Περί της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα
* Δημήτρης Δαμίγος, Καθηγητής ΕΜΠ / Κοσμήτορας Σχολής Μεταλλειολόγων-Μεταλλουργών Μηχανικών
Στις αρχές Ιουλίου, κατά τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η κυβέρνηση θα θεσμοθετήσει τη λειτουργία «μη κρατικών» ΑΕΙ, χωρίς συνταγματική αναθεώρηση του Άρθρου 16 με «όχημα» τις διακρατικές συμφωνίες στο πλαίσιο του Άρθρου 28 του Συντάγματος. Σύμφωνα με απόψεις ορισμένων συνταγματολόγων, το Άρθρο 28 αναφέρει ότι οι διακρατικές συμφωνίες υπερισχύουν του κοινού νόμου αλλά δεν υπερισχύουν του Συντάγματος (βλ. άποψη Ακρίτα Καϊδατζή, αναπληρωτή καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ1). Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που το τελευταίο διάστημα γινόμαστε μάρτυρες μιας νέας προσέγγισης από την πλευρά της κυβέρνησης, με αναφορά στην «ανάγνωση» του Άρθρου 16. Είναι πράγματι απορίας άξιο πώς μπορεί να «αναγνωστεί» το Άρθρο 16, ειδικά οι παράγραφοι 5 και 6 που αναφέρουν:
«…5. H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση...
6. Oι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί. Tο υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό τους επιτελεί επίσης δημόσιο λειτούργημα, με τις προϋποθέσεις που νόμος ορίζει. Oι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν μπορούν να παυθούν προτού λήξει σύμφωνα με το νόμο ο χρόνος υπηρεσίας τους παρά μόνο με τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 88 παράγραφος 4 και ύστερα από απόφαση συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, όπως νόμος ορίζει….»
Στα σημεία αυτά θα επανέλθουμε στο τέλος.
Ένα ακόμη επιχείρημα που ακούγεται μεταξύ άλλων από την πλευρά της κυβέρνησης είναι η ανάγκη εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου, αναφορικά με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών μεταξύ των κρατών-μελών. Και για το σημείο αυτό, συνταγματολόγοι αναφέρουν ότι, η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών μεταξύ των κρατών-μελών στον τομέα της εκπαίδευσης υφίσταται ήδη στη χώρα μας μέσω των κολεγίων και των συνεργαζόμενων με αυτά ξένων πανεπιστημίων (βλ. άποψη Ακρίτα Καϊδατζή, αναπληρωτή καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ)1, τα οποία – με σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών της σημερινής και προηγούμενων κυβερνήσεων – παρέχουν πτυχία με επαγγελματική αναγνώριση. Μάλιστα, η αναγνώριση αυτή γίνεται σε βάρος των αποφοίτων των ελληνικών πανεπιστημίων, καθώς εξισώνει από πλευράς επαγγελματικών δικαιωμάτων 4ετή και 5ετή πτυχία με 3ετή ή 4ετή, αντίστοιχα, στην καλύτερη περίπτωση (κι ενώ εκκρεμεί η έκδοση επαγγελματικών δικαιωμάτων για πολλά Τμήματα ή Σχολές του δημόσιου πανεπιστημίου). Αυτό επομένως που επιχειρείται, επί της ουσίας, είναι και η ακαδημαϊκή ισοτίμηση των πτυχίων, με αυτά των ελληνικών πανεπιστημίων, όπως έχει αναφέρει και ο υπουργός ΠΑΙΘ2:
«…Επειδή συνεχίζουμε να έχουμε αυτή την απαγόρευση, έστω και για το τελευταίο κομμάτι των ακαδημαϊκών δικαιωμάτων, αυτό γεννάει ένα διεθνές “σινιάλο” ότι η Ελλάδα είναι ένα έθνος εκπαιδευτικά ανάδελφο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ότι έχει αυτή την ιδιαιτερότητα…»
Ωστόσο, αυτή η γενικευμένη αναφορά κάθε
άλλο παρά αληθής είναι....
(ΔΙΑΒΑΣΤΕ/ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ τη συνέχεια του εκτενούς αλλά πολύ ενδιαφέροντος και τεκμηριωμένου με στοιχεία, στατιστικούς πίνακες, γραφήματα και παραπομπές άρθρου, στη σελίδα της Σχολής Μεταλλειολόγων-Μεταλλουργών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου: https://www.metal.ntua.gr/wp-content/uploads/2024/01/peri_idrisis_idiwtikwn-aei_23-1-2024.pdf)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου