30 Οκτωβρίου 2022

Εκλογές στη Βραζιλία: Ο βρόμικος πόλεμος της ακροδεξιάς κατά του Λούλα

AP PHOTO THOMAS SANTOS

Το rosa.gr εστιάζει στην προεκλογική καμπάνια των προεδρικών εκλογών στη Βραζιλία, στους μηχανισμούς παραπληροφόρησης και τις θεωρίες συνομωσίας που εκκινούν από το πολιτικό «στρατόπεδο» του απερχόμενου, ακροδεξιού προέδρου Ζαίρ Μπολσονάρου εναντίον του υποψήφιου της αριστεράς, Λούλα. Μιλήσαμε με δύο Βραζιλιάνους επιστήμονες κι ακτιβιστές, την Φερνάντα και τον Πέδρο, για να μας διαφωτίσουν.


Έρευνα του rosa.gr | Δημήτρης Ραπίδης


Η παραπληροφόρηση και τα fake news ρίχνουν βαριά τη σκιά τους στις προεδρικές εκλογές της Βραζιλίας. Ο δεύτερος γύρος είναι προγραμματισμένος για την Κυριακή 30 Οκτωβρίου, με τον ακροδεξιό εν ενεργεία πρόεδρο της χώρας Ζαίρ Μπολσονάρου και τους συμμάχους του να έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά ικανοί στη διασπορά ψευδών ειδήσεων και θεωριών συνομοσίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις υπηρεσίες ανταλλαγής μηνυμάτων σχετικά με τον πολιτικό τους αντίπαλο, πρώην πρόεδρο και διεκδικητή της προεδρίας, Λουίζ Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα.

Οι ψευδείς ειδήσεις που διαδόθηκαν επί μήνες και με μαζικό τρόπο από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πιθανότατα βοήθησαν τον Μπολσονάρου να περιορίσει τη διαφορά στην «κούρσα» του πρώτου γύρου στις 2 Οκτωβρίου, καταγράφοντας υψηλότερο ποσοστό από εκείνο που προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. «Ενόψει του επαναληπτικού γύρου, η μηχανή παραπληροφόρησης της ακροδεξιάς έχει πάρει φωτιά», τονίζει στο rosa.gr η Φερνάντα Μπραντάο, δικηγόρος κι ακτιβίστρια στην οργάνωση Conectas-Human Rights. «Η παραπληροφόρηση στο διαδίκτυο, πέρα από το προφανές, τη διασπορά ψευδών ειδήσεων δηλαδή, καλλιεργεί κι ένα διχαστικό κλίμα, ένα κλίμα τρομοκρατίας, μέσα από τη στοχοποίηση πολιτικών αντιπάλων, του Λούλα στην προκειμένη περίπτωση, αλλά κι ακτιβιστών κι άλλων ανθρώπων».

Ευαγγελιστές vs Κομμουνιστές

Στην εκστρατεία παραπληροφόρησης και σπίλωσης του Λούλα συμμετέχουν οργανωμένα βουλευτές, δημοσιογράφοι, αλλά και πάστορες που διαδίδουν φήμες στο Facebook και στο WhatsApp ότι ο υποψήφιος πρόεδρος της αριστεράς σχεδιάζει να κλείσει τις ευαγγελικές εκκλησίες. «Αναπτύσσεται μία αντιχριστιανική σταυροφορία κατά του Λούλα. Έχουν δημιουργηθεί πάνω από 142 εκατομμύρια νέοι λογαριασμοί μόνο στο Twitter, με μοναδικό στόχο να αναπαράγουν τον ισχυρισμό του Μπολσονάρου ότι μόνο αυτός μπορεί να προστατεύσει τους ‘πιστούς Βραζιλιάνους’ από την αριστερά και τον κομμουνισμό. Η τακτική αυτή φαίνεται να αποδίδει, με ένα σημαντικό μερίδιο της ψήφου των ευαγγελιστών να ‘μεταναστεύουν’ πολιτικά από τον Λούλα στον Μπολσονάρου τους τελευταίους μήνες», προσθέτει η Φερνάντα.

Υποστηρικτές του Λούλα χορεύουν για να γιορτάσουν τα γενέθλιά του στην πλατεία Cinelandia στο Ρίο ντε Τζανέιρο, την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου / AP Photo / Silvia Izquierdo

Ο Λούλα, ωστόσο, δεν είναι εύκολος αντίπαλος. Ως έμπειρος πολιτικός, με γερά «πατήματα» στα κινήματα, πραγματιστής και με καθαρές θέσεις, ο 77χρονος υποψήφιος της αριστεράς εργάστηκε σκληρά για να κρατήσει το δικό του πολιτικό «γήπεδο» οικουμενικό και συμπεριληπτικό. Ως πρόεδρος, το 2003, εισήγαγε νομοθεσία που διευκόλυνε τη δημιουργία ευαγγελικών εκκλησιών, έχοντας δώσει τα κλειδιά της αντιπροεδρίας στον Ζοζέ Αλενκάρ, παλαίμαχο της πολιτικής κι επιχειρηματία που, παρότι καθολικός στο θρήσκευμα, επισκεπτόταν συχνά ευαγγελικές εκκλησίες, χτίζοντας σχέσεις με πάστορες και διευρύνοντας τα ερείσματα του κόμματος και του προέδρου.



«Το ένα τρίτο (1/3) των Βραζιλιάνων αυτοπροσδιορίζονται ως ευαγγελιστές, ένα κρίσιμο δημογραφικό στοιχείο στο εκλογικό σώμα της χώρας που αριθμεί 156 εκατομμύρια εκλογείς, ιδίως μεταξύ των ψηφοφόρων με χαμηλότερο εισόδημα, οι οποίοι λόγω του αριθμού τους μπορούν να κρίνουν τις εκλογές», σημειώνει στο rosa.gr ο Πέδρο Φρέιτας, πολιτικός επιστήμονας και μέλος του κόμματος των Εργαζομένων (PT – Partido dos Trabalhadores). «Ο Μπολσονάρου γνωρίζει ότι χρειάζεται κάτι περισσότερο από προσευχές για να κερδίσει την επανεκλογή του στην προεδρία. Το δίλημμα που θέτει ο ίδιος, το επιτελείο του και σημαντικό μέρος των ΜΜΕ είναι ‘Ευαγγελιστές vs Κομμουνιστες’, παίζοντας το αντικομμουνιστικό χαρτί, έχοντας στο πλευρό του και διάσημα πρόσωπα όπως, μεταξύ άλλων, τον ποδοσφαιριστή και σταρ της εθνικής ομάδας της Βραζιλίας, Νεϊμάρ. Την ίδια ρητορική είχε υιοθετήσει ο Μπολσονάρου και στις προηγούμενες εκλογές, αλλά τότε ήταν σχεδόν βέβαιη η επικράτησή του, με το Λούλα εκτός κούρσας, στη φυλακή, λόγω της πολιτικής και δικαστικής σκευωρίας που είχε εξυφανθεί εναντίον του».

Με τα περιθώρια για ντιμπέιτ και αντιπαράθεση προτάσεων για την κυβερνητική πολιτική να στενεύουν, η προεκλογική εκστρατεία κατέληξε να είναι «ένα πεδίο μονοκαλλιέργειας», όπως μας λέει η Φερνάντα. «Σύμφωνα με όσα δηλώνει ο Μπολσονάρου, η ‘κομμουνιστική’ κυβέρνηση του Λούλα θα ανάγκαζε τα παιδιά να χρησιμοποιούν τουαλέτες unisex, θα απελευθέρωνε τις αμβλώσεις και τα ναρκωτικά, θα επέβαλε την ‘ιδεολογία των φύλων’, θα απειλούσε την ‘ακεραιότητα των οικογενειών’ και το ρόλο της οικογένειας ως πυλώνα της βραζιλιάνικης κοινωνίας. Ο κομμουνισμός, σύμφωνα με τον ακροδεξιό πρόεδρο, ‘έρχεται μόνο για να κλέψει, να σκοτώσει και να καταστρέψει’, προσθέτοντας ότι η χώρα θα αντισταθεί ‘επειδή η πλειοψηφία του έθνους είναι χριστιανική’».

Η τοξική ατζέντα και ο «πνευματικός πόλεμος» της ακροδεξιάς

Την περασμένη Παρασκευή, η Μισέλ Μπολσονάρου, σύζυγος του προέδρου και επικεφαλής της ομάδας «Mulheres com Bolsonaro» (Γυναίκες με τον Μπολσονάρου), απευθύνθηκε σε ένα κυρίως ευαγγελικό ακροατήριο γυναικών στο αεροδρόμιο της Βιτόρια, στα νοτιοανατολικά της χώρας, μαζί με την πρώην υπουργό Γυναικών, γερουσιαστή Νταμάρες Άλβες. Κρατώντας αποστάσεις από τα φώτα της δημοσιότητας καθ’όλη τη διάρκεια της προεδρίας του Μπολσονάρου, η πρώτη κυρία της χώρας κατάφερε σιωπηρά και μεθοδικά να παρουσιάσει τον Βραζιλιάνο πρόεδρο ως «φεμινιστή» και «υπέρμαχο των δικαιωμάτων των γυναικών». «Αυτή η κυβέρνηση έχει αγωνιστεί για την οικογένεια, για τη χώρα, για την ελευθερία της έκφρασης και τη θρησκευτική μας ελευθερία, η οποία, ναι, διακυβεύεται από τον κομμουνισμό. Βλέπουμε όλα όσα συμβαίνουν και είναι πολύ εύκολο να διαλέξουμε πλευρά. Δεν βλέπει όποιος δεν θέλει να δει. Οι υπόλοιποι βλέπουμε ποια είναι η αληθινή επιλογή για το έθνος μας», τόνισε η Μισέλ στην ομιλία της, υπεραμυνόμενη του συζύγου της και χαρακτηρίζοντας όσους στηρίζουν τον Λούλα ως «πνευματικά τυφλούς». Και συνέχισε: «Ο σκοπός μας ως χριστιανοί είναι να συγκεντρωθούμε, να προσευχηθούμε, να μεσολαβήσουμε, να μιλήσουμε, να βοηθήσουμε, να καθοδηγήσουμε όσους δεν έχουν ακόμη καταλάβει τον πνευματικό πόλεμο που μαίνεται στη Βραζιλία […]. Κι αν ο Θεός δεν ελεήσει το έθνος μας, αν ο λαός δεν ξυπνήσει, δεν θα έχουμε πουθενά να πάμε, γιατί η Βραζιλία είναι το τελευταίο εμπόδιο, το τελευταίο ανάχωμα στον κομμουνισμό».

Ο απερχόμενος πρόεδρος της Βραζιλίας Ζαίρ Μπολσονάρου χαιρετά υποστηρικτές του πάνω σε ένα φορτηγό κατά τη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης στο Sao Joao de Meriti, στην πολιτεία του Ρίο ντε Τζανέιρο, την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου / AP Photo / Silvia Izquierdo

Η σύνδεση θρησκείας και πολιτικής, ο θρησκευτικός φανατισμός και η πολιτική μισαλλοδοξία δεν είναι φαινόμενα ξένα στην πολιτική ζωή του μεγαλύτερου κράτους της Λατινικής Αμερικής. Όπως επίσης δεν είναι καινούργιο και το φαινόμενο της παραπληροφόρησης και της διασποράς ψευδών ειδήσεων. Κατά τη διάρκεια της πρώτης υποψηφιότητας του Λούλα για την προεδρία το 1989, προτεστάντες πάστορες τον χαρακτήρισαν «διάβολο», με τα δεξιά κόμματα να προειδοποιούν τότε ότι «θα κατάσχει τα ιδιωτικά κέρδη αν εκλεγεί». Όπως αποδείχθηκε, συνέβη το ακριβώς αντίθετο: ο Λούλα έχασε τις εκλογές από το «φαβορί των αγορών», όπως έγραφαν τότε αμερικανικά ΜΜΕ, τον Φερνάντο Κόλορ ντε Μέλο, με τον τελευταίο να ρίχνει την οικονομία στα βράχια και να προκαλεί μία τεράστια οικονομική κρίση με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του.

«Η διαφορά με τη σημερινή πραγματικότητα είναι ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το διαδίκτυο και η ευρεία, σχεδόν καθολική χρήση smartphones βοηθούν τις κομματικές ομάδες, συμπεριλαμβανομένου του λεγόμενου ‘υπουργικού συμβουλίου μίσους’ που συστάθηκε από έναν από τους γιους του Μπολσονάρου, να οπλίζουν με ψεύδη την προεκλογική εκστρατεία, στέλνοντας αφιλτράριστο περιεχόμενο απευθείας μέσω WhatsApp», μας λέει η Φερνάντα. «Η κατάσταση έχει ξεφύγει τελείως. Τα bot και οι αλγόριθμοι κάνουν στη συνέχεια τη βρόμικη δουλειά, η αλήθεια δεν καταφέρνει τις περισσότερες φορές να λάμψει και δημιουργούνται εντυπώσεις που επηρεάζουν την εκλογική συμπεριφορά. Απλοποιημένα, όσο και αλλοιωμένα πολιτικά μηνύματα περνούν με άνεση στους πολίτες, με την ακροδεξιά προπαγάνδα να μιλά για μία μάχη μεταξύ του καλού και κακού, όπου το καλό είναι ο Μπολσονάρου και η θρησκευτική πίστη και το κακό είναι ο Λούλα και ο κομμουνισμός».

Οι εμπνευστές της καμπάνιας του Μπολσονάρου ελπίζουν ότι μπορεί να αυξήσει το ποσοστό του και να ανατρέψει τις δημοσκοπήσεις στον επαναληπτικό γύρο των εκλογών μέσα από τη διάδοση του φόβου για όσα υποτίθεται θα φέρει ο «κομμουνισμός», παρά το γεγονός ότι ο Λούλα ποτέ δεν κατέβηκε ή κυβέρνησε ως κομμουνιστής. Ο Λούλα επικρίθηκε μάλιστα για το γεγονός ότι επί προεδρίας του παραχώρησε προνόμια σε δεξιά οικονομικά συμφέροντα και ότι κυβέρνησε με τρόπο που δεν συνάδει με τις αρχές κι αξίες ενός αριστερού κόμματος. «Ωστόσο», υπογραμμίζει ο Πέδρο, «η αναδιανομή του πλούτου επί ημερών Λούλα, την περίοδο 2003-2011, συνέβαλε στην ενίσχυση των πιο αδύναμων στρωμάτων, των χαμηλόμισθων και των εξαθλιωμένων στις φαβέλες, μία περίοδο που ακόμα και σήμερα πολλοί νοσταλγούν. Γι’αυτό και ο Λούλα, παρά την προχωρημένη ηλικία του, συνεχίζει να εμπνέει, κυρίως όμως να αποτελεί αναφορά και πυλώνα ασφάλειας για ένα σημαντικό, μεγάλο μέρος της βραζιλιάνικης κοινωνίας που τα προηγούμενα χρόνια βρέθηκε στο περιθώριο, έχασε προνόμια και κεκτημένα, είδε το σκοτάδι και τα αδιέξοδα να σκεπάζουν τον ουρανό της χώρας».

Ο ανησυχητικός ρόλος των ενόπλων δυνάμεων

Τα προοδευτικά μέσα ενημέρωσης της Βραζιλίας έχουν επανειλημμένα προειδοποιήσει για την απειλή των ενόπλων δυνάμεων που πλανάται πάνω από τις φετινές εκλογές. Οι φόβοι αυτοί αντιμετωπίζονταν, μέχρι πρόσφατα, με εφησυχασμό από την στρατιωτική ηγεσία. Τόσο υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί, όσο και αξιωματούχοι της κυβέρνησης έχουν μιλήσει για το ρόλο του στρατού στη διατήρηση της «κοινωνικής ειρήνης» στη χώρα, αλλά και στην ανάγκη η εκλογική διαδικασία να κινηθεί ομαλά και να γίνει σεβαστεί η ετυμηγορία του βραζιλιάνικου λαού.

Ο Μπολσονάρο με τον επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων, στρατηγό Έντσον Λεάλ Πουγιόλ, δίπλα δίπλα, υπό καταρρακτώδη βροχή, κατά τον εορτασμό της Ημέρας του Στρατού στη πρωτεύουσα Μπραζίλια, στις 17 Απριλίου 2019. Οι σχέσεις των δύο ανδρών ήταν και παραμένουν στενές. / AP Photo / Eraldo Peres

Μία ημέρα μετά τη συνάντησή του τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στο Λος Άντζελες, στις 10 Ιουνίου 2022, ο Μπολσονάρου εξέφρασε την ικανοποίησή του για τον ρόλο των ενόπλων δυνάμεων στη «διασφάλιση της ειρήνης» στη χώρα, σημειώνοντας ότι η νομιμότητα και διαφάνεια των εκλογών είναι «δεδομένη» και ότι τυχόν παρεμβολές στο ηλεκτρονικό σύστημα ψηφοφορίας θα είναι «ελέγξιμες».

«Είναι δεδομένο ότι κάτι τρέχει με τον στρατό», υπογραμμίζει ο Πέδρο. «Με δηλώσεις του ο υπουργός Άμυνας, στρατηγός Πάουλο Σέρτζιο Νογκέιρα ντε Ολιβέιρα ξεκαθάρισε ότι ο στρατός δεν σκοπεύει να εμπλακεί στην εκλογική διαδικασία. Υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί τονίζουν ότι ο στρατός δεν επιθυμεί να ολοκληρωθούν οι εκλογές εν μέσω σκιών και δυσπιστίας των ψηφοφόρων και ότι ‘οι διαφανείς εκλογές είναι θέμα εθνικής κυριαρχίας και σεβασμού των ψηφοφόρων’. Γνωρίζουμε πολύ καλά, τόσο από την πολιτική ιστορία της Βραζιλίας, όσο κι από την πολιτική ιστορία όλων των κρατών της Λατινικής Αμερικής ότι οι ένοπλες δυνάμεις κατά καιρούς παίζουν ρόλο σκοτεινό και επικίνδυνο για τη δημοκρατία και τους πολιτικούς θεσμούς. Να μην αποκλείουμε, μετά από πιθανή ήττα του Μπολσονάρου, να βγαίνει και να μιλήσει για νοθεία, κατά τα πρότυπο του Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές του 2020, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλεια και την κοινωνική ειρήνη στη χώρα», προσθέτει ο Πέδρο. «Ο υπουργός Άμυνας χρησιμοποιεί τις ίδιες συνωμοσιολογικές θεωρίες και ακροβατεί συνεχώς πάνω σε αμφιλεγόμενες έννοιες, χρησιμοποιώντας την ίδια γλώσσα που χρησιμοποιούν ο Μπολσονάρου και οι στρατηγοί τον τελευταίο χρόνο.  Οι στρατιωτικοί θεωρούν εαυτούς θεματοφύλακες του εκλογικού συστήματος και της δημοκρατίας στη Βραζιλία, ωστόσο, για να είμαστε σαφείς, ο ρόλος τους είναι πολλές φορές θολός. Έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε για προσπάθεια πραξικοπήματος ή, τουλάχιστον, για κατηγορίες περί αλλοίωσης του εκλογικού αποτελέσματος σε περίπτωση νίκης του Λούλα». 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου