Ο ενεργειακός «Ψυχρός Πόλεμος»
Πάνος Κοσμάς, Γιάννης Κιμπουρόπουλος
Στις 13 Αυγούστου η Deutsche Welle μετέδιδε ρεπορτάζ που στην εισαγωγή του υπογράμμιζε την εξής εντυπωσιακή παράγραφο: «Το ότι κάποτε ένα πριονιστήριο ξυλείας θα “ενσάρκωνε” τους φόβους των Γερμανών για τον χειμώνα που έρχεται ήταν πριν από μερικούς μήνες αδιανόητο. Ο Κρίστιαν Ρέσγκεν, ιδιοκτήτης πριονιστηρίου στην πόλη Σανκτ Αουγκούστιν κοντά στη Βόνη, βάζει στο αθόρυβο το κινητό του για να απαντήσει με ησυχία στον δημοσιογράφο της DW. Μιλά για πελάτες οι οποίοι γεμίζουν τις αποθήκες με ξύλα από φόβο μήπως οι Ρώσοι κλείσουν οριστικά τη στρόφιγγα και η Γερμανία μείνει χωρίς φυσικό αέριο τον χειμώνα».
Την περασμένη Τετάρτη, ο δήμαρχος της Χάγης ανακοίνωσε πως ο διεθνής διαγωνισμός για την προμήθεια φυσικού αερίου για την κάλυψη των αναγκών της πόλης, που διήρκεσε Ιούνιο και Ιούλιο, απέβη άκαρπος και πως, κατόπιν τούτου, η μόνη λύση για να μην παγώσουν οι δημότες του είναι η άρση των δυτικών κυρώσεων ενάντια στη Ρωσία!
Την ίδια μέρα, η μετοχή του ρωσικού ενεργειακού γίγαντα Gazprom γνώρισε άνοδο 30%, όταν ο «σκασμένος» από κέρδη ρωσικός ενεργειακός γίγαντας ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να μοιράσει ενδιάμεσο μέρισμα κάτι περισσότερο από 0,8 δολάρια ανά μετοχή στους μετόχους του.
Στις 13 Αυγούστου γνωστοποιήθηκε από ινδικές πηγές ότι οι ΗΠΑ εξέφρασαν «ανησυχίες» προς την Ινδία για το γεγονός ότι εξήχθησαν από την Ινδία στις ΗΠΑ προϊόντα καυσίμων που παρήχθησαν με πρώτη ύλη ρωσικό πετρέλαιο.
Στις αρχές Αυγούστου, ο Νορβηγός υπουργός Ενέργειας Terje Aasland ανακοίνωσε πως η χώρα του θα περιορίσει τις εξαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος για να δοθεί προτεραιότητα στην αναπλήρωση των αποθεμάτων νερού, καθώς η στάθμη του στα υδροηλεκτρικά εργοστάσια της χώρας έχει μειωθεί επικίνδυνα.
Πέντε ειδήσεις/γεγονότα που αποδίδουν εύγλωττα το «ενεργειακό χάος» που έχουν προκαλέσει οι δυτικές κυρώσεις -μεταξύ άλλων- στα ρωσικά προϊόντα ενέργειας, την πλήρη αποτυχία τους να πλήξουν τη Ρωσία, αλλά και την απόλυτη επιτυχία τους στο να πλήξουν ενεργειακά με πρωτοφανή σκληρότητα την Ευρώπη και να υποσκάψουν την προθυμία για επίδειξη «αλληλεγγύης».
Πέρα από αυτό το πρόχειρο απάνθισμα εντυπωσιακών ειδήσεων από το «μέτωπο» του ενεργειακού πολέμου, ακόμη πιο εύγλωττα είναι τα πραγματικά δεδομένα.
Το «πάγωμα» του Nord Stream ΙΙ, ο πόλεμος, οι κυρώσεις
Τα γεγονότα δείχνουν ότι το «πάγωμα» του -έτοιμου, «με το κλειδί στο χέρι»- αγωγού Nord Stream ΙΙ από τη γερμανική Αρχή Ενέργειας τον Ιούλιο του 2021 είχε σφόδρα υποτιμηθεί – εκτός ίσως από λίγους που γνώριζαν τις πραγματικές διακυβεύσεις. Ο αγωγός αυτός θα παρέκαμπτε την Ουκρανία (απαξιώνοντας αυτήν την ίδια, αλλά και τα δυτικά γεωπολιτικά σχέδια γύρω από αυτήν) και θα προμήθευε την Ευρώπη με διπλάσιες ποσότητες ρωσικού φυσικού αερίου σε σχέση με τον Nord Stream I. Ισως δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι «κύβος» για τον πόλεμο στην Ουκρανία ερρίφθη τον Ιούλιο του 2021. Σε κάθε περίπτωση, η ενεργειακή διπλωματία και ο ενεργειακός ανταγωνισμός προηγήθηκαν του πολέμου και εντάθηκαν ύστερα από το ξέσπασμά του.
Υστερα από το ξέσπασμα του πολέμου, το γνωστό στις ΗΠΑ -και… άκρως επωφελές- δόγμα του Ψυχρού Πολέμου «Οι ΗΠΑ πάνω, η Ρωσία έξω, η Γερμανία κάτω» ίσχυσε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον τομέα στον τομέα της ενέργειας, αν και όχι απόλυτα. Περισσότερο απ’ όλα, ίσχυσε στο σκέλος «η Γερμανία (η Ε.Ε. συνολικά) κάτω»: η Ευρώπη και ακόμη εντονότερα η Γερμανία βρέθηκαν στο επίκεντρο των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης.
Με το «πάγωμα» του Nord Stream ΙΙ η Γερμανία ανέλαβε, πιθανόν χωρίς να το συνειδητοποιήσει, μεγάλα γεωπολιτικά ρίσκα. Στα χρόνια της ανάδειξής της σε ηγεμονική στην Ε.Ε., η γερμανική οικονομία στηρίχτηκε στο στρατηγικό τρίπτυχο «φτηνή ενέργεια από τη Ρωσία - φτηνά εργατικά χέρια από την Ανατολή - φτηνές εισαγωγές από την Κίνα». Ο πόλεμος στην Ουκρανία, που χωρίς το «πάγωμα» του Nord Stream ΙΙ πιθανότατα θα είχε αποφευχθεί, υπονόμευσε ευθέως τουλάχιστον τον πρώτο πυλώνα αυτής της στρατηγικής.
Αντ’ αυτού, προέβαλλε σαν ελπίδα η γρήγορη συντριβή της Ρωσίας υπό το βάρος των δυτικών κυρώσεων. Εξι μήνες μετά το ξέσπασμα του πολέμου, αυτή η ελπίδα έχει καταρρεύσει…
Η Δύση χάνει τον ενεργειακό πόλεμο
Οι
δυτικές ενεργειακές κυρώσεις είχαν στόχο να στερήσουν τη Ρωσία από τον
ζωτικό πόρο των ενεργειακών εξαγωγών (πετρέλαιο, φυσικό αέριο,
άνθρακας). Εξι μήνες μετά, όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι το εγχείρημα
αυτό έχει αποτύχει πλήρως:
■ Οι εξαγωγές ρωσικού πετρελαίου, ύστερα από μια πρόσκαιρη κάμψη, έχουν ανακάμψει στα προ του πολέμου επίπεδα. Ο,τι έπαψαν να αγοράζουν τα ευρωπαϊκά διυλιστήρια λόγω «αυτοκυρώσεων», κατευθύνθηκε στην Ασία (Κίνα, Ινδία), την Τουρκία, τη Μ. Ανατολή. Στο πρώτο διάστημα ύστερα από το ξέσπασμα του πολέμου η Ρωσία αναγκάστηκε να πουλάει το πετρέλαιο με πολύ υψηλές εκπτώσεις, αλλά πλέον, όπως σημειώνει και το Bloomberg, έχει ανακτήσει «την ισχύ της τιμολόγησης». Το ρωσικό ESPO πουλιέται στις ασιατικές αγορές στην ίδια τιμή με το αντίστοιχο του Ντουμπάι και το ρωσικό αργό Urals (ναυαρχίδα ρωσικών εξαγωγών στην Ευρώπη) από 35 δολ. φτηνότερα σε σχέση με το Brent τον Απρίλιο, τώρα μόλις 20-25 δολάρια φτηνότερα.
Να σημειωθεί ότι τα επίπεδα τιμών έχουν αυξηθεί τόσο πολύ, ώστε αυτό το επίπεδο είναι πολύ ανώτερο του προπολεμικού. Τέλος, οι δυτικές κυρώσεις παρακάμπτονται με δύο τρόπους: α) Μέσω της μεταφοράς με τάνκερ: ο ιδιωτικός τομέας των μεταφορών μυρίστηκε την ευκαιρία, κι έτσι όχι μόνο ρωσικά και κινεζικά, αλλά και νορβηγικά και -κυρίως- ελληνικά τάνκερ οργώνουν τους ωκεανούς μεταφέροντας το ρωσικό πετρέλαιο παντού. β) Εμφανίζονται πρόθυμοι traders εμπορευμάτων, που αγοράζουν το ρωσικό πετρέλαιο και το προωθούν σε «πεινασμένες» αγορές ή πελάτες. Εν ολίγοις, η Ρωσία θησαυρίζει από τις εξαγωγές πετρελαίου, το οποίο φτάνει παντού – ακόμη και στις ΗΠΑ όπως είπαμε στην αρχή!
■ Εχοντας αυξημένα έσοδα από το πετρέλαιο, η Ρωσία έχει την πολυτέλεια να πιέσει μέχρις ενεργειακής ασφυξίας την Ευρώπη, μειώνοντας διαρκώς τις ροές από τον Nord Stream Ι και απειλώντας να τις διακόψει εντελώς!
Οι ΗΠΑ αποτυγχάνουν ως ηγεσία
Μπροστά σε τόσο οδυνηρή πίεση που δέχεται η Ευρώπη, οι ΗΠΑ αποτυγχάνουν να παράσχουν τις εγγυήσεις μιας στιβαρής ηγεσίας.
■ Το αμερικανικό LNG (υγροποιημένο φυσικό αέριο) δεν επαρκεί για να καλύψει το κενό του ρωσικού και επιπλέον εξελίσσεται ένας σκληρός παγκόσμιος πόλεμος για το LNG, καθώς το διεκδικούν επίσης η Ιαπωνία αλλά και χώρες της Λ. Αμερικής (όπως η Αργεντινή), γεγονός που δυσκολεύει την προμήθεια και ανεβάζει τις τιμές.
■ Οι ΗΠΑ προσπάθησαν να εξασφαλίσουν τη ροή του βενεζουελάνικου πετρελαίου στην Ευρώπη αίροντας τον Μάιο τις κυρώσεις προς τη Βενεζουέλα με αντάλλαγμα τη ροή πετρελαίου στην Ευρώπη, στο πλαίσιο του προγράμματος «πετρέλαιο αντί για χρέος». Πρόσφατα όμως, η κρατική εταιρεία πετρελαίου της Βενεζουέλας PDVSA δήλωσε ότι δεν ενδιαφέρεται πλέον για το πρόγραμμα «πετρέλαιο έναντι χρέους» και ζήτησε από την ιταλική Eni και την ισπανική Repsol καύσιμα για να συνεχίσει να στέλνει πετρέλαιο. Τα διυλιστήρια της PDVSA προσπαθούν να παράγουν βενζίνη και ντίζελ μετά από χρόνια υποεπενδύσεων.
■ Ακόμη μεγαλύτερα εμπόδια αντιμετωπίζει η προσπάθεια των ΗΠΑ να ανοίξουν τους κρουνούς του ιρανικού πετρελαίου προς την Ευρώπη, με μια συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν που θα οδηγήσει σε άρση των αμερικανικών κυρώσεων. Η Σαουδική Αραβία (και το Ισραήλ), μεγάλη αντίπαλος του Ιράν στη Μ. Ανατολή, εμφανίζεται εξοργισμένη και απειλεί με μείωση της παραγωγής πετρελαίου από τον OPEC+.
Σαν να μην έφτανε αυτό, ο Μπάιντεν αποτυγχάνει ως ηγεσία στην ίδια του τη χώρα, καθώς οι τιμές της βενζίνης αλλά και συνολικά των προϊόντων κατανάλωσης πετούν στα ύψη, γεγονός που πλήττει τη δημοφιλία του και απειλεί τους Δημοκρατικούς με δεινή ήττα στις ενδιάμεσες αμερικανικές εκλογές του Νοεμβρίου.
Από τον OPEC+ στις BRICS+!
Σαουδική Αραβία, Ινδία, Νότια Αφρική, Τουρκία και άλλες χώρες που αρνούνται να ακολουθήσουν πιστά τις δυτικές κυρώσεις βρίσκονται σε τροχιά συγκρότησης μιας εκ πρώτης όψεως ετερόκλητης και γιγάντιας γεωπολιτικής συμμαχίας, καχύποπτης έναντι των ΗΠΑ και της Ε.Ε. και τουλάχιστον συγκαταβατικής, αν όχι φιλικής, προς τη Ρωσία
Οι δυτικές κυρώσεις, αλλά και οι ΗΠΑ αποτυγχάνουν στο σημαντικότερο «μέτωπο» του ενεργειακού πολέμου: στη συμμαχία με το «βαρύ πυροβολικό» της παραγωγής πετρελαίου, τον OPEC+. Οπως αναφέρθηκε σε άρθρο του Forbes με τον τίτλο «Η νέα παγκόσμια τάξη ενέργειας, ένας πόλεμος φθοράς»:
■ Στο πλαίσιο της αποστολής «διπλωματικής γοητείας» του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών κ. Μπλίνκεν στην Αφρική, βρέθηκε στη Ν. Αφρική, όπου άκουσε στη διάρκεια των επίσημων δηλώσεων από τα χείλη της υπουργού Εξωτερικών της Ν. Αφρικής τα εξής καθόλου κολακευτικά λόγια: «Επειδή όταν πιστεύουμε στην ελευθερία […] δεν μπορείτε να λέτε ότι επειδή η Αφρική κάνει αυτό, θα τιμωρηθείτε από τις Ηνωμένες Πολιτείες […] Ενα πράγμα που σίγουρα δεν μου αρέσει είναι να μου λένε “ή επιλέγεις αυτό ή αλλιώς”…».
■ Στο ίδιο μήκος κύματος, ο υπουργός Εξωτερικών της Ινδίας απάντησε σε ερωτήσεις του ακροατηρίου στη διάρκεια συνδιάσκεψης τον περασμένο Ιούνιο: «Είμαι το ένα πέμπτο του παγκόσμιου πληθυσμού. Είμαι αυτό που σήμερα είναι η 5η ή 6η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο [...] Αισθάνομαι ότι δικαιούμαι να έχω τη δική μου πλευρά. Δικαιούμαι να σταθμίζω τα δικά μου συμφέροντα και να κάνω τις δικές μου επιλογές. Οι επιλογές μου δεν θα είναι κυνικές και συναλλακτικές. Θα είναι μια ισορροπία των αξιών μου και των συμφερόντων μου. Δεν υπάρχει καμία χώρα στον κόσμο που να αδιαφορεί για τα συμφέροντά της […] Εχω μια χώρα με κατά κεφαλήν εισόδημα 2.000 δολάρια, δεν είναι άνθρωποι που μπορούν να αντέξουν υψηλότερες τιμές ενέργειας. Είναι ηθικό μου καθήκον να διασφαλίσω την καλύτερη δυνατή συμφωνία».
■ Η άρνηση από την Ινδία, τη Σ. Αραβία, τη Ν. Αφρική κ.λπ. να ακολουθήσουν τις δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας και οι εξελίξεις έως σήμερα προδιαγράφουν σαφώς την πιθανότητα να δούμε αυτές τις χώρες να γίνονται μέλη της συμμαχίας των BRICS και έτσι να μεταβούμε από τον OPEC+ στις BRICS+, μια ομάδα που φυσικά μαζί με την Κίνα μπορεί να εξελιχθεί σε έναν γεωπολιτικό πόλο με επιρροή σε πάνω από το 60% του πληθυσμού του πλανήτη…
Λίγες μέρες ύστερα από το πρόσφατο ταξίδι του Μπάιντεν στη Σ. Αραβία, η τελευταία ανακοίνωσε μια μικρή και ανούσια αύξηση της παραγωγής πετρελαίου. Κατά την επίσκεψη όμως του Ρώσου υπεύθυνου για τις σχέσεις με το καρτέλ του OPEC, Αλεξάντερ Νόβακ, το κλίμα ήταν θερμό.
Οπως δήλωσε ο νέος γ.γ. του OPEC, Χάιθαμ Αλ Γκάις, εμπιστεύεται τη Ρωσία και η σχέση του καρτέλ με τη Ρωσία «είναι στέρεη».
Εν ολίγοις, οι δυτικές ενεργειακές κυρώσεις είναι τελικά σε όφελος της Ρωσίας, των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, των πολυεθνικών της ενέργειας -ανεξαρτήτως «εθνικής» βάσης-, των κερδοσκόπων σε όλη την κλίμακα μέσω του υψηλού πληθωρισμού και της ακόμη υψηλότερης ακρίβειας. Και τιμωρούν τους καταναλωτές και τους πολίτες, ιδιαίτερα της Δύσης, αλλά και του αναπτυσσόμενου κόσμου και των φτωχών χωρών. Γεωπολιτικά, τιμωρούν κατεξοχήν την Ευρώπη, αναβαθμίζουν και διευρύνουν την «καχυποψία» απέναντι στις ΗΠΑ και ευνοούν μια ετερόκλητη συμμαχία ανερχόμενων δυνάμεων, από την Κίνα και τη Ρωσία ώς τη Νότια Αφρική, τη Σ. Αραβία και την Τουρκία.
ΕΠΙΜΥΘΙΟ 1: Αν ο ενεργειακός ανταγωνισμός ήταν πιθανότατα η «θρυαλλίδα» για να ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, τότε η αποτυχία των δυτικών κυρώσεων στη Ρωσία μπορεί να λειτουργήσει πολύ επικίνδυνα, στρέφοντας τις ΗΠΑ και τους πιο πρόθυμους εκ των συμμάχων τους στην πολεμική επιτάχυνση (είτε στην Ουκρανία είτε στην Ταϊβάν) για να ανακτηθεί το χαμένο έδαφος στον ενεργειακό ανταγωνισμό. Ο ενεργειακός ανταγωνισμός μπορεί να μυρίζει εξίσου πετρέλαιο ή μπαρούτι…
ΕΠΙΜΥΘΙΟ 2: Ο
προαναφερθείς γ.γ. του OPEC έκανε και μια άλλη σημαντική δήλωση: Δεν
φταίμε εμείς (για την ενεργειακή κρίση), είπε. Για να συμπληρώσει: «[…] η
λύση είναι πολύ σαφής. Ο OPEC την έχει σκιαγραφήσει: επενδύστε,
επενδύστε, επενδύστε!». «Περισσότερο κάρβουνο», δηλαδή, με την κλιματική
αλλαγή/κρίση εκτός ελέγχου…
Ο μύθος της «ενεργειακής ανεξαρτησίας» των ΗΠΑ
Θεωρητικά οι ΗΠΑ μπορεί να θεωρούν εαυτές την ενεργειακά πιο ασφαλή χώρα του πλανήτη. Ισως αυτό μάλιστα αφορά όλη τη Βόρεια Αμερική, συμπεριλαμβάνοντας τουλάχιστον τον Καναδά και το Μεξικό. Επομένως, μπορεί εύκολα να κατηγορήσει κανείς την αμερικανική πολιτική ηγεσία ότι εκ του ασφαλούς εξωθεί πρωτίστως την Ευρώπη σε μια τεράστια ενεργειακή περιπέτεια που μπορεί να της κοστίσει από μια βαθιά και μακρόχρονη ύφεση μέχρι τη γεωπολιτική αποσύνθεσή της.
Και πράγματι, οι αριθμοί και οι στατιστικές συνηγορούν στη διαπίστωση ότι εδώ και μερικά χρόνια οι ΗΠΑ έχουν μετατραπεί σε νησίδα «ενεργειακής ανεξαρτησίας», που άλλωστε είναι το σύνθημα που δονεί το πολιτικό σύστημα της καπιταλιστικής μητρόπολης, Ρεπουμπλικανούς και Δημοκρατικούς, εδώ και μια εικοσαετία: Το 2021 το 23% του φυσικού αερίου στον κόσμο παρήχθη από τις ΗΠΑ, που ήταν στην κορυφή, πάνω από τη Ρωσία που παρήγε το 17,4%. Το ίδιο συνέβη με το πετρέλαιο την ίδια χρονιά. Οι ΗΠΑ έδωσαν το 18,5% της παγκόσμιας παραγωγής, έναντι 12,2% που παρήγαν έκαστος εκ των δυο κορυφαίων του πετρελαϊκού καρτέλ OPEC+, η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία.
Φυσικά, αυτή η εξέλιξη δεν έχει την παραμικρή σχέση με τις τεκτονικές αλλαγές που συντελούνται στην παγκόσμια ενεργειακή τάξη πραγμάτων με αφορμή τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την απόφαση της Ευρώπης να απεξαρτηθεί πλήρως από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Αντιθέτως, μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι είναι οι ΗΠΑ που πολύ πριν από την ουκρανική κρίση επιχείρησαν να καταστούν ενεργειακή υπερδύναμη, παρά τους περιορισμούς της γεωγραφίας, και να αποδυναμώσουν την ενεργειακή επιρροή της Ρωσίας.
Ως γνωστόν, ο αμερικανικός «πόλεμος» στον αγωγό Nord Stream 2 που επρόκειτο να διπλασιάσει τις ροές ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη εκτυλισσόταν σιωπηρά αλλά ανελέητα πολύ πριν από τον ρωσικό πόλεμο στην Ουκρανία. Κι ήταν μέρος μιας στρατηγικής που η εσωτερική διάστασή της αφορούσε τον μύθο της «ενεργειακής ανεξαρτησίας» και την πραγματικότητα της πίεσης του αμερικανικού καρτέλ των ορυκτών καυσίμων και η διεθνής διάστασή της αφορούσε την αναβίωση του ψυχροπολεμικού ανταγωνισμού, μετά το φιάσκο της αμερικανικής πολιτικής στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Οι ΗΠΑ, για σχεδόν έναν αιώνα -από το δεύτερο μισό του 19ου- ήταν η μεγαλύτερη παραγωγός πετρελαίου στον κόσμο. Η μαζική παραγωγή του μοντέλου Τ στην αυτοκινητοβιομηχανία Φορντ και η επικράτηση του φορντισμού στην παραγωγική αλυσίδα κατέστησαν το πετρέλαιο πιο αναγκαίο κι απ’ το νερό, αλλά όταν η αμερικανική αυτοκινητοβιομηχανία απογειώθηκε, η μεταπολεμική «αυτοκρατορία» έκανε κατά κάποιον τρόπο outsourcing την πετρελαϊκή παραγωγή. Οι διαβόητες άλλοτε «7 αδελφές», κυρίως αμερικανικές, μετέφεραν στο Ιράν και στις χώρες του Κόλπου το κέντρο της δράσης τους. Από τη δεκαετία του 1950 και μετά οι ΗΠΑ έγιναν καθαρός εισαγωγέας πετρελαίου, μέχρι που η πετρελαϊκή κρίση του 1973 (εμπάργκο OPEC) και η ιρανική επανάσταση του 1979 έθεσαν τέλος στην αμερικανική και ευρύτερα δυτική επικυριαρχία στην πετρελαϊκή παραγωγή. Η ενεργειακή εξάρτηση των ΗΠΑ κάθε άλλο παρά αντισταθμίστηκε από τους αλλεπάλληλους στρατιωτικούς τυχοδιωκτισμούς στον Περσικό και στην ευρύτερη Μ. Ανατολή.
Η επανάσταση με το σχιστολιθικό…
Μέχρι που το 2005, το διπλό ρεκόρ κατανάλωσης πετρελαίου (20,8 εκατ. βαρέλια τη μέρα) και εξάρτησης από τις εισαγωγές (12,8 εκατ. βαρέλια τη μέρα) αποτέλεσε το εφαλτήριο στροφής στην εγχώρια παραγωγή πετρελαίου και αερίου. Με κάθε τρόπο και με κάθε τίμημα. Το σχιστολιθικό πετρέλαιο και αέριο, παρά τις αντιδράσεις για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, έγινε το επίκεντρο μιας «ενεργειακής επανάστασης» στις ΗΠΑ, απογειώνοντάς τες στην κορυφή της παγκόσμιας παραγωγής. Ακόμη και το αμερικανικό πολιτικό σύστημα αναδιατάχθηκε στη βάση της νέας «εθνικής προτεραιότητας».
Ο Τραμπ ήταν σε μεγάλο βαθμό προϊόν της πολιτικής στήριξης της βιομηχανίας εξόρυξης ορυκτών καυσίμων, με αθρόες αδειοδοτήσεις ακόμη και στις πιο παρθένες και περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές της χώρας. Και, αντιθέτως, ο Μπάιντεν οφείλει την εκλογή του στην υπόσχεση να περιορίσει δραστικά τις άδειες εξόρυξης στο όνομα της κλιματικής αλλαγής. Ενάμιση χρόνο μετά την εγκατάστασή του στον Λευκό Οίκο, με μια θεαματική κωλοτούμπα, ο Δημοκρατικός Αμερικανός πρόεδρος επιτίθεται στις πετρελαϊκές ακριβώς για τον αντίθετο λόγο: γιατί, παρά την υψηλή κερδοφορία τους, δεν αυξάνουν τις εξορύξεις και την παραγωγή. Η «ενεργειακή ανεξαρτησία» των ΗΠΑ, όπως και η «ενεργειακή απεξάρτηση» της Ε.Ε. έχουν επιφέρει μια θεαματική «ομογενοποίηση» στην αμερικανική πολιτική τάξη.
…και οι «γκρίζες ζώνες»
Αυτό το «επίτευγμα» έχει ωστόσο τις γκρίζες ζώνες του:
Πρώτον, παρά το γεγονός ότι οι ΗΠΑ έχουν γίνει καθαρός εξαγωγέας ορυκτών καυσίμων, παραμένουν εξαρτημένες από εισαγωγές κατά 25% στο πετρέλαιο και κατά 10% στο αέριο. Μάλιστα, το 7% των ενεργειακών εισαγωγών ήταν ρωσικές πριν από την απαγόρευση κι είναι βέβαιο ότι και μετά από αυτήν ένα ποσοστό ρωσικών ορυκτών καυσίμων μπαίνει σε αμερικανικό έδαφος, γιατί το διεθνές εμπόριο βρίσκει πάντα διεξόδους.
Δεύτερον, ο μύθος της «ενεργειακής ανεξαρτησίας» αγνοεί τα θεμελιώδη της παγκοσμιοποιημένης παραγωγής. Διότι, εκτός από τις άμεσες ενεργειακές ροές -δηλαδή τις απευθείας εισαγωγές αερίου, πετρελαίου, πετρελαιοειδών-, πολύ σημαντικότερες είναι οι έμμεσες. Δηλαδή, το ενεργειακό κόστος που ενσωματώνει κάθε τελικό προϊόν σε όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας. Πριν από τη ρωσική εισβολή, αν οι άμεσες ενεργειακές ροές από τη Ρωσία στις ΗΠΑ υπολογίζονταν σε 4% του συνόλου των εισαγωγών, οι έμμεσες ήταν 8%. Τρίτον, και μάλλον κυριότερο για τα μεσαία και φτωχά στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας: ποιο ακριβώς είναι το όφελος της «ενεργειακής ανεξαρτησίας» όταν η τιμή της βενζίνης χτυπά ιστορικό υψηλό, στα 4,89 δολάρια το γαλόνι τον Ιούνιο, αδειάζοντας τις τσέπες των νοικοκυριών και απογειώνοντας την κερδοφορία των πετρελαϊκών;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου