24 Νοεμβρίου 2022

Σχέδιο νόμου για υποκλοπές: Nομιμοποίηση του παρακρατικού μηχανισμού - Ανακοίνωση της Εναλλακτικής Παρέμβασης Δικηγόρων Αθήνας


Ανακοίνωση της Εναλλακτικής Παρέμβασης – Δικηγορικής Ανατροπής για το νομοσχέδιο σχετικά με τη «Διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών κ.λπ.».

Nομιμοποίηση του παρακρατικού μηχανισμού

Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης και του Υπουργού Επικρατείας, που ήταν στη διαβούλευση μέχρι χθες 22.11, το οποίο υποτίθεται θα εξυγίαινε τη διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών πολιτών και πολιτικών προσώπων, μετά τη δημοσιοποίηση των σκανδαλωδών παρακολουθήσεων πολιτικών προσώπων από κρυφό μηχανισμό εντός της ελεγχόμενης από τον Πρωθυπουργό Ε.Υ.Π., πράττει αυτό ακριβώς που διακηρύσσει ότι πατάσσει. Καθιστά νόμο του κράτους την αδιαφάνεια, την κρυφή, αναιτιολόγητη, ανεξέλεγκτη λειτουργία του μηχανισμού παρακολουθήσεων, ακόμη και με πειρατικά λογισμικά.

Η ίδια η Ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των επικοινωνιών, δηλαδή η Συνταγματικά Κατοχυρωμένη Αρχή, που έχει από το Σύνταγμα την αρμοδιότητα να διασφαλίζει και να ελέγχει την ελεύθερη επικοινωνία μεταξύ των πολιτών, έχει ταχθεί με εκτεταμένη και αναλυτική ανακοίνωσή της κατά του νομοσχεδίου.

Με το νέο νομοσχέδιο εισάγεται ορισμός της «εθνικής ασφάλειας», η οποία αποτελεί τη νομική βάση για τη διενέργεια επισυνδέσεων και παρακολουθήσεων, πέραν από τις περιπτώσεις των κακουργημάτων που προβλέπονταν και μάλιστα με το νομοσχέδιο αυξάνονται και κατά 50 περίπου, καθιστώντας τη δυνατότητα παρακολούθησης κανόνα από εξαίρεση. Ο ορισμός της εθνικής ασφάλειας είναι τόσο γενικόλογος και ευρύς που είναι απορίας άξιο ποια αντιπολιτευτική πρακτική ή ιδεολογία δεν είναι επικίνδυνη για την εθνική ασφάλεια. Ακόμη και ο αναγκαστικός του 375/1936 περί κατασκοπείας ήταν πιο συγκεκριμένος στο τί «προστάτευε».

Ταυτόχρονα, η επίκληση της «εθνικής ασφάλειας» από το Διοικητή της ΕΥΠ, ο οποίος δικαιούται να παραγγείλει την επισύνδεση/παρακολούθηση, αλλά και η απόφαση των δύο εισαγγελέων που την εγκρίνουν είναι και αναιτιολόγητη και ακατάγραπτη. Δηλαδή είναι αδύνατον να ελεγχθεί η νομιμότητα ή και σκοπιμότητά της από οποιονδήποτε. Ακόμη και το τριμελές όργανο που προβλέπεται να την ελέγχει θεσμοθείται προσχηματικά, αφού είναι απολύτως αδύναμο: μέλη του, πλειοψηφούντα, είναι ο ίδιος ο Διοικητής της ΕΥΠ και ο Εισαγγελέας που ενέκρινε την παραγγελία του. Ούτε πρακτικά τηρούνται ούτε καταγράφεται η άποψη του μειοψηφούντος μέλους, του Προέδρου της ΑΔΑΕ (που θεωρητικά διασφαλίζει με συνταγματική δύναμη το απόρρητο των επικοινωνιών).

Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει σειρά άρθρων που χωρίς καμία αιδώ θεσμοθετούν έναν ιδιαίτερο μηχανισμό, ανεξέλεγκτο, απρόσβλητο, κρυφό από όλους, με τεράστιο πεδίο δράσης, υπαγόμενο στην εκτελεστική εξουσία.

Με δεδομένη τη διεύρυνση του νομοθετικού ορισμού της εθνικής ασφάλειας με τρόπο που να καταλαμβάνει κάθε κοινωνική και πολιτική δραστηριότητα, προκύπτει πλέον η πρόθεση της κυβέρνησης να νομιμοποιήσει και να επεκτείνει τη φάμπρικα των υποκλοπών με χρήση τόσο των “νόμιμων επισυνδέσεων” που πραγματοποιούνται με τις εισαγγελικές διατάξεις άρσης απορρήτου για λόγους “εθνικής ασφάλειας” όσο και με λογισμικά τύπου Predator που πλέον νομίμως θα προμηθεύεται το δημόσιο. Έτσι, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), μια υπηρεσία που από την ίδρυσή της λειτουργεί ως κέντρο συνάντησης των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων με τις βουλήσεις του ελληνικού βαθέος κράτους, ως μηχανισμός κατά του “εσωτερικού εχθρού” και χαλκείο σκευωριών, ως διαφθορείο κάθε έννοιας δημοκρατίας, θα αποχαλινωθεί ακόμα περισσότερο και θα θωρακιστεί απέναντι σε κάθε δημοκρατικό έλεγχο.

Η θέση μας είναι ότι πρόκειται για θεσμοθέτηση ενός παρακρατικού μηχανισμού. Η λειτουργία του παράκεντρου παρακολουθήσεων μέσω του παράνομου πειρατικού predator από τις εγκαταστάσεις στο κτίριο της Αγίας Παρασκευής, που αποκαλύφθηκε πριν λίγες μέρες, η σκοτεινή λειτουργία του Κέντρου Τεχνολογικής Υποστήριξης, Ανάπτυξης και Καινοτομίας που έχει δημιουργηθεί εντός της ΕΥΠ, είναι επαρκείς ενδείξεις ότι ήδη από χρόνια λειτουργεί, υπό την καθοδήγηση της εκτελεστικής εξουσίας, και με τη συμμετοχή ιδιωτών επιχειρηματιών, αστυνομικών και με την κάλυψη των συγκεκριμένων εισαγγελικών λειτουργών που ενέκριναν 60 παρακολουθήσεις την ημέρα, ένα σκοτεινό, έξω από το όριο της νομιμότητας, κέντρο στο πλάι των οργάνων του κράτους.

Με το νομοσχέδιο αυτό, η λειτουργία τέτοιου κέντρου νομιμοποιείται.

Το νομοσχέδιο αυτό είναι μία ευθεία επίθεση σε κάθε αρχή κράτους δικαίου, ανθρώπινου δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή, πολιτικής και ιδεολογικής ελευθερίας. Συνιστά προσβολή ακόμη και των δικαιωμάτων που κατοχυρώνουν οι διατάξεις της ΕΣΔΑ, όπως αυτές έχουν ερμηνευτεί από τις αποφάσεις του ΕΔΔΑ. Συνιστά πρόκληση και σφοδρή επίθεση απέναντι στη δημοκρατία.

Για το λόγο αυτό δεν πρέπει να περάσει. Είναι καθήκον μας να λάβουμε κάθε απαραίτητη πρωτοβουλία κινητοποίησης κάθε θεσμικού, επιστημονικού, κοινωνικού και πολιτικού φορέα προς υπεράσπιση της ελευθερίας και προς την απόρριψη αυτού του νομοσχεδίου.

Για τον λόγο αυτό, ως Εναλλακτική Παρέμβαση – Δικηγορική Ανατροπή δηλώνουμε την απόλυτη αντίθεσή μας στο σχέδιο νόμου και προβάλλουμε ως δημοκρατικά αιτήματα:

– την κατάργηση των εισαγγελικών διατάξεων άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας (άρθρο 3 του ν. 2225/1994) και την πρόβλεψη άρσης απορρήτου μόνον μέσα από τη διαδικασία διακρίβωσης σοβαρών εγκλημάτων, καθώς η “εθνική ασφάλεια” είναι ήδη αρκούντως προστατευμένη στα οικεία άρθρα του Ποινικού Κώδικα.

– σε κάθε περίπτωση, την πρόβλεψη, για κάθε άρση απορρήτου, των εγγυήσεων της αιτιολογημένης, επώνυμης απόφασης/επικύρωσης από τριμελές δικαστικό συμβούλιο και μεταγενέστερης ενημέρωσης του θιγόμενου πολίτη (αν δεν καταρτιστεί δικογραφία).

– την απαγόρευση και την ποινικοποίηση της κατοχής, χρήσης και εμπορίας κάθε κατασκοπευτικού λογισμικού, που σκοπό έχει την υποκλοπή των επικοινωνιών, τόσο από ιδιώτες όσο και από το κράτος.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου