Άρης Χατζηστεφάνου | Η Εφημερίδα των Συντακτών 14/01/2023
Φέτος συμπληρώνονται 140 χρόνια από την κυκλοφορία του βιβλίου «Δικαίωμα στην τεμπελιά» στο οποίο ο (γαμπρός του Μαρξ) Πολ Λαφάργκ προέβλεπε ότι θα μπορούμε να εργαζόμαστε μόνο τρεις ώρες την ημέρα. Πηγαίνετε να το πείτε σε έναν ταμία σουπερμάρκετ στο Μέριλαντ που έκανε 9ωρη βάρδια στα 82 του χρόνια.
Νέα Υόρκη
Πριν από μερικές ημέρες ο Γουόρεν Μάριον, ένας βετεράνος του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ, έλαβε ίσως το καλύτερο δώρο της ζωής του και σίγουρα το καλύτερο πριν από τον θάνατό του: μια «σύνταξη». Στα 82 του χρόνια ήταν αναγκασμένος να εργάζεται στην αλυσίδα καταστημάτων Walmart, καθώς δεν διέθετε ούτε κάποιο συνταξιοδοτικό πρόγραμμα ούτε καταθέσεις με τις οποίες θα μπορούσε να επιβιώσει. Ένας όμως από τους πελάτες του καταστήματος, που τον έβλεπε να σέρνεται σχεδόν κυριολεκτικά μέχρι το ταμείο, αποφάσισε να βοηθήσει. Ανέβασε ένα βίντεο στο TikTok και ζήτησε να συγκεντρωθούν χρήματα για τον υπερήλικα ταμία. Ο κόσμος ανταποκρίθηκε άμεσα και την περασμένη Δευτέρα ο κύριος Μάριον έλαβε μια επιταγή 108.000 δολαρίων χάρη στην οποία μπόρεσε να υποβάλει την παραίτησή του στα Walmart.
Ο αμερικανικός σουρεαλισμός όμως κορυφώθηκε την ημέρα που παρέδωσαν την επιταγή: ο ταμίας στεκόταν μπροστά από τα τηλεοπτικά συνεργεία ανάμεσα σε πολύχρωμα μπαλόνια, ενώ στο βάθος ένα ένοπλο άγημα των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων έδινε παραγγέλματα «παρουσιάστε αρμ».
Αν βέβαια υπολογίσουμε ότι ο μέσος ετήσιος μισθός στις ΗΠΑ ανέρχεται στα 97.962 δολάρια (και ο διάμεσος στα 69.717) το μόνο που κατάφερε ο κύριος Μάριον είναι να ξεκουραστεί για ένα με δύο χρόνια για να ξαναπιάσει δουλειά όταν θα είναι 84 ετών.
Ο Μάριον δεν είναι ο πρώτος εργαζόμενος που δέχεται μια σύνταξη τύπου ρεφενέ. Οι σχετικές πλατφόρμες του διαδικτύου, όπως το GoFundMe, που δημιουργήθηκαν για να χρηματοδοτούν πρωτότυπες ιδέες (από την παραγωγή ενός ντοκιμαντέρ μέχρι την κατασκευή κάποιου νέου προϊόντος) μπορούν τώρα να χρησιμοποιηθούν και για crowd-funding συντάξεων – σε απλά ελληνικά για ελεημοσύνη προς άπορους ηλικιωμένους που πρέπει να αποφασίσουν αν θα πεθάνουν επειδή δεν έχουν εργασία ή θα πεθάνουν στην εργασία.
Η σημερινή κατάσταση είναι το αποτέλεσμα των νεοφιλελεύθερων αλλαγών που άρχισαν να εισάγονται στα συνταξιοδοτικά προγράμματα των ΗΠΑ από τη δεκαετία του ’70 αλλά κυρίως τη δεκαετία του ’80. Οι εταιρείες, που παλαιότερα παρείχαν τις συντάξεις, άρχισαν να μεταφέρουν την ευθύνη της αποταμίευσης στους υπαλλήλους τους. Με αυτό τον τρόπο οι εταιρείες εξοικονομούσαν μεγάλα ποσά, αφού μετέφεραν το οικονομικό ρίσκο που συνοδεύει τέτοιου είδους μακροχρόνιες επενδύσεις στον εργαζόμενο. Το πρόβλημα δεν ήταν δηλαδή ότι οι υπάλληλοι σκορπούσαν ανεύθυνα τα χρήματα των συντάξεων σαν τον τζίτζικα, αλλά ότι ακόμη και αν αποταμίευαν σαν τον μέρμηγκα το κεφάλαιό τους ήταν εκτεθειμένο σε σειρά παραγόντων, όπως το επίπεδο των επιτοκίων, η πορεία του χρηματιστηρίου κ.ά.
Το 2018 τα περιοδικό The Atlantic παρουσίασε την ιστορία της Ρομπέρτα Γκόρντον, η οποία συνέχιζε να εργάζεται στα 76 της χρόνια αφού η βασική σύνταξη που λάμβανε (social security) ήταν 915 δολάρια, ενώ το ενοίκιό της ξεπερνούσε τα 1.040 – παλαιότερα πλήρωνε το μισό ενοίκιο, αλλά η συγκάτοικος με την οποία μοιραζόταν το διαμέρισμα πέθανε… πλήρης ημερών. Χιλιάδες συνομήλικοι της Γκόρντον, οι οποίοι δεν είναι σε θέση να συνεχίσουν να εργάζονται, καταλήγουν συχνά άστεγοι να περιφέρονται στους δρόμους. Από το 2016 σχεδόν ένας στους δύο άστεγους στις ΗΠΑ είναι πλέον άνω των 50 χρόνων.
Το πρόβλημα είναι ότι ο κύριος Μάριον και η κυρία Γκόρντον ανήκαν σε μια «προνομιούχα» γενιά εργαζομένων με πολύ πιο σταθερούς όρους απασχόλησης σε σχέση με όσους μπαίνουν σήμερα στην αγορά εργασίας ή βρίσκονται στη μέση της σταδιοδρομίας τους. Οι νέοι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν επίσης εξαιρετικά υψηλότερο κόστος διαβίωσης, ενώ οι μισθοί τους (προσαρμοσμένοι στον πληθωρισμό) παραμένουν αμετάβλητοι στα επίπεδα της δεκαετίας του ’70, γεγονός που σημαίνει ότι έχουν πολύ μικρότερη δυνατότητα αποταμίευσης. Σήμερα λοιπόν βλέπουμε απλώς τις πρώτες ρωγμές ενός οικοδομήματος που στο άμεσο μέλλον θα μπορούσε να συμπαρασύρει ολόκληρη την αμερικανική οικονομία.
Πρόσφατη έκθεση της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ έδειξε ότι σχεδόν ένας στους τέσσερις Αμερικανούς δεν έχουν ούτε συνταξιοδοτικό πρόγραμμα ούτε καταθέσεις για τα γεράματά τους. Στις ηλικίες 18-29 το ποσοστό φτάνει στο 42%, ενώ στις ηλικίες 45 -59, δηλαδή πριν από τη συνταξιοδότηση, παραμένει στο διόλου ευκαταφρόνητο 17%.
Αποτελεί ίσως φρικτή ειρωνεία της τύχης ότι ο ταμίας στα Walmart έλαβε τη σύνταξη-ρεφενέ ενώ συμπληρώνονται 140 χρόνια από την κυκλοφορία του βιβλίου «Δικαίωμα στην τεμπελιά» του Πολ Λαφάργκ. Ο γαμπρός του Μαρξ προέβλεπε το 1883 ότι με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας οι άνθρωποι θα μπορούσαν να δουλεύουν μόλις τρεις ώρες την ημέρα και φυσικά να διακόπτουν τον εργασιακό τους βίο πολύ νωρίτερα. Συμπτωματικά μάλιστα την ίδια ακριβώς πρόβλεψη είχε κάνει πριν από περίπου έναν αιώνα και ο περίφημος Βρετανός οικονομολόγος Τζον Μέιναρντ Κέινς. Και οι δυο τους είχαν -θεωρητικά- απόλυτο δίκιο όταν υπολόγιζαν ότι η τρομακτική αύξηση στην παραγωγικότητα της εργασίας θα επέτρεπε μια εργάσιμη εβδομάδα των 15 ωρών. Αυτό που δεν είχαν φανταστεί είναι ότι ο σύγχρονος καπιταλισμός δεν θα μετέτρεπε ούτε μια στάλα από την αυξημένη παραγωγικότητα σε ελεύθερο χρόνο για τους εργαζόμενους. Και φυσικά δεν θα μπορούσαν να προβλέψουν ότι ένας ταμίας στο Μέριλαντ αισθάνεται τυχερός που κατάφερε να κερδίσει λίγη ξεκούραση στα 82 του χρόνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου