Μέσα σε λίγες μέρες, η «παραδοσιακή» διεθνής κοινότητα πέρασε από την ελάχιστη δραστηριότητα, ίσα ίσα για να κουνήσει το δάχτυλο στους Παλαιστίνιους, σε μια φρενήρη ενεργητικότητα σε ό,τι αφορά την ιδέα του «Λιμανιού».
Οι ρίψεις τροφίμων από αέρος σε μια Γάζα με θεάματα άνευ άρτου και ο θαλάσσιος διάδρομος που κορυφώνεται με το σχέδιο για ένα ανθρωπιστικό λιμάνι επανέφεραν στη δράση κάποια υπουργεία Eξωτερικών που βρίσκονταν σε ύπνωση από τον Οκτώβρη. Η διπλωματική τάξη επέστρεψε και οι πολιτικές ελίτ των μεσαίων δυνάμεων επιδεικνύουν τις διαλεκτικές τους δεινότητες περί ειρηνευτικών διαδικασιών, συνόδων, «εταίρων» και «διαμεσολαβητών».
Η απόσταση ανάμεσα στη γλώσσα που χρησιμοποιείται για να περιγράψει αυτές τις πρωτοβουλίες και στην ηθική της πραγματικότητα είναι τόσο μεγάλη όσο κι εκείνη ανάμεσα στο σημείο όπου η Οτάβα, το Λονδίνο, το Παρίσι ή το Βερολίνο νομίζουν πως βρίσκεται ο υπόλοιπος πλανήτης και σε αυτό όπου βρίσκεται πραγματικά. Η ρίψη τροφίμων, ο θαλάσσιος διάδρομος ή το λιμάνι παραπέμπουν, από νομικής πλευράς, περισσότερο σε άμεση εμπλοκή στα εγκλήματα του Ισραήλ παρά σε «βοήθεια». Η συνενοχή και η στήριξη έδωσαν τη θέση τους σε μια άμεση συμμετοχή και μάλιστα επί του πεδίου. Αυτό το γνωρίζει η συντριπτική πλειoνότητα στον πλανήτη και δεν χρειάστηκαν παρά λίγα μόνο λεπτά για να τοποθετηθούν οι πρωταγωνιστές αυτών των ενεργειών σε ειδική ηθική κατηγορία.
Αρκετοί από τους εμπλεκόμενους πολιτικούς ηγέτες δεν διαθέτουν κάποιο στιβαρό ηθικό εκτόπισμα που να δικαιολογεί τα πεπραγμένα τους στην εξουσία. Είναι όμως ιδιαίτερα ανησυχητική η περίπτωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η δομή της οποίας επιτρέπει, ακόμα κι αν δεν βγάζει ομοφωνία στον έλεγχο του προϋπολογισμού, να συνεχίζει ο γραφειοκρατικός μηχανισμός της τη συμμετοχή στη γενοκτονία. Η Ενωση έχει μακρά πορεία παροχής υπηρεσιών στον εισβολέα προκειμένου να «διεθνοποιήσει» τον λογαριασμό της κατοχής, ενώ ταυτόχρονα αποδυναμώνει τη διεθνοποίηση του παλαιστινιακού αγώνα. Ας το ονομάσουμε αυτό συμβολικά «ξεθώριασμα της ταυτότητας του λαού της Παλαιστίνης μέσα στον ωκεανό της διεθνοποίησης».
Η αληθινή διεθνής κοινότητα (παρά την ατελή ομαδοποίησή της στον ΟΗΕ με τη μορφή του κράτους-έθνους) έχει πάρα πολύ καλούς λόγους για να κάνει «δική της», δηλαδή κτήμα όλων, την επίλυση της σύγκρουσης στην Παλαιστίνη. Παρ’ όλα αυτά, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, καθώς και οι λοιποί πολιτικοί παράγοντες των μεγάλων δυνάμεων και των μεσαίων ευρωπαϊκών δυνάμεων, προτιμούν πάντα τη συμμετοχή μέσω διμερών μηχανισμών: συμφωνίες ανάμεσα στο Ισραήλ και κάποιο τρίτο μέρος, στις οποίες η Ε.Ε. εμφανίζεται ως διαμεσολαβήτρια, εγγυήτρια, διευκολυντική δύναμη κ.λπ.
Τέτοιου είδους διατυπώσεις έχουν διευκολύνει την ευρωπαϊκή συμμετοχή στην πολιορκία της Γάζας η οποία αυστηροποιήθηκε -και δεν ξεκίνησε- το 2007. Είναι ένας μηχανισμός που αρέσει πολύ στο σύστημα του Ισραήλ γιατί αφήνει στα χέρια των κρατών -και όχι του ΟΗΕ- κάτι διαπραγματεύσεις εσκεμμένα περίπλοκες ώστε να μη διακρίνεται η απουσία ελεγκτικών μηχανισμών και εγγυήσεων για την πιο αδύναμη πλευρά. Η επίφαση των διμερών συμφωνιών θολώνει το βασικό αξίωμα της σύγκρουσης: υπάρχει ένας κατακτημένος, λεηλατημένος λαός που κανένας δεν εγγυάται τα δικαιώματά του. Ο οποίος όμως, καθώς δεν θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά, είναι πάντα εκείνος που παραβιάζει τις διμερείς συμφωνίες. Κι αυτός που δέχεται το ανάθεμα.
Ο τρόπος δράσης της ισραηλινής διπλωματίας από το 1948 και μετά είναι να «λύνει» τον τρομερό «γρίφο» της σύγκρουσης στην Παλαιστίνη σε μικρότερους διμερείς γρίφους, έτσι ώστε να χάνεται η προοπτική. Και να στρέφει με αυτό τον τρόπο την προσοχή από ένα πολιτικό πρόβλημα, που μπορεί να λυθεί με την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, σε έναν ιστό ανθρωπιστικών ζητημάτων διαφορετικής φύσης, πράγμα που ευνοεί τη διαιώνιση της αποικιοποίησης. Πρόκειται για μια εντυπωσιακή διαδικασία στο πλαίσιο της οποίας οι «άλλοι» έχουν γίνει υπεύθυνοι για τη μη τήρηση των συμφωνιών και των δεσμεύσεων απέναντι στο Ισραήλ, οι οποίες, κατά βάση, συνίστανται στο να διασφαλίσουν ότι ο κόσμος της Παλαιστίνης δεν θα κάνει αυτό που δικαιούται να κάνει για να ζήσει ελεύθερος.
Μέσα στο σημερινό πλαίσιο, αν δεν γίνει αυτό κατανοητό, είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τη θέση της Αιγύπτου, η οποία δέχεται πιέσεις του χυδαιότερου είδους προκειμένου να δεχτεί να γίνει αυτή «υπεύθυνη» για τους Παλαιστίνιους της Γάζας. Το αν αυτό θα συμβεί εντός ή εκτός της ίδιας της Λωρίδας, είναι δευτερεύον.
Προτού αναγνωριστεί ως ο πρώτος Ισραηλινός ιστορικός που μίλησε ανοιχτά για εθνοκάθαρση στην Παλαιστίνη, ο Ιλάν Παπέ έγραψε ένα έργο που θεωρείται πια κλασικό «The Making of the Arab-Israeli conflict, 1947-51» (Η κατασκευή της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης 1947-1951). Το βιβλίο δεν έχει κυκλοφορήσει στα ισπανικά(1) και είναι κρίμα γιατί εξηγεί πάρα πολύ καλά κάτι που ξαναβλέπουμε 75 χρόνια αργότερα: οι προσφορές για διαπραγμάτευση συμφωνιών διαφόρων ειδών δεν σταμάτησαν να έρχονται εκείνα τα χρόνια. Αγνοήθηκαν όμως συστηματικά από την ισραηλινή εξουσία, η οποία επέβαλε τρεις προϋποθέσεις: εκτός πλαισίου του ΟΗΕ, χωρίς παλαιστινιακή εκπροσώπηση και χωρίς «αραβικό μέτωπο».
Εκτοτε, επαναλαμβάνεται ο ίδιος μηχανισμός, σε σημείο μάλιστα οι Ισραηλινοί να δεχτούν σφίγγοντας τα δόντια την παρουσία μιας παλαιστινιακής αντιπροσωπείας εντός της ιορδανικής στη Σύνοδο της Μαδρίτης. Οι Συμφωνίες του Οσλο, ο ακρογωνιαίος λίθος της «ειρηνευτικής διαδικασίας», αποτελούν ένα παράδειγμα νομικίστικου τεχνάσματος με το οποίο ο λαός της Παλαιστίνης δεν αποκτούσε τίποτα που να παραπέμπει στην έννοια ενός στιβαρού Δικαίου, όπως είναι η αρχή της εθνικής κυριαρχίας.
Τα Ηνωμένα Εθνη δεν έγιναν ευπρόσδεκτα στους κύκλους εξουσίας του Ισραήλ από τη στιγμή που έπαψαν να είναι μια λέσχη αποικιοκρατικών δυνάμεων για να απεικονίσουν καλύτερα ένα μετα-αποικιακό κόσμο. Εναν κόσμο που κατανοεί πλήρως το παλαιστινιακό ζήτημα επειδή δεν είναι τόσο διαφορετικό από το ζήτημα του καθενός εξ αυτών. Και είναι αυτός ο κόσμος που στη Γενική Συνέλευση τονίζει ξανά και ξανά την άρνησή του να παρασυρθεί από τα αμερικανικά κόλπα υπέρ του Ισραήλ, υποστηρίζοντας τα βασικά ψηφίσματα για το δικαίωμα στην επιστροφή ή για τον τερματισμό της κατοχής.
Τα Ηνωμένα Εθνη -όχι κάποιο «γραφείο» τεχνοκρατών στη Νέα Υόρκη, αλλά οι αντιπροσωπείες αυτών των εθνών- έχουν διασφαλίσει, ώστε βάσει του Δικαίου, η Γάζα και η Δυτική Οχθη του Ιορδάνη, συμπεριλαμβανομένης της Ιερουσαλήμ, να εξακολουθούν να αποτελούν κατεχόμενα εδάφη. Και το Ισραήλ να παραμένει, ακόμα και μετά την παγίδα της «αποκοπής» από τη Λωρίδα το 2005, κατοχική δύναμη (Απόφαση 1860 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ του 2009). Αυτά τα Ηνωμένα Εθνη είναι εκείνα που αποφάσισαν, χωρίς περιστροφές, ότι μέχρις ότου εκπληρωθεί το όραμα των Παλαιστινίων να «επιστρέψουν στην πατρίδα» δεν θα διαλυθεί η οργάνωση που δημιουργήθηκε για να τους συνοδεύσει σε αυτόν τον στόχο.
Η UNRWA δέχεται μια επίθεση απίστευτης σφοδρότητας. Ορισμένοι διεθνείς παράγοντες, ανάμεσά τους και ανθρωπιστικοί, αρχίζουν να γοητεύονται από την ιδέα να φτάνει η βοήθεια στη Γάζα από άλλες οδούς. Η συντριπτική πλειονότητα των εθνών, όμως, δεν ξεγελιέται. Ξέρουν ότι ο στόχος είναι να ξεθωριάσει η διεθνής διάσταση του αγώνα του παλαιστινιακού λαού. Θέλουν η «διμεροποίηση» της βοήθειας έκτακτης ανάγκης (ούτως ώστε να μείνει κενή πολιτικού περιεχομένου) αλλά και η προέλευση του χρήματος να είναι η ίδια. Μακριά από τον ΟΗΕ, τον νόμιμο φορέα που δημιουργήθηκε για τις κοινωνίες μας, ούτως ώστε ό,τι διανέμεται στην Παλαιστίνη να μην είναι ελεημοσύνη, αλλά Δίκαιο και Δικαιοσύνη, υπό τον έλεγχο των κυρίαρχων λαών.
Με τα τερτίπια του Ισραήλ διατρέχουμε τον κίνδυνο ένα τμήμα της κοινωνίας να νιώσει ότι έχει μπουχτίσει. Ωστόσο, πιστεύω ότι, για μια ακόμα φορά, τα ενωμένα έθνη του κόσμου θα αποτελέσουν την καλύτερη εγγύηση ώστε να μην ξεθωριάσουν ούτε τα δικαιώματα, ούτε η ταυτότητα, ούτε ο ίδιος ο παλαιστινιακός λαός.
*Ισπανός δημοσιογράφος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου