ΦΩΤΟ Alexandros Michailidis / SOOC |
Υπόμνημα με το οποίο τονίζεται ότι η δημιουργία «Ρυθμιστικής Αρχής» για το νερό αποτελεί «μεγάλο και αμφίβολης συνταγματικότητος βήμα προς την ουσιαστική ιδιωτικοποίηση του νερού» απέστειλε το Επιμελητήριο Περιβάλλοντος, δια της Προέδρου του Μαρίας Καραμανώφ, η οποία είναι και Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας επί τιμή.
«Το νομοσχέδιο αποτελεί το τελευταίο βήμα για την ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης του νερού που πραγματοποιήθηκε με τον αντισυνταγματικό μεν, αλλά ισχύοντα πλέον νόμο 4964/2022 (άρθρα 114, 115) που ψηφίστηκε τον περασμένο Ιούλιο. Με το νόμο αυτό επαναμεταβιβάστηκαν στο Υπερταμείο οι μετοχές ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ του Ελληνικού Δημοσίου, κατά πρωτοφανή παραβίαση των αποφάσεων 190/2022, 191/2022 της Ολομέλειας του ΣτΕ, με τις οποίες η μεταβίβασή τους είχε κριθεί αντισυνταγματική. Ήδη λοιπόν, έχει επέλθει η ουσιαστική ιδιωτικοποίηση των δύο μεγαλύτερων φορέων παροχής υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης της χώρας, αφού δεν υπάγονται πλέον στον έλεγχο του Ελληνικού Δημοσίου. Τι απέμεινε για να ολοκληρωθεί η ιδιωτικοποίηση αυτή; Να παραδώσει το κράτος, εκτός από τον έλεγχο, ακόμα και την απλή εποπτεία του» τονίζεται στο υπόμνημα προς την αρμόδια Επιτροπή της Βουλής.
«Το νερό, όμως, δεν είναι εμπορικό προϊόν και οι υπηρεσίες υδροδότησης και αποχέτευσης δεν μπορούν να ανήκουν στην αγορά. Με απλά λόγια, δεν συντρέχει εν προκειμένω η βασική προϋπόθεση που απαιτείται για την υπαγωγή μιας δραστηριότητας στην αρμοδιότητα μιας ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής, δηλ. η λειτουργία της δραστηριότητας αυτής σε περιβάλλον αγοράς. Στον τομέα της υδροδότησης της χώρας δεν νοείται η ύπαρξη αγοράς ούτε δραστηριοποίηση κερδοσκοπικών επιχειρήσεων στο σχετικό πεδίο, ώστε να απαιτείται η ρύθμισή τους από Ανεξάρτητη Αρχή. Δεδομένου ότι, όπως έχει κριθεί από το ΣτΕ, η δημόσια υπηρεσία ύδρευσης και αποχέτευσης, κατ’ αντιδιαστολή προς άλλες υπηρεσίες που έχουν πλέον περιέλθει στο χώρο της αγοράς (ενέργεια, ταχυδρομικές υπηρεσίες, επιβατικές μεταφορές, τηλεπικοινωνίες), δεν επιτρέπεται να ιδιωτικοποιηθεί, η υπαγωγή της στη ρυθμιστική αρμοδιότητα ΡΑΕ είναι ασύμβατη προς την αποστολή αμφοτέρων» προσθέτει η κ.Καραμανώφ και καταλήγει:
«Είναι γεγονός ότι με την επαναμεταβίβαση των μετοχών ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο, ένα μεγάλο τμήμα των φορέων υδροδότησης της χώρας έχει ήδη ιδιωτικοποιηθεί. Αντί να επανορθώσει την κατάφωρη καταστρατήγηση των αρχών του κράτους δικαίου που επέφερε ο Νόμος 4964/2022, με το προτεινόμενο νομοσχέδιο το κράτος αποποιείται περαιτέρω τις αρμοδιότητες και τις ευθύνες του για παροχή ασφαλούς, ποιοτικής και καθολικής υδροδότησης σε προσιτή τιμή. Σύμφωνα με τη δική του επιχειρηματολογία, το νομοσχέδιο ομολογεί πράγματι την ανικανότητα και την απροθυμία του κράτους να έχει υπό τον έλεγχό του το νερό και παραδίδει τις ευθύνες κάπου αλλού. Ως Επιμελητήριο έχουμε επανειλημμένως αναφερθεί στους κινδύνους που ενέχει η στάση αυτή. Δεν χρειάζεται την κρίσιμη αυτή ώρα να τους υπενθυμίσουμε.
Συμπερασματικά, με την υπαγωγή όλων των φορέων υδροδότησης της χώρας στην αρμοδιότητα της ΡΑΕ συντελείται ένα μεγάλο και αμφίβολης συνταγματικότητος βήμα προς την ουσιαστική ιδιωτικοποίηση της δημόσιας υπηρεσίας ύδρευσης και αποχέτευσης, κατά παράκαμψη, για μία ακόμα φορά, των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας».
Αναλυτικά το υπόμνημα του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος:
Σχετικά με τη συνεδρίαση της Επιτροπής, την Τρίτη, 7 Μαρτίου 2023 για το σχέδιο νόμου «Μετονομασία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας σε Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων και διεύρυνση του αντικειμένου της με αρμοδιότητες επί των υπηρεσιών ύδατος και της διαχείρισης αστικών αποβλήτων, ενίσχυση της υδατικής πολιτικής – Εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας για τη χρήση και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέσω της ενσωμάτωσης των οδηγιών ΕΕ 2018/2001 και 2019/944 – Ειδικότερες διατάξεις για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την προστασία του περιβάλλοντος».
Με το προτεινόμενο νομοσχέδιο οι κρατικές αρμοδιότητες ρύθμισης και ελέγχου όλων των φορέων παροχής των δημοσίων υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης της χώρας αφαιρούνται από τα αρμόδια Υπουργεία και ανατίθενται στην ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ). Η όλη λογική και το πνεύμα του νομοσχεδίου καταστρατηγεί ευθέως τα παγίως κριθέντα από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ Ολ. 1904/2014, 190/2022, 191/2022), ανατρέπει το υφιστάμενο καθεστώς λειτουργίας των φορέων αυτών και ενέχει, ως εκ τούτου, σοβαρούς κινδύνους για τη συνέχιση της παροχής των υπηρεσιών τους εκτός περιβάλλοντος αγοράς και ανταγωνισμού και υπό όρους δημόσιας υπηρεσίας, δηλαδή με ασφάλεια, καθολικότητα, υψηλή ποιότητα και προσιτή τιμή.
Το νομοσχέδιο αποτελεί το τελευταίο βήμα για την ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης του νερού που πραγματοποιήθηκε με τον αντισυνταγματικό μεν, αλλά ισχύοντα πλέον νόμο 4964/2022 (άρθρα 114, 115) που ψηφίστηκε τον περασμένο Ιούλιο. Με το νόμο αυτό επαναμεταβιβάστηκαν στο Υπερταμείο οι μετοχές ΕΥΔΑΠ/ΕΥΑΘ του Ελληνικού Δημοσίου, κατά πρωτοφανή παραβίαση των αποφάσεων 190/2022, 191/2022 της Ολομέλειας του ΣτΕ, με τις οποίες η μεταβίβασή τους είχε κριθεί αντισυνταγματική. Ήδη λοιπόν, έχει επέλθει η ουσιαστική ιδιωτικοποίηση των δύο μεγαλύτερων φορέων παροχής υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης της χώρας, αφού δεν υπάγονται πλέον στον έλεγχο του Ελληνικού Δημοσίου. Τι απέμεινε για να ολοκληρωθεί η ιδιωτικοποίηση αυτή; Να παραδώσει το κράτος, εκτός από τον έλεγχο, ακόμα και την απλή εποπτεία του.
Με την υπαγωγή των φορέων υδροδότησης στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, το κράτος παραδίδει σε αυτήν τις αρμοδιότητές του επί των φορέων υδροδότησης (ρυθμιστικές, κανονιστικές, αδειοδοτικές, κυρωτικές, τιμολογιακές), οι οποίες κατά το Σύνταγμα του ανήκουν αποκλειστικά. Είναι γνωστό ότι οι Ρυθμιστικές Αρχές, από τη φύση τους, δεν έχουν καμμία αρμοδιότητα σε τομείς δραστηριότητος που δεν ανήκουν στην αγορά. Αποστολή τους είναι να διασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την τήρηση των αρχών του ανταγωνισμού σε σχέση με τις υπηρεσίες που έχουν ήδη ιδιωτικοποιηθεί όπως η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, οι συγκοινωνίες (λεωφορεία, τραίνα) κ.λπ.
Η ΡΑΕ (όπως άλλωστε όλες οι ρυθμιστικές αρχές) έχει αποφασιστικές αρμοδιότητες σε όλους τους ανωτέρω τομείς και οι πράξεις της είναι εκτελεστές χωρίς να υπόκεινται σε κανενός είδους έλεγχο νομιμότητος ή σκοπιμότητος από τον αρμόδιο Υπουργό. Είναι προφανές ότι η ΡΑΕ δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον δημόσιο έλεγχο που απαιτεί η νομολογία του ΣτΕ για τις υπηρεσίες υδροδότησης και αποχέτευσης, δεδομένου ότι είναι εξ ορισμού προορισμένη και οργανωμένη, ώστε να ρυθμίζει τα ζητήματα που ανακύπτουν στο χώρο της αγοράς και του ανταγωνισμού σύμφωνα με το πνεύμα και τους κανόνες που διέπουν τα πεδία αυτά.
Το νερό, όμως, δεν είναι εμπορικό προϊόν και οι υπηρεσίες υδροδότησης και αποχέτευσης δεν μπορούν να ανήκουν στην αγορά. Με απλά λόγια, δεν συντρέχει εν προκειμένω η βασική προϋπόθεση που απαιτείται για την υπαγωγή μιας δραστηριότητας στην αρμοδιότητα μιας ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής, δηλ. η λειτουργία της δραστηριότητας αυτής σε περιβάλλον αγοράς. Στον τομέα της υδροδότησης της χώρας δεν νοείται η ύπαρξη αγοράς ούτε δραστηριοποίηση κερδοσκοπικών επιχειρήσεων στο σχετικό πεδίο, ώστε να απαιτείται η ρύθμισή τους από Ανεξάρτητη Αρχή. Δεδομένου ότι, όπως έχει κριθεί από το ΣτΕ, η δημόσια υπηρεσία ύδρευσης και αποχέτευσης, κατ’ αντιδιαστολή προς άλλες υπηρεσίες που έχουν πλέον περιέλθει στο χώρο της αγοράς (ενέργεια, ταχυδρομικές υπηρεσίες, επιβατικές μεταφορές, τηλεπικοινωνίες), δεν επιτρέπεται να ιδιωτικοποιηθεί, η υπαγωγή της στη ρυθμιστική αρμοδιότητα ΡΑΕ είναι ασύμβατη προς την αποστολή αμφοτέρων.
Ακούστηκε κατά τη σημερινή συζήτηση στη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου ότι οι υπηρεσίες υδροδότησης νομίμως υπάγονται στη ΡΑΕ γιατί αποτελούν μονοπώλιο. Όπως είναι γνωστό, η ύπαρξη μονοπωλίου προϋποθέτει εμπορικό προϊόν που επιτρέπεται να πωλείται από ένα και μόνο επιχειρηματία. Όμως, το νερό στην Ελλάδα δεν είναι εμπορικό προϊόν και δεν πωλείται, αλλά παρέχεται με μερική ανάκτηση του κόστους του. Επομένως, στη χώρα μας οι υπηρεσίες υδροδότησης δεν αποτελούν μονοπώλιο.
Είναι γεγονός ότι με την επαναμεταβίβαση των μετοχών ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο, ένα μεγάλο τμήμα των φορέων υδροδότησης της χώρας έχει ήδη ιδιωτικοποιηθεί. Αντί να επανορθώσει την κατάφωρη καταστρατήγηση των αρχών του κράτους δικαίου που επέφερε ο Νόμος 4964/2022, με το προτεινόμενο νομοσχέδιο το κράτος αποποιείται περαιτέρω τις αρμοδιότητες και τις ευθύνες του για παροχή ασφαλούς, ποιοτικής και καθολικής υδροδότησης σε προσιτή τιμή. Σύμφωνα με τη δική του επιχειρηματολογία, το νομοσχέδιο ομολογεί πράγματι την ανικανότητα και την απροθυμία του κράτους να έχει υπό τον έλεγχό του το νερό και παραδίδει τις ευθύνες κάπου αλλού. Ως Επιμελητήριο έχουμε επανειλημμένως αναφερθεί στους κινδύνους που ενέχει η στάση αυτή. Δεν χρειάζεται την κρίσιμη αυτή ώρα να τους υπενθυμίσουμε.
Συμπερασματικά, με την υπαγωγή όλων των φορέων υδροδότησης της χώρας στην αρμοδιότητα της ΡΑΕ συντελείται ένα μεγάλο και αμφίβολης συνταγματικότητος βήμα προς την ουσιαστική ιδιωτικοποίηση της δημόσιας υπηρεσίας ύδρευσης και αποχέτευσης, κατά παράκαμψη, για μία ακόμα φορά, των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Για το Επιμελητήριο Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος
Μαρία Καραμανώφ
Πρόεδρος ΔΣ
Αντιπρόεδρος ΣτΕ ε.τ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου