Τα ερείπια του νοσοκομείου Αλ-Σίφα | AP Photo / Mohammed Hajjar |
Στις 12 Νοεμβρίου 2023, ο Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους, επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, δήλωνε ότι «ο ΠΟΥ εκφράζει την ανησυχία του επειδή έχει χάσει την επαφή με το Νοσοκομείο Αλ Σίφα» στη Γάζα. Το αληθινά παράδοξο με την «απώλεια επαφής» είναι ότι πρόκειται για μια είδηση που θα περίμενε κανείς να ακούσει για ένα ιστιοφόρο στη μέση του Ατλαντικού ή για μια ορειβατική αποστολή σε κάποια απρόσιτη χαράδρα στην άκρη του κόσμου. Σίγουρα, πάντως, όχι για ένα νοσοκομείο σε μια στενή, επίπεδη λωρίδα γης με τα βλέμματα ολόκληρου του πλανήτη στραμμένα πάνω της.
Εκείνες οι πρώτες επιδρομές των IDF στο Αλ Σίφα εγκαινίαζαν μια αλυσίδα γεγονότων, κομβικά σημεία της οποίας υπήρξαν αναμφίβολα οι εκατοντάδες νεκροί και τραυματίες από απευθείας χρήση πυρών ενάντια στο πλήθος των πεινασμένων που είχαν περικυκλώσει το κομβόι μιας πενιχρής ανθρωπιστικής βοήθειας στις 29 Φεβρουαρίου 2024, η δολοφονία από τον ισραηλινό στρατό Δυτικών εθελοντών της αμερικανικής ΜΚΟ World Central Kitchen, με αποτέλεσμα την ακύρωση της συνέχισης της πολυδιαφημισμένης ανθρωπιστικής βοήθειας μέσω Κύπρου, και τέλος η πρόσφατη ολοκληρωτική καταστροφή του Αλ Σίφα, από την οποία, σύμφωνα με τον επικεφαλής των σωστικών συνεργείων Φάρις Αφάνα στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP), «κανείς δεν γλίτωσε», ιατρικό προσωπικό, ασθενείς, γυναικόπαιδα και κατατρεγμένοι που ήλπιζαν να βρουν καταφύγιο σε ένα μέρος όπου υπήρχαν ακόμη υποψίες πόσιμου νερού και ηλεκτρικού ρεύματος.
Κοινός παρονομαστής των παραπάνω γεγονότων είναι οι εξηγήσεις τις οποίες δίνει το ίδιο το κράτος του Ισραήλ· οι ανακοινώσεις που βγαίνουν κάθε φορά από την ηγεσία των IDF ή της κυβέρνησης Νετανιάχου είναι φτιαγμένες, θαρρείς, ακριβώς για να μην πείθουν κανέναν. Επιπλέον, οι επιθέσεις σε οποιονδήποτε επιχειρεί –έστω και για να σώσει τα προσχήματα– να προσφέρει κάποια βοήθεια είναι μια ανοιχτή δήλωση της κυβέρνησης Νετανιάχου πως δεν σκοπεύει να πράξει τίποτα λιγότερο από όσα ήδη πράττει.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η επίδειξη των εγκλημάτων εν είδει κρατικής πυγμής είναι λειτουργικό στοιχείο μιας στρατηγικής η οποία είναι στη βάση της εξαιρετικά απλή και διαχρονικά αποτελεσματική: η επίλυση ενός εθνοτικού προβλήματος μπορεί άνετα να περιλαμβάνει την εξόντωση ενός έθνους. Το μάντρωμα ενός λαού σε στρατόπεδα, με τους έγκλειστους να βρίσκονται στο διακριτικό έλεος πάνοπλων φυλάκων ή να αφήνονται απλώς στη βία της αρρώστιας και της ασιτίας, δεν είναι πατέντα των ισραηλινών κυβερνήσεων, ούτε ιστορική ιδιαιτερότητα του ναζιστικού καθεστώτος. Οι Πορείες των Δακρύων και οι καταυλισμοί στους οποίους εξοντώθηκαν ολόκληρες φυλές αυτοχθόνων από την αμερικανική δημοκρατία τον 19ο αιώνα, η γενοκτονία των Μπόερς από τους Βρετανούς στη Νότια Αφρική και των Χερέρο από τους Γερμανούς στη Ναμίμπια μέσω ενός εξορθολογισμένου και παραγωγικού συστήματος στρατοπέδων συγκέντρωσης είναι οι ενοχλητικές ρωγμές στην αυτοπροσωπογράφηση της δυτικής ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας ως ύψιστης πολιτισμικής αξίας.
Η πολιτική του ισραηλινού κράτους αποτελεί ακόμα μία ρωγμή στην εικόνα. Και αυτό είναι μάλλον –ίσως το μοναδικό– ελπιδοφόρο σημείο αυτής της ιστορίας. Βλέπετε, εδώ και δεκαετίες οι πολιτικοοικονομικές ελίτ στη Δύση έχουν υπερεπενδύσει στις καλούμενες «δυτικές αξίες». Παραγνωρίζοντας κρίσιμες θεωρητικές συνιστώσες του ζητήματος και ταυτίζοντας κάθε απόπειρα προσέγγισής του με κριτήρια οικονομικής και γεωστρατηγικής ηγεμονίας, γρήγορα η συζήτηση περί αξιών εκφυλίστηκε σε κάτι που θυμίζει έναν «πόλεμο των πολιτισμών».
Πρόκειται για ένα αφελές –και άκρως επικίνδυνο– θεωρητικό σχήμα που μπορεί εν τούτοις να συνοψιστεί σε λίγες αράδες: ο κόσμος μας είναι χωρισμένος στα δύο. Από τη μία, ένας χώρος φωτός και ελευθερίας, δημοκρατίας, ευμάρειας και δικαιωμάτων. Τούτος ο χώρος περικλείεται και απειλείται από τις δυνάμεις του σκότους: ένα συνονθύλευμα από τζιχαντιστές και σατανικούς δικτάτορες μέχρι Ρώσους και ορδές μαυριδερών φανατικών, που απεργάζονται τρόπους για το πώς θα εισβάλουν στη Δύση. Αυτή η θεώρηση των πραγμάτων υπερβαίνει κατά πολύ τα σχετικά αντιδραστικά φληναφήματα του Χάντινγκτον. Εμφανίζεται τακτικά, με διάφορες παραλλαγές, συγκαλυμμένα ή απροκάλυπτα, σε κείμενα έγκριτων αναλυτών και δημοσιολόγων που θέλουν να μας πείσουν ότι αγνοούν –πέρα από ιστορία και γεωγραφία– ακόμα και την τρέχουσα ειδησεογραφία. Δηλώνει την παρουσία της όταν, πριν από κάθε είδηση για μια νέα κατακόμβη, επαναλαμβάνεται ο υπαινικτικός αφορισμός: «Σύμφωνα με το υπουργείο της Χαμάς...». Αυτή η θεώρηση γίνεται εν τέλει ο κοινός τόπος συγκρότησης ενός καινοφανούς πολιτικού δυναμικού που περιλαμβάνει από παραδοσιακούς ακροδεξιούς μέχρι ακραιφνείς φιλελεύθερους. Και είναι επίσης ακριβώς αυτή η θεώρηση που παρέχει μια επιπλέον γραμμή υπεράσπισης του Ισραήλ (πέρα φυσικά από άφθονη στρατιωτική βοήθεια), αναγνωρίζοντάς το περίπου ως ένα ακριτικό φυλάκιο του ελεύθερου κόσμου στην καρδιά του σκότους.
Ωστόσο, είναι τα πεπραγμένα του ίδιου του ισραηλινού κράτους στο «πεδίο» που υπονομεύουν αυτή την υπερασπιστική γραμμή ή τουλάχιστον έτσι θέλουμε να πιστεύουμε.
Γίνεται όλο και πιο δύσκολο για τους πολιτικούς κυρίαρχους σε ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ενωση να παίξουν το χαρτί της ελευθερίας και της ασφάλειας πάνω στα ερείπια του Αλ Σίφα, ειδικά όταν έχουν να υπερασπιστούν τον δυτικό πολιτισμό και στο μέτωπο της Ουκρανίας. Φαίνεται ακόμα ότι αρκετοί ηγέτες, θέλοντας πιθανώς να αποφύγουν κάποια συσχέτιση με έναν μελλοντικό υπόδικο για εγκλήματα πολέμου, είναι πολύ προσεκτικοί στις επαφές τους με την κυβέρνηση Νετανιάχου (εξαίρεση, ο εναγκαλισμός του Ελληνα πρωθυπουργού με τον «σύμμαχο και αληθινό φίλο, τον αγαπητό Bibi»). Επιπλέον, το πρόσφατο πολύνεκρο χτύπημα της ιρανικής πρεσβείας στη Δαμασκό, με προφανή στόχο την εκβιαστική πρόκληση μιας γενικευμένης σύρραξης και την αμεσότερη πολεμική εμπλοκή των ΗΠΑ, προσδίδει στο ισραηλινό κράτος εκείνη ακριβώς την καρικατουρίστικη φυσιογνωμία που είχαν φιλοτεχνήσει τα επικοινωνιακά επιτελεία για τα κράτη-παρίες. Την εικόνα ενός απρόβλεπτου, σχεδόν παρανοϊκού, αποσταθεροποιητικού παράγοντα που είναι έτοιμος να ανατινάξει τον κόσμο. Δεν θα διαφωνήσουμε ότι ο πολιτισμός κινδυνεύει. Θα διατηρήσουμε ωστόσο τις επιφυλάξεις μας για να κρίνουμε ποιος και πώς θα τον υπερασπιστεί.
* Δρ Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου