Ντάνι Βέργου
«Η καρδιά των συστημάτων υγείας είναι το ανθρώπινο δυναμικό τους. Η επάρκεια υγειονομικού προσωπικού σε μία χώρα σώζει ανθρώπινες ζωές» | Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας
Ούτε τις μισές προσλήψεις από εκείνες που ισχυρίζεται ότι έκανε δεν έκανε η κυβέρνηση στον ευαίσθητο χώρο της Υγείας την ώρα που η χώρα «πνιγόταν» στα απανωτά επιδημικά κύματα του ιού της πανδημίας. Νέα μελέτη του Κέντρου Ερευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία, την Πολιτική Υγείας και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΚΕΠΥ) με τίτλο «Η εξέλιξη του Υγειονομικού Προσωπικού στα Νοσοκομεία του ΕΣΥ πριν και κατά τη διάρκεια της πανδημίας», που προδημοσιεύει σήμερα η «Εφ.Συν.», ανατρέπει το success story της κυβέρνησης, αποδεικνύοντας, μεταξύ άλλων, ότι ενώ μιλούσε και μιλάει για 20.000 προσλήψεις στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, κατηγορώντας για fake news όποιον της ασκούσε κριτική και λέγοντας πως «τελείωσαν τα ψέματα», στην πραγματικότητα έκανε μόλις λίγο περισσότερες από το 1/3 από αυτές, δηλαδή 7.000! Οι δε προσλήψεις που πραγματοποίησε η Ν.Δ. ήταν σχεδόν αποκλειστικά επικουρικό ιατρικό προσωπικό και ειδικευόμενοι ιατροί, την ώρα που διαφήμιζε ότι 4.000 από τις 20.000 προσλήψεις της ήταν μόνιμο προσωπικό!
Τι ισχυρίζεται η κυβέρνηση; Με βίντεό της στις 8 Φεβρουαρίου 2022 έλεγε πως «Τα νοσοκομεία ενισχύθηκαν με συνολικά 3.729 μόνιμο προσωπικό: 2.114 γιατρούς, 797 νοσηλευτές και 818 λοιπό προσωπικό» καθώς και «τάχιστα, με 15.732 επικουρικό προσωπικό: 1.941 γιατρούς, 8.726 νοσηλευτές και 506 λοιπό προσωπικό». Συνολικά, δηλαδή υποστηρίζει ότι έγιναν 19.461 προσλήψεις!
Ποια είναι η αλήθεια; «Την τριετία 2019-22 το προσωπικό των νοσοκομείων του ΕΣΥ αυξήθηκε κατά 9,4% (αποκατάσταση περίπου 7.223 θέσεων εργασίας, προερχόμενη σχεδόν αποκλειστικά από την αύξηση του επικουρικού ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού και των ειδικευόμενων ιατρών μόνο κατά το 3ο έτος της πανδημίας). Κατά την ίδια χρονική περίοδο το μόνιμο προσωπικό του ΕΣΥ παρέμεινε στάσιμο», σύμφωνα με το ΚΕΠΥ.
«Είναι τεράστια η απόκλιση ανάμεσα στις προσλήψεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση και σε αυτό που τελικά αποτυπώθηκε», τονίζουν μιλώντας στην «Εφ.Συν.» οι συγγραφείς της μελέτης, Ηλίας Κονδύλης, αναπληρωτής καθηγητής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας - Πολιτικής της Υγείας στο Τμήμα Ιατρικής του ΑΠΘ, και Αλέξης Μπένος, ομότιμος καθηγητής Υγιεινής - Κοινωνικής Ιατρικής στο ΑΠΘ. Με δυο λόγια, «μιλάμε για αποδιάρθρωση του δημόσιου συστήματος υγείας, καθώς όταν δεν επενδύεις στην ουσία αποδιαρθρώνεις».
Τα τραύματα του ΕΣΥ από την οικονομική κρίση
Η μελέτη «αναδεικνύει την πλημμελή και με βραχυπρόθεσμο ορίζοντα στήριξη των νοσοκομείων του ΕΣΥ με ανθρώπινο δυναμικό ακόμη και την περίοδο της ύστατης ανάγκης, την περίοδο δηλαδή της πανδημίας», οπότε «τα τραυματισμένα, από την περίοδο της οικονομικής κρίσης και λιτότητας, νοσοκομεία του ΕΣΥ κλήθηκαν να σηκώσουν κατ’ αποκλειστικότητα το βάρος της φροντίδας και νοσηλείας των ασθενών με COVID-19».
Τι είχε προηγηθεί κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης; Η αποδυνάμωση του υγειονομικού προσωπικού του δημόσιου τομέα ήταν σημαντική, μας λένε οι καθηγητές. «Ενδεικτικά, τα νοσοκομεία του ΕΣΥ τη χρονική περίοδο 2009-15 απώλεσαν το 20% του ανθρώπινου δυναμικού τους (απώλεια σχεδόν 19.000 θέσεων εργασίας, το 50% των οποίων αφορούσε θέσεις κλινικού προσωπικού), με την όποια μερική ανάταξη την περίοδο 2015-19 (αποκατάσταση περίπου 5.500 θέσεων εργασίας) να επιχειρείται κύρια μέσω της πρόσληψης επικουρικού προσωπικού», σύμφωνα με τη μελέτη.
Επιπλέον, τα τραύματα της οικονομικής κρίσης και της δημοσιονομικής προσαρμογής στο υγειονομικό προσωπικό του δημόσιου τομέα υγείας (ελλείψεις προσωπικού, μισθολογική υποβάθμιση, εντατικοποίηση της εργασίας) οδήγησαν την περίοδο 2009-19 πάνω από 3.100 εκπαιδευμένους στην Ελλάδα γιατρούς (και άγνωστο αριθμό νοσηλευτριών/των) σε αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό, μια φυγή εγκεφάλων με ανυπολόγιστες συνέπειες για το μέλλον του συστήματος υγείας στη χώρα.
Ενδεικτικό ακόμα της πλημμελούς στελέχωσης των νοσοκομείων του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας είναι το γεγονός ότι, βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, το 2009 εργάζονταν στα νοσοκομεία του ΕΣΥ 92.946 εργαζόμενοι, ενώ τον Δεκέμβριο του 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας, εργάζονταν 84.320 εργαζόμενοι. Με άλλα λόγια, τον Δεκέμβριο του 2022 οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας ήταν κατά 8.626 λιγότεροι σε σχέση με τα προ οικονομικής κρίσης επίπεδα. Αν δε υπολογίσει κανείς την πρόβλεψη του προσωπικού των νοσοκομείων του ΕΣΥ βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, τον Δεκέμβριο του 2022 οι εργαζόμενοι στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας ήταν κατά 14.349 λιγότεροι σε σχέση με τον αναμενόμενο αριθμό τους βάσει των ρυθμών αύξησής του την προ οικονομικής κρίσης δεκαετία.
Η έκθεση αποδεικνύει ότι οι πολιτικές λιτότητας που επιβλήθηκαν την περίοδο της οικονομικής κρίσης είχαν μια καταστροφική επίδραση στη στελέχωση των νοσοκομειακών υπηρεσιών του ΕΣΥ με συνολική απώλεια της τάξης των 19.000 εργαζομένων! «Είναι εξίσου εντυπωσιακό ότι, παρά τη δημοσιονομική χαλάρωση και κυρίως την έλευση της πανδημίας, το μεγαλύτερο μέρος αυτής της απώλειας είναι υπαρκτό και σήμερα, ενώ οι όποιες κινήσεις αποκατάστασης των κενών έγιναν με επικουρικό προσωπικό. Παράλληλα, η γήρανση των εργαζομένων με μόνιμη απασχόληση, χωρίς αυτόματη αναπλήρωση των αποχωρήσεων, οδηγεί με συνέπεια στην οριστική αποδιάρθρωση των νοσοκομειακών υπηρεσιών του ΕΣΥ», τονίζουν οι Κονδύλης και Μπένος.
Τι πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα; Τι απαντούν οι καθηγητές
▶ Για την άμεση ανακούφιση των νοσοκομείων του ΕΣΥ απαιτείται η πλήρης αποκατάσταση κατ’ αρχάς των απωλειών της οικονομικής κρίσης σε ανθρώπινο δυναμικό, με προσλήψεις τουλάχιστον 15.000 υγειονομικών, πέραν των ετήσιων προσλήψεων προς αντικατάσταση των αποχωρήσεων λόγω συνταξιοδότησης ή άλλων λόγων. Απαιτείται επίσης η μονιμοποίηση των 11.000 επικουρικών εργαζομένων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ σήμερα και η αποκατάσταση της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στο σύνολο του προσωπικού.
▶ Για την ανατροπή αυτής της στρατηγικής αποδιάρθρωσης των δημόσιων υπηρεσιών νοσοκομειακής φροντίδας, πέραν των αναγκαίων προσλήψεων απαιτείται και η αποκατάσταση ενός κλίματος εμπιστοσύνης, επιστημονικής αναγνώρισης και εργασιακής ικανοποίησης. Προϋποθέσεις για την εδραίωση αυτού του κλίματος είναι η αναπλήρωση αρχικά των μισθολογικών απωλειών της οικονομικής κρίσης και ο σχεδιασμός και υλοποίηση ενός συνεκτικού πλαισίου μη-οικονομικών κινήτρων (εκπαιδευτικά κίνητρα, σαφές καθηκοντολόγιο, εκδημοκρατισμός, διαφάνεια και συμμετοχή των εργαζομένων στη λήψη αποφάσεων, σαφή και μη-εμπορευματικά κριτήρια εξέλιξης κτλ) για την ενδυνάμωση του προσωπικού και την κινητοποίησή του. Κύριος στόχος του Εθνικού Συστήματος Υγείας είναι η έγκυρη, έγκαιρη και αποτελεσματική απάντηση στις ανάγκες φροντίδας υγείας του πληθυσμού, εξηγούν οι Κονδύλης και Μπένος: «Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός απαιτείται αναλυτική καταγραφή των αναγκών για φροντίδα υγείας με βάση τις επιλογές και προτεραιότητες πολιτικής υγείας κάθε περιόδου. Επί παραδείγματι, οι ανάγκες για φροντίδα υγείας στο πλαίσιο μιας ολιστικής προσέγγισης της υγείας, στην οποία περιλαμβάνεται, εκτός της περίθαλψης, η προαγωγή της υγείας και η πρόληψη της αρρώστιας, οδηγεί σε τελείως άλλης τάξης μεγέθη -τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά- από τις ανάγκες αποκλειστικά για επείγουσα περίθαλψη».
Ελλειψη συστήματος καταγραφής
Αναδεικνύεται -για άλλη μια φορά- η απουσία ενός ενιαίου και διαφανούς συστήματος συνεχούς και συνεπούς καταγραφής της κινητικότητας και σύνθεσης του σώματος των εργαζόμενων στο ΕΣΥ, με τους καθηγητές να τονίζουν ότι «οι δυνατότητες που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία πληροφορικής δεν επιτρέπουν την εμφάνιση αποκλίσεων σε τόσο σημαντικά δεδομένα». Τι χρειάζεται; Πλήρης, ενιαία και διαρκής καταγραφή του υγειονομικού προσωπικού στο σύνολο της χώρας και αντιστοίχισή του με τις πραγματικές ανάγκες υγείας των πληθυσμών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Σχέσεις εργασίας στη διάρκεια της πανδημίας
Η στασιμότητα των μόνιμων θέσεων εργασίας στα νοσοκομεία του ΕΣΥ και η αντικατάστασή τους με επικουρικό προσωπικό ξεκίνησε ήδη από το 2017, την περίοδο δηλαδή της οικονομικής κρίσης, και έγινε κυρίαρχη πρακτική κατά τη διάρκεια της πανδημίας. «Συνιστά δε ανησυχητική εξέλιξη με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην ποιότητα και συνέχεια των παρεχόμενων υπηρεσιών από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ», σύμφωνα με τη μελέτη. Αναλυτικότερα, το 2022, το 77,7% των εργαζόμενων στα νοσοκομεία του ΕΣΥ ήταν μόνιμο προσωπικό, το 9,5% ορισμένου χρόνου (π.χ. ειδικευόμενοι ιατροί, αγροτικοί ιατροί) και το 12,8% επικουρικό προσωπικό (ιατρικό και νοσηλευτικό) με μονοετείς ή διετείς συμβάσεις εργασίας.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, κατά τη χρονική δηλαδή περίοδο 2019-22, η αύξηση του προσωπικού των νοσοκομείων του ΕΣΥ προήλθε σχεδόν εξ ολοκλήρου από την αύξηση του επικουρικού προσωπικού και του προσωπικού ορισμένου χρόνου. Αντιθέτως, κατά τη χρονική περίοδο 2019-22 το μόνιμο προσωπικό των νοσοκομείων του ΕΣΥ παρέμεινε στάσιμο (0,5% αύξηση, 321 νέες θέσεις μόνιμης εργασίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας).
Ιατρική μετανάστευση
Από το 2009 ώς το 2019, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας υγειονομικής μετανάστευσης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ο αριθμός των εκπαιδευμένων στην Ελλάδα ιατρών με δικαίωμα άσκησης του επαγγέλματος σε χώρες του εξωτερικού (foreign stock of doctors trained in Greece) αυξήθηκε κατά 85,6%. Κατά τη διάρκεια δηλαδή της οικονομικής κρίσης, 3.137 απόφοιτοι ελληνικών ιατρικών σχολών μετανάστευσαν στο εξωτερικό προς αναζήτηση εργασίας. Ο συνολικός αριθμός αποφοίτων ελληνικών ιατρικών σχολών που εργάζονται στο εξωτερικό το 2019 ξεπέρασε τους 6.800. Οι ρυθμοί αύξησης της ιατρικής μετανάστευσης, πάντα βάσει των στοιχείων του ΟΟΣΑ, φαίνεται να σταθεροποιούνται από το 2017 και μετά. Οι δε πιο προσφιλείς χώρες υποδοχής των αποφοίτων ελληνικών ιατρικών σχολών είναι κατά σειρά οι Γερμανία, Ην. Βασίλειο, ΗΠΑ, Σουηδία, Βέλγιο, Γαλλία και Ελβετία.
ΕΣΥ & οικονομική κρίση
Κατά την πρώτη φάση της οικονομικής κρίσης, τη χρονική περίοδο 2009-15, το ΕΣΥ απώλεσε το 20% του νοσοκομειακού του προσωπικού (απώλεια 18.869 θέσεων εργασίας, εκ των οποίων το 50% αφορούσε θέσεις ιατρικού, νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού). Κατά τη δεύτερη φάση της οικονομικής κρίσης, τη χρονική περίοδο 2015-19, το νοσοκομειακό προσωπικό του ΕΣΥ αυξήθηκε κατά 7,4% (5.581 νέες θέσεις εργασίας, εκ των οποίων το 23% αφορούσε θέσεις ιατρικού, νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού).
Αξίζει να σημειωθεί ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης ο ιδιωτικός τομέας διατήρησε εν πολλοίς τις θέσεις εργασίας στις ιδιωτικές κλινικές, αυξάνοντας έτσι το μερίδιό του στη συνολική νοσοκομειακή απασχόληση στη χώρα από 18,8% το 2009 σε 20,7% το 2019.
-ΔΙΑΒΑΣΤΕ/ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΕΠΥ (pdf)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου