Από τον Μάιο του 2021, όταν στην έκθεση που δημοσιεύουν ετησίως οι «Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα» (RSF) η χώρα μας έχασε τριάντα οκτώ θέσεις σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά στην ελευθερία του Τύπου και βρέθηκε στην 107η θέση σε σύνολο 180 χωρών, η συζήτηση που θα έπρεπε να ανοίξει δεν ξεκίνησε ποτέ. Ακολούθησε το 2022 η 108η θέση και το 2023 καταφέραμε να ξαναπάμε στην 107η. Χωρίς να μας αξίζουν συγχαρητήρια.
Ο Τύπος νοσεί, και βαριά μάλιστα, αφού είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη και πιο κάτω ακόμα από την Μποτσουάνα και τη Μογγολία, αλλά πέρα από τις πολιτικές αντιπαραθέσεις, όταν οι ανακοινώσεις ήταν ακόμα φρέσκιες, η κοινωνία στο σύνολό της δεν βγήκε από την απάθειά της. Εξήγηση υπάρχει και είναι απλή. Ολες οι έρευνες τα τελευταία χρόνια δείχνουν ότι η εμπιστοσύνη του πολίτη στον ελληνικό Τύπο είναι στο ναδίρ. Αξιωματικά, ο πολίτης θεωρεί ότι τα «μέσα» τού κρύβουν την αλήθεια ή και ότι του λένε ψέματα και γι’ αυτό, σε μια άλλη, εξίσου σημαντική ετήσια έρευνα στο Digital News Report του Ινστιτούτου Reuters είμαστε σταθερά τελευταίοι στην εμπιστοσύνη των πολιτών προς τα μέσα ενημέρωσης. Φέτος καταφέραμε και χάσαμε ακόμα ένα 8%, ποσοστό μεγάλο ακόμα κι όταν είσαι στον πάτο. Αντίθετα, είμαστε πρώτοι στην ενημέρωση μέσω των social media!
Η συγκέντρωση του Τύπου στα χέρια λίγων, με προνομιακούς δεσμούς με την εξουσία, δημιουργεί έναν ασφυκτικό κλοιό για τα οικονομικά ανεξάρτητα μέσα.
Οτιδήποτε και να σχολιάσεις θα ακουστεί κοινοτοπία: η δημοκρατία κινδυνεύει, η διαπλοκή έχει πλοκάμια παντού, η πολιτεία έχει αποτύχει στον προστατευτικό της ρόλο… φωνάξαμε «βοήθεια ο λύκος» γιατί ο λύκος ερχόταν. Κι όμως, ο λύκος μάς έφαγε και κανείς δεν ασχολήθηκε μ’ αυτό. Ανεξάρτητα από τη μεθοδολογία που χρησιμοποιούν οι συντάκτες της έκθεσης των RSF –και ναι, έχουν ακουστεί παράπονα γι’ αυτήν και στο εξωτερικό–, η ελευθερία του Τύπου είναι άρρηκτα δεμένη με τέσσερις παράγοντες: τη βία, τη λογοκρισία, την παραπληροφόρηση και τις SLAPPs.
Η βία είναι ένα από τα σχετικά καινούργια φαινόμενα στη χώρα μας. Ενας από τους λόγους που κατρακυλήσαμε τόσες θέσεις είναι το γεγονός ότι η δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ παραμένει ακόμα ανεξιχνίαστη, παρά τη σύλληψη κάποιων υπόπτων. Αστυνομική βία, επίσης, στις διαδηλώσεις και αλλού. Σεξισμός στην εργασία για τις γυναίκες. Παράνομες παρακολουθήσεις. Η βία έχει πολλά πρόσωπα. Η λογοκρισία, από την πλευρά της, είναι πιο ύπουλη.
Ναι, όταν ρωτήθηκε στο Στρασβούργο, τον Ιούλιο του 2022, ο πρωθυπουργός έδειξε «αντιπολιτευτικά» έντυπα στους εταίρους του. Αλλά δεν ζούμε στην εποχή του Μεταξά το 1936. Η λογοκρισία έχει άλλα όπλα σήμερα και για να την αποκαλύψεις πρέπει να ψάξεις τον βασικό μέτοχο σε εφημερίδες, κανάλια, ενημερωτικούς(;) ιστότοπους. Η συγκέντρωση του Τύπου στα χέρια λίγων, με προνομιακούς δεσμούς με την εξουσία, δημιουργεί έναν ασφυκτικό κλοιό για τα οικονομικά ανεξάρτητα μέσα. Με τους διαφημιστές εξαφανισμένους για τον Τύπο και με το κοινό εθισμένο σε δωρεάν copy paste, το δύσκολο κάποτε «έργο» της λογοκρισίας έχει μετατραπεί σε παιχνιδάκι. Αρκεί να χρηματοδοτήσεις τόσα μέσα ενημέρωσης που να μπορούν να πνίξουν τις ανεξάρτητες φωνές.
Η παραπληροφόρηση είναι απότοκη του πολυκερματισμένου μιντιακού τοπίου, στο οποίο κάθε σκοτεινό blog έχει την ίδια αξία με τον ιστότοπο μιας μεγάλης εφημερίδας. Η λογική Τραμπ: «τα μέσα μάς κρύβουν την αλήθεια, γι’ αυτό ας πάμε στα “δικά μας” που μας λένε μόνο την αληθινή αλήθεια», έχει δυστυχώς επικρατήσει και στη χώρα μας. Ο ιλιγγιώδης αριθμός των ελληνικών ημι-blogs, ημι-ιστότοπων, χωρίς υπογραφές και με παράξενα ονόματα, αν και δεν έχουν ακόμα σχηματίσει έναν τύπου alt.right αστερισμό, εξυπηρετεί κυρίως τη λογοκρισία. Πώς να μιλήσεις για τις παρακολουθήσεις από το Predator σ’ ένα κοινό που πιστεύει ότι έτσι κι αλλιώς μας παρακολουθούν διάφορα σκοτεινά κέντρα; Η αλήθεια πνίγεται μέσα σε πολλές εναλλακτικές αλήθειες στο ίδιο σύμπαν. Δεν μας χρειάζεται καν η διακλάδωση της χρονογραμμής α λα Marvel.
Τέλος, οι SLAPPs, το νεότερο μέλος της παρακμιακής οικογένειας, είναι ένας όρος που το ευρύ κοινό δεν γνωρίζει καν, αλλά χτυπά τους δημοσιογράφους και τα μέσα σε ανησυχητικό βαθμό. Το παράξενο όνομά τους «στρατηγικές νομικές αγωγές ενάντια στη συμμετοχή του κοινού» κρύβει πίσω του τον εκφοβισμό μέσω αγωγών δημοσιογράφων και μέσων (όπως και ακτιβιστών, πολιτών κ.λπ.). Τον περασμένο Ιούλιο, η ΠΟΕΣΥ ξεκίνησε τη διαδικασία καταγραφής υποθέσεων SLAPPs σε βάρος δημοσιογράφων με στόχο την ίδρυση Παρατηρητηρίου καταχρηστικών αγωγών.
Τα παραπάνω δεν συνιστούν επ’ ουδενί αποκλειστικά ελληνικά προβλήματα. Ολόκληρη η Ευρώπη υποφέρει από τη συγκέντρωση των μέσων και τη διαπλοκή της ιδιοκτησίας τους με την πολιτική εξουσία, από τις SLAPPs, από την παραπληροφόρηση, τη βία στις διαφορετικές εκφάνσεις της. Η ειδοποιός διαφορά έγκειται στον ρόλο της πολιτείας κυρίως μέσω της νομοθεσίας. Ακόμα και οι γραφειοκρατικές Βρυξέλλες αναγκάστηκαν να παρέμβουν με την Ευρωπαϊκή πράξη για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης. Προστατεύει τη συντακτική ανεξαρτησία, αντιτίθεται στη χρήση κατασκοπευτικών λογισμικών, προάγει την ανεξαρτησία των δημόσιων μέσων ενημέρωσης, ρυθμίζει τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας, επιβάλλει διαφάνεια στην κρατική διαφήμιση και προστατεύει το περιεχόμενο των μέσων στο διαδίκτυο. Το κάθε κράτος-μέλος, ωστόσο, μπορεί να εφαρμόσει το μίνιμουμ από τα παραπάνω στην εθνική νομοθεσία, κάτι που κανείς δεν αμφιβάλλει ότι θα πράξουμε κι εμείς. Για ν’ ανέβουμε, όμως, ξανά ψηλότερα στη λίστα των RSF ούτε καν το μάξιμουμ δεν θα είναι αρκετό.
* Επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Ψηφιακών Μέσων και Επικοινωνίας του Ιονίου Πανεπιστημίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου