του Ανδρέα Κοσιάρη
Ένας άνθρωπος δέχεται επίσκεψη από την Ελληνική Αστυνομία στο πλαίσιο πολυδιαφημισμένης «επιχείρησής» της. Ένας αστυνομικός ζητά να χρησιμοποιηθεί το σπίτι του ανθρώπου αυτού για την επιχείρηση, εκείνος ρωτά αν υπάρχει έγγραφο εισαγγελέα που να δίνει αυτή την άδεια, και ο αστυνομικός φεύγει χωρίς να πει τίποτα. Λίγη ώρα μετά, ο άνθρωπος της ιστορίας μας βρίσκεται στην ταράτσα του σπιτιού του δεμένος με χειροπέδες και δαρμένος, ενώ παρακολουθεί τους άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. να δέρνουν και να βρίζουν τα παιδιά του και να απειλούν τη γυναίκα του. Κι έπειτα, βρίσκεται κατηγορούμενος, αυτός και οι γιοί του, για επίθεση κατά των αστυνομικών και εξύβρισή τους.
Στην επικοινωνιακή διαχείριση του συμβάντος από τον μηχανισμό παραπληροφόρησης της ΕΛ.ΑΣ., ακούει τα ΜΜΕ και τους εκπρόσωπους του πολιτικού κατεστημένου να διαδίδουν οχετούς λάσπης για αυτόν και για τα παιδιά του. Ακούει τους εκπροσώπους της ΕΛ.ΑΣ. να μπερδεύουν τις ιστορίες τους για το τι συνέβη, υπουργούς, βουλευτές και αρθρογράφους να τον ενοχοποιούν για μύρια όσα, και τον ίδιο τον πρωθυπουργό να αναφέρεται απαξιωτικά στην περίπτωσή του. Βλέπει ακόμα την υπόθεση των καταγγελιών του για αστυνομική βία, παρά όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, να μπαίνει στο αρχείο.
Εάν τον άνθρωπο αυτόν δεν τον έλεγαν Δημήτρη Ινδαρέ και δεν ήταν ένας «καθωσπρέπει» εκπρόσωπος της αστικής τάξης, ένας γνωστός σκηνοθέτης, ίσως να μη μαθαίναμε ποτέ για την αθώωσή του. Ή ίσως να τη μαθαίναμε λίγοι κι ακόμα λιγότεροι να δίναμε σημασία σε αυτήν.
Όμως η περίπτωσή του, δεν είναι μεμονωμένη. Δεκάδες άνθρωποι ξυλοκοπούνται, εξευτελίζονται, καθυβρίζονται και συλλαμβάνονται από την ΕΛ.ΑΣ., περνούν ουσιαστικά βασανιστήρια από την κατά Κυριάκο Μητσοτάκη «δροσερή πνοή Δημοκρατίας», συχνά χωρίς να υπάρχουν έστω ενδείξεις ότι έχουν διαπράξει κα΄τι παράνομο, κι έπειτα βρίσκονται κατηγορούμενοι για βία ενάντια στους βασανιστές τους.
Στο δικαστήριο, συχνά αυτές οι κατηγορίες εκπέφτουν, διότι οι βασανιστές κατήγοροι δεν μπορούν να αποδείξουν τις κατηγορίες, πέφτουν σε αντιφάσεις ή απλά δεν εμφανίζονται ποτέ να καταθέσουν. Όμως σίγουρα, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου άνθρωποι χωρίς την ταξική και κοινωνική θέση του κ. Ινδαρέ, χωρίς τη δυνατότητά του να προσλάβει αξιόλογους δικηγόρους και χωρίς την οικονομική αντοχή του, βρίσκονται διπλά θύματα της ΕΛ.ΑΣ. και του συστήματος «Νόμου και Τάξης».
Αν τον κ. Ινδαρέ τον έλεγαν Παναγιώτη Καλαϊτζή, ίσως να βρισκόταν προφυλακισμένος επί μήνες με μόνο στοιχείο κάποια φιλική του σχέση. Εάν τον έλεγαν Λάμπρο Γούλα, ίσως να είχε ζήσει ακόμα πιο βαρύ βασανισμό από την ΕΛ.ΑΣ. πριν την αθώωσή του. Αν ήταν πολιτικά ενεργός στον αντιεξουσιαστικό χώρο, ίσως να βρισκόταν κατηγορούμενος για κάποιον φόνο με κατασκευασμένα από την ΕΛ.ΑΣ. στοιχεία και ψευδομάρτυρες. Ή νεκρός έπειτα από αλύπητο ξύλο από τους αστυνομικούς.
Ήταν δηλαδή τυχερός ο κ. Ινδαρές, μέσα στην ατυχία του να διασταυρωθεί με την ΕΛ.ΑΣ., που τον λένε Ινδαρέ. Αλλά αν ένα πράγμα είναι κοινό στην υπόθεσή του με όλες τις άλλες, είναι πως οι αστυνομικοί που έδειραν, έβρισαν και απείλησαν αυτόν και την οικογένειά του, δεν πρόκειται να έχουν καμία επίπτωση.
Αν κάτι είναι διαχρονικό σε αυτή τη χώρα είναι πως η αστυνομία μπορεί να κάνει ό,τι γουστάρει χωρίς επίπτωση, υπό οποιαδήποτε κυβέρνηση. Γιατί έτσι διασφαλίζει η εξουσία ότι, όταν χρειαστεί, αυτή η νομιμοποιημένη συμμορία θα κάνει ότι της πουν.
Η εισαγγελέας της έδρας στην υπόθεση εναντίον του Ινδαρέ και των γιων του, χαρακτήρισε στην αγόρευσή της τους κατηγορούμενους «θύματα τυφλής, ωμής και αυθαίρετης αστυνομικής βίας». Θύματα που, όπως μύρια όσα άλλα, δεν θα βρουν ποτέ δικαίωση απέναντι στους θύτες τους. Το καλύτερο που μπορούν να επιτύχουν σε αυτή τη μικρή Μπανανία της ανατολικής Μεσογείου, είναι να τους λένε Ινδαρέ και να μην μπουν φυλακή για το ξύλο που έφαγαν.
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου