Με το «βαρύ πυροβολικό» κοινού Δελτίου Τύπου των υπουργείων Οικονομικών και Εργασίας απάντησε η κυβέρνηση στα χθεσινά δημοσιεύματα του Τύπου (μεταξύ των οποίων και της «Εφημερίδας των Συντακτών») για την έκταση της φτώχειας, της κοινωνικής ανισότητας και της υλικής στέρησης με αφορμή τις σχετικές ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ.
Η παράγραφος που συμπυκνώνει το βασικό τους επιχείρημα είναι η εξής: «Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, μεταξύ 2021 και 2022 η ανισότητα (δείκτης GINI από 31,4 σε 31,8) και το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας (από 18,8% σε 18,9%) αυξήθηκαν ανεπαίσθητα, ενώ, αντίθετα, μικρή βελτίωση παρατηρείται στο ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού (από 26,3 σε 26,1%). Το ότι οι πολιτικές της κυβέρνησης προστάτεψαν τα πλέον ευάλωτα στρώματα του πληθυσμού αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι ανάμεσα στα δύο αυτά χρόνια η εισοδηματική μερίδα του φτωχότερου 25% του πληθυσμού αυξήθηκε λίγο (από 10,3 σε 10,4%), ενώ το λεγόμενο “χάσμα φτώχειας”, που δείχνει πόσο φτωχοί είναι οι φτωχοί συμπολίτες μας, μειώθηκε σημαντικά, από 23,8% σε 22,5%».
Τα στατιστικά στοιχεία είναι δεδομένα, αλλά η αξιολόγησή τους δεν είναι. Δεδομένου λοιπόν ότι δεν μπορούν να αμφισβητηθούν τα στατιστικά στοιχεία, η κυβέρνηση επιλέγει κάποια από αυτά για να «τεκμηριώσει» έναν συγκεκριμένο ισχυρισμό: ότι το 2022, με τη μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού, δεν επιδεινώθηκαν οι δείκτες φτώχειας και ανισότητας, ενώ είχαμε και επιμέρους οριακές βελτιώσεις. Ωστόσο, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι πολλά και εκτείνονται σε βάθος πολλών ετών, ενώ υπάρχουν και στοιχεία για άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ολα αυτά, όμως, δεν είχαν νόημα για το Δελτίο Τύπου των δύο υπουργείων γιατί δεν εξυπηρετούσαν τη συμφέρουσα οπτική γωνία που επέλεξαν, ότι δηλαδή δεν επιδεινώθηκε η κατάσταση το 2022 σε σχέση με το 2021, τη χρονιά του υψηλού πληθωρισμού. Δεν επιδεινώθηκε, λέει το Δελτίο Τύπου, επειδή με τις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό και τα μέτρα στήριξης των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων η κυβέρνηση προστάτευσε την κοινωνική συνοχή.
Βλέποντας μέσα από καθρέφτες
Κατ’ αρχάς είναι οξύμωρο η κυβέρνηση να επιλέγει να συγκρίνει στοιχεία του 2022 σε σχέση με το 2021, όταν οι ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ εξετάζουν καταρχήν τη διετία 2022-2023. Αλλά είπαμε: αυτές οι συγκρίσεις βολεύουν… Τι συνέβη λοιπόν μεταξύ 2022 (που είναι έτος βάσης για τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ) και 2023 και γιατί η κυβέρνηση επιλέγει να μην αναφερθεί στις εξελίξεις μεταξύ 2022 και 2023; Εκ πρώτης όψεως, θα την ευνοούσε περισσότερο μια τέτοια σύγκριση, αφού το 2023 μειώθηκε το ποσοστό των νοικοκυριών με χαμηλή ένταση εργασίας από 9,5% σε 8,3% (αποτέλεσμα της μείωσης της ανεργίας) και το ποσοστό υλικής και κοινωνικής στέρησης από 13,9 σε 13,5%. Ομως, φευ!, αυξήθηκε έστω και οριακά το ποσοστό του πληθυσμού που είναι σε κίνδυνο φτώχειας, από 18,8 σε 18,9%. Και πώς, τότε, να δικαιολογήσει η κυβέρνηση το γεγονός ότι σε μια χρονιά που ο πληθωρισμός ήταν σε πτώση, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε και η ανεργία μειώθηκε δεν κατάφερε να… προστατέψει την κοινωνική συνοχή;
Πέρα όμως από αυτή την, έως και διασκεδαστική, πλευρά της προπαγανδιστικής «αξιοποίησης» από την κυβέρνηση των στατιστικών δεδομένων, υπάρχουν ακόμη δύο, πολύ πιο ουσιαστικές πλευρές:
● Πρώτον, η Ν.Δ. κυβερνά από το 2019. Τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ εκτείνονται σε χρονοσειρές, δίνοντας τη δυνατότητα να αποτιμηθεί η πρόοδος που επιτυγχάνει η Ελλάδα στα ζητήματα της φτώχειας, της κοινωνικής ανισότητας και της υλικής στέρησης. Η αποτίμηση αυτή είναι αποκαρδιωτική. Στον αναπτυξιακό κύκλο 2019-2023, που μάλιστα το 2021-2023 «απογειώθηκε» με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, η πρόοδος ήταν απελπιστικά μικρή: το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού από 29% το 2019 μειώθηκε σε 26,1% το 2023 – λιγότερο από 3 ποσοστιαίες μονάδες. Μάλιστα, αν πάρουμε ως βάση το 2008, το ίδιο ποσοστό ανέρχεται σε 33,3%. Καθώς η πρόοδος είναι πολύ αργή, απέχουμε ακόμη πολύ από τα προ της κρίσης επίπεδα.
● Τα
στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, επίσης, δίνουν τη δυνατότητα συγκρίσεων μεταξύ
πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Εδώ οι συγκρίσεις είναι επίσης αποκαρδιωτικές:
Στο ζήτημα του ποσοστού του πληθυσμού που είναι σε κίνδυνο φτώχειας ή
κοινωνικού αποκλεισμού η Ελλάδα έχει το τρίτο υψηλότερο ποσοστό μεταξύ
των ευρωπαϊκών χωρών του σχετικού πίνακα, πίσω μόνο από τις Βουλγαρία
(30%) και Ισπανία (26,5%). Αμέσως μετά βρίσκονται οι Λετονία (25,6%) και
Εσθονία (24,2%), με όλες τις υπόλοιπες χώρες να έχουν ποσοστά κάτω από
20%. Συμπέρασμα: Η Ελλάδα δεν επανέρχεται στην προ της κρίσης
«κανονικότητα», αλλά συγκλίνει κυρίως με τη Βουλγαρία και τις χώρες της
Βαλτικής.
Στο άλλο σημαντικό ζήτημα, της υλικής στέρησης, η Ελλάδα (13,5%) είναι μόνη πίσω από τη Βουλγαρία (18%).
Η σύγκλιση αυτή με τη Βουλγαρία, μάλιστα, κρύβει κάτι ακόμη χειρότερο: η Βουλγαρία προοδεύει με ταχύτερους ρυθμούς, αφού μείωσε το ποσοστό της μεταξύ 2019 και 2023 κατά 4,1 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ η Ελλάδα μόνο κατά 2,3. Η Βουλγαρία έρχεται από χαμηλά και μας φτάνει, καθώς προοδεύουμε πολύ πιο αργά από αυτήν. Το ίδιο ακριβώς συμπέρασμα βγαίνει και από τη σύγκριση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης ως ποσοστό του μέσου όρου της Ε.Ε.-27. Ξεκινώντας από ποσοστό 40% το 2006, η Βουλγαρία μάς έφτασε σχεδόν το 2023 σε επίπεδα λίγο κάτω από 70%. Σε αντίστροφη πορεία, η Ελλάδα, ξεκινώντας από επίπεδα κοντά στο 100% το 2006, σημείωσε καθίζηση επιτρέποντας στη Βουλγαρία να τη φτάσει σε απόσταση αναπνοής το 2023…
Ενα τελευταίο στοιχείο ξεκαθαρίζει πλήρως την εικόνα: Τα κέρδη του επιχειρηματικού τομέα αυξήθηκαν θεαματικά από το 2019 στο 2023. Με βάση τα στοιχεία της μακροοικονομικής βάσης δεδομένων της Κομισιόν (AMECO), ο Δείκτης των καθαρών κερδών του επιχειρηματικού τομέα (με έτος βάσης το 2015=100) ήταν στην Ελλάδα 124 το 2007, έπεσε στο 82,6 το 2012, ανέκαμψε στο 117,5 το 2019 και απογειώθηκε πάνω από τα προ κρίσης υψηλά του το 2023, στο 147,3. Είναι μάλιστα η μακράν υψηλότερη επίδοση μεταξύ όλων των χωρών της Ε.Ε.-27!
Συμπέρασμα: Στα ζητήματα της φτώχειας και της υλικής στέρησης η Ελλάδα είναι σε… ευγενή άμιλλα με τη Βουλγαρία, αλλά στο ζήτημα των κερδών είναι πρωταθλήτρια Ευρώπης – κι ο δεύτερος μας κοιτάζει με το κιάλι…
Η νεοφιλελεύθερη θεωρία του trickle down (ότι τα κέρδη στην «κορυφή» διαχέουν τις ευεργετικές τους επιπτώσεις σε όλο το κοινωνικό σώμα) διαψεύδεται με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο. Τα κέρδη ευημερούν προκλητικά, αλλά ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας πένεται. Τα κυβερνητικά Δελτία Τύπου δεν μπορούν να αποκρύψουν αυτή την πραγματικότητα!
***
-ΔΙΑΒΑΣΤΕ σχετικά:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου