Η νομική κατοχύρωση των δικαιωμάτων των ομόφυλων ζευγαριών στον γάμο και στην τεκνοθεσία αποτελεί μια σημαντική αλλαγή για τη χώρα μας. Μέσα από αυτή τη νομική ρύθμιση, η χώρα μας εναρμονίζεται με τα πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και αφουγκράζεται τις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας για τη δημιουργία συνθηκών ισότητας και συμπερίληψης.
Το φαινόμενο της οικογένειας χαρακτηρίζεται από ρευστότητα, η οποία οφείλεται στις ραγδαίες μεταβολές, αλλά και στη δυνατότητα επιλογής του σχήματος οικογενειακής οργάνωσης που εκφράζει και επιθυμεί κάθε άτομο. Η δυνατότητα αυτών των επιλογών σχετίζεται με τον βαθμό ανεκτικότητας κάθε κοινωνίας και την ανάπτυξη μηχανισμών που να απορροφούν τη ρευστότητα στους θεσμούς και να μειώνουν την καταλυτική γι’ αυτούς επίδραση. Για να είναι οι θεσμοί λειτουργικοί, είναι σημαντικό να προσαρμόζονται στις σύγχρονες κοινωνικές επιταγές, καλύπτοντας το φάσμα των καταστάσεων που αποτελούν τη σύγχρονη πραγματικότητα, χωρίς να αγκυλώνονται στην ανάμνηση ή στο ιδεώδες τους.
Η αναγνώριση της ρευστότητας του φαινομένου της οικογένειας δεν αποτελεί τροχοπέδη για την κοινωνία, αλλά την ενισχύει, όχι κάτω από ένα μοναδικό και σταθερό σχήμα, αλλά από μια ποικιλία μορφών οι οποίες είναι συνυφασμένες με τον κοινωνικό αποκλεισμό. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘70 πολλαπλασιάστηκαν οι παρατηρήσεις και οι προβληματισμοί των κοινωνιολόγων για την εξέλιξη της οικογένειας. Πολλοί αναφέρθηκαν στη μετάβαση από ένα συγκεκριμένο μοντέλο οικογένειας στη δημιουργία ενός άλλου μοντέλου μια άλλης, νέας οικογένειας.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα όπου ο θεσμός της οικογένειας διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή των ανθρώπων. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετές συντηρητικές και ανελαστικές απόψεις αναφορικά με την οικογενειακή δομή.
Οι δυσκολίες που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι οικογένειες του ίδιου φύλου στη χώρα μας σχετίζονται με το κοινωνικό στίγμα, τον κοινωνικό αποκλεισμό και τις διακρίσεις. Σύμφωνα με τους κοινωνιολόγους, η αναγνώριση των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων του ίδιου φύλου συμβάλλει στη μείωση του στίγματος και των διακρίσεων που αντιμετωπίζουν, προωθώντας και την ευημερία των παιδιών σε αυτές τις οικογένειες.
Υπάρχει έντονη ανησυχία στην κοινή γνώμη για τη ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών που μεγαλώνουν με ομόφυλα ζευγάρια. Ερευνες στην αναπτυξιακή ψυχολογία επιβεβαιώνουν ότι τα παιδιά τα οποία μεγαλώνουν με γονείς του ίδιου φύλου δεν έχουν σημαντικές διαφορές στην ψυχοκοινωνική τους υγεία σε σχέση με τα παιδιά που μεγαλώνουν με ετερόφυλους γονείς. Με αυτόν τον τρόπο αμφισβητούνται απόψεις οι οποίες συσχετίζουν την υγιή ανάπτυξη των παιδιών με την παρουσία γονέων διαφορετικού φύλου. Αυτές οι απόψεις έχουν διαμορφωθεί από ψυχολογικές θεωρίες του προηγούμενου αιώνα (π.χ. φροϋδική θεωρία), οι οποίες αναφέρουν τη μοναδική συμβολή κάθε φύλου στην ανάπτυξη του παιδιού.
Σύγχρονες μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν με γονείς του ίδιου φύλου μαθαίνουν για το φύλο με θετικό τρόπο. Αυτή η νέα κατανόηση είναι σημαντική, γιατί δείχνει ότι αποκτούμε περισσότερες γνώσεις για το πώς μεγαλώνουν και αναπτύσσονται οι οικογένειες και τα παιδιά. Οι κοινωνικοί επιστήμονες διαπιστώνουν ότι οι γονείς του ίδιου φύλου δείχνουν μεγαλύτερη αφοσίωση στη φροντίδα των παιδιών τους, παρέχοντας ασφάλεια και δημιουργώντας ένα ζεστό και υποστηρικτικό περιβάλλον με ανοιχτή επικοινωνία. Επίσης, η προθυμία και η δέσμευση στη δημιουργία οικογένειας από τα ομόφυλα ζευγάρια αποτελεί έναν βασικό παράγοντα για την επίτευξη ενός ασφαλούς οικογενειακού περιβάλλοντος, το οποίο θα παρέχει νοιάξιμο και φροντίδα.
Επιπλέον, κοινωνιολογικές έρευνες επισημαίνουν ότι τα παιδιά των ομόφυλων οικογενειών χτίζουν ψυχική ανθεκτικότητα και αυτό οφείλεται στις κοινωνικές προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν. Μαθαίνουν να κατανοούν και να αποδέχονται την έννοια του διαφορετικού, δεξιότητα η οποία είναι πολύ χρήσιμη για την πολύμορφη κοινωνία όπου ζούμε.
Η κοινωνιολογική μελέτη των Farr, Forssell και Patterson (2010) υπογράμμισε ότι τα παιδιά των ομόφυλων γονέων χαρακτηρίζονται από ενσυναίσθηση και σεβασμό στα διαφορετικά χαρακτηριστικά, τα οποία διευκολύνουν τη δημιουργία υγιών κοινωνικών σχέσεων.
Αλλη μια ανησυχία της ελληνικής κοινωνίας σχετίζεται με την επιρροή του σεξουαλικού προσανατολισμού των ομόφυλων γονέων στη σεξουαλική ταυτότητα των παιδιών τους. Αξίζει, όμως, να θυμόμαστε ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός δεν καθορίζεται από τους γονείς. Τα παιδιά ομόφυλων οικογενειών είναι ετεροφυλόφιλα σε ποσοστό ανάλογο με τον γενικό πληθυσμό. Για παράδειγμα, οι Tasker και Golombok (1997) δεν παρατήρησαν απόκλιση στον σεξουαλικό προσανατολισμό των νεαρών ενηλίκων που μεγάλωσαν από ομοφυλόφιλες μητέρες σε σύγκριση με ετεροφυλόφιλες μητέρες.
Στη συνέχεια, αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι πόση αγάπη και φροντίδα λαμβάνει ένα παιδί από τους γονείς του, ανεξάρτητα από τον τρόπο που γεννήθηκε. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να μπορούν τα ομόφυλα ζευγάρια να έχουν πρόσβαση στα επιτεύγματα της ιατρικής επιστήμης προκειμένου να μπορέσουν να γίνουν γονείς. Η επιστήμη είναι για όλους και δεν κάνει διακρίσεις.
Κλείνοντας, είναι σημαντικό να αναφέρω ότι τέτοιου είδους νομοθετικές ρυθμίσεις μόνο θετικά μπορεί να επηρεάσουν την κοινωνία. Η δημιουργία συνθηκών αποδοχής και συμπερίληψης θα αποτελέσει το πρόσφορο έδαφος για μια κοινωνία η οποία θα αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ισότιμα και με σεβασμό, αφουγκραζόμενη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του καθενός. Σε αυτήν την κοινωνία οι διαφορές των ανθρώπων δεν θα αποτελούν αιτία βίας ή αποκλεισμού, αλλά αφορμή για σεβασμό και κατανόηση.
*Κοινωνιολόγος, MSc στην Κοινωνική Ανάπτυξη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου