Πουθενά σε ΕΡΤ- ΑΠΕ η είδηση για τον ένα χρόνο από το ναυάγιο στην Πύλο
600 άνθρωποι χάθηκαν σε ελληνική θάλασσα, 600 άνθρωποι, γυναίκες, παιδιά, άνδρες βυθίστηκαν, πνίγηκαν με το ελληνικό αρμόδιο Λιμενικό να παρακολουθεί τον πνιγμό τους. Ένα χρόνο μετά κι ενώ σήμερα γίνονται διαδηλώσεις, ενώ κατατέθηκε μήνυση, ενώ υπήρξαν διεθνείς αντιδράσεις, ενώ αποδίδονται ευθύνες σε Frontex και λιμενικό, η είδηση δεν υπάρχει στην ΕΡΤ και το Αθηναϊκό Πρακτορείο. Δυο Μέσα υποτίθεται δημόσια που εξυπηρετούν την πληροφόρηση και ενημέρωση των πολιτών. Αλλά πρόκειται για απλές υπηρεσίες στο μέγαρο Μαξίμου, στο πρωθυπουργικό γραφείο. Γι αυτό κι αν ανοίξεις τις πρώτες σελίδες τους η είδηση του ενός έτους από το πολύνεκρο ναυάγιο στην Πύλο δεν υπάρχει πουθενά. Αλλά στην ΕΡΤ κόπηκε η συνέντευξη Τύπου του “Συλλόγου Ατόμων Πληγέντων Δυστυχήματος Τεμπών” από την ΕΡΤ, αποσιωπήθηκε ένα σημαντικό γεγονός που αφορά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, το έγκλημα στην Πύλο δεν θα αποσιωπούσε;
Στην πλειονότητα πάντως των διαδικτυακών Μέσων η είδηση του ενός έτους υπάρχει στα “πρωτοσέλιδα” των σελίδων τους. Με εξαίρεση τα απόλυτα σιτιζόμενα από το Μαξίμου διαδικτυακά μίντια.
Στην ιστοσελίδα του news247 μπορείτε να παρακολουθήσετε το βίντεο-ρεπορτάζ “Πύλος: Ένας χρόνος χωρίς δικαιοσύνη”, σε σενάριο και έρευνα της Μαρίας Λούκα, μια συμπαραγωγή του NEWS 24/7 με την Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) .
Όπως γράφει η σελίδα
Το ναυάγιο της Πύλου ήταν το πιο πολύνεκρο που έχει συμβεί σε περιοχή
ελληνικής ευθύνης έρευνας και διάσωσης και ένα από τα πιο πολύνεκρα στη
Μεσόγειο. Ένα συνταρακτικό οδυνηρό γεγονός που δεν άνηκε όμως στη
σφαίρα του αναπόφευκτου. Έναν χρόνο μετά υπάρχουν διαθέσιμα
αντικειμενικά στοιχεία και πλήθος μαρτυριών με κοινό παρανομαστή τις
ευθύνες των ελληνικών αρχών για όσα δεν έπραξαν αλλά και για όσα
έπραξαν. Με βεβαιότητα πλέον προκύπτει πως παρά το γεγονός ότι το
ελληνικό Λιμενικό γνώριζε για 15 ώρες ότι το υπερφορτωμένο αλιευτικό με
εκατοντάδες ανθρώπους πάνω βρισκόταν σε κατάσταση κινδύνου και ζητούσε
βοήθεια, δεν ενεργοποίησε επιχείρηση διάσωσης όπως προβλέπεται από το
διεθνές δίκαιο και την ελληνική νομοθεσία. Επιπλέον, οι μαρτυρίες
επιζώντων αναφέρουν ότι το Λιμενικό επιδίωξε να ρυμουλκήσει το Adriana
με αποτέλεσμα τη βύθιση του. Το ελληνικό κράτος με αλγεινή παράδοση στην
πολιτική αποτροπής και στις επαναπροωθήσεις, διαμόρφωσε μια συνθήκη
σιωπής και λησμονιάς γύρω από το ναυάγιο της Πύλου.
Τον Σεπτέμβρη του 2023, οι πρώτοι 40 επιζώντες -που πλέον είναι 53- κατέθεσαν μήνυση στο Ναυτοδικείο Πειραιά κατά παντός υπευθύνου του Ελληνικού Λιμενικού Σώματος. Σήμερα, η ποινική διερεύνηση βρίσκεται στο στάδιο προκαταρκτικής εξέτασης. Πολλοί μάρτυρες-επιζώντες έχουν καταθέσει ενώπιον του Εισαγγελέα. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, κατασχέθηκαν τα κινητά τηλέφωνα και αποφασίστηκε η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών των μελών του Λιμενικού Σώματος. Υπάρχουν, ωστόσο, σοβαρές ανησυχίες ως προς την αναζήτηση, διατήρηση και αξιοποίηση όλων των πιθανών στοιχείων και αποδείξεων που σχετίζονται με το ναυάγιο, καθώς, ακόμα δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα οι οφειλόμενες απαντήσεις και τα στοιχεία από το Λιμενικό Σώμα. Επιπλέον, αναπάντητο παραμένει το ερώτημα σχετικά με τη χρήση ως αποδεικτικών στοιχείων, των κινητών τηλεφώνων των επιζώντων που «βρέθηκαν» σε αποθήκη στα Κύθηρα μετά την αφαίρεσή τους από τα μέλη του ΠΠΛΣ 920
Έναν χρόνο μετά οι επιζώντες δεν έχουν λάβει την αναγκαία φροντίδα και προστασία, οι οικογένειες των νεκρών και των αγνοουμένων πενθούν για τους ανθρώπους τους χωρίς υποστήριξη και το αίτημα για δικαιοσύνη παραμένει ανεκπλήρωτο. Για τα άτομα που χάθηκαν, για όσα επέζησαν κουβαλώντας βαριά τραύματα, για την ίδια την έννοια του κράτους δικαίου, η απόδοση ευθυνών για το ναυάγιο ήταν και παραμένει μια επιτακτική υπόθεση στην καρδιά της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η νομική συνδρομή των 53 επιζώντων που έχουν καταθέσει μήνυση κατά παντός υπευθύνου ενώπιον του Ναυτοδικείου Πειραιά, ζητώντας την ενδελεχή και αξιόπιστη διερεύνηση και τον καταλογισμό των ποινικών ευθυνών για τις πράξεις και παραλείψεις των ελληνικών αρχών για το ναυάγιο της Πύλου, παρέχεται από τις οργανώσεις και συλλογικότητες: Δίκτυο για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών, Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕλΕΔΑ), Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ), Πρωτοβουλία Δικηγόρων και Νομικών για το Ναυάγιο της Πύλου και Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA)
***
Μόλις το 23% εμπιστεύεται τις ειδήσεις στην Ελλάδα
Η Ελλάδα συγκέντρωσε τη χαμηλότερη βαθμολογία (23%) σε σύνολο 47 χωρών του κόσμου μαζί με την Ουγγαρία του Όρμπαν. Το συμπέρασμα συμπεριλαμβάνεται στην ετήσια αναφορά του Ινστιτούτου Ρώϋτερς για τις “ψηφιακές ειδήσεις 2024”. Όπως γράφει ο Νίκ Νιούμαν, διευθυντής του Ινστιτούτου στην εισαγωγή <<Η φετινή έκθεση έρχεται σε μια στιγμή που περίπου ο μισός πληθυσμός του πλανήτη έχει πάει στις κάλπες σε εθνικές και περιφερειακές εκλογές, και καθώς οι πόλεμοι συνεχίζουν να μαίνονται στην Ουκρανία και τη Γάζα. Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς, η παροχή ακριβούς, ανεξάρτητης δημοσιογραφίας παραμένει πιο σημαντική από ποτέ, και όμως σε πολλές από τις χώρες που καλύπτονται στην έρευνά μας βρίσκουμε τα μέσα ενημέρωσης να αμφισβητούνται ολοένα και περισσότερο από την αυξανόμενη παραπληροφόρηση, τη χαμηλή εμπιστοσύνη, τις επιθέσεις από πολιτικούς, και ένα αβέβαιο επιχειρηματικό περιβάλλον>>.
Για την Ελλάδα την αναφορά υπογράφει ο δρ Αντώνης Καλογερόπουλος. Τα σημαντικά ευρήματα για τα ελληνικά ΜΜΕ είναι:
Η ελληνική αγορά μέσων ενημέρωσης χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό συγκέντρωσης των μέσων ενημέρωσης, κατακερματισμό της ψηφιακής επωνυμίας, υψηλή χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για ειδήσεις και τη χαμηλότερη εμπιστοσύνη στις ειδήσεις μεταξύ των 47 αγορών μας, λόγω της πολιτικής πόλωσης και των ανησυχιών για αθέμιτη επιρροή από πολιτικούς και ισχυρούς επιχειρηματίες.
Οι εταιρείες πολυμέσων στην Ελλάδα άργησαν να εισαγάγουν μοντέλα online συνδρομής σε σύγκριση με αλλού στην Ευρώπη, εν μέρει λόγω του φόβου τους να χάσουν κοινό και επιρροή, καθώς και λόγω της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης. Ωστόσο, το περασμένο έτος σημειώθηκαν ορισμένες κινήσεις προς τα μοντέλα ψηφιακών πληρωμών, που προκλήθηκαν εν μέρει από την πτώση των παραπομπών από τα κοινωνικά δίκτυα.
Το 2022, η δημόσια ραδιοτηλεόραση, η ΕΡΤ, ξεκίνησε ένα 24ωρο ειδησεογραφικό κανάλι ERTNEWS για να ενισχύσει την προσφορά ειδήσεων, το οποίο έχει πλέον 19% εβδομαδιαία χρήση μεταξύ των ερωτηθέντων. Η επιτυχημένη πλατφόρμα ροής ιστού Ertflix, η οποία περιλαμβάνει ειδήσεις, αλλά χρησιμοποιείται κυρίως για ψυχαγωγικά προγράμματα, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της διαμάχης από τους εμπορικούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς που αγωνίζονται να δημιουργήσουν συνδρομητές στις επί πληρωμή πλατφόρμες τους.
Έχουν γίνει αλλαγές στις κρατικές επιδοτήσεις που χορηγούνται στους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς. Μέχρι πρόσφατα οι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς έπαιρναν τεράστιες κρατικές επιδοτήσεις για την παραγωγή τηλεοπτικών σειρών. Η χρηματοδότηση τους βοήθησε επίσης να ενισχύσουν τον προγραμματισμό για τις τρέχουσες υποθέσεις. Ωστόσο, οι επιδοτήσεις έχουν πλέον περικοπεί δραματικά, δημιουργώντας προβλήματα σε ορισμένους, αλλά δυνητικά αφήνοντας περισσότερο χώρο για (φθηνότερο) προγραμματισμό επικαιρότητας σε εμπορική τηλεόραση.
Σε μια περαιτέρω επέκταση της αυτοκρατορίας των μέσων ενημέρωσης, ο Ευάγγελος Μαρινάκης, μεγιστάνας της ναυτιλίας που έχει ήδη μια σειρά από μεγάλα ΜΜΕ στην Ελλάδα ( Το Βήμα , Τα Νέα , in.gr, τηλεοπτικός σταθμός Mega και τηλεοπτικός σταθμός One TV), αγόρασε τα δικαιώματα χρήσης το domain της ιστορικής εφημερίδας Ελευθεροτυπία και την κυριακάτικη έκδοσή της Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία έναντι €8,1 εκ. Επιπλέον, το 2022 pod.gr, ένας επιτυχημένος ιστότοπος παραγωγής podcast, αγοράστηκε από τον όμιλο media που ανήκει στην οικογένεια Βαρδινογιάννη.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται από τους περισσότερους Έλληνες στο διαδίκτυο για να λαμβάνουν νέα (61%), ωστόσο οι πλατφόρμες που χρησιμοποιούν αλλάζουν. Το Facebook χρησιμοποιείται πλέον για ειδήσεις μόνο από το 44% των Ελλήνων που είναι συνδεδεμένοι στο διαδίκτυο, από 68% το 2016. Εν τω μεταξύ, το Instagram και το TikTok χρησιμοποιούνται πλέον όλο και περισσότερο για ειδήσεις, κατά 20% και 14% αντίστοιχα, ιδιαίτερα στο νεότερο κοινό. Ωστόσο, οι Έλληνες εκδότες εξακολουθούν να αγωνίζονται να προσελκύσουν μεγάλο κοινό σε αυτές τις πλατφόρμες, στις οποίες κυριαρχούν προσωπικότητες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ή μικρότερες ψηφιακές επωνυμίες.
Ακολουθεί μια περίληψη ορισμένων από τα βασικά ευρήματα από την έρευνα του 2024.
- Σε πολλές χώρες, ειδικά εκτός Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών, διαπιστώνεται σημαντική περαιτέρω μείωση στη χρήση του Facebook για ειδήσεις και αυξανόμενη εξάρτηση από μια σειρά εναλλακτικών λύσεων, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμογών ιδιωτικών μηνυμάτων και των δικτύων βίντεο. Η κατανάλωση ειδήσεων του Facebook μειώθηκε κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες, σε όλες τις χώρες, τον τελευταίο χρόνο.
- Η χρήση των ειδήσεων σε διαδικτυακές πλατφόρμες κατακερματίζεται, με έξι δίκτυα να αγγίζουν πλέον τουλάχιστον το 10% των ερωτηθέντων μας, σε σύγκριση με μόλις δύο πριν από μια δεκαετία. Το YouTube χρησιμοποιείται για ειδήσεις σχεδόν από το ένα τρίτο (31%) του παγκόσμιου δείγματός μας κάθε εβδομάδα, το WhatsApp κατά περίπου το ένα πέμπτο (21%), ενώ το TikTok (13%) έχει ξεπεράσει το Twitter (10%), το οποίο έχει πλέον μετονομαστεί X.
- Σε σχέση με αυτές τις αλλαγές, το βίντεο γίνεται πιο σημαντική πηγή διαδικτυακών ειδήσεων, ειδικά στις νεότερες ηλικίες. Τα βίντεο σύντομων ειδήσεων έχουν πρόσβαση στα δύο τρίτα (66%) του δείγματός μας κάθε εβδομάδα, με μεγαλύτερες μορφές να προσελκύουν περίπου το ήμισυ (51%). Ο κύριος τόπος κατανάλωσης βίντεο ειδήσεων είναι οι διαδικτυακές πλατφόρμες (72%) και όχι οι ιστότοποι εκδοτών (22%).
- Αν και ο συνδυασμός πλατφορμών αλλάζει, η πλειοψηφία συνεχίζει να εντοπίζει πλατφόρμες, συμπεριλαμβανομένων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, της αναζήτησης ή των συγκεντρωτών ως την κύρια πύλη τους στις διαδικτυακές ειδήσεις. Σε όλες τις αγορές, μόνο το ένα πέμπτο περίπου των ερωτηθέντων (22%) εντοπίζει ειδησεογραφικούς ιστότοπους ή εφαρμογές ως την κύρια πηγή διαδικτυακών ειδήσεων – αυτό είναι μειωμένο κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2018. Οι εκδότες σε μερικές αγορές της Βόρειας Ευρώπης κατάφεραν να μειώσουν αυτήν την τάση.
- Όσον αφορά τις πηγές στις οποίες οι άνθρωποι δίνουν περισσότερη προσοχή όταν πρόκειται για ειδήσεις σε διάφορες πλατφόρμες, βρίσκουμε μια αυξανόμενη εστίαση σε κομματικούς σχολιαστές, επιρροές και νέους δημιουργούς ειδήσεων, ειδικά στο YouTube και το TikTok. Αλλά σε κοινωνικά δίκτυα όπως το Facebook και το X, οι παραδοσιακές ειδησεογραφικές επωνυμίες και οι δημοσιογράφοι εξακολουθούν να διαδραματίζουν εξέχοντα ρόλο.
- Η ανησυχία για το τι είναι αληθινό και τι είναι ψεύτικο στο Διαδίκτυο όταν πρόκειται για διαδικτυακές ειδήσεις έχει αυξηθεί κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες τον τελευταίο χρόνο, με περίπου έξι στους δέκα (59%) να δηλώνουν ότι ανησυχούν. Το ποσοστό είναι σημαντικά υψηλότερο στη Νότια Αφρική (81%) και στις Ηνωμένες Πολιτείες (72%), και οι δύο χώρες που διεξήγαγαν εκλογές φέτος.
- Οι ανησυχίες σχετικά με τον τρόπο διάκρισης μεταξύ αξιόπιστου και αναξιόπιστου περιεχομένου σε διαδικτυακές πλατφόρμες είναι υψηλότερες για το TikTok και το X σε σύγκριση με άλλα διαδικτυακά δίκτυα. Και οι δύο πλατφόρμες έχουν φιλοξενήσει παραπληροφόρηση ή συνωμοσίες γύρω από ιστορίες όπως ο πόλεμος στη Γάζα και η υγεία της Πριγκίπισσας της Ουαλίας, καθώς και οι λεγόμενες «deep fake» φωτογραφίες και βίντεο.
- Καθώς οι εκδότες ασπάζονται τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, βρίσκουμε ευρέως διαδεδομένες υποψίες για το πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί, ειδικά για «σκληρές» ειδήσεις, όπως η πολιτική ή ο πόλεμος. Υπάρχει μεγαλύτερη άνεση με τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης σε παρασκηνιακές εργασίες, όπως η μεταγραφή και η μετάφραση. στην υποστήριξη και όχι στην αντικατάσταση δημοσιογράφων.
- Η εμπιστοσύνη στις ειδήσεις (40%) παρέμεινε σταθερή τον τελευταίο χρόνο, αλλά εξακολουθεί να είναι τέσσερις μονάδες χαμηλότερη συνολικά από ό,τι ήταν στο απόγειο της πανδημίας του κορωνοϊού. Η Φινλανδία παραμένει η χώρα με τα υψηλότερα επίπεδα συνολικής εμπιστοσύνης (69%), ενώ η Ελλάδα (23%) και η Ουγγαρία (23%) έχουν τα χαμηλότερα επίπεδα, εν μέσω ανησυχιών για αδικαιολόγητη πολιτική και επιχειρηματική επιρροή στα μέσα ενημέρωσης.
- Οι εκλογές έχουν αυξήσει το ενδιαφέρον για τις ειδήσεις σε λίγες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών (+3), αλλά η συνολική τάση παραμένει πτωτική. Το ενδιαφέρον για τις ειδήσεις στην Αργεντινή, για παράδειγμα, μειώθηκε από 77% το 2017 σε 45% σήμερα. Στο Ηνωμένο Βασίλειο το ενδιαφέρον για τις ειδήσεις έχει σχεδόν μειωθεί στο μισό από το 2015. Και στις δύο χώρες η αλλαγή αντικατοπτρίζεται από παρόμοια μείωση του ενδιαφέροντος για την πολιτική.
- Ταυτόχρονα, διαπιστώνουμε αύξηση της επιλεκτικής αποφυγής ειδήσεων. Περίπου τέσσερις στους δέκα (39%) λένε τώρα ότι μερικές φορές ή συχνά αποφεύγουν τις ειδήσεις – 3 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον μέσο όρο του περασμένου έτους – με πιο σημαντικές αυξήσεις στη Βραζιλία, την Ισπανία, τη Γερμανία και τη Φινλανδία. Τα ανοιχτά σχόλια υποδηλώνουν ότι οι δυσεπίλυτες συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή μπορεί να είχαν κάποιο αντίκτυπο. Σε μια ξεχωριστή ερώτηση, διαπιστώνουμε ότι το ποσοστό που λένε ότι αισθάνονται «υπερφορτωμένοι» από τον όγκο των ειδήσεων αυτές τις μέρες έχει αυξηθεί σημαντικά (+11 ποσοστιαίες μονάδες) από το 2019.
- Κατά την εξερεύνηση των αναγκών των χρηστών σχετικά με τις ειδήσεις, τα δεδομένα μας υποδηλώνουν ότι οι εκδότες μπορεί να επικεντρώνονται υπερβολικά στην ενημέρωση των ανθρώπων σχετικά με κορυφαίες ειδήσεις και να μην αφιερώνουν αρκετό χρόνο παρέχοντας διαφορετικές οπτικές γωνίες για ζητήματα ή αναφέροντας ιστορίες που μπορούν να αποτελέσουν βάση για περιστασιακή αισιοδοξία. Όσον αφορά τα θέματα, διαπιστώνουμε ότι το κοινό αισθάνεται ότι εξυπηρετείται κυρίως από τις πολιτικές και αθλητικές ειδήσεις, αλλά υπάρχουν κενά σχετικά με τις τοπικές ειδήσεις σε ορισμένες χώρες, καθώς και τις ειδήσεις για την υγεία και την εκπαίδευση.
- Τα δεδομένα μας δείχνουν μικρή αύξηση στη συνδρομή ειδήσεων, με μόλις το 17% να λέει ότι πλήρωσε για τυχόν διαδικτυακές ειδήσεις το τελευταίο έτος, στην αγορά 20 πλουσιότερων χωρών. Χώρες της Βόρειας Ευρώπης όπως η Νορβηγία (40%) και η Σουηδία (31%) έχουν το υψηλότερο ποσοστό όσων πληρώνουν, με την Ιαπωνία (9%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (8%) μεταξύ των χαμηλότερων.
- Σε ορισμένες χώρες βρίσκουμε ενδείξεις μεγάλης έκπτωσης, με περίπου τέσσερις στους δέκα (41%) να λένε ότι επί του παρόντος πληρώνουν λιγότερο από την πλήρη τιμή. Οι προοπτικές προσέλκυσης νέων συνδρομητών παραμένουν περιορισμένες από τη συνεχιζόμενη απροθυμία να πληρώσουν για ειδήσεις, που συνδέεται με το χαμηλό ενδιαφέρον και την αφθονία δωρεάν πηγών.
Όλη η έρευνα του Ινστιτούτου μπορείτε να τη βρείτε εδώ και ειδικότερα για την Ελλάδα εδώ
ΠΗΓΗ: mediatvnews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου