Η δήλωση του βουλευτή της ΝΔ για τα τρία νεκρά κορίτσια στη δολοφονία των Τεμπών μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως τέτοια για δύο λόγους.
Ο πρώτος λόγος είναι ότι στο παρελθόν ο συγκεκριμένος έχει κάνει απίστευτης αναλγησίας δηλώσεις. Για παράδειγμα, είχε δηλώσει πως «το ρεύμα δεν είναι κοινωνικό αγαθό» και ως εκ τούτου «μπορεί κάποιος να ζήσει και με μία λάμπα». Είχε δηλώσει, ακόμη, πως «δεν έχουμε κομμουνιστικό καθεστώς για να είμαστε αναγκασμένοι να δώσουμε δουλειά και ένα πιάτο φαΐ στον κόσμο». Επομένως, το συγκεκριμένο στέλεχος της ΝΔ έχει παρελθόν σε δηλώσεις φιλοτομαρισμού.
Ο δεύτερος λόγος είναι γιατί δεν είναι το μοναδικό στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος με δηλώσεις αυτού του ύφους. Ας θυμηθούμε τις δηλώσεις Μενδώνη με τις οποίες επιχείρησε να εξαγνίσει τον Λιγνάδη μετά το σκάνδαλο παιδεραστίας που είδε το φως της δημοσιότητας, τη δήλωση του Πέτσα που μας πληροφορούσε ότι «όποιος δεν προσαρμόζεται πεθαίνει», τις δηλώσεις του ίδιου του Μητσοτάκη με βάση τις οποίες «είναι αντίθετη στην ανθρώπινη φύση μια κοινωνία ισότητας», τη δήλωση του βουλευτή της ΝΔ Μπάμπη Παπαδημητρίου σύμφωνα με την οποία «το νερό στην Ελλάδα είναι φθηνό» ( επομένως υπάρχει περιθώριο να ακριβύνει), τις θεατρικές παραστάσεις του Άδωνι Γεωργιάδη ο όποιος με γκεμπελικές μεθόδους πανηγύριζε για το ότι μπήκε χαράτσι στα χειρουργεία στα δημόσια νοσοκομεία ή ακόμη δήλωνε «πως η υπόθεση της τραγωδίας των Τεμπών και των υποκλοπών ενδιαφέρει μόνο τον μικρόκοσμο κάποιων».
Τα παραπάνω δείγματα είναι μόνο ένα πολύ μικρό μέρος από δηλώσεις στελεχών της Νέας Δημοκρατίας που έχουν αφήσει άφωνο το πανελλήνιο. Είναι η «κυβέρνηση των αρίστων» όπως αρέσκονταν να μας λένε τα στελέχη της. Όλος αυτός ο ορυμαγδός των δηλώσεων που φέρνει στην επιφάνεια έναν αγριοανθρωπισμό, αποτελεί προϊόν μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας —της αστικής— που αποθεώνει το άτομο έναντι της όποιας συλλογικότητας, της ειδικής έκφρασης της αστικής ιδεολογίας στην παρούσα φάση, δηλαδή του νεοφιλελευθερισμού, αλλά και της έπαρσης που εδράζεται στο θετικό, για το κυβερνών κόμμα, εκλογικό αποτέλεσμα. Το θέμα, όμως, δεν είναι η αναλγησία των κρατούντων αλλά ότι αυτή διοχετεύεται και σε ένα σώμα της κοινωνίας.
Ας μοιάζει ανεδαφικό ή ουτοπικό αλλά η μόνη λύση είναι η ανατροπή αυτής της άθλιας κυβέρνησης μέσα από κινηματικές διαδικασίες. Αν μια τέτοια αντίληψη δεν γίνει κτήμα στα μυαλά των ανθρώπων τότε υπάρχουν δύο δρόμοι απολύτως αδιέξοδοι όπως έχει αποδειχθεί στο παρελθόν. Ο ένας είναι να υπομένουμε καρτερικά τη μοίρα μας και ο άλλος είναι να περιμένουμε τον νέο σωτήρα ο οποίος θα επαναλάβει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό την αθλιότητα που βιώνουμε.
(*) Εκπαιδευτικός-συγγραφέας
***
-ΔΙΑΒΑΣΤΕ, επίσης, σχετικά:
MOTIONTEAM/ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΕΡΒΕΡΙΔΗΣ |
Οταν η Ιφιγένεια θυσιάζεται...
Πόσες Ιφιγένειες αντέχει το συλλογικό συνειδητό (και ασυνείδητο) της ελληνικής κοινωνίας;
Οι 57 «Ιφιγένειες» των Τεμπών δεν ξύπνησαν τα ληθαργικά ανθρωπιστικά αντανακλαστικά των κυβερνώντων (θεσμικών και μη), αν και ξεσήκωσαν το πανελλήνιο. Μια μάχη είναι εδώ σε εξέλιξη. Η Δικαιοσύνη θα αποφανθεί. Η δικαιοσύνη των Επιτροπών της Βουλής δεν φαίνεται να αποφάνθηκε. Αλλωστε η βουλευτική ασυλία κάνει τους ίσους πιο ίσους και η πλειοψηφία κυβερνά.
Η απόφαση μιας δικαιοσύνης (απ’ όσο γνωρίζω) πρέπει να αναγνωρίζει τη βλάβη στα θύματα, να τιμωρεί τους ενόχους, να διορθώνει τα κακώς κείμενα και να δικαιώνει το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Τι από αυτά έγινε; Τίποτα. Ο καθείς την άποψή του (κομματικά).
Ποια δικαιοσύνη λοιπόν; Η θεσμική; Αυτή που ζει σε κενό αέρος και αποδίδεται άνευ τριβών και εμποδίων; Ή η δικαιοσύνη που «τρίβεται» με την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία; Αυτή που καλείται κάθε λίγο και λιγάκι να αλλάξει τα μέτρα και τα σταθμά της από παρεμβάσεις σε νόμους που μόνο οι τυφλοπόντικες πλέον θα κατάφερναν να βρουν ψήγματα δικαίου για την Ανθρώπινη Φύση.
Οι οικογένειες των θυμάτων αναζητούν δικαιοσύνη στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Και καλά κάνουν. Συμμερίζομαι τον κόπο τους και προσπαθώ να συμπάσχω με το κατάδικό τους ανεπίλυτο πένθος.
Η Ευρωπαία Εισαγγελέας ήρθε στην Ελλάδα για να συνεργαστεί θεσμικά. Παλαιότερα η ευρωπαϊκή τεχνογνωσία ήταν μάννα εξ ουρανού, αλλά σήμερα είναι παρέμβαση στην εσωτερική έννομη τάξη. Ο,τι μας συμφέρει ε;
Η υπόθεση του παιδιού (γιατί περί παιδιού πρόκειται) από τον Κολωνό ξαναζωντανεύει την ιστορία μιας άλλης Ιφιγένειας.
Η εισαγγελική λειτουργός δεν ξέρω αν γνωρίζει το αντικείμενο της εργασίας της, αλλά σίγουρα χρειάζεται να το συζητήσει με συναδέλφους και προϊσταμένους της. Αραγε τι εκπροσωπεί; Τι θεσμικό ρόλο έχει; Ποιο κοινωνικό σύνολο εκπροσωπεί; Στο όνομα ποιου μιλάει; Πού ζει, τέλος πάντων, ας μας πει...
Ας περιμένουμε την τελική κρίση, θα μου πείτε. Την ανθρώπινη ή τη θεϊκή, θα ρωτήσω. Σε αυτή τη ζωή ή στην επέκεινα. Η υπομονή σήμερα έχει χάσει και τη σημασία της.
Πόσοι άνθρωποι αναρωτιέμαι δικαιώνονται σήμερα στην Ελλάδα; Εντός δικαστηρίων και εκτός. Σε αυτές τις συναλλαγές τους με το δημόσιο σύστημα που πνέει τα λοίσθια από ανθρώπους και γεμίζει εφαρμογές στο κινητό; Πόσοι; Πόσοι έχουν λεφτά και σθένος να βρουν δικαιοσύνη στη χώρα που τρώει ακόμα τα παιδιά της; Πόση ιστορία έχουμε πλέον διδαχτεί και διδάξει στον κανιβαλισμό και στην τραγωδία (εκτός των άλλων);
Σε ποιο νοσοκομείο θα βρουν φροντίδα οι άνθρωποι την ώρα του πόνου, χωρίς λεφτά και σκοτούρες παρεμφερείς; Ποιος θα τους κοιτάξει;
Πού να ακουμπήσει, λοιπόν, το συλλογικό (κοινωνικό και συλλογικό υποκείμενο); Για απόδοση δικαίου και φροντίδας, για γονικές φαντασιακά λειτουργίες;
Η Δικαιοσύνη κρίνεται πάντα. Και στην καθημερινότητα και στον ιστορικό της χρόνο. Ο «πατρικός» νόμος πάντα αμφισβητείται.
Στην ιστορία της Ιφιγένειας η Αρτεμις (αμόλυντη, άσπιλη) σώζει το κορίτσι, που γίνεται ιέρεια σε τόπους μακρινούς. Η θυσία της στοιχειώνει τη γενιά των Ατρειδών και την οδηγεί στην πτώση με τον γυρισμό του «νικητή» του πολέμου.
Στο σήμερα, η μόνη επωδός είναι η παρακμή και η πτώση ενός απάνθρωπου συστήματος που παρασύρει Ιφιγένειες στο διάβα του.
«Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Ομως εγώ Δεν παραδέχτηκα την ήττα.
Εβλεπα τώρα
Πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω
Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
Μιλάτε, δείχνετε πληγές, αλλόφρονες στους δρόμους
Τον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σα σημαία
Καρφώσατε σ’ εξώστες με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμα
Η διάγνωσίς σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.
Εκεί, προσεκτικά, σε μια γωνιά, μαζεύω τάξη,
Φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιο
Κρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους, στολίζω
Με τα κομμένα κρανία τα παράθυρα, πλέκω,
Με κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου και περιμένω
Ορθιος και μόνος σαν και πρώτα περιμένω»
«Κι ήθελε ακόμη...» Μανóλης Αναγνωστάκης
*Κοινωνικός λειτουργός - ψυχολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου