Η Σερπίλ Τεμίζ Ουνβάρ, μητέρα ενός από τους νέους που σκότωσε νεοναζί στο Χάναου της Γερμανίας το 2020, συναντά την Μάγδα Φύσσα στην Αθήνα. Οι δύο γυναίκες ενώνουν τις δυνάμεις τους ενάντια στο ρατσιστικό έγκλημα και την ακροδεξιά βία— για να μην υπάρξουν άλλα δολοφονημένα παιδιά.

Κείμενο:

Εικονογράφηση:

 

Δεν μιλούν την ίδια γλώσσα.

Αλλά καθώς κάθονται στον καναπέ, σε ένα διαμέρισμα του δεύτερου ορόφου στο κέντρο της Αθήνας, και η διερμηνέας δημιουργεί για εκείνες γέφυρες από τα ελληνικά στα γερμανικά και αντιστρόφως, δεν σταματούν στιγμή να σφίγγουν η μία το χέρι της άλλης.

Τις ενώνει η μοίρα, κοινή παρά τα 1.120χλμ απόσταση. Και τις ενώνει το μαύρο που φορούν. 

Η Σερπίλ Τεμίζ Ουνβάρ: ο γιος της δολοφονήθηκε από νεοναζί στο Χάναου της Γερμανίας. Και η Μάγδα Φύσσα: ο γιος της δολοφονήθηκε από νεοναζί στο Κερατσίνι.

Μια τρομοκρατική επίθεση στο Χάναου

Είναι 10 μ.μ. ακριβώς, βράδυ της 19ης Φεβρουαρίου 2020, όταν οι κάμερες ασφαλείας καταγράφουν τον 43χρονο Τομπίας Ρ. να βγαίνει από το αυτοκίνητό του, λίγα μέτρα μακριά από το μπαρ Arena, στη γερμανική πόλη Χάναου, κοντά στη Φρανκφούρτη. 

Δύο δευτερόλεπτα αργότερα, ο Τομπίας Ρ. πυροβολεί τον 22χρονο Βίλι Βιόρελ Πάουν, που κάθεται στη θέση του οδηγού παρακείμενα σταθμευμένου αυτοκινήτου. 

Στη συνέχεια κατευθύνεται προς το περίπτερο που γειτνιάζει με το Arena Bar. Ακολουθούν τουλάχιστον πέντε πυροβολισμοί.

Την ίδια ώρα, όσοι βρίσκονται εντός του Arena Bar αρχίζουν να τρέχουν αναζητώντας διέξοδο διαφυγής. Έχουν ακούσει τους πυροβολισμούς, ενώ ένας εκ των μαρτύρων έχει δει τον Τομπίας Ρ. να εισέρχεται στο διπλανό μαγαζί οπλοφορώντας. Για όσους συχνάζουν στο Arena Bar είναι γνωστό ότι η έξοδος κινδύνου είναι πάντα κλειδωμένη, ως αποτέλεσμα των συχνών εφόδων που πραγματοποιούσε η αστυνομία στο μαγαζί. 

Οι θαμώνες εγκλωβίζονται μέσα στο μπαρ. 

Ο δράστης τους εντοπίζει και πυροβολεί 16 φορές. Δραπετεύει από τη σκηνή του εγκλήματος, η αστυνομία προσπαθεί να τον εντοπίσει — έρευνα των Forensic Architecture και Forensis, αργότερα, θα αναδείξει τις αστοχίες και ανεπάρκειες των διωκτικών αρχών εκείνο το βράδυ.

Ο Τομπίας Ρ. εντοπίζεται τελικά νεκρός στο σπίτι του αργότερα το ίδιο βράδυ. Με το ίδιο όπλο που πραγματοποίησε την επίθεση, σκότωσε τη μητέρα του και στη συνέχεια αυτοκτόνησε.

Ο 43χρονος δεν ήταν άγνωστος στις αρχές. Μόλις τρεις μήνες πριν την επίθεση είχε στείλει στη γερμανική Εισαγγελία επιστολή με την οποία προειδοποιούσε για μία «μυστική υπηρεσία» που χακάρει τον εγκέφαλο των πολιτών, ενώ με κείμενό του στο ίντερνετ καλούσε για «ολικό αφανισμό» ορισμένων μειονοτήτων από την Αφρική, την Ασία, και τη Μέση Ανατολή. 

Εξάλλου, τα μαγαζιά που είχε επιλέξει για την επίθεση δεν ήταν τυχαία. Στη λίστα των θυμάτων ήταν τέσσερις Γερμανοί με τουρκική, κουρδική, αφγανική και ρουμανική καταγωγή, ενώ δολοφονήθηκαν, επίσης, δύο Τούρκοι, ένας Ρουμάνος, ένας Βόσνιος κι ένας Βούλγαρος. Η επίθεση καταγράφηκε ως πράξη ακροδεξιάς τρομοκρατίας, καθώς ο δράστης είχε επιλέξει θύματα που θεωρούσε πως «δεν ήταν Γερμανοί».

«Ο ρατσισμός είναι δηλητήριο, το μίσος είναι δηλητήριο»,  είπε η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ.

«Η Γερμανία είναι και δική μας χώρα»

Ανάμεσα στα θύματα εκείνης της βραδιάς ήταν και ο Φερχάτ Ουνβάρ. 

O Φερχάτ ήταν 23 ετών και είχε μόλις ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του ως τεχνικός μηχανικός θερμικών εγκαταστάσεων. Ο ξάδερφός του, Αϊντίν Γιλμάζ, δήλωσε τότε στους New York Times ότι ο Φερχάτ δεν είχε επισκεφθεί ποτέ το Κουρδιστάν, τον τόπο καταγωγής των γονιών του. 

«Είναι άξιο αναφοράς ότι [ο Φερχάτ] γεννήθηκε στο Χάναου. Είναι Γερμανός. Ήταν μία πράξη τρομοκρατίας εναντίον όλων μας», είχε πει.

Η Σερπίλ Τεμίζ Ουνβάρ κρατά τις φωτογραφίες του γιου της Φερχάτ και του Παύλου Φύσσα. Δίπλα της η Μάγδα Φύσσα. © Mάριος Λώλος

Στα γενέθλια του Φερχάτ, τον Νοέμβριο του 2020, η μητέρα του, Σερπίλ Τεμίζ Ουνβάρ, δημιούργησε ένα ίδρυμα στη μνήμη του γιου της, μέσω του οποίου νεαροί εκπαιδευτές ηλικίας 15-30 ετών επισκέπτονται γερμανικά σχολεία και μιλούν στους μαθητές τόσο για την επίθεση που έλαβε χώρα στο Χάναου, όσο και για τις ρατσιστικές διακρίσεις εντός του σχολικού περιβάλλοντος.

Στις διαλέξεις αυτές, το κεντρικό μήνυμα είναι ότι η «Γερμανία είναι και δική μας χώρα» και ότι και οι μετανάστες και τα παιδιά μεταναστών, που γεννιούνται και μεγαλώνουν εκεί, έχουν λόγο για το μέλλον της χώρας. 

Η Σερπίλ θυμάται ακόμα τον ρατσισμό που βίωνε ο γιος της μεγαλώνοντας και αυτό είναι κάτι που λέει ότι την πονάει μέχρι και σήμερα. Ξέρει ότι ο γιος της δεν ήταν ο μόνος που δεχόταν διακρίσεις μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα. Στα περισσότερα παιδιά, λέει, μεταφέρεται ένα άγχος και μια πίεση να δουλέψουν και να προσπαθήσουν περισσότερο προκειμένου να γίνουν αποδεκτά, ενώ θα έπρεπε να είναι δουλειά του εκπαιδευτικού συστήματος να στηρίξει αυτά τα παιδιά και να αναλάβει την ενσωμάτωσή τους.

«Πήγαινε να βρεις τη Μάγδα»

Τώρα, τρία χρόνια μετά την επίθεση, η Σερπίλ Ουνβάρ ετοιμάζει το επόμενο βήμα: την δημιουργία ενός ευρωπαϊκού, σε πρώτη φάση, δικτύου από μαμάδες που έχουν χάσει τα παιδιά τους από ρατσιστικές επιθέσεις.

Η πρώτη συνάντηση που πραγματοποίησε ήταν με τη Μάγδα Φύσσα, την Παρασκευή 3 Μαρτίου. Το Solomon βρέθηκε στη συνάντηση των δύο γυναικών. Λίγο νωρίτερα, η Σερπίλ είχε συνοδεύσει τη μητέρα του δολοφονημένου από τη Χρυσή Αυγή αντιφασίστα μουσικού, Παύλου Φύσσα, στην εκδίκαση της δίκης σε δεύτερο βαθμό.

«Ήθελα να ξεκινήσω από την Ελλάδα, από τη Μάγδα. Σκοπός της επίσκεψης είναι να γνωριστούμε καλύτερα, έτσι ώστε να μπορέσουμε -αν θέλουμε- να κάνουμε μία κοινή δουλειά, να ενωθούμε για να ακουστεί η φωνή μας και στις άλλες χώρες, αρχικά στην Ευρώπη, και αργότερα πιο μακριά», εξήγησε η Σερπίλ.

Ερωτηθείσα γιατί επέλεξε τη Μάγδα Φύσσα ως πρώτο σημείο επαφής, η Σερπίλ απάντησε πως ένιωσε πολύ κοντά στη Μάγδα όταν την είδε στο Εφετείο, τη μέρα που η ελληνική δικαιοσύνη καταδίκασε τη Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση.


Βγαίνοντας από τη δικαστική αίθουσα, η Μάγδα Φύσσα είχε φωνάξει: «Τα κατάφερες γιε μου». Η Σερπίλ θυμάται ότι ένιωσε αμέσως μία σύνδεση με αυτή τη γυναίκα γιατί και η ίδια, όταν καταφέρνει κάτι, απευθύνεται στο γιο της και του λέει ότι εκείνος τα κατάφερε.

«Από τότε που άκουσα τη Μάγδα να χρησιμοποιεί τα ίδια λόγια, συνδέθηκα μαζί της και σκέφτηκα ότι θέλω να την γνωρίσω, πριν ακόμα υπάρξει η σκέψη για κάποια διεθνή δικτύωση. Ήταν και κάτι προσωπικό, κάτι δικό μου. Ήταν σαν να μου έγραψε ο ίδιος ο γιος μου “πήγαινε να βρεις τη Μάγδα”». Η σκέψη είναι η δικτύωση να γίνει μέσω των συλλόγων που έχουν ήδη δημιουργηθεί στη μνήμη του Παύλου και του Φερχάτ. Και οι δύο γυναίκες συμφώνησαν ότι στόχος του δικτύου δεν θέλουν να είναι απλώς η αλληλοϋποστήριξη εκείνων που έχασαν τα παιδιά τους, αλλά ο συντονισμός σε ευρωπαϊκό δίκτυο για τη διοργάνωση δράσεων κατά του ρατσιστικού εγκλήματος.

Η Μάγδα Φύσσα και η Σερπίλ Ουνβάρ έξω από το Εφετείο Αθηνών. © Mάριος Λώλος

«Νεκροί μόνο όταν μας ξεχάσουν»

Παρόλα αυτά, πρόκειται για μία κίνηση πολύ σημαντική για τις ίδιες και σε προσωπικό επίπεδο. Μέσα από τη συνολικότερη δράση τους τα τελευταία χρόνια, οι δύο γυναίκες νιώθουν ότι εκπληρώνουν ένα μέρος των ονείρων των παιδιών τους.

«Και οι δύο προσπαθούμε να κάνουμε τα όνειρα των παιδιών μας πραγματικότητα. Για τα παιδιά που φύγανε με ανεκπλήρωτα τα όνειρά τους. Και ίσως αυτό να κάνει εμάς να στεκόμαστε στα πόδια μας, για να μπορέσουμε από τα όνειρα που είχαν, να αφήσουμε έστω κάτι πίσω μας», είπε η Μάγδα Φύσσα. 

Και συμπλήρωσε: «Θέλω όταν φύγω από αυτή τη ζωή και τον συναντήσω, να μπορέσω να τον κοιτάξω στα μάτια. Αυτό με ενδιαφέρει· να τον κοιτάξω στα μάτια και να πω ότι έκανα ό,τι μπορούσα. Και βλέπω ότι κι εκείνη το ίδιο θέλει. Και όχι μόνο εκείνη, αλλά και όλες οι μανάδες που έχασαν τα παιδιά τους».

Αντίστοιχα η Σερπίλ, ακόμα προσπαθεί να βγάλει νόημα από αυτήν την «χωρίς κανένα νόημα πράξη». Τονίζει πόσο τυχαίο ήταν που ο γιος της βρέθηκε σε εκείνο το μαγαζί εκείνο το βράδυ. Ο Φερχάτ είχε μόλις τελειώσει την εκπαίδευσή του και, λόγω του ότι είχε περισσότερο ελεύθερο χρόνο, αποφάσισε να μείνει λίγες ώρες παραπάνω έξω από το σπίτι. 

«Έχω κάνει τώρα αποστολή μου αυτό που είχε γράψει ο ίδιος ο Φερχάτ: “Νεκροί θα είμαστε μόνο όταν μας ξεχάσουν”. Αυτή η φράση είναι τώρα η αποστολή μου», είπε. 

«Και θα τα καταφέρουμε». 

ΠΗΓΗ: wearesolomon