Το κράτος δικαίου δεν πρέπει να υπακούει στα προστάγματα της πολιτικής και κοινωνικής επικαιρότητας
Η
Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών
Συλλόγων Ελλάδος, η οποία συνεδρίασε εκτάκτως στις 21.6.2024, με αφορμή
τις εξαγγελίες του Υπουργείου Δικαιοσύνης για την ενδοοικογενειακή βία,
εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:
1. Η έμφυλη και ενδοοικογενειακή βία αποτελούν σοβαρότατα
κοινωνικά προβλήματα, τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπίζονται
αποτελεσματικά, πρωτίστως, στο πλαίσιο της πρόληψης, με την αναζήτηση
και εξάλειψη των αιτίων που τα προκαλούν, και ακολούθως με την ποινική
αντιμετώπισή τους.
Η Ολομέλεια, ήδη από την συνεδρίασή της στις 2.4.2022, έχει
διατυπώσει συγκεκριμένες προτάσεις για τα προβλήματα αυτά, τις οποίες
και έχει αποστείλει στα αρμόδια πολιτειακά και πολιτικά όργανα (βλ https://tinyurl.com/5ff5abnb και https://tinyurl.com/3dx6dc26) .
Περαιτέρω, κατά των εμπλεκομένων δικηγόρων έχουν αρμοδίως κινηθεί, αμελλητί, οι προβλεπόμενες πειθαρχικές διαδικασίες.
2. Αυτονόητο είναι, ότι, τόσο σοβαρά κοινωνικά προβλήματα δεν
μπορεί να αντιμετωπίζονται με πρακτικές επιλεκτικής νομοθέτησης, στο
πλαίσιο επικοινωνιακής διαχείρισης συγκεκριμένων υποθέσεων και υπό την
πίεση της κοινής γνώμης, όπως οι πρόσφατες εξαγγελίες του Υπουργείου
Δικαιοσύνης.
Σημειωτέον ότι, το Υπουργείο ουδεμία προηγούμενη διαβούλευση είχε
προς τούτο με τους εμπλεκόμενους στην απονομή της Δικαιοσύνης φορείς.
3. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, με τις εξαγγελίες του για την
ενδοοικογενειακή βία, αμφισβητεί και αναιρεί, κατ’ αρχάς, τον ίδιο του
τον εαυτό και το Υπουργείο, καθώς προχωρεί σε νέες νομοθετικές ρυθμίσεις
«πριν καν στεγνώσει το μελάνι» της όλως πρόσφατης νομοθέτησης των νέων
Ποινικών Κωδίκων (ν. 5090/2024), επιφέροντας έτσι, την 18η , κατά
χρονική σειρά, τροποποίηση των Κωδίκων από το 2019 μέχρι σήμερα.
4. Η Συντονιστική Επιτροπή εκφράζει την έντονη αντίθεσή της σε
βασικές εξαγγελίες του Υπουργείου, όπως αποτυπώθηκαν από τον Υπουργό σε
συνέντευξη τύπου, οι οποίες (εξαγγελίες) είναι αντίθετες με το Σύνταγμα
(άρθρα 5, 6 και 25), την ΕΣΔΑ (άρθρα 5 και 6) και τη νομολογία του
ΕΔΔΑ.
Αυτές αφορούν ιδίως:
- Την υποχρεωτική επιβολή της προσωρινής κράτησης ακόμη και σε περιπτώσεις φερόμενης τέλεσης πλημμελημάτων.
- Την προληπτική «προστατευτική φύλαξη» του υπόπτου έως 48 ώρες, μετά την παρέλευση του αυτοφώρου
- Την μη κλήση των φερόμενων ως θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας
ενηλίκων ως μαρτύρων στο ακροατήριο του Δικαστηρίου Σημειώνουμε ότι το
ΕΔΔΑ, ως προς το θέμα της προσωρινής κράτησης, έχει κρίνει, κατ’
επανάληψη , ότι το άρθρο 5 της ΕΣΔΑ δεν επιτρέπει μια πολιτική
γενικής πρόληψης που στρέφεται κατά ενός ατόμου ή μιας
κατηγορίας ατόμων τα οποία θεωρούνται από τις αρχές επικίνδυνα ή
έχουν την τάση να διαπράττουν παράνομες πράξεις. (Kurt κατά
Αυστρίας [GC], 2021, § 186- S., V. και A. κατά Δανίας [GC], 2018, §
89 και 91).
Περαιτέρω, με την αριθ. 10626/11 απόφασή του (Cirstea κατά Ρουμανίας
της 23.7.2019), έκρινε ότι η προδικαστική κράτηση της προσφεύγουσας-
πολίτη της Ρουμανίας έπρεπε να εξυπηρετεί πρώτιστα τις ανάγκες της
ποινικής έρευνας και όχι μία πιθανή δίψα για εκδίκηση και τιμωρία εκ
μέρους του γενικού δημόσιου καλού.
5. Οι εξαγγελίες του Υπουργείου Δικαιοσύνης, μάλιστα, έρχονται
σε συνέχεια επιλεκτικών, επικοινωνιακού τύπου, παρεμβάσεων της ηγεσίας
του Αρείου Πάγου, σε μια σειρά εκκρεμών υποθέσεων (εγκύκλιος προς τους
δικαστές για το «κίνημα πετσέτας», εγκύκλιος-οδηγία για το έγκλημα των
Τεμπών, πειθαρχικές έρευνες-διώξεις για δικαστές του Μ.Ο.Δ Ζακύνθου για
αποφάσεις το 2020, προκαταρκτική πειθαρχική εξέταση κατά Ανακριτή και
Εισαγγελέα για τη μη προφυλάκιση δικηγόρου στην πρόσφατη υπόθεση
ενδοοικογενειακής βίας).
Η Συντονιστική Επιτροπή για το συγκεκριμένο θέμα παραπέμπει στην από
18.6.2024 Δήλωση- Παρέμβαση του Προέδρου της Ολομέλειας Δημήτρη
Βερβεσού, την οποία υιοθετεί πλήρως ( βλ https://tinyurl.com/42ax4har).
Ο πειθαρχικός έλεγχος των δικαστών είναι αναγκαίος, πρέπει να
διενεργείται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Οργανισμού
Δικαστηρίων ( Επιθεώρηση Δικαστηρίων, Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο) και
δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνεται μέσο παρέμβασης στη
δικαιοδοτική τους κρίση και να περιστέλλει τη συνταγματικά
προστατευόμενη προσωπική και λειτουργική τους ανεξαρτησία, κατά την
άσκηση των δικαιοδοτικών τους καθηκόντων.
6. Η Συντονιστική Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τη δημόσια
δήλωση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ότι ουδείς εξαιρείται του ελέγχου, τον
καλεί, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, κατ’ άρθρον 117 του Κώδικα
Οργανισμού Δικαστηρίων, να διερευνήσει εάν οι άνω παρεμβάσεις της
ηγεσίας του Αρείου Πάγου για τον πειθαρχικό έλεγχο δικαστών έχουν
ασκηθεί εντός του πλαισίου, που τάσσει ο Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων ή
εκφεύγουν αυτού και να πράξει ανάλογα, ως κατά νόμο αρμόδιος.
7. Το δικηγορικό σώμα, δια των θεσμικών του οργάνων, έχει
υποχρέωση να διαφυλάξει το Κράτος Δικαίου και να προασπίσει το δικαίωμα
δικαστικής προστασίας των πολιτών. Δεν θα μείνουμε απαθείς θεατές
πρακτικών και επιλογών, από όπου και αν προέρχονται , που το φαλκιδεύουν
και το συρρικνώνουν.
Είναι, πρωτίστως, ζήτημα δημοκρατίας.
ΠΗΓΗ: Ολομέλεια Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας
***
Ο νομικός κόσμος να πει ΟΧΙ στα εξαγγελθέντα μέτρα Φλωρίδη: σοβαρή νομοθετική οπισθοδρόμηση, χωρίς ουσιαστικά μέτρα για την ενδοοικογενειακή βία (Ανακοίνωση ΕΠΔΑ, 21/6/2024)
Τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας που ανακοίνωσε ο Υπουργός Δικαιοσύνης Γ. Φλωρίδης αποτελούν το προπέτασμα για την (αντι)δραστική αναμόρφωση της βασικής δομής και φυσιογνωμίας του ποινικού δικαίου σε οπισθοδρομική κατεύθυνση.
Μια κυβέρνηση που αρνείται πεισματικά να λάβει ουσιαστικά μέτρα για τη στήριξη και προστασία των θυμάτων έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, υποβιβάζει όλο και περισσότερο την Γενική Γραμματεία Ισότητας (κάποτε των φύλων) και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (αυτό σε απόλυτο κώμα), δεν αναμορφώνει το πλαίσιο καταγγελιών ώστε να υπάρχει σοβαρή αντιμετώπιση των περιστατικών, διατηρεί μια εντελώς ανεπαρκή υποδομή δομών φιλοξενίας και ανύπαρκτη οικονομική και κοινωνική στήριξη των θυμάτων, δεν μπορεί να πείσει ότι «νομοθετεί για τα θύματα» όπως παρουσιάζει ο εισηγητής Υπουργός. Αντιθέτως, στα προτεινόμενα μέτρα διακρίνει κανείς την συνήθη κυβερνητική γραμμή: Μηδέν από ουσιαστικό έργο και υπερχειλής ποινική αντιμεταρρύθμιση.
Τα προτεινόμενα μέτρα αποκαλύπτουν ότι σκοπός του Υπουργείου είναι να εργαλειοποιηθεί το πρόβλημα της ενδοοικογενειακής βίας για την εκρίζωση θεμελιωδών θεσμών και αρχών που διέπουν τον φιλελεύθερο πυρήνα του ημεδαπού και ευρωπαϊκού ποινικού δικαίου: η μετατροπή της προσωρινής κράτησης από εξαίρεση σε κανόνα, ακόμη και για πλημμελήματα, η κατάργηση διαδικαστικών σταδίων και η άμεση παραπομπή στο ακροατήριο, η ολοκληρωτική απαγόρευση αναστολής ή μετατροπής της ποινής και πλήρης έκτιση, η επιβολή περιοριστικών της ελευθερίας όρων ακόμη και προ της άσκησης ποινικής δίωξης, η νόθευση της ακροαματικής διαδικασίας με την επέκταση της πρόβλεψης ανάγνωσης καταθέσεων αντί της εμφάνισης στο ακροατήριο (ρύθμιση που προστέθηκε πρόσφατα στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για τους δημοσίους υπαλλήλους και αστυνομικούς για τις καταθέσεις τους σε βάρος πολιτών), διαρρηγνύουν θεμελιώδεις κανόνες, ουσιαστικούς και δικονομικούς, που στηρίζουν το κράτος δικαίου στη χώρα μας, αλλά και στον ευρωπαϊκό χώρο.
Με την θέσπιση ενός καθεστώτος εξαίρεσης δικαιωμάτων και με την ανατροπή θεσμών όπως η αναστολή, για πεδία του ποινικού δικαίου και συγκεκριμένες κατηγορίες αδικημάτων, που μπορούν να επεκταθούν ανεξέλεγκτα ανά πάσα στιγμή, τίθενται υπό διακινδύνευση βασικά δικαιώματα των πολιτών. Πρόκειται για συνέχεια προηγούμενων νομοθετικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης που ξηλώνουν θεσμικές εγγυήσεις, παρά τις αντιδράσεις των Δικηγορικών Συλλόγων και της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων με τις οποίες περιορίστηκαν θεμελιώδεις θεσμοί και δικαιώματα, όπως η υφ’ όρον απόλυση, οι αυτοδίκαιες αναστολές, κατέστη η ισόβια κάθειρξη μοναδική ποινή για μεγάλο αριθμό αδικημάτων, καταλύθηκε το δικαίωμα του κατηγορούμενου να ελέγχει τη διαδικασία λήψης γενετικού υλικού σε αυτόφωρα αδικήματα κ.ά.
Μια τέτοια κατεύθυνση είναι όχι μόνο ασυμβίβαστη με τα θεμέλια ενός δημοκρατικού νομικού πολιτισμού, αλλά και εντελώς αναποτελεσματική για το σκοπό της αντιμετώπισης της ενδοοικογενειακής βίας που επικαλείται η κυβέρνηση. Έχει αποδειχθεί ότι η ποινική αυστηροποίηση, η διαρκής αύξηση των ποινών και περισσότερη φυλάκιση δεν λειτουργούν αποτρεπτικά για τέτοια εγκλήματα μεγάλης κοινωνικής απαξίας - αλλά σε αρμονία με την κραταιά κουλτούρα της πατριαρχίας - , παρά μόνο αποσκοπούν σε μικροπολιτικούς σχεδιασμούς και στην προώθηση αφηγημάτων περί «νόμου και τάξης». Και ακόμα πιο προκλητικά: Αποπροσανατολίζουν τη συζήτηση, η οποία πρέπει να είναι πώς αναπαράγονται τα έμφυλα στερεότυπα, ακόμα και από τα όργανα που καλούνται να εφαρμόσουν τον νόμο και πώς ο συστημικός χαρακτήρας της έμφυλης βίας απαιτεί δέσμη μέτρων σύμφωνα με τους άξονες της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης.
Οι βασικοί λόγοι που αποθαρρύνουν τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας να καταγγείλουν είναι δύο: οικονομικοί και ο νόμος της κυβέρνησης περί "συνεπιμέλειας", όταν το θύμα έχει παιδί με τον κακοποιητή. Τι απαντά η κυβέρνηση στην ανησυχία της συζύγου/συντρόφου ότι θα βρεθεί σε απορία και δεν θα λαμβάνει διατροφή; Περισσότερη φυλακή. Τι απαντά στον τρόμο της μητέρας μπροστά στη δαμόκλειο σπάθη της συνεπιμέλειας και της προωθούμενης ψευτοθεωρίας της "γονεϊκής αποξένωσης"; Υψηλότερες ποινές χωρίς ανασταλτικό αποτέλεσμα.
Η κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει να αντιμετωπίζει σοβαρά ζητήματα όπως αυτό της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας ως μέσο για να επιβάλλει άλλες, άσχετες, ατζέντες. Για ακόμη μία φορά, καμία εκτίμηση της κατάστασης δεν έχει γίνει για να τεκμηριώσει την αποτελεσματικότητα κάθε μέτρου, ούτε προηγήθηκε η διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς, αλλά οι νομοθετικές αλλαγές κινούνται με "τηλεοπτικούς χρόνους". Οι κοινωνικοί φορείς και οι γυναικείες οργανώσεις προτάσσουν την ανάγκη λήψης μέτρων ουσιαστικής στήριξης των θυμάτων, να δημιουργηθεί επαρκές πλαίσιο οικονομικής, επαγγελματικής στήριξης, φροντίδας των γυναικών και των παιδιών, επαρκείς ξενώνες και μια υποδομή που θα επιτρέπει τον άμεσο απεγκλωβισμό των γυναικών και των παιδιών από κακοποιητικά περιβάλλοντα. Να αναμορφωθεί το πλαίσιο καταγγελιών με τη συνδρομή ειδικού επιστημονικού προσωπικού και όχι αυτήν την αστυνομία που συνηθίζει να αφήνει στο συρτάρι σοβαρές υποθέσεις βίας κατά γυναικών.
Να προβλεφθεί επαρκής κοινωνική μέριμνα για τα θύματα έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας, να αναμορφωθεί το σύστημα παροχής αποζημίωσης από την Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης, ώστε να είναι αποτελεσματικό για τα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας και να μην προϋποτίθεται η έκδοση δικαστικής απόφασης μετά από πολυετείς διαδικασίες, οικονομική στήριξη για τις δαπάνες διαβίωσης αντί να ωθούνται να αλλάξουν περιβάλλον με τα παιδιά τους καταφεύγοντας σε ξενώνες κακοποιημένων γυναικών, να αυξηθούν οι θέσεις σε ξενώνες, για τις περιπτώσεις που βρίσκονται σε κίνδυνο, σύμφωνα με την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Να ιδρυθούν οικογενειακά δικαστήρια με τη συνδρομή κοινωνικών επιστημόνων και ψυχολόγων, για την εξέταση υποθέσεων επιμέλειας τέκνων. Να ενισχυθούν οι κοινωνικές υπηρεσίες των Δήμων, ώστε να παρέχεται κοινωνική υποστήριξη στις μονογονεϊκές οικογένειες και να εντοπίζονται περιπτώσεις κακοποίησης εγκαίρως. Να λειτουργήσει επιτέλους αποτελεσματικά ο θεσμός της δωρεάν νομικής βοήθειας (όχι στις πλάτες υποαμειβόμενων και απλήρωτων δικηγόρων), συμπεριλαμβάνοντας κάθε δικαστική και εξωδικαστική ενέργεια και συμβουλευτική.
Οι δικηγορικοί σύλλογοι οφείλουν να προτάξουν το επιστημονικό και θεσμικό ανάστημά τους απέναντι στον κατήφορο του ποινικού αυταρχισμού που έχει πάρει η κυβέρνηση, η οποία συστηματικά και επιδεικτικά αγνοεί τις θέσεις των δικηγόρων και των επιστημονικών φορέων του νομικού κόσμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου