![]() |
Σουδάν: Ο πόλεμος του χρυσού πίσω από τη γενοκτονία
της Ιωάννας Αρχοντάκη
Το Σουδάν βρίσκεται σήμερα στο χείλος της απόλυτης καταστροφής. Ο Guardian αποκάλυψε ότι η πόλη Ελ Φάσερ, πρωτεύουσα του Βόρειου Νταρφούρ, μοιάζει πλέον με «σφαγείο», ένα «τεράστιο αχαρτογράφητο έγκλημα». Την ίδια στιγμή, νέες αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν ότι η γενοκτονία στο Σουδάν τροφοδοτείται από τα διεθνή συμφέροντα.
Έξι εβδομάδες μετά την κατάληψή της από τις Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης (RSF), δορυφορικές εικόνες δείχνουν χιλιάδες σωρούς από πτώματα, έτοιμα να ριχτούν σε μαζικούς τάφους ή να καούν σε τεράστιους λάκκους. Έως και 150.000 κάτοικοι της πόλης παραμένουν αγνοούμενοι. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Yale χαρακτηρίζουν το Ελ Φάσερ «μια κωμόπολη-φάντασμα που αδειάζει μεθοδικά από ζωή».
Όπως αποκαλύπτει ο Guardian, οι Βρετανοί βουλευτές ενημερώθηκαν σε κλειστή ενημέρωση ότι τουλάχιστον 60.000 άνθρωποι έχουν δολοφονηθεί μόνο μέσα σε τρεις εβδομάδες. Το Ελ Φάσερ, τελευταίο προπύργιο του σουδανικού στρατού στην περιοχή, παραδόθηκε στον RSF μετά από 500 ημέρες πολιορκίας και λιμοκτονίας. Ακολούθησαν οργανωμένες μαζικές σφαγές αμάχων, βιασμοί, εξαφανίσεις, καύση πτωμάτων σε αυτοσχέδιες χωματερές και άγνωστος αριθμός μαζικών τάφων. Δορυφορικά δεδομένα δείχνουν δρόμους κυριολεκτικά ποτισμένους με αίμα.
Και παρότι ο RSF υποσχέθηκε να επιτρέψει την πρόσβαση σε ανθρωπιστικούς οργανισμούς και στον ΟΗΕ, η πόλη παραμένει σφραγισμένη. Κανείς δεν μπαίνει και κανείς δεν βγαίνει.
Το Ελ Φάσερ, σύμφωνα με ειδικούς, αποτελεί πιθανότατα το χειρότερο έγκλημα πολέμου της σύγκρουσης μέχρι σήμερα.
Η μεγαλύτερη κρίση εκτοπισμού παγκοσμίως
Ο ΟΗΕ προειδοποιεί ότι ο πληθυσμός της χώρας βιώνει τη «μεγαλύτερη κρίση εκτοπισμού στον κόσμο»: με περισσότερους από 10 εκατομμύρια ανθρώπους να έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους, τρεισήμισι εκατομμύρια να έχουν περάσει τα σύνορα, ενώ 14 εκατομμύρια παιδιά να χρειάζονται άμεση βοήθεια για να επιβιώσουν. Το ήδη ανεπαρκές δίκτυο ανθρωπιστικής βοήθειας έχει καταρρεύσει πλήρως, ενώ ο λιμός εξαπλώνεται ανεξέλεγκτα.
Την ίδια στιγμή, νέες αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν ότι η γενοκτονία στο Σουδάν τροφοδοτείται από διεθνή συμφέροντα. Η Διεθνής Αμνηστία τεκμηρίωσε για πρώτη φορά τη χρήση προηγμένων κινεζικών κατευθυνόμενων βομβών GB50A και οβιδοβόλων AH-4 από τον RSF. Τα όπλα αυτά κατασκευάστηκαν το 2024 από τον κινεζικό κρατικό όμιλο Norinco και, σύμφωνα με την έρευνα, επανεξήχθησαν σχεδόν σίγουρα από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προς τον RSF κατά κατάφωρη παραβίαση του εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ.
Το Ηνωμένο Βασίλειο κατηγορείται από αναλυτές του ίδιου του Υπουργείου Εξωτερικών ότι λογόκρινε τον όρο «γενοκτονία» στην εσωτερική αναφορά αξιολόγησης κινδύνου τον Απρίλιο του 2023, πιθανώς για να προστατευθεί ο στενός του σύμμαχος, τα ΗΑΕ – η χώρα που, σύμφωνα με πολλαπλές καταγγελίες τροφοδοτεί τον RSF με όπλα, drones και χρήματα. Η κατηγορία αυτή είναι ιδιαίτερα σοβαρή, καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί τη χώρα που έχει την επίσημη ευθύνη να συντάσσει τα ψηφίσματα, να καθοδηγεί τις διπλωματικές πρωτοβουλίες και να προωθεί μέτρα για την προστασία των αμάχων για το Σουδάν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Πριν λίγες μέρες, ο απεσταλμένος των ΗΠΑ για την Αφρική, Μασάντ Μπουλός, παραδέχθηκε ότι το «ολοκληρωμένο σχέδιο εκεχειρίας» του Τραμπ, που παρουσίασε στον στρατηγό Αμπντέλ Φατάχ αλ-Μπουρχάν και στον αρχηγό των RSF, Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλου (Χεμεντί), απορρίφθηκε και από τις δύο πλευρές. Ο Χεμεντί ανακοίνωσε μεν μονομερή «ανθρωπιστική εκεχειρία», όμως μέσα σε λίγες ημέρες ο RSF και οι σύμμαχοί του απήγαγαν πάνω από 150 άνδρες και παιδιά στο Νότιο Κορντοφάν για εξαναγκαστική στρατολόγηση.
Πώς όμως μια χώρα που το 2019 γιόρταζε μια ειρηνική επανάσταση βρέθηκε ξανά να ζει τη φρίκη του 2003;
Πώς ξεκίνησαν όλα
Το Σουδάν είναι μια τεράστια χώρα, με πάνω από 45 εκατομμύρια κατοίκους, δεκάδες εθνοτικές ομάδες και μια ιστορία που χαρακτηρίζεται από άνισες σχέσεις εξουσίας. Από την ανεξαρτησία του, το 1956, η πολιτική και οικονομική δύναμη συγκεντρώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στα χέρια ελίτ που ζούσαν στις κεντρικές περιοχές γύρω από τον Νείλο, όπως το Χαρτούμ και η Ατμπάρα. Αντίθετα, περιφέρειες, όπως το Νταρφούρ στη δυτική χώρα, αφέθηκαν να βυθίζονται στη φτώχεια, την έλλειψη υποδομών και τη διαρκή ανασφάλεια.
Αυτές οι ανισότητες τροφοδότησαν τοπικές εντάσεις για δεκαετίες. Από τη δεκαετία του 1980, ανταγωνισμοί για βοσκοτόπια, νερό και πολιτική επιρροή οξύνθηκαν, ιδιαίτερα μεταξύ ομάδων που αυτοπροσδιορίζονταν ως «αραβικές» και ομάδων που θεωρούνταν «αφρικανικές». Οι διαφορές αυτές δεν είχαν τόσο εθνοτικό χαρακτήρα, όσο αντανακλούσαν ιστορικές διαδρομές, κοινωνικές δομές και τις πολιτικές επιλογές που τους είχαν επιβληθεί.
Η πρώτη γενοκτονία στο Νταρφούρ
Το 2003, οι εξεγέρσεις στο Νταρφούρ ενάντια στην κεντρική κυβέρνηση αντιμετωπίστηκαν με ακραία βία από το καθεστώς του τότε προέδρου Όμαρ αλ-Μπασίρ. Ο Μπασίρ εξόπλισε και χρηματοδότησε πολιτοφυλακές στρατολογημένες κυρίως από νομαδικές αραβικές κοινότητες της δυτικής χώρας, που έγιναν γνωστές ως Τζαντζαουίντ. Αυτές, μαζί με τον στρατό, προέβησαν σε εκτεταμένες σφαγές, βιασμούς και καταστροφές χωριών. Η διεθνής κοινότητα αναγνώρισε τα γεγονότα αυτά ως γενοκτονία.
Ωστόσο, οι Τζαντζαουίντ εξελίχθηκαν σε έναν ακόμη πιο οργανωμένο παραστρατιωτικό σχηματισμό. Το 2013, ο Μπασίρ δημιούργησε επίσημα τις Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης (RSF), υπό την ηγεσία ενός άνδρα που έως τότε ήταν η δευτερεύουσα φιγούρα στις πολιτοφυλακές, του Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλου, γνωστού ως Χεμεντί.
Γιατί ο Μπασίρ χρηματοδότησε παραστρατιωτικές ομάδες;
Ο καθοριστικός παράγοντας για την άνοδο του RSF βρίσκεται στις τακτικές του ίδιου του Μπασίρ. Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο τότε πρόεδρος χρησιμοποιούσε συστηματικά την ίδια μέθοδο. Αντί να ενισχύσει τον εθνικό στρατό, δημιουργούσε παράλληλες ένοπλες ομάδες για να καταπνίγει εξεγέρσεις που δεν εμπιστευόταν στον στρατό.
Ο λόγος ήταν απλός. Ο στρατός ιστορικά έκανε πραξικοπήματα στο Σουδάν. Οι παραστρατιωτικοί, όμως, χρωστούσαν την ύπαρξή τους στον ίδιο το Μπασίρ.
Αυτό που άλλαξε το παιχνίδι ήταν όταν οι παραστρατιωτικοί βρήκαν ανεξάρτητη χρηματοδότηση: το χρυσό. Τα μεγαλύτερα χρυσωρυχεία της χώρας βρίσκονται στο Νταρφούρ και στο Βόρειο Κορντοφάν. Ο Χεμεντί και οι άνδρες του τα κατέλαβαν σταδιακά, δημιούργησαν δίκτυα εξόρυξης και λαθρεμπορίου και έχτισαν μια οικονομική αυτοκρατορία που τους απελευθέρωσε από τον έλεγχο του κράτους, επιτρέποντάς τους να αγοράζουν όπλα, οχήματα, καύσιμα και να πληρώνουν μισθοφόρους από το Τσαντ, τη Λιβύη, τη Σομαλία και την Κεντρική Αφρική.
Έτσι, ο RSF δεν χρειαζόταν πλέον τον κρατικό προϋπολογισμό. Και όταν μια παραστρατιωτική ομάδα δεν εξαρτάται από τον κρατικό προϋπολογισμό, μετατρέπεται από «εργαλείο» σε απειλή. Αυτό συνέβη όταν ο Μπασίρ ανατράπηκε από λαϊκές κινητοποιήσεις το 2019, αλλά και στη συνέχεια όταν ο Μπουρχάν, ο σημερινός στρατιωτικός αρχηγός του κράτους, προσπάθησε να περιορίσει τον Χεμεντί.
Ο εμφύλιος ήταν θέμα χρόνου.
Χρυσός ο πόλεμος
Το Σουδάν είναι η τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός χώρα χρυσού στην Αφρική. Ωστόσο, ο χρυσός του Σουδάν δεν μένει στο Σουδάν. Ρέει προς έναν βασικό προορισμό: τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Το Ελ Φάσερ είναι κομβικής σημασίας, καθώς αποτελεί την πύλη για τον πλήρη έλεγχο του Νταρφούρ και των ορυχείων του. Είναι επίσης κόμβος για διαδρομές λαθρεμπορίου που οδηγούν στη Λιβύη και το Τσαντ, όπου ο χρυσός και τα όπλα αλλάζουν χέρια χωρίς κρατικό έλεγχο.
Ο χρυσός καταλήγει στο Ντουμπάι, το διεθνές κέντρο εμπορίου χρυσού. Εκθέσεις του ΟΗΕ και διεθνών αναλυτών δείχνουν ότι σημαντικό μέρος του «σουδανικού» χρυσού εξάγεται μέσω του RSF απευθείας στα Εμιράτα, συχνά χωρίς να καταγράφεται. Εκεί «νομιμοποιείται» και ξαναεισάγεται στην παγκόσμια αγορά.
Τα ΗΑΕ από την πλευρά τους έχουν κατηγορηθεί ότι προμηθεύουν τον RSF με όπλα μέσω Τσαντ και μισθοφόρους μέσω βάσεων στη Λιβύη και στη Σομαλία. Το Άμπου Ντάμπι αρνείται τις κατηγορίες, αλλά τα ευρήματα από τις εκθέσεις του ΟΗΕ δείχνουν πυρομαχικά και εξοπλισμό που έχουν ξεκινήσει από τα Εμιράτα και βρέθηκαν στο πεδίο της μάχης στο Σουδάν.
Αλλά δεν είναι μόνο τα ΗΑΕ. Η Ρωσία είχε συμφωνήσει με τον αλ-Μπουρχάν να εγκαταστήσει ναυτική βάση στο Πορτ Σουδάν, μια εξαιρετικά στρατηγική τοποθεσία στην Ερυθρά Θάλασσα. Ως αντάλλαγμα, η παραστρατιωτική οργάνωση Wagner εξασφάλισε πρόσβαση σε σουδανικά χρυσωρυχεία. Αυτός ο χρυσός χρηματοδοτεί επιχειρήσεις της Wagner σε άλλα πεδία συγκρούσεων.
Η Αίγυπτος στηρίζει τον αλ-Μπουρχάν, όχι μόνο για λόγους ασφάλειας, αλλά γιατί ο στρατός του διατηρεί τον έλεγχο της ακτής της Ερυθράς Θάλασσας, ενώ αποτελεί και σύμμαχό της στη διαμάχη με την Αιθιοπία για το φράγμα του Νείλου.
Η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία, το Ιράν και άλλες χώρες ακολουθούν τα δικά τους συμφέροντα και κατά καιρούς στηρίζουν διαφορετικές πλευρές.
Ο πόλεμος στο Σουδάν λοιπόν δεν είναι «εμφύλιος» με την κλασική έννοια, ούτε απλώς η σύγκρουση μεταξύ δύο στρατηγών. Είναι η σύγκρουση για τον έλεγχο μιας χώρας που κάθε μεγάλος παίκτης βλέπει ως πολύτιμο κόμβο: για το χρυσό της, το πετρέλαιο, τα ορυκτά της, τη γεωστρατηγική της θέση, την πρόσβαση στην Ερυθρά Θάλασσα.
Η διεθνής κοινότητα δεν έχει αποτύχει να αντιδράσει για τη γενοκτονία στο Σουδάν. Έχει επιλέξει συνειδητά να μην το κάνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου