Γράφει ο ΡΑΦΑΗΛ ΑΣΠΡΟΛΟΥΠΟΣ, οικονομολόγος
Η παραπάνω εικόνα αποτελεί μόνο μία από τις δεκάδες με τις οποίες το Ισραήλ κι οι υποστηρικτές του βομβαρδίζουν το διαδίκτυο τους τελευταίους μήνες. Η απόπειρά τους να επηρεάσουν τη διεθνή κοινή γνώμη γίνεται τόσο πιο χοντροκομμένη όσο πιο μη υπερασπίσιμη γίνεται η στυγνή επιβολή της εξουσίας του κράτους-δολοφόνου έναντι ενός ανυπεράσπιστου και χρόνια κατατρεγμένου λαού, η βάναυση επίθεση εναντίον του οποίου φτάνει στα όρια της φυσικής του εξόντωσης.
Αλλά ακόμα κι όταν δεν πρόκειται για άχαρες και αντιαισθητικές εικόνες, η προπαγάνδα του κράτους τρομοκράτη και πάλι δεν καταφέρνει να αγγίξει κάποια στάνταρ αληθοφάνειας, οσοδήποτε χαμηλά κι αν τα θέσουμε.
Οι ίδιες μανιχαϊστικές τοποθετήσεις που προωθούνται με κιτς γραφικά, προωθούνται και με ανιστόρητο και παραπλανητικό προπαγανδιστικό λόγο, όπως αυτός που κυκλοφορεί ευρέως και αναφέρεται στις «5 φορές που οι Άραβες αρνήθηκαν την ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους», ή όποια παραλλαγή αυτού του νευροεκφυλιστικού φληναφήματος μπορεί να συναντήσει κανείς.
Σύμφωνα
μ’ αυτό, σε πέντε διαφορετικές περιστάσεις, το 1937, το 1949, το 1967,
το 2000 και το 2008, το Ισραήλ, πάντα γαλαντόμο, προσέφερε στους Άραβες
(προσοχή: όχι Παλαιστίνιους, αυτοί δεν είναι λαός κι έθνος – σ’ αντίθεση
με τους Ισραηλινούς) τη δυνατότητα ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους, αλλά
αυτοί οι άσπλαχνοι, φλεγματικά αντισημίτες που δεν έχουν άλλο σκοπό απ’
το να δώσουν τις ζωές των ίδιων και των παιδιών τους μέχρι να πεθάνει ο
τελευταίος επί γης Εβραίος, κάθε φορά αρνήθηκαν, διακατεχόμενοι καθώς
είναι από άσβεστο, ζωώδες και άλογο μένος κατά των πεφωτισμένων και
φιλεύσπλαχνων ηγετών του Ισραήλ και του λαού τους.
Το μεγάλο πρόβλημα
βέβαια είναι ότι το Ισραήλ ποτέ δε συναίνεσε στη δημιουργία
παλαιστινιακού κράτους. Ας καταπιαστούμε μ’ αυτό το παιδαριώδες
επιχείρημα, ώστε να το αποδομήσουμε και να αναδειχθεί η έκταση της
επιχειρούμενης παραπλάνησης.
1937: Η πρόταση της επιτροπής Πιλ – η πρώτη κατοχύρωση των σιωνιστικών επιδιώξεων
Από το 1922, στον απόηχο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Κοινωνία των Εθνών (πρόδρομος του σημερινού ΟΗΕ) είχε δώσει εντολή στο Ηνωμένο Βασίλειο να διοικεί την Παλαιστίνη προετοιμάζοντας το δρόμο για το σχηματισμό Παλαιστινιακού κράτους. Το ΗΒ είχε στη διάρκεια του Α’ ΠΠ δώσει υποσχέσεις ανεξαρτητοποίησης και εθνικής απελευθέρωσης σ’ όλους τους Άραβες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αν εξεγείρονταν εναντίον των Οθωμανών (όπως φαίνεται απ’ την αλληλογραφία ΜακΜέιχον-Χουσεΐν, βλ. Rashid Khalidi – The Hundred Years’ War on Palestine), τότε μέρος των δυνάμεων του Άξονα (Γερμανία, Αυστρουγγαρία, Βουλγαρία) που αντιμάχονταν τις δυνάμεις της Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία κι άλλες). Το πρόβλημα ήταν ότι το ΗΒ είχε επίσης ταχθεί υπέρ του Σιωνιστικού σκοπού (διακήρυξη Μπαλφούρ το 1917) που προέτρεπε τον εποικισμό της Παλαιστίνης (μιας χώρας που κατοικείται από το γηγενή της πληθυσμό αδιάλειπτα για χιλιετίες κι όχι άδειας όπως διατείνεται η ισραηλινή προπαγάνδα) από Εβραίους όλου του κόσμου.
Μετά από δεκαετίες αποικιοκρατικής διαχείρισης, εύνοιας προς τους Σιωνιστές αποίκους και υπόθαλψης ενός εβραϊκού παρακράτους με παράλληλη άρνηση αναγνώρισης αντίστοιχων παλαιστινιακών κρατικών θεσμών, ξεσπά η εθνικοαπελευθερωτική εξέγερση του παλαιστινιακού λαού το 1936-39. Η βάρβαρη καταστολή της από τους Άγγλους (με σιωνιστική συνέργεια), συνοδεύτηκε από την πρόταση της βασιλικής επιτροπής υπό τον Λόρδο Πιλ για δημιουργία ισραηλινού κράτους στο 17% του εδάφους της Παλαιστίνης και διατήρηση αγγλικού ελέγχου επί του υπολοίπου ή παραχώρησή του στον βασιλιά της Υπεριορδανίας (μετέπειτα Ιορδανίας), υποχείριου του αγγλικού θρόνου. Σε κάτι που θα καταντούσε ιστορικό μοτίβο, οι εθνικές βλέψεις των Παλαιστίνιων πετάχτηκαν στην άκρη, εξωθώντας τους σε πιο μαχητική αντίσταση. Αυτή η πρόταση μάλιστα φάνταζε συμβιβαστική στους Άγγλους που καθώς περίμεναν ότι η Μέση Ανατολή θα ήταν πεδίο επιχειρήσεων του εκκολαπτόμενου Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ήθελαν να εξασφαλίσουν τη στήριξη των Αράβων σ’ αυτόν.
1947: Το σιωνιστικό όνειρο γίνεται πραγματικότητα
Μετά τη λήξη του Β’ ΠΠ, κι αφού οι Άγγλοι τόσο πολύ απέτυχαν στην εξισορρόπηση των ασυμβίβαστων επιδιώξεών τους που στο μίσος των Αράβων προστέθηκαν τα σαμποτάζ κι οι δολοφονίες Βρετανών αξιωματούχων από εβραϊκές πολιτοφυλακές (η υποτιθέμενη και πολυκαυχημένη αντιαποικιακή αντίδραση των Εβραίων στην Παλαιστίνη), οι βρετανικές αρχές παραδίδουν στον ΟΗΕ την υπόθεση του Παλαιστινιακού. Το 1947 ο ΟΗΕ προτείνει μια λύση δύο κρατών, παραχωρώντας παραπάνω απ’ τη μισή χώρα στους Εβραίους (λιγότερο από 1/3 του πληθυσμού) και το υπόλοιπο στους Παλαιστίνιους. Όπως ήταν λογικό κι αναμενόμενο, οι Παλαιστίνιοι αρνήθηκαν την πρόταση μέσα από μαζικές διαδηλώσεις που παρέλυσαν τη χώρα.
Το 1948 οι Άγγλοι αποσύρονται και οι Σιωνιστές κάνουν την μεγάλη τους κίνηση: με τσακισμένη την Παλαιστινιακή αντίσταση απ’ την καταστολή της εξέγερσης του 1936-39 και εξοπλισμένοι κι εκπαιδευμένοι απ’ τους Άγγλους για δεκαετίες, οι Σιωνιστές καταλαμβάνουν με τη βία σχεδόν το 80% του Παλαιστινιακού εδάφους, σφαγιάζοντας, δολοφονώντας και εκδιώκοντας πάνω από 700.000 Παλαιστίνιους στα γεγονότα που αποτυπώθηκαν στην Παλαιστινιακή μνήμη ως Αλ-Νάκμπα, η Καταστροφή (βλ. Ilan Pappe – The Ethnic Cleansing of Palestine). Οι όποιες μικρές ενισχύσεις στάλθηκαν από γειτονικά νεοϊδρυθέντα αραβικά κράτη προς υποστήριξη των Παλαιστινίων δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τις σιωνιστικές παραστρατιωτικές ομάδες σε εκπαίδευση, συντονισμό, εξοπλισμό και διεθνή στήριξη (το ψήφισμα για διχοτόμηση της Παλαιστίνης στηρίχτηκε τόσο από τις ΗΠΑ όσο και τη Σοβιετική Ένωση, σε μια σπάνια στιγμή ψυχροπολεμικής ομοψυχίας). Στις στάχτες των Παλαιστινιακών χωριών και πόλεων, ιδρύεται το κράτος του Ισραήλ.
1967: Επέκταση της κατοχής στο σύνολο της Παλαιστίνης
Το 1967 ξεσπάει ο «περίφημος πόλεμος των 6 ημερών». Σε μια συνθήκη
εντεινόμενων συνοριακών τριβών, το Ισραήλ, ανταποκρινόμενο στις
εκκλήσεις εποίκων του για κατάληψη των υψιπέδων του Γκολάν (που ανήκαν
στη Συρία) τα οποία εποφθαλμιούσαν (με τον Μόσε Νταγιάν, καταξιωμένο
στέλεχος της ισραηλινής πολεμικής μηχανής, να δηλώνει αργότερα ότι «ούτε
που προσπάθησαν να κρύψουν την απληστία τους για γη»), επιτίθεται στη
συριακή ενδοχώρα και καταρρίπτει 6 πολεμικά αεροπλάνα. Ο Νάσερ, πρόεδρος
της Αιγύπτου, απαντάει με κλείσιμο των στενών του Τιράν. Ο Γιτζάκ
Ραμπίν, αρχηγός του ισραηλινού γενικού επιτελείου, κάνει σε κυβερνητική
σύσκεψη λόγο για «προπαγανδιστική κίνηση κι όχι ακόμα επιθετική, καθώς
οι Αιγύπτιοι δεν έχουν μεταφέρει άρματα μάχης στη χερσόνησο [του Σινά]».
Αργότερα, το 1968, θα δηλώσει ότι «Δεν νομίζω ότι ο Νάσερ ήθελε πόλεμο.
Τα δύο τάγματα που έστειλε στο Σινά δεν θα ήταν αρκετά για να εκκινήσει
επιθετικό πόλεμο. Κι αυτός το ήξερε κι εμείς το ξέραμε» (βλ. Ilan Pappe
– The Biggest Prison on Earth).
Παρ’ όλ’ αυτά, η Ισραηλινή
αεροπορία, σε μια αιφνιδιαστική κίνηση, καταστρέφει ολοσχερώς την
αιγυπτιακή πριν καν αυτή κινητοποιηθεί, αφήνοντας τις χερσαίες δυνάμεις
ανυπεράσπιστες και προδιαγράφοντας την εύκολη επικράτηση ενός πάνοπλου
ισραηλινού στρατού που έχαιρε μοναδικής κι ανεπανάληπτης αεροπορικής
υπεροχής (σε πεδία μάχης όπως αυτά στα οποία διεξήχθη ο πόλεμος, δηλαδή
τοπία ερημικά, χωρίς δυνατότητες κάλυψης, η αεροπορική υπεροχή είναι
καταλυτική, κάτι που αξιοποίησε στο μέγιστο η ισραηλινή αεροπορία
εναντίον των στρατών ξηράς των αραβικών κρατών, αποδεκατίζοντάς τους).
Έκτοτε η ισραηλινή προπαγάνδα κάνει λόγο για προληπτικό πόλεμο για να προλάβει μια αραβική επίθεση. Στα πλαίσια του καλπάζοντος ιστορικού του αναθεωρητισμού του κράτους-δολοφόνου όμως, ακόμα κι αυτή η θέση αναθεωρείται υπέρ μιας σύμφωνα με την οποία το Ισραήλ ήταν καθαρά αμυνόμενο, κόντρα σε κάθε καταγεγραμμένο γεγονός και ιστορικό ντοκουμέντο.
Απ’ το 1967 και μετά, το σύνολο των Παλαιστινιακών εδαφών, τόσο τα εδάφη του κράτους του Ισραήλ όσο και η Δυτική Όχθη κι η Λωρίδα της Γάζας, δηλαδή ό,τι είχε απομείνει στους Παλαιστίνιους μετά το 1948, περιέρχονται στον έλεγχο του Ισραήλ.
Το Ισραήλ ποτέ δεν προσφέρθηκε να παραδώσει αυτά τα εδάφη στους Παλαιστίνιους, ποτέ δεν ήταν αυτός ο σχεδιασμός του. Αντιθέτως, ανέκαθεν εποφθαλμιούσε τα εναπομείναντα παλαιστινιακά εδάφη και τα τελευταία χρόνια πριν το 1967 είχε αναπτύξει τα απαραίτητα σχέδια για τη διαχείρισή τους. Το 1967 προκάλεσε τον πόλεμο που θα του επέτρεπε να εφαρμόσει αυτά τα σχέδια και να μετατρέψει τα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη στη μεγαλύτερη ανοιχτή φυλακή ύψιστης ασφαλείας του κόσμου.
Στον απόηχο του πολέμου των 6 ημερών, συγκαλείται Σύνοδος Κορυφής των κρατών της Αραβικής Λίγκας στη Χαρτούμ του Σουδάν, απ’ όπου εξέδωσαν μια διακήρυξη που μεταξύ άλλων αναφέρει ότι όλα τα κράτη μέλη της Λίγκας δεσμεύονται να μην συνάψουν ειρήνη με το Ισραήλ, να μην το αναγνωρίσουν και να μην διαπραγματευτούν μαζί του (τα περίφημα «3 όχι») και επικυρώνουν την αφοσίωσή τους στην άσκηση των δικαιωμάτων του Παλαιστινιακού λαού στον τόπο του. Δεν έγινε καμία άρνηση προσφοράς ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους που να ‘χει προτείνει το Ισραήλ.
2000: Η σύσκεψη στο Camp David και ο Αμερικάνικος εμπαιγμός
Το 2000 η κυβέρνηση Κλίντον, σε μια τελευταία προσπάθεια να εκμεταλλευτεί το ευνοϊκό γι’ αυτήν διεθνοπολιτικό περιβάλλον της αμερικανικής μονοκρατορίας μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και για να ευοδώσει το διπλωματικό της έργο για ειρήνευση Παλαιστινίων-Ισραηλινών στην οποία είχε επενδύσει, καλεί τη σύσκεψη στο Camp David, όπου συνευρέθηκαν ο ισραηλινός πρωθυπουργός Εχούντ Μπάρακ κι ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής Γιάσερ Αραφάτ, που παρά τους ενδοιασμούς του δελεάστηκε να παρευρεθεί με υποσχέσεις για ολιστική διευθέτηση των ζητημάτων.
Αυτά που προσέφεραν οι Ισραηλινοί ήταν τραγικά λιγότερα από τις μίνιμουμ διεκδικήσεις των Παλαιστινίων σε ό,τι είχε να κάνει με την πόλη της Ιερουσαλήμ και το δικαίωμα επιστροφής των εκδιωγμένων απ’ το 1948 κι έπειτα Παλαιστίνιων προσφύγων. Ο Αραφάτ αποχωρεί καταγγέλοντας, αποφεύγοντας τον πλήρη διασυρμό του Παλαιστινιακού λαού.
Παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις των Αμερικανών ότι ενδεχόμενη αποτυχία των διαπραγματεύσεων δεν θα χρεωθεί σ’ αυτόν, ο Κλίντον κατηγορεί τον Αραφάτ για την κατάρρευση των συνομιλιών, σε μια περίπτωση που συμπυκνώνει τέλεια τη διαχρονική στάση των Αμερικανών ως διαμεσολαβητών της ειρήνης στη Μέση Ανατολή – μια στάση που χαρακτηρίζεται από διγλωσσία, εμφατική στήριξη του Ισραήλ και των επιδιώξεών του και μονομερή άσκηση πίεσης προς τους Παλαιστίνιους και τους αντιπροσώπους τους ώστε να εγκαταλείψουν κάθε νόμιμη και ηθική εθνική διεκδίκησή τους, ώστε σιωπηλά ν’ αποδεχθούν τη διαγραφή τους από την ιστορία.
Η οργή στους δρόμους βράζει και σύντομα ξεσπά η δεύτερη Ιντιφάντα, που έμελλε να πνιγεί στο αίμα Παλαιστινίων και να οδηγήσει στη δολοφονία του Γιάσερ Αραφάτ, μετά από πολύμηνη πολιορκία του συγκροτήματος όπου έμενε απ’ τον Ισραηλινό στρατό [1]. Ο Αραφάτ, ένας αμφιλεγόμενος αλλά ευρέως αγαπημένος εκπρόσωπος του παλαιστινιακού λαού και της αντίστασής του, βρίσκει το τέλος που είχε προδιαγράψει η αδιέξοδη πολιτική της εγκατάλειψης της αντίστασης, του εκούσιου εγκλεισμού στο κλουβί που είχαν φιλοτεχνήσει οι συμφωνίες του Όσλο του ‘90, της προσπάθειας επίτευξης ανεξαρτησίας μέσω ναρκοθετημένων διαπραγματεύσεων μ’ έναν ανυποχώρητο αντίπαλο ταγμένο στην εξάλειψη του παλαιστινιακού λαού και τον εποικισμό των πατρογονικών εδαφών του, διαμεσολαβούμενων από μια διεφθαρμένη, μεροληπτική, αυτοκρατορική υπερδύναμη.
2007: Παγίωση του νέου τρόπου διαχείρισης: Το «ξύρισμα του γκαζόν»
Το 2007, ο Μαχμούντ Αμπάς, πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, κι ο Εχούντ Ολμέρτ, πρωθυπουργός του Ισραήλ, συνευρίσκονται στη Συνδιάσκεψη για την Ειρήνη στην Ανάπολη των ΗΠΑ, υπό την αιγίδα της κυβέρνησης Μπους. Οι συνομιλίες τελειώνουν μ’ ένα μνημόνιο που καλεί σε εκκίνηση διμερών διαπραγματεύσεων για οριστική διευθέτηση ζητημάτων στο δρόμο προς την ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους προς το τέλος του 2008. Σ’ ένα μοτίβο που κρατάει από τη δεκαετία του ’90 ως σήμερα κατά το οποίο ως αντάλλαγμα σε αδικαιολόγητες εκχωρήσεις παλαιστινιακής κυριαρχίας δίνονται ισραηλινές «υποσχέσεις» για διευθέτηση των σοβαρών ζητημάτων (δημιουργία κράτους, επιστροφή προσφύγων του ’48, καθεστώς της Ιερουσαλήμ, κά) σε μελλοντικό χρόνο, αυτές οι διαπραγματεύσεις δεν υλοποιήθηκαν ποτέ.
Αυτό που όντως υλοποιήθηκε το 2008 είναι δύο διαφορετικές ισραηλινές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα, η επιχείρηση «Θερμός Χειμώνας» τέλη Φλεβάρη κι η επιχείρηση «Συμπαγές Μολύβι» (βλ. Tareq Baconi – Hamas Contained), στις οποίες σκοτώθηκαν απ’ τον ισραηλινό στρατό 110 και πάνω από 1400 Παλαιστίνιοι αντίστοιχα.
Για την υπεράσπιση της αλήθειας
Κάθε μία γραμμή σιωνιστικής προπαγάνδας θέλει δέκα για να αποδομηθεί. Για να αποκαλυφθεί το πλαίσιο εντός του οποίου λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα, για να αναδειχθεί η ίδια η αλήθεια που κατακρεουργείται στα χέρια του κράτους-δολοφόνου και των άθλιων παλαμακιστών του. Πρόκειται για την αισχρότερη προπαγάνδα που βασίζεται απλά και μόνο στη γενική άγνοια γύρω από το ζήτημα, το πιο επονείδιστο gaslighting που έχει επιχειρηθεί ποτέ από κράτος, που προσπαθεί να μας πείσει πως ό,τι βλέπουν τα μάτια μας κι ακούν τ’ αυτιά μας είναι λάθος. Η μόνη αλήθεια εκπέμπεται απ’ την μηχανή ψευδών και καταπίεσης, το Ισραήλ. Τέτοιοι οι σκοποί του, τέτοια η εμβρίθεια των επιχειρημάτων του και το ποιόν των υποστηρικτών του.
Αλλά ως εδώ. Εβραίοι, χριστιανοί και μουσουλμάνοι ζούσαν ειρηνικά ο ένας δίπλα στον άλλο στους Αγίους Τόπους και την ιστορική Παλαιστίνη εδώ και αιώνες (πολύ πιο αρμονικά απ’ ότι στην Ευρώπη με τον διαχρονικό αντισημιτισμό της που κορυφώνεται με το Ολοκαύτωμα). Ο σιωνισμός εκκίνησε την τελευταία ευρωπαϊκή πρωτοβουλία εποικισμού της ιστορικής Παλαιστίνης, μεταστρέφοντας τους προαιώνιους διωγμούς των εβραϊκών κοινοτήτων της Ευρώπης (που όχι, δεν είναι εκδιωγμένοι απ’ τους Ρωμαίους Ισραηλίτες κατά την δεύτερη καταστροφή του Ναού του Σολομώντα, βλ. Shlomo Sand – The Invention of the Jewish People) σ’ ένα εθνικιστικό κι αποικιοκρατικό (σε μια περίοδο που μεσουρανούσαν και τα δύο) πρόγραμμα εκδιωγμού κι εθνοκάθαρσης.
Ο Τέοντορ Χερτσλ, εκ των ιδρυτών του σιωνιστικού κινήματος, έγραφε το 1895: «Πρέπει να απαλλοτριώσουμε ήπια την ατομική ιδιοκτησία στα εδάφη που θα μας παραχωρηθούν. Πρέπει να προσπαθήσουμε να ωθήσουμε τον άπορο πληθυσμό πέρα απ’ τα σύνορα με το να του βρούμε απασχόληση σε τρίτες χώρες, ενώ θα του την αρνούμαστε στη δική μας. […] Τόσο η απαλλοτρίωση [των περιουσιών και της γης] όσο κι η αφαίρεση των φτωχών πρέπει να γίνουν διακριτικά κι επιφυλακτικά». Παράλληλα δήλωνε με χαρακτηριστικά ευρωπαϊκή αυταρέσκεια ότι ο αποικισμός της Παλαιστίνης από Ευρωπαίους Εβραίους θα ωφελήσει τους ντόπιους. Στα μάτια του εξάλλου, όπως κι όλων των Σιωνιστών, η Παλαιστίνη ήταν ένας έρημος, αναξιοποίητος τόπος κατοικημένους από οπισθοδρομικούς Άραβες.
Ακόμα όμως κι αυτές οι πρώιμες προθέσεις για εθνοκάθαρση έμελλαν να γίνουν πιο ξεκάθαρα γενοκτονικές, καθώς υπέρμαχοι του σιωνισμού όπως ο Ζε’έβ Ζαμποτίνσκι αναγνωρίζουν πως: «Κάθε ιθαγενής πληθυσμός στον κόσμο αντιστέκεται στους αποικιοκράτες όσο υπάρχει η ελάχιστη ελπίδα ότι μπορεί να απαλλαγεί απ’ τον κίνδυνο να εποικιστεί. Αυτό κάνουν οι Άραβες στην Παλαιστίνη», και αλλού γράφει: «Ο σιωνισμός είναι αποικιοκρατικό εγχείρημα κι ως εκ τούτου η επιτυχία του θα κριθεί από τις ένοπλες δυνάμεις» (βλ. Jeff Halper –Decolonizing Israel, Liberating Palestine).
Έκτοτε αποτελεί συμβατική σοφία του Ισραηλινού κράτους ότι ο μόνος τρόπος να συνυπάρξει με τους λαούς που καταπιέζει και γειτνιάζει είναι μέσω ενός «σιδηρού τοίχους» τουφεκιών, επιβαλλόμενο με συντριπτική στρατιωτική ισχύ σε καθετί που προσλαμβάνει ως απειλή (δηλαδή στα πάντα). Διαδοχικές ισραηλινές κυβερνήσεις την έχουν χρησιμοποιήσει για να επιβληθούν έναντι των Αράβων, και κανένας λαός δεν έχει υποφέρει περισσότερο απ’ αυτή τη στρατηγική του σιωνισμού, κανένας δεν έχει στερηθεί τόσο πολύ των αναφαίρετων και διεθνώς κατοχυρωμένων δικαιωμάτων του, απ’ τον Παλαιστινιακό λαό.
Το Ισραήλ, καθ’ όλη τη διάρκεια των σχέσεών του με τους Παλαιστίνιους (τους οποίους δεν αναγνωρίζει ως έθνος την ίδια στιγμή που ορίζει ως προϋπόθεση για οποιαδήποτε διαπραγμάτευση την πλήρη αναγνώριση του ίδιου και του λαού που εκπροσωπεί) και μέσα από την εκτύλιξη των αλλεπάλληλων κι ελάχιστα διαφοροποιούμενων μασκαράδων που εμμονικά αλλά άστοχα ονομάζει «διαπραγματεύσεις», ποτέ δεν προσέφερε στους Παλαιστίνιους τη δημιουργία δικού τους κράτους (λες κι είναι κάτι που είναι δικό του για να το προσφέρει). Στόχος κι αποτέλεσμα αυτών των «διαπραγματεύσεων» από τη μεριά του Ισραήλ, ήταν η ανάλωση των Παλαιστίνιων σ’ αυτές ενόσω αυτό συνεχίζει απρόσκοπτα την παράνομη (και διεθνώς καταδικασμένη [2]) εποικιστική του δραστηριότητα, διαμορφώνοντας τετελεσμένα τα οποία οι Παλαιστίνιοι θα πρέπει να δεχτούν στον εκάστοτε επόμενο γύρο «διαπραγματεύσεων».
Το μόνο που έχει προσφέρει μέχρι τώρα (και που αποτελεί καθεστώς στη Δυτική Όχθη) είναι ένα καθεστώς ανύπαρκτης κυριαρχίας, όπου με αντάλλαγμα τη μερική απόσυρση των ισραηλινών κατοχικών δυνάμεων (από εδάφη που δεν τους ανήκουν, και στα οποία σε κάθε περίπτωση επεμβαίνουν κατά βούληση), έχει μετατρέψει την Παλαιστινιακή Αρχή (το θεσμό που προέκυψε μέσα από τις συμφωνίες του Όσλο και αποτελεί το απόγειο της παλαιστινιακής υποδούλωσης) σε τοποτηρητή του Ισραήλ, απαλλάσσοντας το τελευταίο από την άμεση επιβολή μιας δαπανηρής κατοχής αλλά εξυπηρετώντας απαρέγκλιτα κι ανυπερθέτως τις επιδιώξεις του κράτους-δολοφόνου περί ασφάλειάς του. Ένα καθεστώς που οδηγεί στην κατάπνιξη του όποιου σκιρτήματος παλαιστινιακής αντίστασης από μια Παλαιστινιακή Αρχή, τερματικά διεφθαρμένη κι απελπιστικά απορροφημένη σε μια αδιέξοδη πορεία «διαπραγματεύσεων» για να μπορέσει ν’ αναθεωρήσει.
Για όποιον δε δεν δέχεται αυτή τη μοίρα της αυτο-αστυνόμευσης και της αυτο-καταστολής της δίκαιης παλαιστινιακής αντίστασης, το Ισραήλ του επιφυλάσσει τη μοίρα της Γάζας: μαζικές δολοφονικές στρατιωτικές επιθέσεις έναντι ενός άμαχου πληθυσμού δίχως τακτικό στρατό ή κρατική υπόσταση και προστασία, στο όνομα της «καταπολέμησης της τρομοκρατίας».
Τελευταίος, λοιπόν, χαιρετισμός προς το κράτος δολοφόνο τους άθλιους απολογητές του: ο καιρός που τα ψέματά σας έγειραν αξιώσεις απ’ την αλήθεια έχει τελειώσει. Ολοένα και περισσότερο οι λαοί του κόσμου αντιλαμβάνονται το μέγεθος της αδικίας που συντελείται. Βασιστείτε όσο ακόμα μπορείτε στα σαθρά δυτικά σας στηρίγματα, αυτούς τους άπληστους ωφελούμενους γενοκτονιών ανά τον κόσμο, έρχεται όμως κι αυτωνών ο καιρός. Τα εγκλήματά σας θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στην ιστορία της ανθρωπότητας, δίπλα στο Ολοκαύτωμα, τη ρίψη ατομικών βομβών στην Ιαπωνία κι όλα τα εγκλήματα του ιμπεριαλισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου