οι 18 εγκατέλειψαν το εγχείρημα της
κεφαλαιοποίησης της κoινωνικής ασφάλισης και επανήλθαν στο δημόσιο
διανεμητικό σύστημα της αλληλεγγύης των γενεών… Οι συγκεκριμένες χώρες,
σύμφωνα με την εκτεταμένη έρευνα του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας,
επέστρεψαν στο δημόσιο διανεμητικό Σύστημα Κοινωνικής Ασφάλισης, έχοντας
επιβαρυνθεί με σημαντικές αρνητικές κοινωνικές και οικονομικές
συνέπειες. Οι λόγοι αποτυχίας της κεφαλαιοποίησης των ατομικών
λογαριασμών των Συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης, που καταγράφονται στις
περιπτωσιολογικές μελέτες (case studies) για κάθε χώρα, είναι κυρίως
δημοσιονομικοί, εξαιτίας του μεγάλου κόστους μετάβασης, αλλά και λόγοι
που αναφέρονται στα υψηλά διαχειριστικά κόστη και τις προμήθειες των
ιδιωτικών επενδυτικών funds, στη σημαντική μείωση των συντάξεων και στη
μη επαρκή και κατανοητή προβλεψιμότητα του επιπέδου της σύνταξης από
τους ασφαλισμένους, λόγω της αβεβαιότητας των χρηματιστηριακών
κεφαλαιαγορών…».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου