18 Μαΐου 2022

Πεθαίνοντας στο Αιγαίο

Μια λαμπρή έρευνα για ένα σκοτεινό θέμα που οδηγεί στην παραίτηση του διευθυντή της Frontex.

Σκάφος με πρόσφυγες στη μέση της θάλασσας, έξω από την Κω, 11 Αυγούστου 2015. Φωτογραφία του Γιάννη Μπεχράκη / Reuters.
  

Ανάλυση του Στρατή Μπουρνάζου

H Frontex είναι ένας από τους σημαντικότερους και ο δαπανηρότερος οργανισμός της ΕΕ. Ιδρύθηκε το 2005 και τα επόμενα χρόνια οι αρμοδιότητες και τα κονδύλια της γιγαντώθηκαν: η χρηματοδότησή της, από 93 εκατ. ευρώ το 2010 έφτασε τα 758 εκατ. το 2022. Σήμερα είναι ένας υπεροργανισμός με δικά του αεροπλάνα, drone, πλοία και αυτοκίνητα, με συνοριοφύλακες (οι οποίοι μπορούν να κάνουν χρήση όπλων και θα φτάσουν τους 10.000 την επόμενη πενταετία. Βασικό της γνώρισμα, πέρα από τη στρατιωτική και πολιτική δύναμη, η αδιαφάνεια· η Frontex προσπαθεί να δίνει όσο λιγότερες πληροφορίες μπορεί για τη δράση της, η οποία παραμένει στο ημίφως. Η εκτόξευση της ισχύος της συμπίπτει με τη θητεία ως διευθυντή του Φαμπρίς Λεζερί, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του μέσα στο καμίνι της προσφυγικής κρίσης, το 2015, και παραιτήθηκε πριν λίγες μέρες.

Λόγω της αποστολής του, που είναι η προστασία των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, ο οργανισμός έχει αναπτύξει στενές σχέσεις με την Ελλάδα. Σχέσεις διόλου διακριτικές, αλλά επικίνδυνες. Τελευταία στιγμιότυπα του «ελληνικού ειδυλλίου» της Frontex είναι η παρασημοφόρησή του Λεζερί από την ελληνική κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 2022 και η συμμετοχή του σε πάνελ, μαζί με τον Νότη Μηταράκη, τον Απρίλιο, στο Φόρουμ των Δελφών, όπου οι δύο άνδρες διαγκωνίστηκαν σε αλληλοεπαίνους. Η παραίτηση Λεζερί, μια ούτως ή άλλως σημαντική εξέλιξη, αφορά άμεσα την Ελλάδα, καθώς οφείλεται πρωτίστως στη σχέση αυτή και την κάλυψη των παράνομων πρακτικών της χώρας μας στο προσφυγικό. Ας παρακολουθήσουμε έξι επεισόδια της πορείας αυτής, που οδήγησε τον Λεζερί, με έμφαση στο θεσμικό πεδίο.

Frontex, ευρωπαϊκός οργανισμός επαναπροωθήσεων: έξι επεισόδια

Eπεισόδιο πρώτο, Οκτώβριος 2020. Εν αρχή ην μια μεγάλη δημοσιογραφική έρευνα. Καθοριστικός σε αυτή ήταν ο ρόλος της ερευνητικής σύμπραξης δημοσιογράφων Lighthouse Reports με έδρα την Ολλανδία και του γερμανικού περιοδικού Der Spiegel, ενώ στην ομάδα μετείχαν η γαλλική Le Monde, η ελβετική τηλεοπτική εκπομπή έρευνας SRF Rundschau και το ελβετικό περιοδικό Republik. Σε επιμέρους κομμάτια και αντίστοιχες έρευνες ενεπλάκησαν αρκετά ακόμα μέσα όπως η βρετανική Guardian, η ερευνητική δημοσιογραφική ομάδα Bellingcat (με έδρα την Ολλανδία κι αυτή), η γαλλική Liberation, το γερμανικό κρατικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο ARD. Η αρχική έρευνα, όπως και εκείνες που ακολούθησαν, τεκμηριώνουν αναλυτικά κάτι που εν μέρει αποτελούσε κοινό μυστικό: οι ελληνικές αρχές κάνουν επαναπροωθήσεις (pushbacks) αιτούντων άσυλο στο Αιγαίο και η Frontex τις συγκαλύπτει. Και τις συγκαλύπτει όχι διά της σιωπής της, αλλά ενεργητικά, παραποιώντας στοιχεία και προβαίνοντας σε επίσημες τοποθετήσεις ότι δεν γίνονται επαναπροωθήσεις, ενώ τις γνωρίζει πολύ καλά, αφού παρίσταται σε αυτές και τις έχει καταγράψει.

Δεν πρόκειται για κεραυνό εν αιθρία. Η Frontex είχε βρεθεί επανειλημμένα στο στόχαστρο οργανώσεων, δημοσιογράφων και ακτιβιστών για πρακτικές της που καταπατούν τα ανθρώπινα δικαιώματα μεταναστών και προσφύγων, για τις οικονομικές της συναλλαγές, τη στρατιωτικοποίηση την αδιαφάνειά της. Υπάρχουν όμως δύο κρίσιμες διαφορές. Πρώτον, αυτή τη φορά, οι καταγγελίες βασίζονται και σε εσωτερικές καταγραφές της Frontex (βίντεο, φωτογραφίες και αναφορές), κάτι που τις κάνει να μην επιδέχονται αμφισβήτηση, αλλά και αποδεικνύει ότι ο οργανισμός είχε γνώση. Δεύτερον, δεν γίνονται μόνο από κάποιους μεμονωμένους δημοσιογράφους ή αλληλέγγυους, αλλά και από μεγάλης εμβέλειας μέσα ενημέρωσης. Όλο το 2021 οι αποκαλύψεις θα πάρουν μορφή χιονοστιβάδας, με δημοσιεύματα στον ευρωπαϊκό τύπο, έρευνες και εκθέσεις μη κυβερνητικών οργανώσεων. Το Αιγαίο και ο Έβρος αποτελούν το επίκεντρο, αλλά επεκτείνονται και σε άλλα σημεία, όπως τα σύνορα Κροατίας και Βοσνίας-Ερζεγοβίνης ή η Λιβύη.

Eπεισόδιο δεύτερο, 14.7.2021. Η FSWG (Ομάδα Εργασίας για τον Έλεγχο της Frontex) του Ευρωκοινοβουλίου, στην έκθεσή της, προσεκτικά αλλά σαφώς (ας μην ξεχνάμε ότι έχει διακομματική σύσταση), ζητάει την πλήρη διερεύνηση των καταγγελιών για παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ελλάδα. Καταλήγει στο ότι δεν βρήκε αποδείξεις για επαναπροωθήσεις που πραγματοποίησε η ίδια η Frontex, ωστόσο στοιχειοθετούνται «παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων σε κράτη-μέλη με τα οποία είχε αναλάβει κοινές επιχειρήσεις, απέτυχε όμως να τις αντιμετωπίσει και να τις διερευνήσει κατάλληλα, ενδελεχώς και αποτελεσματικά».

Eπεισόδιο τρίτο, 28.2.2022. Παρουσιάζεται η έκθεση της OLAF (15.2.2022) με θέμα τη Frontex στις επιτροπές CONT (Ελέγχου Προϋπολογισμού) και LIBE (Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωκοινοβουλίου. Η OLAF είναι η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης· διερευνά περιπτώσεις απάτης εις βάρος του προϋπολογισμού της ΕΕ, διαφθοράς και σοβαρών παραπτωμάτων στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα. Η έρευνα έγινε με μυστικότητα, περιλαμβάνοντας συνεντεύξεις με αξιωματούχους της Frontex και επιτόπιο έλεγχο στο γραφείο του Λεζερί στην έδρα της Frontex στη Βαρσοβία. Η πολυσέλιδη έκθεση (πάνω από 200 σελίδες) παραμένει μέχρι σήμερα μυστική. Ωστόσο, η λιγόλογη απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε σχετική ερώτηση του Έρικ Μαρκουάρντ των Πράσινων, δεν αφήνει αμφιβολίες για το συμπέρασμά της: «Η διοίκηση της Frontex γνώριζε τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και απέφευγε σκόπιμα να τις αναφέρει», ως εκ τούτου, με βάση την έκθεση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «θα ζητήσει τη λήψη μέτρων κατά των τριών εκτελεστικών διευθυντών του οργανισμού» – ανάμεσά τους και του Λεζερί, όπως επιβεβαιώθηκε από πληροφορίες.

Eπεισόδιο τέταρτο, 31.3.2022. Στον απόηχο των παραπάνω, η Επιτροπή CONT του Ευρωκοινοβουλίου αποφασίζει με μεγάλη πλειοψηφία (23 έναντι 6 και 1 αποχή) να αναβάλει την έγκριση του οικονομικού απολογισμού του 2020 της Frontex (είχε προηγηθεί ανάλογη απόφαση της Επιτροπής τον Σεπτέμβριο του 2021). Ως λόγοι αναφέρονται η εμπλοκή της Frontex σε κακομεταχείριση και επαναπροωθήσεις μεταναστών στην Ελλάδα και την Ουγγαρία.

Eπεισόδιο πέμπτο, 28-29.4.2022. Συνεδριάζει εκτάκτως το ΔΣ της Frontex, με θέμα της την έκθεση της OLAF. Τον Λεζερί στηρίζουν η Ελλάδα, η Πολωνία και η Ουγγαρία, σε αντίθεση με πολλά άλλα κράτη (όπως η Γερμανία, η Σουηδία, η Γαλλία), και την επίτροπο Εσωτερικών Υποθέσεων, Ίλβα Γιόχανσον. Ο Λεζερί υποβάλλει την παραίτησή του. Το ΔΣ την αποδέχεται, αποφασίζοντας ότι δεν συντρέχει λόγος ελέγχου του (σε αντίθεση με τα άλλα δύο στελέχη που αναφέρονται στην έκθεση της OLAF), αφού πλέον έχει παραιτηθεί και η διαδικασία δεν θα είχε νόημα για τον οργανισμό – μια λογική ακροβασία, που υποκρύπτει έναν προφανή συμβιβασμό.

Επεισόδιο έκτο, 4.5.2022. Η ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παγώνει την έγκριση του οικονομικού απολογισμού της Frontex για το 2020, μέχρι να λάβει γνώση της έρευνας της ΟLAF. H απόφαση λαμβάνεται με 492 υπέρ, 145 κατά, και 8 αποχές· εισηγητής ήταν ο Τσέχος Tomáš Zdechovský του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Οι αριθμοί φανερώνουν ότι υπέρ της απόφασης δεν ψήφισαν μόνοι οι «συνήθεις ύποπτοι», αλλά και μεγάλο κομμάτι συντηρητικών. Από τους Έλληνες, οι μόνοι που καταψήφισαν ήταν οι ακροδεξιοί: ο ευρωβουλευτής της Ελληνικής Λύσης και ο πρώην Χρυσαυγίτης. Οι ευρωβουλευτές της ΝΔ, δηλαδή, συντάχθηκαν με την πλειοψηφία: περιλαμβάνονται στους 492. Η απόφαση, όπως και οι προηγούμενες των επιτροπών CONT και LIBE, δεν έχει οικονομικές συνέπειες, αλλά πολιτική σημασία, καθώς αποτελεί ουσιαστικά μομφή προς τη διοίκηση της Frontex

Mια έρευνα εντυπωσιακή

Αξίζει κανείς να αφιερώσει χρόνο διαβάζοντας τα δημοσιεύματα για τις έρευνες (βλ. κάποια σχετικά λινκ στο τέλος του κειμένου). Σίγουρα θα αποζημιωθεί. Πρώτα από όλα, οι αποκαλύψεις για τις επαναπροωθήσεις, όπως και τη συγκάλυψή τους από τη Frontex είναι εντυπωσιακές. Όσον αφορά το Αιγαίο, οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι σε 22 τουλάχιστον περιπτώσεις, που αφορούν 957 άτομα, μεταξύ Μαρτίου 2020 και Σεπτεμβρίου 2021, το ελληνικό Λιμενικό επαναπροώθησε πρόσφυγες/μετανάστες, τους οποίους άφησε αβοήθητους στη θάλασσα, πάνω στα φουσκωτά τους χωρίς μηχανές. Τα περιστατικά εκτιμάται ότι είναι πολύ περισσότερα, καθώς στη σχετική βάση της Frontex καταγράφονται 222 περιπτώσεις, που αφορούν 8.355 άτομα με την ονομασία «αποτροπή αναχώρησης» (θα δούμε λίγο παρακάτω τι σημαίνει αυτό).

Επιπλέον πρόκειται για υπόδειγμα έρευνας, για τον τρόπο που αξιοποιείται ένας πολύ μεγάλος και ετερογενής όγκος υλικού, με κλασικές και ψηφιακές μεθόδους (π.χ. γεωεντοπισμός). Τα τεκμήρια αρθρώνονται, συναρμολογούνται και παρουσιάζονται συνδυαστικά, σε μια συνεκτική και πειστική αφήγηση. Οι ερευνητές εκμεταλλεύτηκαν τη βάση JORA που χρησιμοποιεί η Frontex από το 2011 (περιλαμβάνει πάνω από ένα εκατομμύριο γραμμές και 137 στήλες), σε συνδυασμό με άλλες πηγές, όπως μαρτυρίες, επίσημα κρατικά στοιχεία (όπως της τουρκικής ακτοφυλακής) και πληροφορίες μη κυβερνητικών οργανώσεων (όπως η Aegan Boat Report’s).

Θα σταθώ μόνο σε ένα ξεχωριστό εύρημα. Βασίζεται σε φωτογραφίες με την ένδειξη «Sensitive» από τη βάση δεδομένων της Frontex. Πρέπει να τις δείτε. Αφορούν μια επαναπροώθηση που πραγματοποίησε η ελληνική ακτοφυλακή στη νύχτα της 19ης Απριλίου 2020 βόρεια της Λέσβου. Την επιχείρηση κατέγραψε ένα αεροπλάνο επιτήρησης της Frontex και οι εικόνες στέλνονταν online στα κεντρικά, στη Βαρσοβία. Στις 11 το βράδυ, οι Έλληνες λιμενικοί μόλις έχουν αναχαιτίσει το φουσκωτό και επιβιβάζουν τους μετανάστες/πρόσφυγες στο σκάφος του λιμενικού. Στη συνέχεια, αντί να τους οδηγήσουν στη στεριά, διασώζοντάς τους και δίνοντάς τους το δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση ασύλου, τους αναγκάζουν να ξαναμπούν στο φουσκωτό και τους ρυμουλκούν προς τα τουρκικά ύδατα. Έλληνες αξιωματούχοι στο συντονιστικό κέντρο του Πειραιά ζητάνε από τους πιλότους της Frontex να απομακρυνθεί το αεροσκάφος. Η τελευταία φωτογραφία που βγάζει το αεροσκάφος, στις 3:21 το πρωί, δείχνει τους ανθρώπους μόνους τους στη θάλασσα σε ένα φουσκωτό χωρίς μηχανή. Οι Έλληνες λιμενικοί έχουν αποχωρήσει.

 

Μέχρι τότε δεν είχε καταγραφεί με τόση λεπτομέρεια και πληρότητα μια επαναπροώθηση στο Αιγαίο. Επιπλέον, το γεγονός ότι πρόκειται για επίσημη καταγραφή της Frontex, και όχι βιντεάκι από το κινητό κάποιου πρόσφυγα ή αλληλέγγυου ή υλικό των τουρκικών αρχών, την κάνει αδιαμφισβήτητη, ενώ φανερώνει ότι η Frontex γνώριζε, τουλάχιστον από τον Απρίλη του 2020. Ιδιαίτερα επιβαρυντικό είναι ότι όλα τα παρόμοια περιστατικά καταχωρούνται στην εσωτερική βάση δεδομένων JORA της Frontex, ψευδώς και παραπλανητικά, ως «πρόληψη αναχώρησης». Ο όρος, όπως αναφέρεται στα εγχειρίδια του οργανισμού, περιγράφει τη δράση του λιμενικού μιας μη ευρωπαϊκής χώρας (εδώ της Τουρκίας) που σταματάει τους πρόσφυγες στα δικά της χωρικά ύδατα, τους εμποδίζει να φύγουν και τους επιστρέφει στο σημείο από όπου ξεκίνησαν. Όπως σημειώνουν ο Γιώργος Χρηστίδης και ο Steffen Lüdke, που υπογράφουν το δημοσίευμα του Spiegel (28.4.2022), «με λίγα λόγια, η βάση δεδομένων JORA έχει παραποιηθεί. Η βάση δεδομένων ενός από τους μεγαλύτερους οργανισμούς της Ευρώπης, που αρχικά προοριζόταν να παρέχει μια ακριβή εικόνα της κατάστασης στα σύνορα της ΕΕ, έχει μετατραπεί, αντιθέτως, σε εργαλείο για τη συγκάλυψη των ελληνικών επαναπροωθήσεων καθώς και της συνενοχής ενός οργανισμού της ΕΕ».

Επί του πολιτικού «διά ταύτα»: δύο σημεία και δύο σκέψεις

Όλα τα παραπάνω αναδεικνύουν, ασφαλώς, την αθλιότητα της ελληνικής κυβέρνησης. Όχι μόνο επειδή έχει αναγορεύσει τις επαναπροωθήσεις σε βασική πολιτική της και επειδή βράβευσε τον διευθυντή της Frontex (τον βράβευσε, όχι επειδή δεν ήξεραν, αλλά ακριβώς επειδή ήξεραν – και η κυβέρνηση και ο Λεζερί). Αλλά και εξαιτίας της διπλής γλώσσας και της υποκρισίας της. Η κυβέρνηση οργανώνει τα pushbacks και επαίρεται για τον «μηδενισμό των ροών, ενώ ταυτόχρονα καταγγέλλει σφόδρα –στην καλύτερη περίπτωση ως φαντασιόπληκτο στη χειρότερη ως ενεργούμενο της τουρκικής προπαγάνδας»– όποιον Έλληνα ή ξένο μιλήσει για επαναπροωθήσεις. Ακόμα και σήμερα επιμένει ότι για όλα φταίει «η αντιπολίτευση, που καταβάλλει ανεπιτυχώς προσπάθεια να συνδέσει την παραίτηση Leggeri με δήθεν pushbacks που γίνονται από τη χώρα μας» (Νότης Μηταράκης στη Βουλή, 6.5.2022, σε απάντηση ερώτησης του Κρίτωνα Αρσένη του ΜέΡΑ). Την ίδια στιγμή οι ευρωβουλευτές της ΝΔ συντάσσονται με τη συντριπτική πλειονότητα του Ευρωκοινοβουλίου, μεμφόμενοι τη Frontex και ψηφίζοντας το πάγωμα της απαλλαγής της.

Η ελληνική κυβέρνηση βραβεύει τον Φ. Λεζερί. Η απονομή της «Διαμνημόνευσης Μεταναστευτικής Αρωγής Β` Τάξης – Διαμνημόνευσης Αξίας» διά χειρός Μηταράκη, 21.1.2022

Απογοητευτικές και θλιβερές είναι οι σκέψεις για την Εθνική Αρχή Διαφάνειας, η οποία, σε μια –πολλαπλώς διάτρητη– έκθεση που εκπόνησε με θέμα τις επαναπροωθήσεις, με αφετηρία τις αποκαλύψεις του Spiegel και των Lighthouse Reporters, τα βρίσκει όλα καλώς καμωμένα. Ήδη έχουν αναδειχθεί πολλαπλά προβλήματα, ορισμένα από τα οποία τραγελαφικά, όπως η επική τσαπατσουλιά της έκθεσης, που, σε αντίθεση με ό,τι διακηρύσσει και όφειλε, δεν κατάφερε να διαφυλάξει τα προσωπικά στοιχεία των ερωτηθέντων: ο καθένας μπορεί να δει ονοματεπώνυμα και ιδιότητες, πατώντας απλώς ένα πλήκτρο στο pdf. Ή το ότι η ανεξάρτητη αρχή απευθύνθηκε στα Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της ΕΛ.ΑΣ., για αναλύσει το οπτικοακουστικό υλικό των δημοσιευμάτων! Το μείζον είναι η όλη έκθεση, όπως σημειώνει ο Λουκάς Σταμέλλος που υπογράφει το σχετικό ρεπορτάζ του Omniatv, προσομοιάζει «περισσότερο σε έρευνα κοινής γνώμης, καθώς [οι ερωτήσεις] αφορούν την “άποψη ως προς την αρμόζουσα ή μη συμπεριφορά/αντιμετώπιση των μεταναστών από τα αρμόδια εθνικά όργανα κατά τη διαχείριση των παράτυπων μεταναστευτικών ροών” και την “αντίληψη/γνώση για περιστατικά επαναπροωθήσεων μεταναστών κατά τη διαχείριση των παράτυπων μεταναστευτικών ροών”».

Με λίγα λόγια, η έρευνα μπορεί να προσφέρει πραγματικά σπουδαίο υλικό, όχι όμως για την αξιολόγηση των καταγγελιών, αλλά για τη σπουδή βεβαιοτήτων, στερεοτύπων και μύθων, που κυριαρχούν ή επιβάλλονται στις αρχές οι οποίες διαχειρίζονται το προσφυγικό και την τοπική κοινωνία (λ.χ. ο σκοτεινός ρόλος των ξένων δημοσιογράφων και των ΜΚΟ, η χώρα μας που ενεργεί πάντα με βάση το δίκιο,) καθώς και την κατασκευή της συναίνεσης ή τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Διαβάζοντας τις απαντήσεις, ότι όλα έχουν καλώς και κανένας δεν γνωρίζει τίποτα καθώς και τα συμπεράσματα της έκθεσης (λ.χ. ότι τα στοιχεία και οι μαρτυρίες «συντείνουν» στο ότι «σε κάθε περίπτωση εντοπισμού παράτυπων μεταναστών τηρείται η νομιμότητα καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχειρησιακής δράσης όπως προβλέπεται από το εθνικό, το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο», μία εικόνα μου ήρθε στο μυαλό: η κωμωδία που λέγεται επιθεώρηση στον στρατό, όπου οι φαντάροι, είτε καλά δασκαλεμένοι είτε αυθορμήτως από ένστικτο επιβίωσης, θα απαντήσουν με στεντόρεια φωνή στις –εντελώς προσχηματικές– ερωτήσεις για τις άδειες, το φαγητό, τις συνθήκες: «Μάλιστα, κύριε ταξίαρχε! Όλα σύμφωνα τα “προβλεπόμενα”!».

Τι μπορεί και πρέπει να μας μείνει από την όλη την ιστορία;

Το πρώτο που κρατάω, σχεδόν αυτονόητο αλλά εκ των ων ουκ άνευ, είναι η αξία της ερευνητικής δημοσιογραφίας. Της ανεξάρτητης έρευνας, που χωρίς φόβο, αλλά με πάθος και πείσμα, πέρα από δεσμεύσεις, ψάχνει να βρει την αλήθεια, να ξεσκεπάσει το συγκαλυμμένο. Με στοιχεία. Οι μεγάλες έρευνες στην οποία πρωτοστάτησαν το Spiegel και οι Lighthouse Reporters και πλαισίωσαν πολλά άλλα μέσα υπήρξε ο κινητήριος μοχλός· τίποτα δεν θα είχε γίνει χωρίς αυτές. Δόξα και τιμή στους δημοσιογράφους τους ερευνητές και τα μέσα που ανέδειξαν το θέμα.

Υπάρχει ανεξάρτητη ερευνητική δημοσιογραφία στην Ελλάδα; Ασφαλώς, και θα αναφέρω ενδεικτικά τις έρευνες, στο πεδίο του μεταναστευτικού/προσφυγικού, των Reporters United, των Solomon και Manifold. Έχουμε όμως δύο συνθλιπτικά στοιχεία. Το πρώτο ότι αντιμετωπίζουν την ανοιχτή εχθρότητα των κρατικών μηχανισμών: στο προσκήνιο απαξιούν να ασχοληθούν με τα ευρήματα, παρότι τρανταχτά, και διαβάλλουν συστηματικά τους ερευνητές ως «αδαείς», «ύποπτους» και «ανθέλληνες», ενώ στο παρασκήνιο αναπτύσσονται σκοτεινές πρακτικές. Οι περιπτώσεις της παρακολούθησης του Σταύρου Μαλιχούδη και του Θανάση Κουκάκη, που αποκαλύφθηκαν πρόσφατα, είναι ενδεικτικές και δυστυχώς είναι μόνο κορυφή του παγόβουνου, όπως δείχνει η προσπάθεια να κλείσουν εσπευσμένα. Δεύτερον, τα μέινστριμ μέσα έχουν πάρει διαζύγιο από την ερευνητική δημοσιογραφία. Μπορεί σε αυτά να επιβιώνουν λιγοστές σοβαρές φωνές κριτικής αρθογραφίας (το διαπρεπέστερο παράδειγμα που μου έρχεται αμέσως στο μυαλό είναι ο Παντελής Μπουκάλας στην Καθημερινή), ωστόσο η απουσία γίνεται εκκωφαντική στον τομέα της έρευνας. Στις έρευνες για τις επαναπροωθήσεις και τη Frontex που αναφέραμε, πέρα από ανεξάρτητες ομάδες, ενεργό ρόλο έπαιξαν μέσα μεγάλης εμβέλειας, όπως το Spiegel, η Μonde και το κρατικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο της Γερμανίας ARD. Μπορούμε να φανταστούμε κάτι ανάλογο στην Ελλάδα; Και δεν μιλάω μόνο για την αδηφάγα μαρινάκεια αυτοκρατορία αλλά και για την Καθημερινή, την ΕΡΤ ή τα μεγάλα free press. Το κενό αυτό είναι εξαιρετικά κρίσιμο όχι τόσο για λόγους απήχησης των αποκαλύψεων, αλλά επειδή η ερευνητική δημοσιογραφία, πέρα από γνώση και αφοσίωση, χρειάζεται χρήματα, χρόνο, υποδομές, ασφάλεια – και η έλλειψη όλων αυτών είναι τεράστιο εμπόδιο. Έτσι η άνθηση της σχολιογραφίας και των απόψεων που παρατηρούμε δεν οφείλεται στο ότι οι Νεοέλληνες είναι «αποψάκηδες», κατά το κοινώς λεγόμενο, αλλά σε δομικούς λόγους.

Η δεύτερη σκέψη μου αφορά τα διακυβεύματα και τη συνθετότητα. Η πολιτική των επαναπροωθήσεων γίνεται δεν είναι ελληνική πατέντα· την έχουν εφαρμόσει και άλλες χώρες όπως η Πολωνία, η Λιθουανία, η Λεττονία. Και γίνονται με την ευρωπαϊκή γνώση και συνενοχή.Ας θυμηθούμε μόνο ότι όταν τον Μάρτιο του 2020 όταν η ελληνική κυβέρνηση, με τα γεγονότα του Έβρου, σήμανε εθνικό πολεμικό συναγερμό και ανέστειλε για ένα μήνα το δικαίωμα υποβολής αιτήσεων ασύλου, έλαβε την ενθουσιώδη υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: η πρόεδρός της Ούρσουλα φον Λάιεν έσπευσε να επισκεφθεί τον Έβρο, υμνώντας την Ελλάδα ως «ασπίδα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ ο αντιπρόεδρος «για την προώθηση του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής» Μαργαρίτης Σχινάς δήλωνε ότι «όπως αποδείξαμε στον Έβρο, η Ευρώπη μπορεί να διασφαλίσει αποτελεσματικά τη διαχείριση των συνόρων». Οι επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο και τον Έβρο ήταν κοινό μυστικό στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, εδώ και καιρό. Και όμως όλα αυτά δεν στάθηκαν ικανά να διασώσουν τον Λεζερί. Γιατί;
Άκουσα, συζητώντας, ποικίλες ερμηνείες, που αναδεικνύουν διαφορετικά στοιχεία. Κάποιες πιο θεσμικές (που δίνουν έμφαση στον ρόλο του Ευρωκοινοβουλίου και των μηχανισμών ελέγχου) άλλες πιο πραγματιστικές (ότι ο Λεζερί σταδιακά αυτονομούνταν και μετακινούμενος σε θέσεις ακραίες και ολοένα και πιο σκληρές, και έτσι αποτελούσε πρόβλημα, εικόνας τουλάχιστον, για την ΕΕ, λ.χ. όταν υποστήριζε –αν και διόλου ψευδώς– ότι δεν είναι δουλειά της Frontex να δείχνει συμπόνοια για τις γυναίκες και τα παιδιά που θαλασσοπνίγονται στο Αιγαίο), κάποιες που αναδεικνύουν άλλες διαστάσεις (η έρευνα της OLAF περιλαμβάνει δύο ακόμα κομμάτια, σχετικά με οικονομικά ζητήματα και μεταχείριση του προσωπικού).

Το ζήτημα έχει μεγάλο ενδιαφέρον, όχι ντετεκτιβίστικα, αλλά πολιτικά. Γιατί μας θέτει το ερώτημα της δράσης και της αποτελεσματικότητας. Θα μπορούσα να σκιαγραφήσω δύο γενικές γραμμές. Μία η οποία πανηγυρίζει για τον ρόλο της κοινωνίας των πολιτών, των θεσμικών ελέγχων και της λογοδοσίας, θεωρώντας μεγάλη επιτυχία την παραίτηση-αποπομπή Λεζερί. Και μια άλλη που θα τη θεωρήσει προσχηματική και στάχτη στα μάτια, όσο συνεχίζεται η ίδια πολιτική στο προσφυγικό. Η πρώτη εκδοχή μπορεί, στις διαβαθμίσεις της, να είναι από εμψυχωτική μέχρι αθεράπευτα αφελής ή και υποκριτική· η δεύτερη, από πραγματιστική μέχρι αθεράπευτα κυνική και ισοπεδωτική. Προσωπικά αισθάνομαι εξίσου κοντά και εξίσου μακριά και στις δύο. Θεωρώ ότι το αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι η διαρκής μάχη, η ρευστότητα, διαρκής αλλαγή των συσχετισμών. Η κριτική στη Frontex, που αρχικά ήταν υπόθεση πολύ περιορισμένη πολιτικά, σχεδόν περιθωριακή, έφτασε στην παραίτηση του Λεζερί· αυτό έγινε με συστηματική δουλειά, σε πολλά επίπεδα, κινηματικό, ερευνητικό και θεσμικό. Μπορούμε να τη δούμε ως μια νίκη ο καθένας από τη σκοπιά του (του κινήματος, της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας, των θεσμών) και, κυρίως, ως μια ώθηση για να συνεχίσουμε τον αγώνα από καλύτερες θέσεις. Γιατί η εξέλιξη αυτή μάς δείχνει ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Η παραίτηση Λεζερί από μόνη της δεν εγγυάται τίποτα για το μέλλον, υπάρχει χώρος τα πράγματα να πάνε προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Και αυτός είναι ο χώρος της πολιτικής και της δράσης.

Για περαιτέρω διάβασμα

Αξίζει να διαβάσει κανείς τον φάκελο «Βorders» των Lighthouse Reporters, όπου το πιο πρόσφατο δημοσίευμα είναι «Frontex, the EU Pushback Agency» (6.5.2022). Επίσης τις αποκαλυπτικές έρευνες του Spiegel· σημειώνω δύο: Giorgos Christides και Steffen Lüdke, «Frontex Involved in Illegal Pushbacks of Hundreds of Refugees» (28.4.2022)· Giorgos Christides, Steffen Lüdke, Maximilian Popp und Tomas Statius, «Pressure Growing on Frontex Chief from Pushbacks Investigation, 21.3.2022 (όπου και οι αποκαλυπτικές φωτογραφίες της Frontex από την επαναπροώθηση της 19.4.2020 στη Λέσβο). Από τα δημοσιεύματα αυτά, με τη βιβλιογραφική μέθοδο της λεγόμενης «χιονοστιβάδας», μπορεί να οδηγηθεί κανείς σε πολλά άλλα, για τη δράση της Frontex στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα στην Κεντρική Μεσόγειο ή τις επαναπροωθήσεις που πραγμοποιεί συστηματικά η Κροατία.

Στα ελληνικά, τα ρεπορτάζ του Δημήτρη Αγγελίδη στην Εφημερίδα των συντακτών αποτελούν τη συστηματικότερη κάλυψη του όλου θέματος και εν γένει του προσφυγικού (ενδεικτικά, παραπέμπω στις 28.11.2020, στις 16.7.2021). Επίσης με τη Frontex έχει ασχοληθεί από παλιά, στα βιβλία (εκδ. Ποταμός και Καστανιώτη ) και την αρθρογραφία του, ο Απόστολος Φωτιάδης. Για την πρόσφατη παραίτηση Λεζερί σημειώνω δύο σχόλια, του Δημήτρη Χριστόπουλου στο news 24/7 (από το οποίο άντλησα ιδέες στο κείμενο αυτό) και του Βασίλη Χρονόπουλου στο iEidiseis.

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου